ΟΙ ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΕΙΣ ΤΟΥ Νίκου Καββαδία που έχουν εντοπιστεί μέχρι σήμερα είναι μετρημένες. Σύνολο έντεκα. Δημοσιεύονται όλες στο βιβλίο έρευνας «Νίκος Καββαδίας - Ο αρμενιστής ποιητής» (Άγρα). Μία από αυτές είναι η μοναδική ραδιοφωνική συνέντευξη που παραχώρησε στο ΡΙΚ, λίγους μήνες μετά την επιβολή της δικτατορίας στην Ελλάδα. Παρότι ένα μέρος της δημοσιεύτηκε στο βιβλίο, δεν γνωρίζαμε περισσότερες λεπτομέρειες για το ποιος την έκανε, ούτε ήταν διαθέσιμο ολόκληρο το ψηφιακό αρχείο.
Μετά από παρότρυνση του Φάνη Κρίγκου, που απευθύνθηκε στο αρχείο του ΡΙΚ, το ηχητικό αρχείο βρέθηκε, ψηφιοποιήθηκε και είναι ελεύθερο για να το ακούσει ο καθένας. Έτσι, μετά τη μοναδική γνωστή μέχρι σήμερα τηλεοπτική συνέντευξη/εμφάνιση του Καββαδία στο ΡΙΚ (ΕΔΩ), το ηχητικό μιας δεύτερης άγνωστης συνέντευξης του ποιητή έρχεται στο φως.
Η συνέντευξη γίνεται τον Οκτώβριο του 1967 από την Κύπρια ποιήτρια Πίτσα Γαλάζη (1940-2023). Εκείνη τη στιγμή ο Καββαδίας δουλεύει στα καράβια ήδη σχεδόν 40 χρόνια και έχει εκδώσει τις δύο πρώτες του ποιητικές συλλογές, «Μαραμπού» (1933), «Πούσι» (1947), και το πεζό «Βάρδια» (1954). Στη συνέντευξη αναφέρεται στον Σεφέρη, τον Αντωνίου, τον Σικελιανό, τον Ελύτη, τον Αλιθέρση και άλλους ποιητές, ενώ όταν του ζητάνε να διαβάσει ένα δικό του ποίημα, εκείνος επιλέγει το «Πούσι».
***
— Κύριε Καββαδία, είναι μεγάλη μας χαρά να σας συναντούμε σήμερα και να μεταφέρουμε στους ακροατές της εκπομπής μας τη φωνή σας σε ένδειξη της παρουσίας σας, ή καλύτερα του περάσματός σας, στο νησί μας. Έχετε ξανάρθει πολλές φορές στην Κύπρο, δεν είναι έτσι;
Έρχομαι από 17 χρονών. Την αγαπάω. Αγαπάω τους ανθρώπους της. Το ψωμί της, το κρασί της, το λάδι της, τη φιλοξενία της. Μερικοί από τους Κύπριους ήταν οι πιο καλοί μου φίλοι. Ένας από αυτούς ήταν ο Αλιθέρσης. Ο ποιητής ο Αλιθέρσης.
— Πριν περάσουμε στην ποίησή σας, κύριε Καββαδία, θα θέλατε να μας μιλήσετε για τη ζωή σας… Να κάνουμε μια μικρή αναδρομή στη ζωή σας;
Δεν θυμάμαι πολλά πράγματα από ‘κείνα που έχω ζήσει…
Τους περισσότερους ποιητές τους βλέπω μόνο αν ταξιδεύω. Εκεί μου δίνεται η ευκαιρία να τους βλέπω. Όταν έμεινα όμως έξω το ’33 γνώρισα πολλούς. Εκτός απ’ τον Παλαμά... Τον μόνο που δεν είχα γνωρίσει ήταν ο Παλαμάς.
— Έχετε περάσει τα περισσότερα χρόνια της ζωή σας στη θάλασσα…
Στη θάλασσα, στη θάλασσα. Ε, περίπου γίνονται τώρα 39 χρόνια.
— Και έχετε δεθεί με τη θάλασσα.
Έχω δεθεί με τη θάλασσα…
— Κι η ποίησή σας;
Η ποίησίς μου. Εάν υπάρχει η ποίησίς μου…
— Για να ερχόμαστε σήμερα εδώ πέρα, πάει να πει ότι η ποίησή σας υπάρχει.
Ναι… Πρέπει λιγάκι να τη σέβομαι, γιατί βγαίνει από τη θάλασσα.
— Τόσο πολύ την αγαπάτε τη θάλασσα;
Ναι! Βέβαια! Περισσότερο απ’ όλα!
— Η πρώτη συλλογή, αν δεν κάνουμε λάθος, ήταν το «Μαραμπού», δεν είναι έτσι; Πότε κυκλοφόρησε το βιβλίο σας;
Το 1933.
— Και έχει αγαπηθεί πάρα πολύ, από το πολύ κοινό. Έχει χαρακτηριστεί σαν ένα βιβλίο που έχει μια μεγάλη αμεσότητα και ζεστασιά. Μετά ακολούθησε το «Πούσι». Πότε κυκλοφόρησε το «Πούσι», κύριε Καββαδία;
Το 1947.
— Από τότε δεν ξανά έχετε τυπώσει ποίηση.
Από τότε όχι… Μετά η «Βάρδια»…
— Που είναι πεζό.
Που είναι πεζό. Την οποία έγραψα ταξιδεύοντας στην Αυστραλία. Μετά από τον Πόλεμο, έκανα δεκαπέντε ταξίδια στην Αυστραλία… Με το Κυρήνεια (Cyreneia), που έχει το όνομα από μια πόλη από την Κύπρο, απάνω ψηλά…
— Κυπριακό… Ασφαλώς έχετε επαφές με τους ποιητές της εποχής σας. Της εποχής του ’30 ας πούμε. Θέλατε να μας πείτε κάτι από τις αναμνήσεις από αυτές τις επαφές;
Τους περισσότερους τους βλέπω μόνο αν ταξιδεύω. Εκεί μου δίνεται η ευκαιρία να τους βλέπω. Όταν έμεινα όμως έξω το ’33 γνώρισα πολλούς. Εκτός απ’ τον Παλαμά... Τον μόνο που δεν είχα γνωρίσει ήταν ο Παλαμάς.
— Με ποιους ποιητές συνδέεστε περισσότερο;
Με τον Σικελιανό… Με τον Γρυπάρη λιγότερο… τον είχα γνωρίσει πολύ λίγο. Ήταν ένας πολύ ευγενικός άνθρωπος. Αυστηρός άνθρωπος και πολύ ευγενικός. Όπως ήταν στην ποίησή του ήταν και στη ζωή του.
— Ποιον άλλο;
(έχει κοπεί ένα μέρος στο μοντάζ)
Ναι, για τον Σεφέρη λέγαμε… Ότι αυτός έδωσε… Αυτός είναι… ακριβώς όπως λέγεται το βιβλίο του «Στροφή», έδωσε και τη στροφή στην ποίηση την ελληνική.
— Τι γνώμη έχετε για τον Αντωνίου…
(τη διακόπτει) Θαυμάσια!
— Για τον Αντωνίου που έχει γράψει για τη θάλασσα…
Θαυμάσια γνώμη! Θαυμάσια γνώμη! Ένας ωραίος ποιητής, καθαρός. Τώρα βγάνει τις «Ινδίες», ένα πολύ μεγάλο ποίημα. Θαυμάσιος ποιητής! Και θαυμάσιος άνθρωπος! Αγαπάει κι αυτός την Κύπρο, σαν κι εμένα και σαν τον Σεφέρη.
— Τι γνώμη έχετε για τη σύγχρονη ελληνική ποίηση;
Μέχρι τον Ελύτη που έχω διαβάσει… Τους πολύ νέους δεν τους έχω διαβάσει. Κάνα-δυο Θεσσαλονικοί είναι πολύ καλοί. Από τη Θεσσαλονίκη, δεν θυμάμαι τώρα ονόματα… Πολύ καλοί! Και σταματάω ίσα μ’ αυτούς: Σεφέρη, Αντωνίου, Ελύτη και Γκάτσο.
— Ποιους ποιητές αγαπάτε, κύριε Καββαδία;
Τον Corbière, τον Masefield, έναν Εγγλέζο που έχει γράψει για τη θάλασσα και τον Saint-John Perse, απ’ όλους περισσότερο.
— Έχει γράψει πολύ περισσότερο για τη θάλασσα ο Saint-John Perse.
Για την αληθινή θάλασσα.
— Είχατε, νομίζω, μια γνωριμία με τον Δημήτρη τον Λιπέρτη…
Ναι… Τον εγνώρισα στην Κύπρο, όταν εκατέβαινε. Δεν θυμάμαι ποιος μου τον σύστησε ακριβώς. Ήταν ένας καλός άνθρωπος, φοβερά έξυπνος, αγαθός και πολύ φίλος. Τον είδα δει δυο φορές στην Κύπρο και μια φορά τον είδα στην Αθήνα. Χαιρότανε πολύ να με βάνει να του λέω τα ποιήματά του. Έτσι με την κυπριακή προφορά που προσπαθούσα να τα πω.
— Έχετε μήπως καμιά ιδιαίτερη ανάμνηση με τον Λιπέρτη;
Όχι.
— Κύριε Καββαδία, θα θέλατε να διαβάσετε για χάρη των ακροατών της εκπομπής μας ένα από τα ποιήματά σας;
Είμαι βραδύγλωσσος, έχω μία αδυναμία στην έκφραση, αλλά… ξέρω κι εγώ… Ποιο θα θέλατε;
— Το «Μαραμπού»;
Όοοχι το «Μαραμπού».
— Ποιο θέλετε να μας διαβάσετε;
Ένα μικρό…
(Διαβάζει το «Πούσι»)
— Κύριε Καββαδία, ευχαριστούμε πάρα πολύ για την καλοσύνη που είχατε να απαντήσετε στις ερωτήσεις μας και να μας διαβάσετε ένα ποίημά σας. Δεν έχετε ποτέ σκοπό, κύριε Καββαδία, να παρατήσετε τη θάλασσα;
Τώρα, έχω κλείσει την υπηρεσία για να πάρω σύνταξη, αλλά δεν το σκέφτηκα ποτέ μου. Μου το λένε πολλοί και θυμώνω. Η θάλασσα είναι η ανάσα μου. Πέρυσι έμεινα έξω και… σκέφτηκα να μείνω πέντε μήνες και να μην ταξιδέψω τον χειμώνα. Αρρώστησα! Αρρώστησα… Έγινα… πώς να σου πω… δεν αναγνώριζα τον εαυτό μου. Ένα πράγμα ήμουνα. Ούτε να μιλήσω μπορούσα, ούτε τίποτα. Λοιπόν… θα πει ότι… είμαι τόσο δεμένος με τη θάλασσα που δεν θα μπορούσα. Λοιπόν, θα καθίσω μέχρι που να με βγάλουνε. Να μη βγω εγώ. Να με βγάλουνε απ’ τη θάλασσα. Δηλαδή, όπως κάνουνε καμιά φορά, να με βάλουνε σε μια πόρτα πάνω ή σε μιαν άμπουλα και να τελειώσω έτσι. Είναι το καλύτερο…
— Κύριε Καββαδία, είναι πολλά χρόνια από τότε που μας έχετε δώσει τη «Βάρδια». Μήπως σχεδιάζετε να μας δώσετε κανένα άλλο βιβλίο σας; Γράφετε τίποτα;
Σχεδιάζω πολλά πράγματα, αλλά δεν μπορώ να κάτσω να τα γράψω. Είμαι λιγάκι δύσκολος…
— Δεν γράφετε τώρα;
Τα σκέφτομαι απ’ το κεφάλι μου, έχουνε ωριμάσει, αλλά δεν ξέρω είναι… τεμπελιά… είναι… κάτι είναι που… κάτι είναι που με βαστάει. Έχω πολλά θέματα. Έχω πολλά θέματα και ενδιαφέροντα είναι… Όλα είναι από τη θάλασσα… Και ό,τι είναι από τη θάλασσα έχει πολύ ενδιαφέρον.
Μπορείτε να ακούσετε τη συνέντευξη εδώ