ΤΟ 2016 η Χίλαρι Κλίντον ήταν μια πρώην υπουργός Εξωτερικών και γερουσιαστής η οποία αντιμετώπισε έναν πολιτικά άπειρο μεγιστάνα ακινήτων, τον Ντόναλντ Τραμπ.
Έχασε. Ο κόσμος θα ψήφιζε μία γυναίκα, σύμφωνα με ένα σκεπτικό που επικράτησε, αλλά όχι αυτήν τη γυναίκα.
Το 2024 η Κάμαλα Χάρις ήταν μια Αντιπρόεδρος, πρώην γερουσιαστής και πρώην Γενική Εισαγγελέας που επίσης αντιπαρατέθηκε με τον Τραμπ, ο οποίος έχει καταδικαστεί για μια σωρεία αδικημάτων. Έχασε κι αυτή. Ο κόσμος θα ψήφιζε μία γυναίκα, σύμφωνα με το ίδιο ακριβώς σκεπτικό, αλλά όχι αυτήν τη γυναίκα.
Τα γεγονότα των τελευταίων οκτώ ετών μπορεί να ωθήσουν κάποιους να αναρωτηθούν: Αν η Κλίντον δεν ήταν αρκετά καλή, ούτε και η Χάρις, θα είναι ποτέ μια γυναίκα αρκετά καλή για να γίνει Πρόεδρος; Και τι είδους γυναίκα θα πρέπει να είναι;
Σύμφωνα με συνεντεύξεις που διεξήγαγε το Atlantic με ερευνητές και ερευνήτριες που μελετούν το φύλο και την πολιτική, ο σεξισμός ήταν ένας μικρός ίσως αλλά σημαντικός παράγοντας που λειτούργησε εναντίον της Χάρις. Και θα αποτελέσει πρόβλημα για οποιαδήποτε γυναίκα θέσει υποψηφιότητα για Πρόεδρος στο μέλλον.
Υπάρχουν άνθρωποι οι οποίοι είναι προκατειλημμένοι απέναντι στις γυναίκες υποψήφιες για την προεδρία. Το 2017, μια μελέτη διαπίστωσε ότι περίπου το 13% των Αμερικανών ήταν «θυμωμένοι ή αναστατωμένοι» με την ιδέα μιας γυναίκας στη θέση της Προέδρου.
«Οι Αμερικανοί ψηφοφόροι τείνουν να πιστεύουν σ’ ένα αφηρημένο επίπεδο ότι στηρίζουν την ιδέα μιας γυναίκας υποψήφιας, αλλά όταν έχουν μπροστά τους τις πραγματικές γυναίκες, βρίσκουν κάποιον άλλο λόγο για να μην τις στηρίξουν» λέει η καθηγήτρια επικοινωνίας στο Colorado State University, Karrin Vasby Anderson, η οποία το 2017 έγραψε ένα άρθρο για τις μεγάλες αντιξοότητες που αντιμετωπίζουν οι γυναίκες που θέτουν υποψηφιότητα για το ύπατο αξίωμα. Ο τίτλος του; «Κάθε γυναίκα είναι η λάθος γυναίκα».
Είναι σημαντικό να μην υπερεκτιμήσουμε τον ρόλο που έπαιξε ο σεξισμός στην ήττα της Χάρις. Αν και η οικονομία των ΗΠΑ σε γενικές γραμμές είναι αντικειμενικά ισχυρή, πολλοί ψηφοφόροι αισθάνονται πληγωμένοι από τον υψηλό πληθωρισμό και τα υψηλά επιτόκια. Και από τη στιγμή που ο Πρόεδρος Τζο Μπάιντεν αποσύρθηκε από την κούρσα τον περασμένο Ιούλιο, η Χάρις είχε λιγότερο από τέσσερις μήνες για να πείσει το αμερικανικό κοινό για τις θέσεις της.
Υπάρχουν όμως άνθρωποι οι οποίοι είναι προκατειλημμένοι απέναντι στις γυναίκες υποψήφιες για την προεδρία. Το 2017, μια μελέτη διαπίστωσε ότι περίπου το 13% των Αμερικανών ήταν «θυμωμένοι ή αναστατωμένοι» με την ιδέα μιας γυναίκας στη θέση της Προέδρου. Σε ένα πείραμα που διενεργήθηκε την ίδια χρονιά με υποθετικούς πολιτικούς υποψηφίους, οι Yoshikuni Ono και Barry Burden, πολιτικοί επιστήμονες στο Πανεπιστήμιο του Γουισκόνσιν στο Μάντισον, διαπίστωσαν ότι οι ψηφοφόροι «τιμωρούν» τις γυναίκες υποψήφιες για την προεδρία κατά 2,4 ποσοστιαίες μονάδες.
Αυτό σημαίνει ότι μια υποθετική γυναίκα υποψήφια θα έπαιρνε, ας πούμε, το 47% των ψήφων, αντί για 49,4% που θα έπαιρνε αν ήταν άνδρας. Αυτή η προκατάληψη ήταν πιο έντονη μεταξύ των ανδρών και μεταξύ των πολιτικά ανένταχτων ψηφοφόρων – δύο δημογραφικές ομάδες με τις οποίες η Χάρις συνάντησε σημαντικές δυσκολίες.
Ο προφανής αντίλογος είναι ότι, αν και εξακολουθούν να υπο-εκπροσωπούνται, οι γυναίκες έχουν κατακτήσει άλλου διάφορα υψηλά πολιτικά αξιώματα. Δεν είχαμε ποτέ γυναίκα Πρόεδρο, αλλά οι γυναίκες αποτελούν σχεδόν το ένα τρίτο του Κογκρέσου. Δώδεκα κυβερνήτριες είναι γυναίκες. Ωστόσο, η προεδρία της χώρας διαφέρει από άλλες εκλεγμένες θέσεις.
Όταν οι ερευνητές ζητούν από τους ψηφοφόρους να απαριθμήσουν τα χαρακτηριστικά που επιθυμούν από έναν Πρόεδρο, αξιολογούν πρώτα τα χαρακτηριστικά εκείνα που έχουν κωδικοποιηθεί ως αρσενικά, όπως η δύναμη, ως πιο σημαντικά από εκείνα που έχουν κωδικοποιηθεί ως θηλυκά, όπως η συμπόνια. «Το κύρος και το ύψος του αξιώματος συμβάλλουν στην αντίληψη ότι οι γυναίκες αποτελούν μεγάλο ρίσκο για την θέση αυτή», σύμφωνα με τη Nichole Bauer, καθηγήτρια πολιτικής επικοινωνίας στο Πανεπιστήμιο της Λουιζιάνα.
«Για να θεωρηθεί μια γυναίκα αρκούντως "προεδρική", θα πρέπει να είναι αρρενωπή, αλλά τη στιγμή που το πετυχαίνει αυτό, καταδικάζεται από ένα μέρος του πληθυσμού για παραβίαση των κανόνων της θηλυκότητας», λέει με τη σειρά της η Caroline Heldman, καθηγήτρια σπουδών φύλου στο Occidental College. Αυτό δημιουργεί μια σχιζοφρενική κατάσταση κατά την οποία μια γυναίκα δεν μπορεί να εκλεγεί Πρόεδρος επειδή δεν έχει εκλεγεί ποτέ γυναίκα Πρόεδρος.
Αρκετές από τις ερευνήτριες με τις οποίες μιλήσαμε δηλώνουν αμφίβολες ότι θα κερδίσει κάποια γυναίκα την προεδρία σύντομα. «Θα ήταν πραγματικά υπέροχο να δω μια γυναίκα στον Λευκό Οίκο στη διάρκεια της ζωής μου, αλλά είμαι πολύ απαισιόδοξη», λέει η Heldman, σημειώνοντας ότι η υποψηφιότητα μιας άλλης γυναίκας στο κοντινό μέλλον ισοδυναμεί πλέον με «στρατηγικό ρίσκο» για οποιοδήποτε από τα δύο κόμματα.