Philip Kerr
Στο χακί
Μτφρ. Γιώργος Μαραγκός
Εκδόσεις Κέδρος
Δεν είναι τυχαίο ότι ο Φίλιπ Κερ, που έφυγε πρόωρα από τη ζωή, έχει φανατικούς αναγνώστες που διαβάζουν τα βιβλία του ξανά και ξανά, προσπαθώντας να καταλάβουν τι είναι αυτό που συνδέει τις πιο αλλόκοτες καθημερινές ιστορίες με την πιο σκοτεινή ιστορική πραγματικότητα. Οι μεγάλοι πόλεμοι που συγκλόνισαν τον κόσμο, η Γερμανία του Χίτλερ, τα παράνομα κυκλώματα που έθρεψαν τον ακροδεξιό υπόκοσμο, η βιτρίνα της διπλωματίας και των διεθνών οργανώσεων, ακόμα και του ποδοσφαίρου, όλα φάνηκαν να μπαίνουν με τρόπο μοναδικό στο μικροσκόπιο του Σκοτσέζου συγγραφέα, που στήνει υποδειγματικά το ιστορικό φόντο στο οποίο κινούνται και από το οποίο καθορίζονται οι πρωταγωνιστές του.
Ο πιο γνωστός είναι ο θρυλικός Μπέρνι Γκούντερ, ένας πρώην αστυνομικός που τον γνωρίσαμε ως ιδιωτικό ντετέκτιβ στην «Τριλογία του Βερολίνου». Σε αυτό το μεταπολεμικό μυθιστόρημα επανέρχεται σε μεγαλύτερη ηλικία, κοντά στα εξήντα, στην Αβάνα του Μπατίστα, με ψεύτικη ταυτότητα. Εκεί τίποτα δεν δείχνει ικανό να τον απειλήσει∙ είναι ένα μέρος όπου βρίσκει την ηρεμία του, έχει χρήματα και σκάφος, ακόμα και αιθέριες παρουσίες που φροντίζουν να διώχνουν μακριά τους παλιούς εφιάλτες. Μια από αυτές, μια εικοσάχρονη καλλονή, τον πείθει να την πάει με το σκάφος του στην Αϊτή, μόνο που ένα περιπολικό του αμερικανικού ναυτικού τούς σταματά και τους συλλαμβάνει.
Ο Μπέρνι τίθεται υπό την επιτήρηση της CIA, ανακρίνεται και θεωρείται εγκληματίας πολέμου. Αυτό δίνει αφορμή στον Κερ να μας γυρίσει στο παλιό, γνώριμο σε αυτόν τοπίο του Β΄ Παγκοσμίου και να ξαναθυμηθούμε τις παλιές αμαρτίες της ευρωπαϊκής ηπείρου και των ναζί. Όσο για τον ίδιο τον πρωταγωνιστή του, θα του κάνουν μια προσφορά που μάλλον δεν μπορεί να αρνηθεί: αν δεν δουλέψει για τη γαλλική αντικατασκοπεία, κινδυνεύει να κατηγορηθεί για φόνο που διέπραξε στη Γερμανία.
Αποστολή του είναι να έρθει σε επαφή με τους αιχμαλώτους που επιστρέφουν στη Γερμανία ώστε να εντοπίσει ανάμεσά τους έναν Γάλλο εγκληματία πολέμου, που ανήκε στα Ες Ες και παριστάνει τον αξιωματικό της Βέρμαχτ. Η συνέχεια προμηνύεται, όπως σε όλα τα μυθιστορήματα του Κερ, συναρπαστική, συνδέοντας τη μυστηριώδη αναζήτηση με τα φαντάσματα της Ιστορίας.
Arne Dahl
Στο κέντρο του κύκλου
Μτφρ. Γρηγόρης Κονδύλης,
Εκδόσεις Μεταίχμιο
«Είναι μια όμορφη ανοιξιάτικη μέρα στο σουηδικό μεικτό δάσος. Χλωμές, διστακτικές ηλιαχτίδες διαρρέουν ανάμεσα από ψηλούς κορμούς δέντρων. Η μικρή λιμνούλα στο δάσος απλώνεται σκοτεινή και λεία σαν καθρέφτης, σαν να κρύβει τα ζοφερότερα μυστικά. Ο αέρας βουίζει, κελαηδά, γουργουρίζει, φιλοξενεί κάθε λογής ζέξεις, μυρωδιές, αρώματα. Μια μελαγχολία διαπερνά το δάσος καθώς παίρνει να ζωντανεύει μετά τον χειμώνα» − είναι αυτά τα αποσπάσματα που κάνουν τα αστυνομικά του Βορρά συναρπαστικά και τον Άρνε Νταλ έναν από τους κύριους εκφραστές τους.
Ο Σουηδός πανεπιστημιακός, κριτικός λογοτεχνίας και συγγραφέας Γιαν Άρναλντ επέλεξε το ψευδώνυμο Άρνε Νταλ για τα νουάρ που ξεκίνησε να γράφει ως μέρος ενός ευρύτερου πλάνου διερεύνησης των φαινομένων της εποχής του με άξονα τη λογοτεχνία: ξεκινώντας από τη δεκαετία του ’90, έγραψε τον πρώτο κύκλο αστυνομικών με την πρωταγωνιστική του Ομάδα Α να επικεντρώνεται στην οικονομική κρίση, τα τρομοκρατικά χτυπήματα και το διεθνές οργανωμένο έγκλημα, τα οποία ο Άρναλντ μελέτησε σε βάθος.
Σειρά είχε η ΟπΚοπ, που φάνηκε να κυριαρχεί με διαφορετικό τρόπο στα βιβλία που εξέδωσε από το 2011 έως το 2021, θίγοντας καίρια ζητήματα ασφάλειας αλλά και εξετάζοντας τα ζητήματα της πανδημίας μέσα από τις υποθέσεις που αναλάμβανε να φέρει εις πέρας το πρωταγωνιστικό του δίδυμο, οι Σαμ Μπέργερ και Μόμι Μπλουμ.
Σειρά έχει, τώρα, η νέα ομάδα Νόβα, μια ειδική ομάδα εκκεντρικών αστυνομικών που ασχολούνται με τις πιο παράδοξες υποθέσεις, όπως αυτή του μυστηριώδους θανάτου ενός διοικητικού στελέχους μεγάλης χαλυβουργικής εταιρείας που σκοτώνεται, όταν το αυτοκίνητό του παίρνει φωτιά σε έναν δρόμο έξω από την Ουψάλα. Αρχικά το περιστατικό θεωρείται ατύχημα, όταν όμως δυο μέρες αργότερα ο διευθυντής γνωστής διαφημιστικής επιχείρησης, που ετοίμαζε πανεθνική καμπάνια για τη βιομηχανία πετρελαίου, πέφτει θύμα βομβιστικής επίθεσης, όλα δείχνουν ότι δεν πρόκειται απλώς για σύμπτωση.
Σε όλα αυτά έρχεται να προστεθεί το μυστήριο μιας επιστολής που φτάνει στο γραφείο της αρχιεπιθεωρήτριας Εύα Νίμαν και φαίνεται να συσχετίζει τις δυο υποθέσεις και την τρομοκρατική δράση με την καταστροφή του περιβάλλοντος, φέρνοντας και πάλι τον συγγραφέα κοντά στα θέματα της εποχής του/μας.
Eric Fouassier
Γραφείο Αποκρυφιστικών Υποθέσεων
Μτφρ. Σέργιος Τρεχλής
Εκδόσεις Gutenberg
Ακολουθώντας τα βήματα του Εζέν Σι και του Ζαν Βοτράν, ο Ερίκ Φουασιέ επαναφέρει στην πρώτη γραμμή και με τρόπο μοναδικό το ξεχασμένο roman-feuilleton, ένα ιδιαίτερα δημοφιλές είδος το 1830, που επηρέασε σπουδαίους λογοτέχνες, όπως ο Ντίκενς, ο πατέρας Ντουμάς, ακόμα και ο Μπαλζάκ, ως προς τη μεθοδολογία, τον τρόπο ανάπτυξης της ιστορίας και τη γραφή. Συνδέοντας το στοιχείο του μυστηρίου με τις μεγάλες ιστορίες που δημοσιεύονταν σε συνέχειες, το είδος αυτό αναφερόταν άμεσα στα κοινωνικοπολιτικά δεδομένα της εποχής, κάτι που καταφέρνει να ανασυστήσει με άκρως πρωτότυπο τρόπο, εν προκειμένω, ο Γάλλος συγγραφέας.
Πρωταγωνιστής του πιο δημοφιλούς έργου του Φουασιέ, που διαδραματίζεται το 1830, είναι ο επιθεωρητής Βαλεντίν Βερν, γνώστης των πιο παράδοξων ιατρικών μεθόδων και του αποκρυφισμού, ο οποίος αναλαμβάνει να εξιχνιάσει μυστηριώδεις φόνους και να διαλευκάνει άλλου είδους αμφίβολες καταστάσεις: μοναχικός, αμφιλεγόμενος, ωραίος και ερωτευμένος με γνωστή ηθοποιό της εποχής, ο Βερν καλείται να διασκεδάσει τις υποψίες για το παράδοξο άτομό του και να ακολουθήσει τη δική του μεθοδολογία.
Πολλές φορές αυτή μάλιστα φέρνει στον νου τον Σέρλοκ Χολμς, αποκαλύπτοντας μια ευφυΐα μοναδική, που ωστόσο αναφέρεται στο κλίμα και τα δεδομένα της εποχής: εντούτοις η ύπνωση, την οποία εφαρμόζει, καμία σχέση δεν έχει με τις υποτιθέμενες πνευματιστικές μεθόδους που υιοθετούσαν τότε άλλοι τσαρλατάνοι, που σύχναζαν στα αυτοκρατορικά σαλόνια και που εμφανίζονται στο βιβλίο, υποστηρίζοντας ότι συνομιλούσαν με τους νεκρούς και ότι τους επανέφεραν στη ζωή.
Το εντυπωσιακό είναι ότι όλα αυτά τα δεδομένα, προσφιλή στους υψηλούς κύκλους, τα γνωρίζει ο συγγραφέας Ερίκ Φουασιέ σε βάθος και από πρώτο χέρι, αποδίδοντας όχι μόνο την ατμόσφαιρα του Παρισιού του 1830 αλλά και όλα τα ιατρικά επιτεύγματα της εποχής. Διδάκτωρ Χημείας, Νομικής και λάτρης της Ιστορίας, φαίνεται ότι ο Φουασιέ είναι ο κατάλληλος για να μας χαρίσει μια συναρπαστική ιστορία από τα χρόνια του Λουδοβίκου-Φιλίππου, σε μια μοναδική γραφή που έκανε τους Γάλλους να μιλήσουν για ένα «εθιστικό βιβλίο» και να του χαρίσουν μια σειρά από βραβεία.
Georges Simenon
Ο ωρολογοποιός του Έβερτον
Μτφρ. Αργυρώ Μακάρωφ
Εκδόσεις Άγρα
Ο Τ.Σ. Έλιοτ δεν ήταν μόνο θαυμαστής της γαλλικής ποίησης και λογοτεχνίας, κάτι σπάνιο για τους Βρετανούς, που απεχθάνονταν τη λεγόμενη «ηπειρωτική παράδοση», αλλά και λάτρης των ιστοριών μυστηρίου και από τους πρώτους που ανακάλυψαν και εξύμνησαν τον Ζορζ Σιμενόν. Στη συζήτηση, μάλιστα, που ακολούθησε μια δεξίωση, κατά την οποία ο Άγγλος εκδότης θα παρουσίαζε για πρώτη φορά τον Βέλγο συγγραφέα, ο Έλιοτ δεν δίστασε να τον συγκρίνει με τον Τσάντλερ, ενώ έσπευσε να του δώσει θερμά συγχαρητήρια, ειδικά για τον «Ωρολογοποιό του Έβερτον».
Για πολλούς πρόκειται για το πιο ψυχολογικό, προσωπικό και περίτεχνο βιβλίο του Σιμενόν, μαζί με το «Τα τρία δωμάτια στο Μανχάταν» και τον «Πάτο του Μπουκαλιού». Ειδικά για όλους εμάς που αγαπάμε τα «σκληρά μυθιστορήματα» του Σιμενόν περισσότερο από αυτά του επιθεωρητή Μεγκρέ, έργα όπως ο «Ωρολογοποιός» δίνουν αφορμή ώστε να καταβυθιστεί ο συγγραφέας στις πιο σκοτεινές πτυχές του ψυχισμού. Ειδικά εδώ, σε αυτή την ιστορία που εστιάζει στη σχέση ενός Αμερικανού ωρολογοποιού με τον γιο του, αποκαλύπτεται η εκλεπτυσμένη ικανότητα του Σιμενόν να ανατέμνει όχι μόνο τις αιτίες των εγκλημάτων αλλά και ψυχισμούς με τρόπο χειρουργικό, ανάλογο με αυτόν με τον οποίο ο ωρολογοποιός ξαναστήνει τα κομμάτια του μηχανισμού ενός ρολογιού.
Το βιβλίο γυρίστηκε σε ταινία το 1974 από τον Μπέρτραν Ταβερνιέ, με τον Φιλίπ Νουαρέ και τον Ζαν Ροσφόρ στους πρωταγωνιστικούς ρόλους, αποσπώντας το βραβείο Louis Delluc.
Hugues Pagan
Οι ανώνυμοι
Μτφρ. Γιάννης Καυκιάς
Εκδόσεις Πόλις
Η πρόσφατη έκδοση μιας σειράς αστυνομικών με έντονο πολιτικό και κοινωνικό χαρακτήρα από τις εκδόσεις Πόλις μάς χάρισε μια σειρά από εξαιρετικά αναγνώσματα, άξια λόγου και αναγνωρισμένης λογοτεχνικής αξίας.
Μια από αυτές τις περιπτώσεις είναι οι «Ανώνυμοι» του Ιγκ Παγκάν, του Αλγερινής καταγωγής συγγραφέα, φιλοσόφου, πολυπράγμονα και πολυτάλαντου, με βαθιά γνώση του κοινωνικοπολιτικού περίγυρου. Άνθρωποι που ορίζουν αστυνομία και υπόκοσμο, οι στενοί δεσμοί ανάμεσα στους πρώην ανακριτές, άλλοτε βασανιστές και ρατσιστές με ύποπτη ιστορία, εξακολουθούν να διαμορφώνουν το φόντο της ανώνυμης Πόλης, που φέρνει στο φως όλα τα μαύρα σημεία της Γαλλίας της δεκαετίας του ‘70.
Σε αυτή την πόλη, που παραμένει ανώνυμη, όπως ορίζει ο τίτλος, καταφθάνει ο επιθεωρητής και πρώην υπολοχαγός, βραβευμένος με το κόκκινο σιρίτι της Λεγεώνας της Τιμής, Κλοντ Σνεντέρ, για να αναλάβει τη Δίωξη του Εγκλήματος στην Ασφάλεια της περιοχής, και έρχεται αντιμέτωπος με μια σειρά από ανθρώπους που του ξυπνούν οδυνηρές αναμνήσεις − μόνο η αιματοβαμμένη από τις ανακρίσεις ταράτσα του διοικητικού κτιρίου φτάνει για να ξυπνήσει εικόνες από το παρελθόν.
Μέσα σε όλα αυτά, δεν αργεί να φτάσει η υπόθεση που θα τον βάλει για τα καλά στα βαθιά, όταν η Μπετί, κόρη του Αντρέ Οφμάν, υπαλλήλου στους σιδηροδρόμους, εξαφανίζεται και οι φόβοι του ότι μπορεί να είναι νεκρή επιβεβαιώνονται, μαζί με τις χειρότερες υποψίες για το κύκλωμα που μπορεί να κρύβεται πίσω από τη σκοτεινή αυτή υπόθεση μιας αθώας 15χρονης.
Παράλληλα με την εξέλιξη της υπόθεσης παρακολουθούμε όλο αυτό τον κόσμο των μικρών και μεγάλων παραβατών, του ρατσισμού, της διεφθαρμένης αστυνομίας, των εξωνημένων δημόσιων λειτουργών και των ύποπτων πολιτικών. Εξού και ότι η ενδεχόμενη εξιχνίαση και τιμωρία για τη δολοφονία της ανήλικης Μπετί είναι υπόθεση όχι μόνο του ακριβοδίκαιου Σνεντέρ αλλά και του ίδιου του αναγνώστη, που βλέπει όλα αυτά τα νήματα της διαφθοράς και της κοινωνικής αδικίας να αλληλοδιαπλέκονται με τον πιο ακραίο τρόπο, σε ένα απτό ιστορικό σκηνικό και σε ένα νουάρ που δεν αφήνει κανέναν αδιάφορο.
Γιασμίνα Χάντρα
Για την αγάπη της Έλενας
Μτφρ. Γιάννης Στρίγκος
Εκδόσεις Πατάκη
Δεν θεωρείται τυχαία ένας από τους πιο επιδραστικούς συγγραφείς του σύγχρονου κοινωνικοπολιτικού νουάρ, με φανατικούς αναγνώστες στη χώρα μας: ο λόγος για τον Γιασμίνα Χάντρα, όπως είναι το λογοτεχνικό ψευδώνυμο του Μοχάμεντ Μουλεσεχούν, του Αλγερινού πρώην στρατιωτικού που ξεκίνησε να γράφει αστυνομικά μυθιστορήματα τη δεκαετία του ‘80 επιλέγοντας ως ψευδώνυμο το όνομα της γυναίκας του, ώστε να αποφύγει τη στρατιωτική λογοκρισία. Σήμερα τα βιβλία του μεταφράζονται σε πάνω από σαράντα γλώσσες, γνωρίζουν επιτυχία και μεταφέρονται στον κινηματογράφο.
Το νέο του μυθιστόρημα μάς μεταφέρει στο Μεξικό, γνώριμο για τον Χάντρα, αφού είχε ζήσει εκεί ένα διάστημα, και συγκεκριμένα σε ένα χωριό της μεξικανικής Πολιτείας της Τσιουάουα, το λεγόμενο Νεκροταφείο των Ζωντανών, το μέρος όπου «οι τρώγλες μας έμοιαζαν με τάφους κι οι γείτονές μας με φαντάσματα». Στο μέρος αυτό θα ανθίσει ο αγνός έρωτας ανάμεσα στον Ντιέγκο και την Έλενα, αλλά ένα βίαιο γεγονός θα συντρίψει με τον πιο σκληρό τρόπο τα συναισθήματα και την αθωότητά του.
Η αγαπημένη του Έλενα θα πέσει θύμα βιασμού μπροστά στα μάτια του Ντιέγκο και το τραύμα θα στοιχειώνει και τους δυο για πάντα. Έκτοτε εκείνος θα βάλει σκοπό να βρει τη χαμένη του αγάπη, η οποία, ύστερα από το τρομακτικό αυτό γεγονός, εγκαταλείπει το χωριό για πάντα. Παρότι είναι δύσκολο σε ένα άγριο περιβάλλον όπου κυριαρχούν τα παιχνίδια εξουσίας των καρτέλ, η φτώχεια και ο θάνατος να βρεις μια χαμένη αγάπη, εκείνος επιμένει, μεταφέροντας ένα μήνυμα ελπίδας στο πιο σκληρό και τρομακτικό περιβάλλον.
Πρόκειται για μια πραγματική ιστορία που στοίχειωσε τον Χάντρα, ο οποίος τη μεταφέρει με μυθιστορηματικό τρόπο και πάντα με τη γνωστή κοινωνική ευαισθησία και πολιτική ακρίβεια στο χαρτί.
Santiago Gamboa
Colombian Psycho
Μτφρ. Δημήτρα Σταυρίδου
Εκδόσεις Διόπτρα
Αν θέλει κανείς να καταλάβει τι συμβαίνει σήμερα στην Κολομβία, ποιες είναι οι ακραίες αντιθέσεις που ορίζουν μια κατά τα άλλα πανέμορφη χώρα, αρκεί να διαβάσει τα βιβλία του εξαιρετικού Κολομβιανού συγγραφέα Σαντιάγκο Γκαμπόα. Εν πρώτοις, πρόκειται για αστυνομικά που αναζητούν τους δράστες ανεξιχνίαστων φόνων, ουσιαστικά, όμως, είναι ανάγλυφες αναπαραστάσεις όλου του σκηνικού που διαμορφώνει τη σκληρή πραγματικότητα σήμερα στη χώρα του, η οποία λειτουργεί για τους ήρωές του ως αντεστραμμένος καθρέφτης.
Ο φόνος, άλλωστε, δεν συνιστά ποτέ εξαίρεση, ούτε οι δράστες λειτουργούν έξω από το επίσημο σύστημα εξουσίας και το ατελείωτο γαϊτανάκι διαφθοράς στο οποίο εμπλέκονται άνθρωποι της εξουσίας, στρατευμένοι ακροδεξιοί και παραθρησκευτικές οργανώσεις, διεφθαρμένοι δημοσιογράφοι, στρατιωτικοί και προδότες − εκτός από τους γνωστούς εκπροσώπους των καρτέλ: αυτό ακριβώς έχει να αντιμετωπίσει το πρωταγωνιστικό δίδυμο του μυθιστορήματος, που γνωρίσαμε στο προηγούμενο συναρπαστικό μυθιστόρημα «Η νύχτα θα είναι μεγάλη» (επίσης από τις εκδόσεις Διόπτρα), ο εισαγγελέας ειδικών ερευνών Έντιλσον Χουτσινιαμούι και η δημοσιογράφος Χουλιέτα Λεζάμα.
Όσο για τον τίτλο, φαίνεται να παραπέμπει άμεσα στο «American Psycho» του Μπρετ Ίστον Έλις, προκηρύσσοντας τη δική του φιλοδοξία να καταθέσει ένα αντίστοιχο ψυχογράφημα του πιο σκοτεινού ασυνειδήτου της Κολομβίας και να αναδείξει όλες τις κρυφές πλευρές της. Γιατί μπορεί να έχει προ πολλού τελειώσει ο εμφύλιος που μάστιζε τη χώρα, αλλά ακόμα οι εμπλεκόμενοι και κυρίως οι ακροδεξιοί με θρησκευτικό προκάλυμμα βρίσκουν τρόπο να δράσουν: η υπόθεση ξεκινά όταν κάποια ανθρώπινα άκρα βρίσκονται θαμμένα σε μια πλούσια συνοικία, υπό βροχή, μέχρι που κάποια στιγμή αποδεικνύεται ότι το θύμα δεν ήταν και τόσο αθώο. Από εκεί αποκαλύπτεται ο φαύλος κύκλος των εγκλημάτων δίχως τέλος, σε μια χώρα που μοιάζει να είναι, όπως επαναλαμβάνει ο συγγραφέας, όχι μόνο γεμάτη από ορφανά αλλά ορφανή η ίδια.
Ευφάνταστο το εύρημα του Σαντιάγκο Γκαμπόα, που εμφανίζει τον εαυτό του για να τον «σκοτώσει» στη συνέχεια και μάλιστα με βίαιο τρόπο. Ένα μυθιστόρημα βγαλμένο από την πιο ανήκουστη πραγματικότητα μιας χώρας στην οποία ο θάνατος δεν είναι εξαίρεση αλλά μάλλον ο κανόνας και η στοχαστικότητα του συγγραφέα το βασικό του όπλο, αφού η φαντασία δεν απέχει πολύ από την απτή πραγματικότητα.