ΟΧΙ ΟΤΙ ΕΠΑΨΕ ΠΟΤΕ πραγματικά να στοιχειώνει ποικιλοτρόπως την επικαιρότητα, την τελευταία δεκαετία όμως το φάντασμα του Χίτλερ μοιάζει να έχει επιστρέψει ακόμα πιο επιτακτικά στο συλλογικό φαντασιακό και στη δημόσια συζήτηση (από την άνοδο και τη «νορμαλοποίηση» του ναζισμού μέχρι τον Τραμπ και τον Πούτιν).
Συχνά, υπό ένα περίβλημα μυστικισμού και ακραίας παθολογίας που θολώνει τον καθρέφτη της Ιστορίας. Σε κάθε περίπτωση, τα τηλεοπτικά κανάλια και οι πλατφόρμες streaming ξεχειλίζουν από ντοκιμαντέρ που υπόσχονται μέσα από διάφορες προσεγγίσεις –ιστορικές, στρατιωτικές, πολιτικές, κοινωνικές, ψυχολογικές– να φωτίσουν άλλη μια πτυχή της προσωπικότητας του Φίρερ.
«Το πρόβλημα δεν είναι ότι οι ναζί ήταν απάνθρωποι αλλά ότι ήταν άνθρωποι. Αυτό είναι το βασικό πρόβλημα που έχουμε – με τον εαυτό μας, όχι με τους ναζί. Οι ναζιστικές ιδέες πραγματώθηκαν από ανθρώπους που ήταν φυσιολογικοί».
Κανένα όμως από αυτά δεν φιλοδοξούσε να συλλάβει το «Νόημα του Χίτλερ» («The meaning of Hitler»), όπως είναι ο τίτλος αυτού του πρόσφατου ντοκιμαντέρ που αποτελεί έναν προβοκατόρικο και πολύ ενδιαφέροντα ερευνητικό διαλογισμό ευέλικτης φόρμας και ελεύθερων συνειρμών γύρω από τη νοσηρή γοητεία (το σλόγκαν «fascinating fascism» εμφανίζεται κάποια στιγμή καλύπτοντας την εικόνα) που ασκεί η «προσωποποίηση του απόλυτου κακού».
Όπως όμως λέει προς το τέλος της ταινίας ο διαπρεπής ιστορικός του Ολοκαυτώματος Γεχούντα Μπάουερ, που πριν από μερικές μέρες έκλεισε αισίως τα ενενήντα έξι, «το πρόβλημα δεν είναι ότι οι ναζί ήταν απάνθρωποι αλλά ότι ήταν άνθρωποι. Αυτό είναι το βασικό πρόβλημα που έχουμε – με τον εαυτό μας, όχι με τους ναζί. Οι ναζιστικές ιδέες πραγματώθηκαν από ανθρώπους που ήταν φυσιολογικοί».
Αλλά και οι ίδιοι οι υπεύθυνοι γι’ αυτό το «αναστοχαστικό» πρότζεκτ –ο Michael Tucker και η Petra Epperlein, δημιουργοί επίσης του πολύ ενδιαφέροντος Karl Marx City– αναρωτιούνται φωναχτά κάποια στιγμή στην ταινία: «Είναι δυνατό να κάνεις μια ταινία με τέτοιο θέμα χωρίς να συμβάλεις στην ανάπτυξη του ναζιστικού κινηματογραφικού σύμπαντος;».
Η απάντηση έρχεται από το στόμα του διάσημου Άγγλου λογοτέχνη Μάρτιν Έιμις, που επίσης εμφανίζεται στην ταινία και λέει ότι «όποιος καταφέρνει να επεκτείνει τη γνώση μας για τον Χίτλερ έστω και κατά ένα χιλιοστό, κάτι κάνει». Μια άλλη γνωστή προσωπικότητα που εμφανίζεται, προκειμένου να εκτεθεί όμως, είναι ο «ιστορικός» και περιβόητος αρνητής του Ολοκαυτώματος Ντέιβιντ Ίρβινγκ, ο οποίος συλλαμβάνεται να εκστομίζει διάφορες αντισημιτικές χοντράδες, και μάλιστα την ώρα που «ξεναγεί» ένα γκρουπ επισκεπτών στο στρατόπεδο εξόντωσης της Τρεμπλίνκα.
Αυτό είναι ένα από τα διάφορα σημαδιακά ναζιστικά «τοπόσημα» που επισκέπτεται η ταινία (είναι πραγματικά ανατριχιαστική αυτή η αλλόκοτα νοσηρή αύρα/ενέργεια/υφή που αναδίδουν αυτά τα μέρη σήμερα), ανάμεσά τους και η γενέτειρα του Χίτλερ, το Μπράουναου («η Βηθλεέμ του ναζισμού») στα γερμανο-αυστριακά σύνορα, που το 2015, σε μια σαρκαστική αποστροφή της Ιστορίας, είχε μετατραπεί σε hot-spot προσφύγων από τη Συρία.
Πολλές είναι οι σκέψεις που προκύπτουν από ένα ντοκιμαντέρ για την έλξη που εξακολουθεί να ασκεί ο ναζισμός και ο «ακατανόητος» ηγέτης του σε μια εποχή όπως η δική μας, που ο εθνικιστικός παροξυσμός και ο φυλετισμός έχουν αναδειχθεί ξανά σε κεντρικούς παράγοντες των εξελίξεων, αλλά μπορούμε καταρχάς να κρατήσουμε δύο συμπεράσματα από την ταινία. Την υπενθύμιση ότι ο αντισημιτισμός δεν είναι παρά μια θεωρία συνομωσίας –η «προπατορική» θα λέγαμε, η αρχέγονη θεωρία συνωμοσίας– και την τετριμμένη επωδό που όμως διαισθάνεται κανείς ότι δεν την έχουμε επαρκώς εμπεδώσει: ότι δηλαδή «απλοί», «λογικοί», «κανονικοί» άνθρωποι μπορούν να γίνουν συνεργοί (ή και αυτουργοί) φρικτών και ακατονόμαστων πράξεων και αδιανόητων σφαγών μαζικής κλίμακας.