Ο ποιητής Χάρης Μεγαλυνός που πέθανε πρόσφατα μέσα από τα γραπτά του εκφράστηκε για μια σειρά από θέματα τέχνης και ελληνικότητας που τον απασχολούσαν και εν τέλει τον καθόρισαν. Ελληνοκεντρικότητα και ομοερωτικός εστετισμός που ξεπερνάει τα στενά όρια της τρέχουσας πραγματικότητας, της οποίας αποτελεί αναπόσπαστο κομμάτι, όσο κι αν μοιάζει να μην ανήκει σε αυτήν.
Χαλκιδική ή Η επιδιόρθωση της αγάπης
Αν η άσφαλτος
Είχε μόνο κορύνες
Κι απαγορευτικά
Αν οι κορυφογραμμές
Αντηχούσαν από χαβάγιες
Και τυρολέζικα χάχανα
Έμενταλ σκεπασμένα απ’ το κρύο
Σαν το ναι του παιδιού
Που απ’ την τρυφερή ηλικία
Το διέφθειραν
Οι λιμνοθάλασσες
Κι οι στρωμένοι
Με τη μυρωδιά της βενζίνης δρόμοι
Αν το υλικό σας ήταν διαφορετικό
Τωρινό σαν τις φορμάικες
Και τ ‘ αφρολέξ των μονόκλινων
Τότε δε θα περνούσαμε
Όλο το πρωινό στο κρεβάτι
Με τις εξωθαλάσσιες εμπειρίες
Των σεντονιών
Και των σερβίτσιων
Με τα τσόφλια του αυγού
Πάνω σε πορσελάνες Λιμόζ
Δε θα γερνούσαμε
Σαν τους εργάτες της γης
Με το σώμα μας εξακολουθητικά
Αραιωμένο σαν τον ασβέστη
Αφού δεν είμαστε σέμπροι πια
Καλοκαίρια εκπρόθεσμα
Που προεξέχετε ημερολογιακά
Από τις Πέμπτες
Όπως τα καμπαναριά
Προεξέχουν απ’ τις Κυριακές
Που επιδιορθώνετε τα σκάφανδρα
Και τους περαστικούς
Σαν να ήσαν αγάπες
Ω Κορδιλλιέρες
Βόσγια Απέννινα
Ποτέ δε θά ‘στεργα
Ούτε ένα δάκρυ μου για σας
Ασίτευτη φλούδα της γης
Οψώνια που κλυδωνίζεστε
Πάνω απ ‘ το εγκόσμιο
Όπως κλυδωνίζεται η Χαλκιδική
Πάνω απ’ τα Τάρταρα
Οικοσκευή που η Αχερουσία της
Είναι αυτά τα σκεπάσματα
Αυτό το περκάλι.
Παραβολή
Έχασε ο παπάς το καλυμμαύχι του
κι η παπαδιά το απάγκιό της.
Η παραδουλεύτρα που άλλα άκουγε στην πλύση της
κι άλλα την Κυριακή στον περίπατο
έχασε το μεροκάματο
κι από μήνας μπαίνει μήνας βγαίνει
πήρε το οτομοτρίς για τα Γιάννενα.
Ο καφές έχασε το πρωτείο του
κι από θολό κρασί στα κύπελλα των ηγεμόνων
έγινε στέγη και κεραμίδι για τους σκορποχέρηδες
και το κατακάθι που δεν είχε ιδέα
από αρραβώνες και στέφανα
τώρα απ’ το βάθος του φλιτζανιού
κοιτάζει μ’ επιφύλαξη τη στάχτη
που τινάζει στο τασάκι ο σώγαμπρος.
Ο δυό τσιγάρα δρόμος
με τον ήλιο να χτυπάει κατακέφαλα
και το χνώτο να μυρίζει κρασί
έγινε εργοτάξιο
για να ξυπνάν τα χωματουργικά πρωινιάτικα
πιο νωρίς κι απ’τις κότες.
Χωρίς προσθήκη ζάχαρης
Και τώρα τι θα κάνουμε χωρίς το ρυπαρό παραπλήρωμα της συνουσίας,
τον ξεραμένο αφρό του ξυρίσματος πίσω απ’ το αυτί,
την ρινορραγία,τον οξυζενέ πάνω στην πετσέτα και τα τραυμαπλάστ.
Τι θα κάνουμε χωρίς τους πολυδάπανους προσδιορισμούς του φύλου
πάνω στην τελική γνωμάτευση των ερώτων
μήπως και τα προγαμιαία πιστοποιητικά αγνότητας
παραβλέψουν το χάσμα των γενεών και τις προκαταλήψεις του αίματος.
Τι θα κάνουμε χωρίς τις ανατομικές λεπτομέρειες του ανθρώπινου σώματος
που κρεμασμένες μπροστά μας σαν τους χάρτες των πολεμικών συμβουλίων
δείχνουν σαν κάποιο ηλιοβασίλεμα που απομακρύνεται
-τόση είναι η λύπη τους για το όργιο της μέρας που πέρασε-
τους αλλεπάλληλους εαυτούς μας
με τελευταία εκείνη την λεπτομερή απεικόνιση του νευρικού συστήματος,
αποκρουστική όσο και τελεσίδικη,
σαν να ήσαν όλα εκείνα τα γάγγλια,
όλα τα τριχωτά σαν πόδια σαρανταποδαρούσας αγγεία,
τα λοβώδη κύτταρα, οι κλώνοι,
υπεύθυνα για το τελικό χρώμα των ματιών,
τους γευστικούς κάλυκες ή την γεροντική άνοια.
Τι θα κάνουμε χωρίς την μητέρα,
την ύστατη λύση που ακούει στο όνομα παιδίατρος
με τη φωνή του να έρχεται απευθείας απ’ το παγωμένο στηθοσκόπιο
σαν να μπορούσε η γηραλέα κρυάδα της αναπνοής του
ν’ αντικαταστήσει τον πνευμοθώρακα,
τον ψίθυρο χαμηλά στον υπεζωκότα,
το νωθρό σαν του μεταξοσκώληκα ψάξιμο των δακτύλων
πάνω στην ψευδή φυτικότητα του δέρματος.
Τι θα κάνουμε χωρίς την κνίδωση,τον πυρετό
σε φόντο πάντα με τις διαφημίσεις του ραδιοφώνου,
τις οδηγίες ραψίματος του Burda,
την εφεύρεση της οδοντόκρεμας με ρίγες
ή το ντεκόρ των ντουλαπιών της κουζίνας
που πηγαίνουν σετ με τις δόσεις για το ψυγείο,
με το μήκος του διαδρόμου και το φωτάκι του θερμοσίφωνα
απίστευτο σαν τη νύχτα και σαν τον θάνατο.
Η τελευταία ποιητική συλλογή του Χάρη Μεγαλυνού με τίτλο «Παραινέσεις για τον Ύπνο» θα κυκλοφορήσει το φθινόπωρο από τις εκδόσεις Ίκαρος.