Το 1972 ο Τζέφρι Ρόμπερτς, ο Βρετανός συγγραφέας του βιβλίου Η βιβλιοθήκη του Στάλιν, ήταν 20 ετών και μόλις είχε αρχίσει να συγκροτεί τη δική του, προσωπική βιβλιοθήκη. Ένα από τα πρώτα αποκτήματά του ήταν μια μεταχειρισμένη αγγλόφωνη συλλογή δεκατριών τόμων με τα Άπαντα του Στάλιν. Ο Ρόμπερτς δεν ήξερε τότε ότι η έκδοση των Απάντων των Σοβιετικών ηγετών ήταν μια βιομηχανία στην αλήστου μνήμης ΕΣΣΔ, την Ένωση Σοβιετικών Σοσιαλιστικών Δημοκρατιών. Τα Άπαντα του Στάλιν ήταν προγραμματισμένο να εκδοθούν σε δεκαέξι τόμους. Εκδόθηκαν τελικά δεκατρείς στο διάστημα από το 1946 έως το 1949. Τους υπόλοιπους τρεις τους έφαγε η μαρμάγκα της αποσταλινοποίησης. Η ολοκλήρωση του έργου ακυρώθηκε μετά την αποκήρυξη του Στάλιν από τον Χρουστσόφ στο 20ό Συνέδριο του Κόμματος το 1956.
Το απόκτημα, όμως, αποδείχτηκε προφητικό. Στα χρόνια που ακολούθησαν ο Ρόμπερτς αναδείχθηκε κορυφαίος ιστορικός της σοβιετικής ιστορίας. Και το 2022, πενήντα χρόνια μετά από εκείνη την αγορά, ο Ρόμπερτς εξέδωσε τη συναρπαστική ιστορία της «βιβλιοθήκης του Στάλιν». Ο Ρόμπερτς, που είναι σήμερα ομότιμος καθηγητής του University College Cork της Ιρλανδίας, δείχνει στο βιβλίο πώς ο Στάλιν, «ο αιμοδιψής τύραννος, ο μηχανορράφος πολιτικός, η παρανοϊκή προσωπικότητα, ο φανατικός ιδεολόγος, ο επαναστάτης, ο θεμελιωτής κράτους, ο εκσυγχρονιστής, το τέρας, η ιδιοφυΐα, ο γενοκτόνος, ο πολέμαρχος», ήταν και διανοούμενος, αφοσιωμένος σε ατέλειωτο διάβασμα, συγγραφή και επιμέλεια εκδόσεων. Ο Ρόμπερτς μας λέει ότι τα βιβλία οδήγησαν τον Στάλιν στην επανάσταση και ήταν εντελώς απαραίτητα για «την αυτονομία του ως πολιτικού δρώντος».
Ο Ρόμπερτς γράφει ότι από την εποχή της ανακάλυψης των υπολειμμάτων της προσωπικής βιβλιοθήκης του Στάλιν πολλοί ανέτρεξαν στα βιβλία για να βρουν τι ήταν αυτό που έκανε «τόσο φρικαλέα την διακυβέρνησή του». Δεν υπάρχει όμως τίποτα κρυμμένο εκεί, γράφει ο Ρόμπερτς. Όλα είναι σε κοινή θέα.
Ο Στάλιν, για όσους δεν ξέρουν τη βιογραφία του, είχε δεχθεί υψηλής ποιότητας εκπαίδευση από την Ορθόδοξη Εκκλησία της Γεωργίας. Προοριζόταν για παπάς. Το 1888 εισήχθη στο εκκλησιαστικό σχολείο του Γκόρι στη Γεωργία. Ήταν τόσο καλός μαθητής που το εκκλησιαστικό συμβούλιο τον είχε απαλλάξει από τα δίδακτρα, του είχε χορηγήσει δωρεάν διδακτικά βιβλία και του είχε δώσει ως έπαθλο τη γεωργιανή έκδοση των Ψαλμών του Δαβίδ με ιδιαίτερη αφιέρωση. Τον Μάιο του 1894 έδωσε εξετάσεις στη Θεολογική Σχολή της Τιφλίδας, παίρνοντας σε όλα τα μαθήματα άριστα, που ήταν το πέντε (5), εκτός των Ελληνικών και της Αριθμητικής όπου πήρε τέσσερα (4). Μέσα σ’ αυτήν τη σχολή ο Στάλιν ήρθε για πρώτη σε επαφή με μαρξιστικές ομάδες μελέτης, μάλιστα τέθηκε επικεφαλής τους. Το 1898 εντάχθηκε στο Ρωσικό Σοσιαλδημοκρατικό Εργατικό Κόμμα και τον Μάιο του 1899 εγκατέλειψε τη Θεολογική Σχολή. Πάντως, μέχρι τότε, το βιβλίο που είχε μελετήσει περισσότερο από οποιοδήποτε άλλο ήταν η Βίβλος. Σε αυτήν τη μακρά φοίτησή σε εκκλησιαστικές σχολές στηρίχτηκαν διάφορες θεωρίες για τον κρυφά «ορθόδοξο Στάλιν», όταν ο ίδιος ήταν πλέον μπολσεβίκος. Ποτέ δεν αποδείχτηκε όμως ότι παρέμενε κρυφά πιστός, ότι προσευχόταν και ότι διάβαζε τη Βίβλο.
Ο Στάλιν άρχισε να φτιάχνει την προσωπική βιβλιοθήκη του μετά την επανάσταση του 1917. Μπορούσε να βρίσκει και να διαβάζει τα πάντα, μολονότι από το 1922 η σοβιετική εξουσία εγκαθίδρυσε ένα περίτεχνο και σκληρό σύστημα λογοκρισίας. Η υπηρεσία λογοκρισίας, η Γκλαβλίτ, απασχολούσε χιλιάδες υπαλλήλων. Ένα από τα καθήκοντά τους ήταν να εκκαθαρίσουν τις βιβλιοθήκες από επικίνδυνα βιβλία. Κατά τα πρώτα χρόνια επικεφαλής των εκκαθαρίσεων ήταν η σύντροφος του Λένιν, η Ναντέζντα Κρούπσκαγια. Στη δεκαετία του 1930 και στο αποκορύφωμα της σταλινικής τρομοκρατίας αφαιρέθηκαν από τις βιβλιοθήκες και από το δίκτυο εμπορίου βιβλίων 16.453 τίτλοι και περισσότερα από 24 εκατομμύρια αντίτυπα.
Από το 1917 έως το 1925 η βιβλιοθήκη του Στάλιν έφτασε να αριθμεί χιλιάδες τίτλους. Τον Μάιο του 1925 αποφάσισε να την ταξινομήσει και πρότεινε ο ίδιος τις κατηγορίες: όχι ανά συγγραφέα αλλά θεματικά. Υπέδειξε 31 θεματικές ενότητες, όπως φιλοσοφία, ψυχολογία, ρωσική ιστορία, διπλωματία, Η θέση των εργατών, συνδικάτα αλλά και μυθοπλασία, κριτική τέχνης, λεξικά, απομνημονεύματα κ.ά. Ονομαστικά ζήτησε να ταξινομηθούν τα βιβλία των Λένιν, Μαρξ, Ένγκελς, Κάουτσκι, Πλεχάνοφ, Τρότσκι, Μπουχάριν, Ζινόβιεβ αλλά και τα βιβλία του Γάλλου σοσιαλιστή Πολ Λαφάργκ. Ο Στάλιν και όλη η γενιά του θαύμαζαν τον Λαφάργκ λόγω του βιβλίου του Το δικαίωμα στην τεμπελιά. Ο Λαφάργκ ήταν παντρεμένος με την δεύτερη κόρη του Μαρξ, τη Λόρα. Και οι δυο τους αυτοκτόνησαν μαζί το 1911. Αλλά, παρά την αυτοκτονία, που θεωρούνταν αντιεπαναστατική πράξη, ο Στάλιν είχε πολλά βιβλία του Λαφάργκ στη βιβλιοθήκη του.
Λέγεται ότι η βιβλιοθηκονόμος του Στάλιν ήταν η Σουσάνικα Μανουτσαριάντς, που ήταν και η βιβλιοθηκονόμος του Λένιν μέχρι τον θάνατό του το 1924. Μάλιστα η Σουσάνικα είχε δημιουργήσει τη σφραγίδα ex libris του Στάλιν «Biblioteka I.V. Stalina». Συνάδελφος της Σουσάνικα στο γραφείο του Λένιν ήταν η Ναντέζντα Αλληλούγεβα, η δεύτερη σύζυγος του Στάλιν και μητέρα των παιδιών του Βασίλι και Σβετλάνα. Η Ναντέζντα αυτοκτόνησε το 1932. Ήταν «μια φευγαλέα φιγούρα του σταλινικού σύμπαντος». Τα αίτια και οι συνθήκες του θανάτου δεν έγιναν γνωστά και η αυτοκτονία της αποσιωπήθηκε. Από τη δεκαετία του 1930 το γυναικείο ζήτημα και οι έμφυλες σχέσεις αντιμετωπίζονταν πολύ συντηρητικά σε σχέση με τα πρώτα χρόνια της επανάστασης. Ο Στάλιν ήταν επίσης ομοφοβικός (το 1934 η ομοφυλοφιλία απαγορεύτηκε). Κι ενώ δεν ήταν αντισημίτης, αξιοποίησε ή αποδέχτηκε τον αντισημιτισμό, όπως γράφει ο Ρόμπερτς, για να προωθήσει την εκστρατεία κατά του κοσμοπολιτισμού κατά τα τέλη της δεκαετίας του 1940 και μέχρι τον θάνατό του το 1953.
Η βιβλιοθήκη του Στάλιν θεωρούνταν κάτι το ιερό. Στη διάρκεια του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου, καθώς τα χιτλερικά στρατεύματα πλησίαζαν τη Μόσχα, η βιβλιοθήκη είχε τοποθετεί σε κιβώτια που στάλθηκαν στη Σαμάρα, στη νοτιοανατολική Ρωσία. Μετά τον θάνατο του Στάλιν, υπήρχε σχέδιο να μετατραπεί η ντάτσα του κοντά στη Μόσχα σε μουσείο αφιερωμένο στη ζωή του, όπου θα έβρισκε θέση και η βιβλιοθήκη του. Ο Χρουστσόφ, όμως, ακύρωσε το σχέδιο αυτό και δρομολόγησε τη διάλυση της βιβλιοθήκης. Ευτυχώς κάποιοι αρχειονόμοι διέσωσαν περίπου τετρακόσια βιβλία που είχαν διαβαστεί και σχολιαστεί από τον ίδιο το Στάλιν καθώς και μερικές χιλιάδες που ταυτοποιήθηκαν ως μέρος της συλλογής του. Η τραγική ειρωνεία είναι ότι αυτά τα τόσο σημαντικά κατάλοιπα της βιβλιοθήκης του δικτάτορα είναι σήμερα προσβάσιμα χάρη στους Αμερικανούς. Στις αρχές της δεκαετίας του 2000 ο Τζόναθαν Μπρεντ, εκδότης του Yale University Press, πήγε στη Μόσχα και διαπραγματεύτηκε τη δημιουργία του ψηφιακού αρχείου Στάλιν, το Yale’s Stalin Digital Archive.
Είναι φυσικό πολλοί τίτλοι από τη βιβλιοθήκη να αφορούν τη μαρξιστική φιλοσοφία, την οικονομία, την πολιτική κ.λπ., αλλά υπάρχουν και τίτλοι για τη ρωμαϊκή και αρχαία ελληνική ιστορία. Τον Στάλιν ενδιέφεραν επίσης οι βιογραφίες για τον Μεγάλο Πέτρο και τον Ιβάν τον Τρομερό· ίσως να ταυτιζόταν μαζί τους. Πολύ ενδιαφέρον έχει όμως η λογοτεχνία. Έργα του Τουργκένιεφ, του Ντοστογιέφσκι, του Πούσκιν, μεταφράσεις στα ρωσικά έργων του Τζακ Λόντον ή του Μαρκ Τουέιν, όπως το Ένας γιάνκης του Κονέκτικατ στην αυλή του βασιλιά Αρθούρου, του Ουγκό, του Σαίξπηρ, του Φλομπέρ. Στο βιβλίο του Μαξίμ Γκόρκι Ο θάνατος και η κόρη υπάρχει σχόλιο του Στάλιν ότι «αυτό το έργο είναι πιο δυνατό από τον Φάουστ του Γκαίτε». Αγαπούσε επίσης τον Ντίκενς. Ο Ρόμπερτς παρατηρεί ότι «ένα στοιχεία του Ντίκενς που εκτιμούσαν οι πουριτανοί μπολσεβίκοι, όπως ο Στάλιν, ήταν η πλήρης απουσία από τα έργα του της ενσώματης σεξουαλικότητας». Πολλά από τα σχόλια του Στάλιν (τα «πομέτκι») στα περιθώρια των σελίδων ήταν του τύπου «χα χα», «αρλούμπες», «ανόητος», «κάθαρμα», «παράτα μας» αλλά και «ναι, ναι», «συμφωνώ», «σωστά», «έτσι είναι». Το λογοτεχνικό γούστο του Στάλιν, όπως και του Λένιν, ήταν συμβατικό και συντηρητικό.
Ο Ρόμπερτς γράφει ότι από την εποχή της ανακάλυψης των υπολειμμάτων της προσωπικής βιβλιοθήκης του Στάλιν πολλοί ανέτρεξαν στα βιβλία για να βρουν τι ήταν αυτό που έκανε «τόσο φρικαλέα την διακυβέρνησή του». Δεν υπάρχει όμως τίποτα κρυμμένο εκεί, γράφει ο Ρόμπερτς. Όλα είναι σε κοινή θέα. Η πολυσυζητημένη παράνοια του Στάλιν δεν ήταν προσωπική αλλά πολιτική. Ας πούμε, η μαζική δολοφονική καταστολή που εξαπέλυσε τη δεκαετία του 1930 πυροδοτήθηκε από την αντίληψη που είχε διαμορφώσει περί μιας τρομερής υπαρξιακής απειλής που αντιμετώπιζε το σοβιετικό κράτος.
Το βιβλίο του Τζέφρι Ρόμπερτς (στην πολύ καλή μετάφραση του Βαγγέλη Τσίρμπα) μας βοηθάει να κατανοήσουμε και τη σημερινή Ρωσία. Να κατανοήσουμε τον ίδιο τον Πούτιν, ένα είδος σταλινοτσαρικού ηγέτη.
Το άρθρο δημοσιεύθηκε στην έντυπη LIFO