Μπορεί ο Ρέμπραντ να είναι ο πιο διάσημος στο πάνθεον των μεγάλων Ολλανδών ζωγράφων της Χρυσής Εποχής, ο Βερμέερ να ανακαλύφθηκε τα εκατό τελευταία χρόνια και να πήρε τη θέση του σε αυτό το πάνθεον, αλλά ο Φρανς Χαλς είναι ένας από τους μεγαλύτερους ζωγράφους πορτρέτων στην ιστορία, όπως παραδέχονται όλοι οι ιστορικοί τέχνης, και αυτός που επηρέασε στο δεύτερο μισό του δέκατου ένατου αιώνα με τρόπο θαυμαστό τους καλλιτέχνες που δούλευαν στο Παρίσι, δίνοντας έμπνευση με την πολύχρωμη παλέτα του και κυρίως με την τολμηρή πινελιά του.
Η πρώτη μεγάλη έκθεση του Rijksmuseum για το 2024 είναι και η πρώτη έκθεση του έργου του Φρανς Χαλς σε τέτοια κλίμακα. Συγκεντρώνονται πενήντα από τα σπουδαιότερα έργα του περιζήτητου προσωπογράφου του Χάαρλεμ από κορυφαίες διεθνείς συλλογές, σε μια έκθεση που θα διαρκέσει από τις 16 Φεβρουαρίου έως τις 9 Ιουνίου 2024. Το έργο του Χαλς έπεσε σε αφάνεια τον 18ο αιώνα, αλλά επανεκτιμήθηκε από τον Théophile Thoré-Bürger τον επόμενο αιώνα, και θεωρήθηκε ένας από τους τρεις μεγάλους της ολλανδικής ζωγραφικής του 17ου αιώνα.
Ο Χαλς μεταφέρει στα πορτρέτα του την ατομικότητα και τον αξιοσημείωτο χαρακτήρα του προσώπου πιο πειστικά από σχεδόν οποιονδήποτε άλλον καλλιτέχνη της εποχής, εκτός από τον Ρέμπραντ, μέσα από τη διερεύνηση της ατομικής ταυτότητας και του κοινωνικού κόσμου του μοντέλου του.
Από την έκθεση δεν θα λείπει το πιο διάσημο έργο του, ο «Γελαστός καβαλάρης», που δεν βρίσκεται ούτε στο μουσείο του Χαλς στο Χάαρλεμ ούτε στο Άμστερνταμ, αλλά στη συλλογή Γουάλας στο Ηνωμένο Βασίλειο. Εκτίθεται εκεί από το 1870 και σε μια ιστορική απόφαση το μουσείο αποφάσισε να τον δανείσει για πρώτη φορά για τη μεγάλη αυτή αναδρομική.
Ο Φρανς Χαλς θεωρείται ένας από τους πιο καινοτόμους καλλιτέχνες του 17ου αιώνα, για το ζωηρό, ιμπρεσιονιστικό στυλ ζωγραφικής του. Με απαράμιλλη τόλμη και ταλέντο, αιχμαλώτισε τη ζωντάνια των θεμάτων του –από επιβλητικούς αντιβασιλείς μέχρι χαρούμενους μουσικούς και παιδιά– και τα έκανε να ζουν και να αναπνέουν στον καμβά.
Μόλις 15 λεπτά μακριά από το Rijksmuseum βρίσκεται το Χάαρλεμ, η πόλη που ο καλλιτέχνης έζησε, εργάστηκε και πέθανε. Οι γονείς του μετακόμισαν από την Αμβέρσα στο Χάαρλεμ όταν ήταν αρκετά μικρός και φέρεται να σπούδασε δίπλα στον ζωγράφο και συγγραφέα τέχνης Karel van Mander, ενώ εντάχθηκε στη συντεχνία ζωγράφων του Χάαρλεμ το 1610 και παντρεύτηκε περίπου την ίδια εποχή.
Τα πρώτα γνωστά έργα του Χαλς είναι εντυπωσιακά επίσημα πορτρέτα του 1612-14, όταν ήταν ήδη περίπου τριάντα ετών. Από το 1612 έως το 1624, υπηρέτησε στην αστική φρουρά του Αγίου Γεωργίου στο Χάαρλεμ. Το πορτρέτο των αξιωματικών του λόχου ήταν το πρώτο από τα περίπου δέκα μεγάλα ομαδικά πορτρέτα που ζωγράφισε ο Χαλς για δημόσιους φορείς. Ένα από τα τελευταία του έργα, όταν ήταν πάνω από 80 ετών, είναι οι «Επίτροποι του Γηροκομείου του Χάαρλεμ», μια μοναδική σύνθεση. Η εκφραστική, χειρονομιακή πινελιά του θεωρούνταν ανέκαθεν ως η πιο χαρακτηριστική ποιότητα της τέχνης του, και δικαιολογημένα μπορεί να χαρακτηριστεί πρόδρομος του ιμπρεσιονισμού. Από τη δεκαετία του 1860 και έπειτα, αυτό το έργο και άλλα του Χαλς που βρίσκονται στο μουσείο της γενέτειράς του έκαναν το Χάαρλεμ «Μέκκα» για ζωγράφους από τη Γαλλία και την Αμερική, όπως οι Κουρμπέ, Μονέ, Μανέ, Βαν Γκογκ, Σάρτζεντ, Γουίστλερ, που έφταναν εκεί για να μελετήσουν το έργο του, τις φιγούρες, το παιχνίδι του φωτός με τη σκιά, τα πρόσωπα.
Το Χάαρλεμ ήταν ένα αρκετά κοσμοπολίτικο καλλιτεχνικό κέντρο από τη δεκαετία του 1580, με πρωταγωνιστή τον μεγάλο χαράκτη Χέντρικ Γκόλτζιους. Ο Χαλς προφανώς μελέτησε έργα του Ρούμπενς στην Αμβέρσα, του Γιάκομπ Γιόρνταενς και του Άντονι βαν Ντάικ πριν αρχίσει να ζωγραφίζει με πλατιές, ανοιχτές πινελιές, με έντονα χρώματα και σκιές σε τόνους του μπλε και του πράσινου.
Από το 1617, όταν παντρεύτηκε τη δεύτερη γυναίκα του, με την οποία έκανε δέκα παιδιά –η πρώτη γυναίκα του και τα τρία παιδιά τους είχαν πεθάνει– δεν έφυγε ποτέ από το Χάαρλεμ. Ήταν σεβαστός και επιτυχημένος, αλλά ποτέ σε πολύ καλή οικονομική κατάσταση, παρόλο που στο πελατολόγιό του περιλαμβάνονταν αρκετοί δήμαρχοι και πλούσιοι πολίτες, όπως στελέχη της τοπικής βιομηχανίας μπίρας και υφασμάτων. Η πολυμελής οικογένειά του απορροφούσε όλο το εισόδημά του, ενώ είναι γεγονός ότι λίγοι Ολλανδοί προσωπογράφοι αμείβονταν καλά.
Ο βιογράφος του, Άρνολντ Χούμπρακεν, είχε την άποψη ότι οι οικονομικές δυσκολίες του Χαλς είχαν να κάνουν περισσότερο με το αλκοόλ και την έλλειψη πειθαρχίας, ένα συμπέρασμα που έβγαλε από τους πίνακές του Χαλς, το οποίο δεν στηρίζεται σε τεκμηριωμένα στοιχεία.
Η αποθέωση των χαρούμενων ανθρώπων
Οι δημοφιλείς σκηνές της καθημερινής ζωής του Χαλς (οι οποίες χρονολογούνται κυρίως από τις δεκαετίες του 1620 και 1630) είναι στην πραγματικότητα δοκίμια για τα σύγχρονα κοινωνικά ήθη και έθιμα και την ανθρώπινη φύση. Ως λαμπρός προσωπογράφος, ήταν ικανός να προσδίδει στις μορφές του χαρακτήρες και πειστικές εκφράσεις, όπως έκανε στη σαγηνευτική εικόνα μιας εταίρας της επαρχίας, στο έργο «Η τσιγγάνα» που βρίσκεται στο Λούβρο.
Οι πίνακές του με χαρούμενα παιδιά και ψαράδες βασίστηκαν προφανώς και σε μελέτες εκ του φυσικού, αν και δεν βρέθηκαν ποτέ σχέδιά του. Στις περισσότερες εικόνες του, όπως στον πίνακα «Νεαρός άνδρας και γυναίκα σε ταβέρνα», χρησιμοποιεί ως μοντέλα οικείους τύπους σε έξυπνες παραλλαγές. Τα πρόσωπα των νέων που ζωγραφίζει, δείχνοντάς τους να διασκεδάζουν ανέμελα, συνάδουν με το θέμα της επιπόλαιης νεολαίας, θέμα δημοφιλές στην Ολλανδική Δημοκρατία, σε μια εποχή που η παλαιότερη γενιά παραπονιόταν ότι τα κακομαθημένα παιδιά τους δεν ήξεραν τίποτα από κακουχίες και από το πώς να κερδίζει κάποιος τα προς το ζην. Αυτές οι σκηνές διασκέδασης, όπως ο πίνακας «Γλεντοκόποι του Καρναβαλιού», δείχνουν το κλίμα της εποχής του, αλλά η ουσία του επιτεύγματός του βρίσκεται στα πορτρέτα μεμονωμένων προσώπων. Τα μοντέλα του συχνά χαμογελούν αχνά, σε μια σίγουρη στάση. Η πινελιά του, που δίνει την εντύπωση της «ίδιας της ζωής», έχει παρεξηγηθεί συχνά ως «γρήγορη» ή αυθόρμητη, κάτι που έχει διαψευσθεί από τους μελετητές του.
Τα πορτρέτα του έχουν δημιουργηθεί με δεξιοτεχνικό ταλέντο αλλά και προσεκτικό έλεγχο, με γνώμονα την εντύπωση που προκαλεί το έργο υπό το φως ενός εσωτερικού χώρου του 17ου αιώνα και με μια διαφορετική αντίληψη της αναπαράστασης. Ο Χαλς μεταφέρει στα πορτρέτα του την ατομικότητα και τον αξιοσημείωτο χαρακτήρα του προσώπου πιο πειστικά από σχεδόν οποιονδήποτε άλλο καλλιτέχνη της εποχής, εκτός από τον Ρέμπραντ, μέσα από τη διερεύνηση της ατομικής ταυτότητας και του κοινωνικού κόσμου του μοντέλου του.
Αποτυπώνει ζωντανούς, ζωηρούς ανθρώπους με τον πιο πειστικό τρόπο και με μια πρωτοφανή αίσθηση δυναμισμού. Είναι ένας από τους πολύ λίγους καλλιτέχνες στην ιστορία της δυτικής τέχνης που ζωγράφισε με επιτυχία ανθρώπους να χαμογελούν και να γελούν – οι περισσότεροι ζωγράφοι απέφευγαν αυτή την πρόκληση απλώς και μόνο επειδή είναι τόσο δύσκολη. Το στυλ του είναι εντελώς πρωτότυπο στην ολλανδική ζωγραφική του 17ου αιώνα. Τα έργα του μοιάζουν ακόμα να έχουν κίνηση, ζωντάνια, και να κλείνουν το μάτι στους θεατές, έχοντας αιχμαλωτίσει για πάντα στον χρόνο την ακατάβλητη δύναμη της ζωής.