ΜΟΙΑΖΕΙ ΠΑΡΑΔΟΞΟ ΙΣΩΣ, αλλά το πρώτο μέρος αυτής της «τριλογίας» που διατρέχει τη μεσσιανική διαδρομή του Kanye West σ’ αυτόν τον πλανήτη που μοιάζει να μη χωρά το εγώ του, μου άρεσε τόσο πολύ που δεν ξέρω αν θέλω να δω και τα άλλα δύο κεφάλαια που θα ανέβουν στο Netflix στα μέσα αυτής και της επόμενης εβδομάδας.
Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι θα τα δω τελικά, κάπου μέσα μου όμως θα επιθυμούσα να σταματούσε η αφήγηση εκεί που τελειώνει το πρώτο μέρος που έχει τίτλο «VISION» (όραμα) – το δεύτερο λέγεται «PURPOSE» (σκοπός / στόχος) και το τρίτο «AWAKENING» (αφύπνιση / συνειδητοποίηση).
Το όραμα ήταν εκεί από την αρχή, μεγαλειώδες και δομημένο, όπως θα μπορούσαμε να υποθέσουμε εκ των υστέρων και όπως μας παρουσιάζει με τον πιο συναρπαστικό τρόπο το υλικό που είχαν στα χέρια τους οι δημιουργοί της ταινίας, ακολουθώντας τον φιλόδοξο και ιδιοφυή παραγωγό και ράπερ στην αυγή της μετεωρικής πορείας του.
Το πρώτο μέρος διαρκεί μιάμιση ώρα, όπως και τα υπόλοιπα (που γνωρίζουμε όμως ότι δεν περιέχουν τόσο πλούτο «προσωπικού» υλικού), και σταματά πριν κυκλοφορήσει το πρώτο του άλμπουμ και πολύ πριν γίνει ο «πιο πλούσιος μαύρος στον κόσμο», μια από τις πιο αμφιλεγόμενες διασημότητες του σύμπαντος και σίγουρα ο πιο εκκεντρικός δισεκατομμυριούχος του πλανήτη, επισκιάζοντας ένα μουσικό έργο που προκαλεί ακόμα δέος με το εύρος και με τις μεγαλειώδεις υπερβάσεις του (ακούω ξανά, αυτήν την στιγμή, μετά από χρόνια το άλμπουμ My Beautiful Dark Twisted Fantasy του 2010 και εξακολουθώ να μην έχω λόγια γι’ αυτό το μπαρόκ έπος).
Η αυτοπεποίθησή του όμως είναι συγκινητική σχεδόν όταν συντηρείται από το φως και την φρεσκάδα της πρώιμης νιότης, και απολύτως δικαιωμένη εκ των υστέρων, γεγονός που εξηγεί, αν δεν δικαιολογεί, την έμφυτη σχεδόν ροπή του στη μεγαλομανία.
Πριν από το μεγαλείο, την παράνοια, την ύβρι, την αντίδραση, πριν από τη βαριά παθολογία, πριν από τις αποκαλύψεις για αυτοκτονικό ιδεασμό και διπολική διαταραχή, πριν από την Κιμ Καρντάσιαν, πριν από τα κολλητιλίκια με τον Πρόεδρο Τραμπ, πριν από τη δική του «υποψηφιότητα» για την Προεδρία των ΗΠΑ, υπήρχε ένα άγνωστο στους πολλούς ταλέντο που έβλεπε τις πόρτες να μην ανοίγουν αυτομάτως, όπως θα άρμοζε σε κάποιον με τόσο μοναδικό και προφανές (για τον ίδιον) χάρισμα.
Αυτό το πρόσωπο βλέπουμε από πολύ κοντά στο πρώτο κεφάλαιο αυτού του ντοκιμαντέρ που ξεκίνησε πριν από είκοσι χρόνια και κατέληξε να έχει τον τίτλο jeen-yuhs (A Kanye Trilogy), μια φωνημική εκδοχή του genius (ιδιοφυία), που είναι ένας προσδιορισμός που τον συνόδευε από εκείνα τα χρόνια ήδη, ήταν όμως και το όνομα του σκύλου που είχε μικρός στο πατρικό του στο Σικάγο, επειδή ως κουτάβι κατάφερνε να αποδρά από οπουδήποτε.
Η απαράμιλλη αυτοπεποίθηση και η έντονη και διαρκής αίσθηση πεπρωμένου και μεγαλείου είναι φανερή στον 20χρονο Kanye, στη διάρκεια όμως του πρώτου κεφαλαίου μοιάζει επίσης ντροπαλός κι ευάλωτος («είναι κάπως ναρκισσιστικό αυτό το ντοκιμαντέρ» ακούγεται να λέει από το 2002).
Και πάλι όμως δεν μπορείς να ξέρεις πού τελειώνει η μέθοδος και πού αρχίζει η τρέλα. Η αυτοπεποίθησή του όμως είναι συγκινητική σχεδόν όταν συντηρείται από το φως και τη φρεσκάδα της πρώιμης νιότης, και απολύτως δικαιωμένη εκ των υστέρων, γεγονός που εξηγεί, αν δεν δικαιολογεί, την έμφυτη σχεδόν ροπή του στη μεγαλομανία.
Σε κάνει να σκεφτείς όμως πόσο ασφαλής παράγοντας μπορεί να είναι η υψηλή αυτοπεποίθηση για την καταξίωση και την επιτυχία. Όλοι τη θαυμάζουμε στους άλλους (ειδικά αν λείπει σε μας τους ίδιους), όλοι όμως επίσης έχουμε δει ανθρώπους με ακλόνητη πίστη στον εαυτό τους να πέφτουν και να σηκώνονται και να ξαναπέφτουν και να ξανασηκώνονται μέχρι που συνειδητοποιούν ότι η αυτοπεποίθηση μπορεί να σε πάει μόνο μέχρι ένα σημείο. Και είναι πολύ περισσότεροι αυτοί από όσους τελικά δικαιώνονται.