ΜΠΟΡΕΙ Η ENJA RECORDS (στην Ελλάδα από την AN Music) να ιδρύθηκε το 1971 στo Μόναχο από τους jazz-fans Matthias Winckelmann (1941-2022) και Horst Weber (1934-2012), μπορεί στην εταιρεία, όλες αυτές τις δεκαετίες να ηχογράφησαν τεράστια ονόματα (Dizzy Gillespie, Cecil Taylor, McCoy Tyner, Archie Shepp, Randy Weston, Elvin Jones, Mal Waldron, Lee Konitz, Abdullah Ibrahim, Dusko Goykovich, Albert Mangelsdorff, Rabih Abou-Khalil και δεκάδες άλλοι), αλλά εκείνο που έχει σημασία είναι πως το label, παρά τους κατά καιρούς κλυδωνισμούς, συνεχίζει να υπάρχει 53 χρόνια αργότερα, υπό τον Werner Aldinger πια, προτείνοντας καταπληκτικούς καινούριους δίσκους – σαν κι αυτούς που σας παρουσιάζουμε αμέσως...
CERAMIC DOG: Connection
[enja / yellowbird, 2023]
Το πιο νέο άλμπουμ των φοβερών και τρομερών Ceramic Dog –το πέμπτο ή το έκτο τους, δεν είμαι σίγουρος– μπορεί να κυκλοφορεί από το καλοκαίρι, αλλά ποτέ δεν είναι αργά για να πει κανείς μερικά λόγια για έναν από τους σημαντικότερους δίσκους του 2023, όπως και γι’ αυτό το γκρουπ από τη Νέα Υόρκη, που με κάθε νεότερο δίσκο του εμφανίζεται ακόμη πιο μπροστά και σε ιδέες, και σε παιξίματα, μα και σε συναισθηματικό δόσιμο.
Με τον Marc Ribot πάντα σε κιθάρες, tres, dobro, μπάσο, φωνή, τον Shahzad Ismaily σε μπάσο, ηλεκτρονικά, φωνή και τον Ches Smith σε ντραμς, κρουστά, ηλεκτρονικά, φωνή, οι Ceramic Dog φαίνεται πως βρίσκονται τώρα στην καλύτερη φάση της διαδρομής τους, υπογράφοντας φοβερά κομμάτια, καθώς στο “Connection” το ένα track ακούγεται καλύτερο του άλλου.
Λέμε για έναν συναρπαστικό δίσκο, για ένα παλίμψηστο ήχων βασικά, καθώς κάθε κομμάτι μοιάζει ναι μην είναι κάτι συγκεκριμένο, αλλά κάτι διαφορετικό κάθε φορά, με τα ηχητικά επίπεδα να ξεδιπλώνονται το ένα μετά το άλλο, αφήνοντας τον ακροατή αποσβολωμένο.
Το έχουν δουλέψει πολύ το θέμα τού ήχου οι φίλοι μας και προς τούτο ζήτησαν και ουκ ολίγες έξτρα βοήθειες, εδώ, από τους Syd Straw φωνή, Anthony Coleman farfisa, James Brandon Lewis σαξόφωνα, Greg Lewis, hammond B3, Oscar Noriega κλαρινέτο και Peter Sachon τσέλο, έτσι ώστε όλοι μαζί να προχωρήσουν αυτό το αποκαλυπτικό fusion, που συμπαρασύρει τα πάντα στο διάβα του, αφήνοντας πίσω του ανεπανάληπτα κομμάτια.
Κατ’ αρχάς το βασικό. Το “Connection” ακούγεται ολάκερο, από την αρχή έως το τέλος του, δίχως να χαλαρώνεις ποτέ ως ακροατής και δίχως ποτέ εκείνο να κάνει κοιλιές (εννοείται).
Λέμε για έναν συναρπαστικό δίσκο, για ένα παλίμψηστο ήχων βασικά, καθώς κάθε κομμάτι μοιάζει ναι μην είναι κάτι συγκεκριμένο, αλλά κάτι διαφορετικό κάθε φορά, με τα ηχητικά επίπεδα να ξεδιπλώνονται το ένα μετά το άλλο, αφήνοντας τον ακροατή αποσβολωμένο.
Τουλάχιστον εγώ έτσι ένοιωσα με το “Swan”, το οποίο με ανάγκασε να ανακαλέσω Socrates και Γιάννη Σπάθα, με αυτή την πολύ δυνατή «δημοτική» κιθαριστική εισαγωγή του Ribot, που είναι κατ’ ευθείαν ηπειρώτικη και με το ρυθμικό τμήμα να κρατά γερά το ίσο, δημιουργώντας αλλοπαρμένες καταστάσεις. Έτσι, όταν στην πορεία θα μπει και ο σαξοφωνίστας James Brandon Lewis το κομμάτι θα ξεφύγει εντελώς, αγγίζοντας τελείως trance καταστάσεις.
Άλλο τεράστιο κομμάτι, και σε διάρκεια και σε σημασία, είναι το 11λεπτο “Order of protection”, που είναι ένα καθαρό ηλεκτρικό blues, που εξελίσσεται σε progressive blues-rock, όταν το hammond του Greg Lewis θα εισβάλει για να «θερίσει» σ’ ένα πιο πίσω επίπεδο – αφήνοντας μπροστά τον Ribot να αυτοσχεδιάζει σαν μεγάλος bluesman (είναι και-αυτό ο άνθρωπος, δεν υπάρχει ουδεμία αμφιβολία).
Όμως κάθε κομμάτι από το “Connection” είναι κάτι διαφορετικό και κάτι άλλο, ξεκινώντας από το εισαγωγικό ημι-blues φερώνυμο track, που ακούς στο βάθος κάτι από Canned Heat, το 7λεπτο πυρηνοκίνητο και γεμάτο από distortions “Subsidiary”, το μανιφέστο “Soldiers in the army of love”, το όλο φωτιά boogaloo “Ecstacy”, με τη φαρφίζα του Coleman και με τα κρουστά του Smith να φτιάχνουν κατάσταση, το αγριεμένο χιπχοπάδικο “Heart attack”, καταλήγοντας στο πάνκικο “That’s entertainment”, που δεν είναι άλλο από το γνωστό στάνταρντ των Arthur Schwartz / Howard Dietz, του οποίου, οι Ceramic Dog, του αλλάζουν τα φώτα!
Τι να πεις περαιτέρω γι’ αυτό το άλμπουμ; Συγκλονιστικός δίσκος!
Swan
MAKIKO HIRABAYASHI TRIO: Meteora
[yellowbird / enja / Werner Aldinger, 2023]
Η Makiko Hirabayashi είναι μια ιαπωνίδα πιανίστρια της jazz, γεννημένη στο Τόκιο το 1966, που ζει, όμως, στην Κοπεγχάγη από το 1990 και εντεύθεν – με τους jazz-fans να την μαθαίνουν βασικά μέσα από τη δισκογραφία της στην enja, που ξεκίνησε το 2006, για να φθάσει, σιγά-σιγά, μέχρι τις μέρες μας.
Το κύριο σχήμα, με το οποίο δραστηριοποιείται η Hirabayashi είναι το τρίο της, που έχει μάλιστα σταθερή σύνθεση, όλα αυτά τα χρόνια, καθώς αποτελείται από την ίδια στο πιάνο, τον Klavs Hovman στο μπάσο και την Marilyn Mazur στα ντραμς και τα κρουστά.
Μ’ αυτό το τρίο ήταν ηχογραφημένο το προηγούμενο “Where the Sea Breaks” (2017) και με το ίδιο πάντα τρίο είναι ηχογραφημένο και το πρόσφατο “Meteora”, που είναι εμπνευσμένο, ας το πούμε έτσι, από τους βράχους των Μετεώρων.
Είχε επισκεφθεί η Hirabayashi την Ελλάδα, πήγε στα Μετέωρα, θαμπώθηκε από το τοπίο, και αποφάσισε να συνθέσει τα ανάλογα; Έτσι ακριβώς. Αυτό συνέβη.
Η Ιαπωνίδα είχε έλθει στη χώρα μας, τον Μάιο του 2022, για να λάβει μέρος στο τότε 21st Athens Jazz, το επονομαζόμενο και “Women in Jazz”, καθώς θα παρουσιαζόταν στην σκηνή του, στο Γκάζι, στις 26 Μαΐου εκείνης της χρονιάς. Τότε θα έκανε την βόλτα της προς τα Μετέωρα η Hirabayashi, για να μπει στο Village Recording της Κοπεγχάγης λίγους μήνες αργότερα, στις 26 και 27 Οκτωβρίου (του 2022), προκειμένου να γράψει τα “Meteora”.
Λέμε λοιπόν για μια σειρά έντεκα κομματιών, πέντε εκ των οποίων είναι αποκλειστικά δικά της, με δύο να ανήκουν στην Mazur και με τα υπόλοιπα τέσσερα να είναι συνεργατικά.
Το πιο βασικό κομμάτι του δίσκου –αν μπορεί να ειπωθεί κάτι τέτοιο– είναι το “Meteor” (track 7), που είναι σύνθεση της Hirabayashi και που διαρκεί σχεδόν οκτώ λεπτά. Πρόκειται, δε, για το μεγαλύτερο σε διάρκεια track του CD.
Η σύνθεση αυτή ξεκινά με «ατμόσφαιρες», δηλαδή ακούμε κοντραμπάσο με δοξάρι και κρουστά (καμπάνες κ.λπ.), σε κατανυχτικό, θρησκευτικό κλίμα (σαν ν’ ακούς σήμαντρα, θυμιατά και τα σχετικά), πριν αρχίσει η σύνθεση να εξελίσσεται σιγά-σιγά, μετά το δεύτερο λεπτό, με την Ιαπωνίδα, να εκμεταλλεύεται αυτό το υπόστρωμα, και μέσα από το λυρικό παίξιμό της να «αφήνει» ελεύθερη τη μελωδική αφήγησή της.
Υπάρχουν και άλλα ωραία κομμάτια στο CD, με τα tracks να έχουν προγραμματικούς σχεδόν τίτλους, σαν το “Birds ascending” για παράδειγμα, εκεί όπου και πάλι τα κρουστά της Mazur υφαίνουν ένα πρώτο περιβάλλον, πριν το πιάνο και το μπάσο ξεκινήσουν να δημιουργούν τα σχετικά μελωδικά και ρυθμικά μοτίβα.
Γενικώς το “Meteora” διακρίνεται, από εκφραστικής πλευράς, από την «ευγένεια» και τον λυρισμό των συνθέσεων – δίχως τούτο να σημαίνει πως απουσιάζουν και τα πιο έντονα στοιχεία, καθώς το τουσέ της Hirabayashi είναι δυναμικό.
Απλό, μελετημένο και εν τέλει ωραίο άλμπουμ, από τρεις μουσικούς που συνευρίσκονται πολλά χρόνια, γνωρίζοντας, τέλεια, ο ένας το παιχνίδι του άλλου.
Meteor
YUMI ITO: Ysla
[enja / yellowbird, 2023]
Η Yumi Ito είναι μία ιαπωνο-πολωνή τραγουδοποιός, που ζει και εργάζεται στην Βασιλεία της Ελβετίας. Ο χώρος της είναι η ευρύτερη τραγουδιστική electronica, εντός της οποίας παρεισφρέουν pop, neo-classical, jazz και άλλα διάφορα στοιχεία, ικανά όλα αυτά να δημιουργήσουν το δικό της προσωπικό ύφος.
Το πιο νέο άλμπουμ της Yumi Ito, το πέμπτο στη σειρά, αποκαλείται “Ysla”, κυκλοφορεί εδώ και λίγους μήνες σε CD από την enja / yellowbird και είναι κλεισμένο σε μια περίεργη συσκευασία, που έχει το μέγεθος 7ιντσου δίσκου βινυλίου, περιέχουσα έξι διαφορετικά αναλόγου μεγέθους ένθετα, με φωτογραφίες της καλλιτέχνιδας μπροστά, και τυπωμένους τους στίχους (μαζί με άλλες πληροφορίες) πίσω. Όπως διαβάζουμε σ’ ένα από αυτά τα ένθετα:
«Το πέμπτο άλμπουμ μου, το “Ysla”, είναι η πιο προσωπική δουλειά μου μέχρι σήμερα. Η βασική ιδέα του σχετίζεται μ’ ένα φανταστικό νησί, την Ysla, μια φυσική τοποθεσία και μια ψυχική κατάσταση μαζί: ένα μέρος ήσυχο και απομονωμένο, που επιτρέπει τον ελεύθερο στοχασμό, την ηρεμία και το να ζεις εν ειρήνη, όλα εκείνα τέλος πάντων που σχετίζονται με τους απομακρυσμένους τόπους, που βρίσκονται μακριά από τις εξωτερικές διεγέρσεις. Υπό αυτή την έννοια η Ysla αναφέρεται σε μια μεταμορφωτική κατάσταση του νου: μια κατάσταση ηρεμίας και γαλήνης, εκεί όπου θα μπορούσαμε να μεταφέρουμε τα δύσκολα γεγονότα του παρελθόντος μας στο παρόν, μ’ έναν όμως καθαρτικό τρόπο. Η Ysla περιγράφει μια ειρηνική κατάσταση, μετά από τις άγριες και απρόβλεπτες καταιγίδες της ζωής».
Για να πραγματοποιήσει αυτό το project της η Yumi Ito στηρίζεται, οπωσδήποτε, στη φωνή, το πιάνο, τα πλήκτρα, τις συνθέσεις και τους στίχους της, αλλά έχει δίπλα της και άλλους ακόμη μουσικούς, προκειμένου να προσδώσει στα διάφορα κομμάτια τις προοπτικές που επιθυμεί.
Έτσι μαζί της θα βρεθούν και οι Kuba Dworak κοντραμπάσο, Iago Fernández ντραμς, Chris Hyson σύνθια, Xan Campos rhodes, πλήκτρα, Szymon Mika ακουστικές κιθάρες, Rui Stähelin θεόρβη, Kyrill Fasla Prolat τσέλο, Kirk Starkey τσέλο, Jo Flüeler σύνθια και Ambrosius Huber τσέλο, με όλες και όλους μαζί να δημιουργούν ένα κάπως... αιθέριο και οπωσδήποτε νεορομαντικό ηχητικό περιβάλλον, που φέρνει ενίοτε στη μνήμη Julee Cruise, Angelo Badalamenti και τα ανάλογα.
Οπωσδήποτε υπάρχει «ύφος» και μια ιδιαίτερη στουντιακή επεξεργασία των θεμάτων εδώ, από μια καλλιτέχνιδα και τους συνεργάτες της, που φαίνεται να κάνει πράξη τα προτάγματα του νέου CD της, αφού η Ito έχει εμφανισθεί και στην Ελλάδα (σε μιαν άλλου τύπου... Ysla), στην Μήλο, τον προηγούμενο Αύγουστο.
Lonely Island
SAMUEL BLASER: Routes
[Blaser Music / enja & yellowbird, 2023]
Ο ελβετός τρομπονίστας Samuel Blaser παλαιός μας γνώριμος, από την εποχή του δίσκου του “Pieces of Old Sky” στην clean feed, το 2009, όταν ήταν ακόμη 28χρονος, έχει τώρα νέο CD στην enja & yellowbird, που αποκαλείται “Routes”... δηλαδή διαδρομές.
Σε ποιες διαδρομές, όμως, αναφέρεται ο Ελβετός; Και θα είναι μια απάντηση αυτή στην οποία αποκλείεται να πάει το μυαλό, ακόμη και του πιο υποψιασμένου jazz-fan.
Ο Blaser λοιπόν στο “Routes” παίζει reggae, με την ευρεία και τη στενή έννοια, αποτίνοντας φόρο τιμής στον μεγαλύτερο τρομπονίστα του είδους (συνάδελφό του δηλαδή), τον θρυλικό τζαμαϊκανό τρομπονίστα Don Drummond (1932-1969), που θα μεγαλουργούσε μέσα στους Skatalites ή και έξω απ’ αυτούς, στα σίξτις.
Έτσι από τα δέκα κομμάτια τού “Routes”, τα τρία (“Silver dollar”, “Thoroughfare”, “Green island”) είναι συνθέσεις του Don Drummond, τα δύο (“Rainy days dub”, “Green island dub”) ανήκουν στον Lee “Scratch” Perry, ενώ τα υπόλοιπα πέντε είναι πρωτότυπα, συνθέσεις του Blaser και των συνεργατών του, που είναι ποιοι; Σημειώστε: Alex Wilson πιάνο, όργανο, μελόντικα, Alan Weekes κιθάρες, Ira Coleman κοντραμπάσο, Dion Parson ντραμς, Soweto Kinch άλτο σαξόφωνο, φωνή, Michael Blake τενόρο σαξόφωνο και Edwin Sanz κρουστά.
Δίπλα, τώρα, σ’ αυτή την ομάδα προστίθενται και ουκ ολίγοι guests, που πρέπει να τους αναφέρουμε, γιατί είναι σχεδόν όλοι τοπ ονόματα. Έχουμε λοιπόν την Carroll Thompson φωνή, τον Lee “Scratch” Perry φωνή, dub, την Jennifer Warthon μπάσο τρομπόνι, τον Steve Turre κοχύλια, τρομπόνι και ακόμη την τριάδα John Fedchock, Johan Escalante & Glenn Ferris επίσης σε τρομπόνια.
Έτσι το “Routes” δεν είναι μόνον ένας φόρος τιμής στον Don Drummond και την reggae, μα και στο τρομπόνι, σαν όργανο, που εδώ πρωταγωνιστεί σε όλες τις διαστάσεις του.
Ένα περαιτέρω εντυπωσιακό στο “Routes” έχει να κάνει με το γεγονός πως πρωτότυπα και διασκευές δεν ξεχωρίζουν – και αυτό από μόνο του λέει πολλά τόσο για τον Samuel Blaser, ως συνθέτη, και βεβαίως για τους συνεργάτες του.
Το “Chronicles” φερ’ ειπείν είναι τρομερό κομμάτι, εντελώς ξεσηκωτικό, με κάτι σαν ραπάρισμα από τον Soweto Kinch και ροκ κιθάρα από τον Alan Weekes, πριν αναλάβει δράση ο Blaser με το τρομπόνι και ο Blake με το τενόρο του.
Πολύ ωραία reggae ballad είναι και η “Beautiful bed of lies”, με την σπουδαία Carroll Thompson να δίνει μια old school χροιά στο κομμάτι, που διαθέτει επίσης hammond και πιάνο από τον Alex Wilson, ενώ και όλα τα υπόλοιπα πρωτότυπα είναι πολύ καλά, κάτι που δείχνει πως όλη η παρέα βρέθηκε στο ανάλογο mood και όχι μόνον ο πρώτος τη τάξει.
Βεβαίως η εισαγωγή στο “Routes” με το “Silver dollar” του Don Drummond, από την εποχή των Tommy McCook & The Skatalites είναι το καλύτερο, που θα μπορούσε να συμβεί για το άλμπουμ του Samuel Blaser, με το “Thoroughfare”, που διαθέτει μελόντικα και φέρνει στη μνήμη Augustus Pablo και το “Green island”, που έχει και κάτι από toasting (μαζί πάντα με τις συστοιχίες των τρομπονιών) να καθορίζουν εν πολλοίς το άκουσμα.
Απολαυστικός δίσκος, με προφανή αισθητικά μηνύματα και άλλα βεβαίως σε βάθος πεδίου.
Silver Dollar
JISR: Wah Wah! [yellowbird / enja, 2023]
JISR: Too Far Away [enja / yellowbird, 2020]
Οι JISR είναι μια μουσική κολεκτίβα του ethnic / folk / rock / jazz κ.λπ. από το Μόναχο, την οποία αποτελούν γνωστοί και λιγότερο γνωστοί μουσικοί. Ορίστε τα ονόματά τους, έτσι όπως εμφανίζονται αυτά στο “Wah Wah!”, την πιο πρόσφατη δουλειά τους: Mohcine Ramdan gembri, φωνή, Roman Bunka κιθάρα, Gergely Lukács τρομπέτα, φλούγκελχορν, Marja Burchard βιμπράφωνο, πλήκτρα, Marwan Fakir βιολί, Niko Schabel σαξόφωνο, κλαρίνο και Severin Rauch ντραμς.
Βεβαίως, και επειδή ο σημαντικός Roman Bunka (από Embryo, Dissidenten κ.λπ.) έχει φύγει από τη ζωή από τον Ιούνιο του 2022 αντιλαμβανόμαστε όλοι πως ό,τι είναι ηχογραφημένο στο “Wah Wah!” είναι παλαιότερο... αν και αυτό δεν σημαίνει κάτι. Δεν σημαίνει κάτι, επειδή η μουσική των JISR θα μπορούσε να είναι ηχογραφημένη στα σέβεντις, και ν’ ακούγεται σύγχρονη ακόμη και μετά από 45 ή 50 χρόνια.
Υπάρχει άραγε ουσιαστική σχέση του “Wah Wah!” με την δεκαετία του ’70; Ασυζητητί. Και αυτή (η σχέση) δεν έχει να κάνει μόνο με τη μουσική, που φέρνει στη μνήμη τις ηχογραφήσεις των Γερμανών στην Ασία (αλλά και στην Δυτική Γερμανία), με πρώτους τους Embryo του Christian Burchard (1946-2018), αλλά και γιατί στους JISR συμμετέχει η ακριβώς επόμενη γενιά μουσικών, μαζί με τους/τις εκπροσώπους τού «χθες» φυσικά.
Έτσι έχουμε από την μια μεριά την Marja Burchard, που μεταφέρει στιγμές του ήχου του πατέρα της στο σήμερα, αλλά την ίδια ώρα, και πέρα από τον Bunka, ακούγεται εδώ και η ινδή τραγουδίστρια Ramamani R.A., που συμμετείχε στο θρυλικό 2LP “Embryo’s Reise” (1979), μα και σε άλλους διάφορους δυτικούς δίσκους στα 80s (με Charlie Mariano, Oriental Wind κ.ά.), ως μέλος των Karnataka College of Percussion.
Υπάρχει λοιπόν η επικοινωνία των γενεών, αλλά υπάρχει και η μουσική αυτή καθ’ αυτή, με όλα αυτά τα εθνικά στοιχεία, από τους ήχους των Gnawa του Μαρόκου, τα αραβικά μακάμια, τα ινδικά vibes και βεβαίως το γερμανικό jazz-rock των seventies – και είναι ο συνδυασμός όλων αυτών που προσφέρει εδώ μερικά καταπληκτικά κομμάτια σαν το “Afrodite” ή το “Myrocc, Laung Gawacha”.
Ήχοι που έρχονται από μισό αιώνα πριν σχεδόν, και που οδηγούνται προς το μέλλον από μια «χίπικη» μπάντα, που εξακολουθεί να κινείται στις τροχιές των προγόνων της.
Μαζί, όμως, με το “Wah Wah!” μοιράζεται ξανά και το πρώτο άλμπουμ των JISR, το “Too Far Away” από το 2020.
Στο άλμπουμ αυτό οι JISR αποτελούνται από δεκατρείς μουσικούς, κάτι που κάνει το άκουσμα τού “Too Far Away” εξ αρχής ξεχωριστό. Στην line-up υπάρχουν πάντα οι Mohcine Ramdan daf, gembri, φωνή, Roman Bunka ούτι, κιθάρα, Marja Burchard πιάνο, fender rhodes, Gergely Lukács τρομπέτα, κορνέτα, Niko Schabel σαξόφωνο, κλαρίνο και Severin Rauch ντραμς, αλλά υπάρχουν επτά ακόμη μουσικοί (ανάμεσά τους και ο κοντραμπασίστας Dine Doneff, γνωστός μας και από τις πάμπολλες ελληνικές κυκλοφορίες του ως Κώστας Θεοδώρου), που προσδίδουν στο άκουσμα κάπως μεγαλεπήβολες έως και επικές διαστάσεις.
Το κλίμα εδώ, στο “Too Far Away” είναι το fusion, με πολλά όμως oriental / arabic στοιχεία, τα οποία «προσωποποιούνται» πάνω στο daf, στο gembri και στο ούτι, που παίζουν οι Ramdan και Bunka – δίχως τούτο να σημαίνει πως όλα τα υπόλοιπα όργανα, από το πιάνο, τη βιόλα και τις κιθάρες, μέχρι τις τρομπέτες, τα φλάουτα και τα σαξόφωνα, μένουν... εκτός νυμφώνος.
Έχουμε να κάνουμε λοιπόν μ’ έναν πρώτης τάξεως δίσκο, ασυζητητί κρίκος στην αλυσίδα του γερμανικού ethnic-fusion, που ξεκινάει πίσω στο πρώτο μισό των σέβεντις, με κομμάτια καταπληκτικά, και με κάποια εκ των οποίων έως και συγκλονιστικά, σαν τα “Musaka”, “Höh” και “Samawi” και βεβαίως σαν το ψυχεδελικής αντίληψης 11λεπτο “Mosque road”.
Μακάρι αυτή η μπάντα να συνεχίσει και μετά την απώλεια του σπουδαίου Roman Bunka (το 2022).
Afrodite