ΤΟ ΝΟΜΟΣΧΕΔΙΟ ΓΙΑ την ισότητα στον γάμο ψηφίστηκε πριν από λίγες μέρες με ευρεία συναίνεση 176 βουλευτών που τάχθηκαν «υπέρ». Την ίδια στιγμή, η Εκκλησία, έχοντας αναλάβει από μόνη της τον ρόλο του ηττημένου, αναζητά ακόμη ευκαιρίες προκειμένου να ξαναβγεί στο γήπεδο της μικροπολιτικής. Υιοθετεί τη στάση του αδικημένου, του θυμωμένου και προσπαθεί με οιονδήποτε τρόπο να εκδικηθεί για το τελικό αποτέλεσμα.
Το τελευταίο διάστημα πληθαίνουν οι ενέργειες που στοχοποιούν όλους εκείνους που ψήφισαν υπέρ της ισότητας στον γάμο. Είναι οι επικηρυγμένοι ενός ακατανόητου «ιερού πόλεμου». Έρχονται, δηλαδή, να μας θυμίσουν ότι τα ράσα είναι εδώ για να εκδικηθούν.
Η έναρξη έγινε στην Ηλιούπολη όταν ο αρχιμανδρίτης Σεραφείμ του Ιερού Ναού Αγίας Μαρίνας καθυστέρησε για μία ώρα την κοπή πίτας του τοπικού συλλόγου Αρκάδων μέχρι να αποχωρήσει από την εκδήλωση ο βουλευτής του ΠΑΣΟΚ Παύλος Χρηστίδης. Ο λόγος; Μα είχε ψηφίσει υπέρ του γάμου των ομόφυλων ζευγαριών!
Από πού και ως πού η Εκκλησία αναλαμβάνει ρόλο «πορτιέρη» και επιβάλλει face control στους ναούς; Τι είναι οι θρησκευόμενοι; Πελάτες σε μπαράκι της παραλιακής;
Φυσικά, απ’ όλα αυτά τα «παραληρήματα μίσους» δεν θα μπορούσε να απουσιάζει ο βασικός υποστηρικτής τους. Με απόφαση της Μητρόπολης Πειραιά και του μητροπολίτη Σεραφείμ, θα διακόπτεται η Θεία Κοινωνία σ’ όσους βουλευτές ψήφισαν υπέρ του συγκεκριμένου νομοσχεδίου μέχρι «της εμπράκτου μεταμελείας των διά της ακυρώσεως διά του Εθνικού Κοινοβουλίου του αισχίστου αυτού νομοθετήματος».
Άλλο ένα παρόμοιο γεγονός είχαμε και στην Αγία Κυριακή Τρικάλων, όπου ο τοπικός ιερέας με ανάρτησή του κήρυξε «ανεπιθύμητους» τους βουλευτές του νομού, προειδοποιώντας τους μάλιστα ότι θα τον βρουν «ανάχωμα», εάν τολμήσουν να δρασκελίσουν την αυλόπορτα του ναού. Στη συνέχεια ακολούθησε η Γενική Ιερατική Σύναξη Κέρκυρας, η οποία εξέφρασε τη βαθιά της θλίψη διότι δύο βουλευτές, ο Δημήτρης Μπιάγκης του ΠΑΣΟΚ και o Αλέξανδρος-Χρήστος Αυλωνίτης του ΣΥΡΙΖΑ, υπερψήφισαν το νομοσχέδιο για τα ομόφυλα ζευγάρια και τους κάλεσε να απέχουν από οποιαδήποτε εκκλησιαστική εκδήλωση, ενώ τους απαγόρευσε να μετέχουν και της Θείας Κοινωνίας.
Η δυσαρέσκεια στους κόλπους της Ιεραρχίας κορυφώθηκε με αφορμή τον φετινό εορτασμό της Κυριακής της Ορθοδοξίας. Με ποιον τρόπο; «Σπάζοντας» μια παράδοση δεκαετιών, όπου ο εορτασμός της πραγματοποιείται με την επίσημη δοξολογία στη Μητρόπολη Αθηνών, παρουσία της Προέδρου της Δημοκρατίας και εκπροσώπων της κυβέρνησης αλλά και των κομμάτων, ενώ ακολουθεί εθιμοτυπικό γεύμα στο Προεδρικό Μέγαρο, προς τιμήν της Εκκλησίας.
Σύμφωνα με την απόφαση της Διαρκούς Ιεράς Συνόδου, η Κυριακή της Ορθοδοξίας θα εορταστεί (σε έναν πολύ μικρότερο σε χωρητικότητα ναό) στο Καθολικό της Ιεράς Μονής Ασωμάτων Πετράκη. Κινούμενη, θα λέγαμε, στη λογική ενός εφηβικού καβγά, μ’ αυτό τον τρόπό κάνει ξεκάθαρο ότι δεν επιθυμεί την παρουσία πολιτικών προσώπων που τάχθηκαν υπέρ του νόμου για την ισότητα στον πολιτικό γάμο ομοφύλων και αποφεύγει την υποδοχή στον καθεδρικό ναό της Προέδρου της Δημοκρατίας Κατερίνας Σακελλαροπούλου, όπως συνέβαινε παραδοσιακά όλα τα προηγούμενα χρόνια.
Συγχρόνως, με το μην παραστούν ο πρόεδρος και τα μέλη της ΔΙΣ στο γεύμα που παραθέτει την Κυριακή της Ορθοδοξίας η Κατερίνα Σακελλαροπούλου, εκφράζουν και την αντίδρασή τους για τη στάση που είχε η ΠτΔ επειδή το ίδιο βράδυ της ψήφισης του νομοσχεδίου βρέθηκε ομοτράπεζη ομόφυλων ζευγαριών. Ουσιαστικά, σύμφωνα με το σκεπτικό της Διαρκούς Ιεράς Συνόδου, αυτοί έχουν το δικαίωμα της ελεύθερης άποψης αλλά όχι η Κατερίνα Σακελλαροπούλου, η οποία απάντησε με μια υποδειγματική ανακοίνωση, σημειώνοντας: «Ο πρόεδρος και τα μέλη της ΔΙΣ είναι πάντα ευπρόσδεκτοι στο Προεδρικό Μέγαρο, παράλληλα όμως είναι σεβαστή και η απόφασή τους ως προς το αν θα αποδεχθούν την πρόσκληση».
Ταυτόχρονα, είναι θλιβερό ότι προσερχόμενος την Τρίτη το πρωί στις εργασίες της Ιεράς Συνόδου, ο Αρχιεπίσκοπος Ιερώνυμος έσπευσε να επαναλάβει ότι η Εκκλησία θα ασχοληθεί εκ νέου με το ζήτημα και έκανε μία γελοία παραίνεση στους δημοσιογράφους, λέγοντας ότι: «Νέοι είστε όλοι, να κάνετε βαπτίσεις, αλλά τέτοιου είδους γάμους δεν σας εύχομαι». Αναρωτιέμαι τι έχει στο μυαλό του ο προκαθήμενος της ελλαδικής Εκκλησίας γι’ αυτούς τους γάμους. Μήπως έχει επηρεαστεί απ’ την παράσταση της Εθνικής Λυρικής Σκηνής «Σαλό, 120 ημέρες στα Σόδομα» και νομίζει ότι οι γάμοι αυτοί είναι μια «αλληλουχία ανωμαλίας» ή ότι ακολουθούνται από ειδική σήμανση που αναφέρει ότι «περιέχουν σεξουαλικές σκηνές, βία και γυμνά σώματα;».
Σε οποιαδήποτε άλλη χώρα όλα αυτά θα χαρακτηρίζονταν ως αστειότητες ενός κάκιστου χιούμορ. Από πού και ως πού η Εκκλησία αναλαμβάνει ρόλο «πορτιέρη» και επιβάλλει face control στους ναούς; Τι είναι οι θρησκευόμενοι; Πελάτες σε μπαράκι της παραλιακής; Πραγματικά, διερωτώμαι, ποιος τους δίνει αυτό το δικαίωμα να μετατρέπουν τις εκκλησίες σε σκοταδιστικό λόμπι που απαιτείται να έχεις κάνεις κράτηση. Επίσης, με τη στάση της, η κεφαλή της Ιεραρχίας είναι σαν να μας λέει ότι η Κυριακή της Ορθοδοξίας και η καθιερωμένη δοξολογία αφορά μόνο τους επισήμους της Πολιτείας και όχι το πλήθος των πιστών.
Είναι ξεκάθαρο ότι οι σύγχρονοι σταυροφόροι παλεύουν να βρουν μια θέση στα πρωτοσέλιδα των μέσων ενημέρωσης, εκτοξεύοντας κορόνες του τύπου «η χριστιανική παραδοσιακή οικογένεια αποτελείται από πατέρα, μητέρα και παιδιά». Κι αυτό διότι δεν μπορούν να αποδεχθούν ότι η Ελλάδα έγινε η «πρώτη ορθόδοξη χώρα που νομιμοποίησε τους γάμους ομοφύλων», όπως μετέδωσαν τα κορυφαία media του κόσμου. Εξακολουθούν, λοιπόν, να ασκούν έναν στενόμυαλο πολιτικαντισμό που απέχει παρασάγγας από τη χριστιανική διδασκαλία.
Ας ανατρέξω στα λόγια του Βασίλη Ραφαηλίδη ο οποίος έλεγε: «Η δικτατορία της Εκκλησίας είναι απόλυτη, διαρκής και σιωπηλή. Δεν θα απαλλαγούμε ποτέ από αυτήν, παρά αν αλλάξει μια νοοτροπία σιγά-σιγά, ύστερα από 5, 6, 10 αιώνες. Η Εκκλησία ως ίδρυμα ποτέ μα ποτέ δεν έπαιξε σοβαρό ρόλο στο έθνος των Ελλήνων. Η πίστη του ανθρώπου στον εαυτό του έπαιξε έναν κολοσσιαίο ρόλο».
Οι εποχές έχουν αλλάξει, οι ανόητοι αφορισμοί είναι ξεπερασμένοι και το ποίμνιο δεν περιμένει από την Ιερά Σύνοδο και τους μητροπολίτες να πολιτεύονται ως γραφικοί κομματάρχες. Διαφορετικά, το μόνο βέβαιο είναι ότι αν συνεχίσει σ’ αυτόν τον ολισθηρό και δογματικό κατήφορο, η Εκκλησία, αντί να στείλει ένα ηχηρό μήνυμα στα πολιτικά πρόσωπα, θα οδηγείται συνεχώς σ’ όλο και μικρότερους ναούς που τελικά θα τους επισκέπτονται, κάθε φορά, όλο και λιγότεροι, όλο και λιγότεροι...