Χάρη στο μεταπτυχιακό που έκανε στη μουσική έρευνα, η LOU - aka Ελένη Παπαλίτσα- άλλαξε εντελώς τον ήχο της και βούτηξε στα βαθιά της καγκούρικης υποκουλτούρας. Το πρώτο ομώνυμο άλμπουμ της, που κυκλοφόρησε το 2019, ήταν ένας synth-pop φόρος τιμής στις γυναίκες της ηλεκτρονικής σκηνής που θαύμαζε, όπως η Grimes. Για ένα διάστημα είχες την εντύπωση ότι θα το γυρίσει στη hyperpop, με το «Am I cutie», αλλά όχι, τελικά οι κάγκουρες νίκησαν ή, καλύτερα, η δική της queer εκδοχή πάνω στην συγκεκριμένη υποκουλτούρα που είχε ανθήσει τέλη ’90s με αρχές ’00s.
Τα νέο της προτζεκτ έχει τον τίτλο «Invitation to Kagouration». Στο πλαίσιό του θα κυκλοφορήσει μια σειρά από τραγούδια που καθένα θα εξετάζει και μια διαφορετική πλευρά του κάγκουρα με σκοπό να επανακαθορίσει τον όρο και να τον εξυγιάνει, όπως μου τονίζει. Παράλληλα, δουλεύει και μια περφόρμανς που θα παρουσιάσει την άνοιξη στην Αθήνα. Από τη συζήτησή μας καταλαβαίνω ότι είναι ένα πρότζεκτ εντελώς αυτοβιογραφικό.
«Θέλω να βγάλω όλη αυτήν τη ματσίλα από την λέξη “κάγκουρας”. Έχω βαρεθεί να ακούω στα τραγούδια για την ετεροκανονική αγάπη – αυτό προσπαθώ να σπάσω. Είμαι μια τύπισσα που θα μιλήσει για μια άλλη τύπισσα, δεν θα μιλήσω άσχημα για την κοπέλα που μου αρέσει, ούτε χυδαία».
Το πρώτο, ομώνυμο κομμάτι με το οποίο μας επανασυστήνεται ξεκινά με ψαλμωδίες από τις μοναχές της Μονής Κλειστών στη Χασιά. «Εκεί όπου βαφτίστηκα», όπως μου αναφέρει. Δεν συνεχίζει, βέβαια, με προσευχές. Πατάει σε πιο τραπ φόρμες –αν και δεν μπορείς να το πεις ακριβώς τραπ– και, αντί να τραγουδάει, όπως παλιά, υμνεί τον γυναικείο έρωτα, ραπάροντας σουρεάλ καψούρικους στίχους όπως «We only fucked once και με λέει μωρό / Θέλει έρωτα no fake love / Σπάει όλα τα πιάτα ξωτικό λουλουδικό / Το σώμα της το θέλω πάνω μου σαν τον σταυρό» και φιλώντας βλάσφημα ένα άσπρο άγαλμα μιας Αφροδίτης του Μποτιτσέλι, λουσμένο στο αίμα!
LOU - Invitation to "KAGOURATION"
Αυτό το διάστημα η Lou μένει στο Βερολίνο λόγω των σπουδών της. Όταν ανακοίνωσε το μεταπτυχιακό της, συμφοιτητές της από διάφορα μέρη του κόσμου αναγνώρισαν τους κάγκουρες και στη δική τους κουλτούρα.
«Για μένα κάγκουρας είναι ο cis άνδρας που ζει στα προάστια και έχει έρωτα με τα αμάξια και τις μηχανές. Φοράει μούφα Adidas και μούφα Nike επειδή θέλει να δώσει την εντύπωση ότι είναι πλούσιος, προσπαθεί να φανεί stylish και ότι δεν έχει σχέση με την εργατική τάξη στην οποία ανήκει. Είναι ένας περίεργος συνδυασμός. Οικειοποιούμαι τον όρο επειδή μεγάλωσα στο Μενίδι από Αρβανίτες γονείς. Η οικογένειά μου ανήκει στην εργατική τάξη. Θυμάμαι ότι στο Μενίδι άρχισε το “smartaki, καπελάκι, καγκουριά”. Πήγα σε μουσικό σχολείο στο Ίλιον και θυμάμαι στο διάλειμμα να πιάνουμε τα τουμπερλέκια και να παίζουμε Πανταζή και Μελά – είχε πλάκα».
Αναφέρει τους δύο λαϊκούς τραγουδιστές και η κουβέντα πάει αυτόματα σε διάφορους άλλους διάσημους ερμηνευτές που άνετα θα μπορούσες να χαρακτηρίσεις ως κάγκουρες. Θυμαμαι, και της το αναφέρω, το ντεμπούτο άλμπουμ του Sin Boy, το οποίο είχε τιτλο «KA GU RAS». «Η επιτομή του καγκουρα στην Ελλάδα για μένα είναι ο Sin Boy», μου απαντάει. «Δεν έχει τόσο το toxic masculinity, είναι ο τύπος του κάγκουρα που μου αρέσει. Τώρα, ποιος έχει τα ηνία στην καγκουρίαση; Εντάξει, ο Σνικ τι είναι; Τραπ κάγκουρας δεν είναι; Πέρα από αυτήν τη σκηνή, από το λαϊκό ρεπερτόριο θα έλεγα τον Πλούταρχο που σε αγάπησε πολύ και είναι το καλύτερο παιδί και κάγκουρας, και τον Μαζωνάκη και το Gucci φόρεμα».
Ο κάγκουρας, όμως, είναι μια φιγούρα που συνδέεται άμεσα με την τοξική αρρενωπότητα και την ομοφοβία, στοιχεία που τη χαλάνε και θέλει να τα επαναπροσδιόρισει. Υπάρχουν ωστόσο άλλα, με τα οποία ταυτίζεται απόλυτα, όπως η μεγάλη της αγάπη για το αυτοκίνητό της, όπως μου εξομολογείται.
«Έχω μεγάλη πώρωση με το αυτοκίνητό μου. Έχω ένα Fiat Cinquecento το οποίο αγαπώ πάρα πολύ και στο καπό έχω βάλει και ένα badge σκορπιός επειδή ειμαι Σκορπιός. Λατρεύω το αμάξι μου, όπως κάθε κάγκουρας – γι’ αυτό συνήθως οι κάγκουρες έχουν φτηνά αμάξια που προσπαθούν κάθε μήνα να τα φτιάχνουν. Ο θείος μου έχει μάντρα στο Μενίδι, όπου τα ανακυκλώνει. Γενικά, στην οικογένειά μου μιλούσαμε πολύ για αμάξια. Αν κάτσω και σκεφτώ ποια είμαι και από πού προέρχομαι, θα πω ότι είμαι είναι ένας εντελώς queer κάγκουρας. Ακόμη και το Lou είναι συντόμευση του “τζιβιτζιλού”».
«Όμως τι θέλεις να αλλάξεις στην ουσία;»
«Θέλω να βγάλω όλη αυτήν τη ματσίλα από την λέξη “κάγκουρας”. Έχω βαρεθεί να ακούω στα τραγούδια για την ετεροκανονική αγάπη – αυτό προσπαθώ να σπάσω. Είμαι μια τύπισσα που θα μιλήσει για μια άλλη τύπισσα, δεν θα μιλήσω άσχημα για την κοπέλα που μου αρέσει, ούτε χυδαία. Όταν έκανα το “Κagouration” γέλαγα λίγο επειδή αισθανόμουν σαν να την έλεγα στη ματσίλα της τραπ και της χιπ-χοπ σκηνής.
Μου τη σπάει τελευταία που πολλοί καλλιτέχνες οικειοποιούνται καταστάσεις και lifestyle χωρίς να τους ανήκουν. Αν οικειοποιείσαι αυτά που είναι δικά μου βιώματα, τότε εγώ τι να κάνω; Να αρχίσω να μιλάω για την Κηφισιά; Μου έχει τύχει να έχω αισθανθεί άσχημα που είμαι από το Μενίδι, που δίπλα μου είναι το Ζεφύρι και που σπούδαζα στο Ίλιον.
Μου την έχουν πέσει που είμαι Μενιδιάτισσα και μου την έχουν πει επειδή η μαμά μου μιλάει αρβανίτικα. Επίσης, μου τη σπάει που το queer έχει γίνει mainstream, που το υιοθετούν διάφοροι καλλιτέχνες σαν να είναι μόδα, χωρίς να είναι queer οι ίδιοι. Τα έχουμε μπερδέψει όλα. Κάπως πρέπει να βγαίνουμε και να τα λέμε, μπας και εκπαιδεύσουμε το κοινό μας και καταλάβει τη διαφορά».
LOU - Am I Cutie
Το άρθρο δημοσιεύθηκε στην έντυπη LiFO.