Όπως κάθε χρόνο, έτσι και φέτος περί τα τέλη του ακαδημαϊκού εξαμήνου η Ανώτατη Σχολή Καλών Τεχνών υποδέχεται το κοινό στις εκθέσεις πτυχιακών των τελειόφοιτών της. Η έκθεσή τους παρουσιάζεται στον μεγάλο εκθεσιακό χώρο της ΑΣΚΤ, την αίθουσα «Νίκος Κεσσανλής», και αποτελεί για πολλούς από τους 23 νέους καλλιτέχνες και καλλιτέχνιδες το ντεμπούτο τους στην εκθεσιακή σκηνή της πόλης. Τα έργα που παρουσιάζουν αποτελούν το απόσταγμα περισσότερης από μισής δεκαετίας δουλειάς. Ακολουθούν μερικές παρατηρήσεις για το τι νέο είδαμε ή μας είπαν.
Η επικρατούσα αντίληψη άλλωστε είναι πως για να κερδίσει ένας καλλιτέχνης τον τίτλο του «σύγχρονου» οφείλει να καταφύγει στα λεγόμενα «νέα» μέσα. Πώς θα κάνει κανείς τέχνη του «τώρα» χωρίς video, AI, εγκαταστάσεις, εννοιολογικά έργα, και πολλή –πάρα πολλή– θεωρητική πόζα;
Η μεγάλη επιστροφή της ζωγραφικής
Οι φοιτητές με τους οποίους μιλώ επιβεβαιώνουν φήμες τις οποίες είχα ήδη ακούσει: η ζωγραφική στην Καλών Τεχνών της Αθήνας είναι ένα εικαστικό μέσο που θεωρείται πλέον παρωχημένο. Τα εργαστήρια που ασχολούνται με την ολίγον folklore –στα μάτια κάποιων– τέχνη της ζωγραφικής είναι λιγοστά. «Η ζωγραφική έχει πεθάνει» είναι ένα από τα πρώτα πράγματα που ακούνε μπαίνοντας στη σχολή. Η επικρατούσα αντίληψη άλλωστε είναι πως για να κερδίσει ένας καλλιτέχνης τον τίτλο του «σύγχρονου» οφείλει να καταφύγει στα λεγόμενα «νέα» μέσα. Πώς θα κάνει κανείς τέχνη του «τώρα» χωρίς video, AI, εγκαταστάσεις, εννοιολογικά έργα, και πολλή –πάρα πολλή– θεωρητική πόζα;
Οι φοιτητές της ΑΣΚΤ δείχνουν να μην επηρεάζονται από όλα αυτά τα διλήμματα και τα εμπόδια, μιας και η παρουσία της ζωγραφικής στην έκθεσή τους είναι σαρωτική. Από αναπαραστατικά έργα με εξπρεσιονιστικές επιρροές, σε πιο σύγχρονα που παραπέμπουν σε Peter Doig και Michael Armitrage, έως και σε πίνακες γεωμετρικής ζωγραφικής τεραστίων διαστάσεων.
Το μεγάλο συμπέρασμα από την έκθεση αυτή είναι ένα: στα μάτια της νέας αυτής γενιάς εικαστικών η ζωγραφική είναι –για οποιονδήποτε λόγο– πολύ hot. Το αν η επιστροφή αυτή είναι μια ουσιαστική επανεκτίμηση της ζωγραφικής τέχνης, μια επιλογή διανοητικής ένδειας, ή ακόμη μια ευθυγράμμιση με την πραγματικότητα και τις απαιτήσεις της αγοράς εξαρτάται από το πώς το βλέπει ο καθένας μας. Άλλωστε σε παγκόσμιο επίπεδο η ζωγραφική είναι αυτή που σέρνει τον χορό στο κομμάτι των πωλήσεων. Στη φετινή Art Basel, τη σημαντικότερη φουάρ τέχνης παγκοσμίως, τα ζωγραφικά έργα των Philip Guston, Tracey Emin, Elizabeth Peyton ήταν τα πιο ακριβά, με εκείνο του Guston να αγγίζει τα 9,5 εκατομμύρια δολάρια.
Τα video games ως ψηφιακή γλυπτική
Από τα πιο φρέσκα και ενδιαφέροντα σημεία της έκθεσης ήταν τα έργα της Ασημίνας Μηλαροκώστα και της Μιμής Παπαδοπούλου, οι οποίες παρουσίασαν δύο εξωγήινα σύμπαντα εμπνευσμένα από τον κόσμο των video games.
Στο «M0RPHEUS» της Μιμής Παπαδοπούλου ο θεατής συμμετέχει στο έργο χρησιμοποιώντας το χειριστήριο και περιπλανιέται στον ουτοπικό ψηφιακό κόσμο που δημιούργησε για εκείνον. Το έργο της ουσιαστικά είναι προσομοίωση της εμπειρίας ενός ψηφιακού παιχνιδιού, θολώνοντας τα όρια μεταξύ παιχνιδιού και τέχνης. Όπως μου λέει η ίδια, παρότι η ανταπόκριση από τους περισσότερους επισκέπτες ήταν πολύ θετική, «υπήρχαν και άλλοι –κυρίως μεγαλύτερης ηλικίας– που θεωρούσαν πως αυτό που έχω κάνει δεν είναι τέχνη, είναι απλώς ένα video game». Η ίδια όμως έχει απάντηση σε αυτό: «Πώς γίνεται να μην είναι τέχνη; Είναι ψηφιακή γλυπτική! Είναι μαθήματα που κάνουμε στην ίδια τη σχολή. Έχει επιρροές και αναφορές από την ιστορία της τέχνης, από την pop-art, ενδεχομένως και από τη superflat (το κίνημα του Takashi Murakami, ο οποίος συνδέει τη ζωγραφική του με τα manga και τα anime)».
Το ότι η τεχνολογία δείχνει προς το μέλλον της τέχνης, είναι μια σκέψη λιγάκι παλιακή. Άλλωστε, όπως τα πρώτα κινήματα internet art –που εμφανίστηκαν κάπου στα τέλη της δεκαετίας του '80– δεν κατάφεραν να εκτοπίσουν τη ζωγραφική ή τη γλυπτική από τη σκηνή, γιατί να πιστέψουμε ότι κάτι τέτοιο θα συμβεί τώρα; Στην post-internet όμως εποχή που ζούμε μπορούμε να συνδεθούμε με τα έργα αυτά με τον ίδιο τρόπο που πιθανώς μπορούσε να συνδεθεί κανείς το 1862 με το «Πρόγευμα στη Χλόη» του Μανέ. Μιλούν σε εμάς, γιατί μιλούν για εμάς. Για έναν κόσμο απομονωμένο και χαώδη.
Εμπνευσμένη από έργα επιστημονικής φαντασίας και video games, η Ασημίνα Μηλαροκώστα δημιουργεί ρομποτικά γλυπτά και υπερμεγέθη αντικείμενα, μιλώντας κι εκείνη για έναν κόσμο εξωγήινο. Σε μια οθόνη βλέπουμε την ίδια στο εγκαταλελειμμένο ΝΙΕΝ (Νοσηλευτικό Ίδρυμα Εμπορικού Ναυτικού), στα Μελίσσια, να περιηγείται στο κτίριο μιμούμενη τις κινήσεις, τη στάση και το περπάτημα ενός χαρακτήρα από video games, επιχειρώντας έτσι μια κριτική επανεξέταση του κόσμου μας, αλλά δοκιμάζοντας και παίζοντας με τα όρια του αιώνιου ερωτήματος: «Μα καλά, είναι αυτό τέχνη;».
Βιοπορισμός, μια βασική ανησυχία
Κάνω σχεδόν σε όλους μια σίγουρα πολύ ενοχλητική ερώτηση: Είναι έτοιμοι να αποφοιτήσουν από τη σημαντικότερη καλλιτεχνική σχολή της χώρας, πού πάνε μετά; Τι σκέφτονται; Τι ονειρεύονται; Τι θέλουν να κάνουν; Η συνηθέστερη απάντησή τους είναι «τέχνη με πείσμα». Μου μιλούν για την ανάγκη τους για συλλογικότητες και καλλιτεχνικές ομάδες. Αλλά όσο η συζήτηση προχωρά βαθύτερα, οι περισσότεροι φοιτητές μιλούν για μεταπτυχιακά που θα τους εξασφαλίσουν ένα σταθερότερο οικονομικό μέλλον.
Η καλλιτέχνιδα Κωνσταντίνα Μπάρμπαρη μου λέει: «Σημαντικό ρόλο στο πώς βλέπουμε τα πράγματα παίζουν οι συνεχόμενες κρίσεις που έχουμε περάσει ως γενιά (οικονομική κρίση, κορωνοϊός, γεωπολιτική ανασφάλεια). Εγώ σίγουρα θα στραφώ σε κάτι σταθερό που να μπορεί να εξασφαλίσει τον βιοπορισμό μου. Η εκπαίδευση και η διδακτική της τέχνης μού φαίνεται πιο ασφαλής χώρος, με λιγότερες διακυμάνσεις. Χωρίς αυτό να σημαίνει ότι δεν θα δουλεύω και δεν θα εξελίσσω το καλλιτεχνικό κομμάτι».
Η στροφή προς τη διδασκαλία της τέχνης είναι κάτι που αναφέρουν πολλοί από τους καλλιτέχνες ως πιθανή επιλογή, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι βάζουν στην άκρη τις καλλιτεχνικές φιλοδοξίες τους ή ότι σκοπεύουν να εγκαταλείψουν συνολικά τη δημιουργία. Οι ανησυχίες τους άλλωστε αυτές δεν είναι δείγμα ενός ντεμοντέ μικροαστισμού. Μπορεί να μη χαρακτηρίζονται από τον ιδεαλισμό με τον οποίο συχνά συνδέουμε την τέχνη και τους δημιουργούς της, αλλά στην ουσία αποτελούν τα ρεαλιστικά σχέδια που κάνουν τα παιδιά αυτά για το μέλλον τους, σε μια χώρα και έναν κόσμο όπου όλα μπορούν να ανατραπούν ανά πάσα στιγμή και σε έναν επαγγελματικό κλάδο ο οποίος είναι ιστορικά τρομακτικά επισφαλής.