Η ΗΜΕΡΙΔΑ (πάντα με συνάρπαζε αυτή η λέξη) γινόταν στο αμφιθέατρο ενός πανεπιστημίου πριν από περίπου έναν μήνα. Πρώτα οι χαιρετισμοί: 8 άντρες, 1 γυναίκα. Μετά τα πάνελ: καθηγητές πανεπιστημίου, αντιπρόσωποι φορέων και επιχειρήσεων. Σύνολο: 12 άντρες, 2 γυναίκες. Ένα πάνελ ήταν μόνο 6 άντρες και 1 γυναίκα συντονίστρια – τους μιλούσε με τρυφερότητα, σαν να ήταν η μαμά τους, σαν να τους επανέφερε στην τάξη. Μία εβδομάδα μετά κοιτούσα τις φωτογραφίες: μια θάλασσα από μπλε κοστούμια και γκρίζα μαλλιά.
Τα τελευταία χρόνια η Ελλάδα ακολουθεί, έστω και με υπερβολικά μεγάλη καθυστέρηση, ένα νέο κύμα φεμινισμού. Η Αθήνα έχει πλημμυρίσει από μια σειρά φεστιβάλ για τη γυναικεία ταυτότητα, γυναίκες που μιλούν για γυναίκες ή για τη γυναικεία εμπειρία, πρωτοβουλίες επιμόρφωσης, προγράμματα για τη γυναικεία επιχειρηματικότητα. Κάτι μοιάζει να έχει αλλάξει.
Έχει; Δεν είμαι και τόσο σίγουρη.
Είναι δύσκολο να ψάξεις και να «ξεβολευτείς» όταν υπάρχει ένα ολόκληρο δίκτυο γνωστών αντρών. Στην Ελλάδα, εξάλλου, οι άντρες θεωρούνται παραδοσιακά πολύ πιο αξιόπιστοι από μια γυναίκα.
Φαντάστηκα το πιθανό σενάριο κατά το οποίο θα προσπαθούσα να εξηγήσω στους διοργανωτές της ημερίδας τι ακριβώς είναι το manel (male panel), ότι πλέον διεθνώς δεν διοργανώνονται συνέδρια και πάνελ με ελάχιστες γυναίκες, πως υπάρχει κόσμος που μποϊκοτάρει πλέον αυτού του είδους τα συνέδρια, πως η εκπροσώπηση είναι σημαντική και μετράει. Είμαι σίγουρη πως θεωρούσαν ότι μιλάω κάποια ξένη γλώσσα, ότι τους λέω κάτι τρομερά εξωτικό. Ή μπορεί να χρησιμοποιούσαν το γνωστό και πολύ δημοφιλές επιχείρημα, αυτό που είχε χρησιμοποιήσει και ο ίδιος ο πρωθυπουργός προ ΤikΤok και σοσιαλμιντιακής εκπαίδευσης πριν από κάποια χρόνια.
«Δυστυχώς, δεν έχουμε και τόσο πολλές γυναίκες που να ενδιαφέρονται να μπουν στην πολιτική» είχε πει στη Βρετανή δημοσιογράφο Ζεινάπ Μπαντάουι όταν τον ρώτησε γιατί η κυβέρνησή του έχει τόσες λίγες γυναίκες. Αντίστοιχα, το επιχείρημα που συχνά αντιτείνουν όσοι διοργανώνουν συνέδρια, πάνελ, όσοι ελέγχουν την πρόσβαση στον δημόσιο λόγο είναι: «Δεν υπάρχουν πολλές γυναίκες σε αυτόν τον κλάδο», «Δεν δέχονται εύκολα να μιλήσουν», «Δεν γνωρίζουμε εμείς προσωπικά γυναίκες σε αυτό το επάγγελμα».
Το επάγγελμα μπορεί να είναι οτιδήποτε από την αεροναυπηγική μέχρι την υγεία και τα χρηματοοικονομικά, αλλά η δικαιολογία είναι πάντα ή ίδια. Προσοχή – δεν ισχυρίζομαι πως κάποιος αποφασίζει να αφήσει τις γυναίκες απέξω γιατί είναι σεξιστής, αυτό είναι σπάνιο. Το να αφήσεις όμως τις γυναίκες εκτός διαλόγου είναι εύκολο και βολικό. Ακολουθείς απλώς την πεπατημένη. Είναι δύσκολο να ψάξεις και να «ξεβολευτείς» όταν υπάρχει ένα ολόκληρο δίκτυο γνωστών αντρών. Στην Ελλάδα, εξάλλου, οι άντρες θεωρούνται παραδοσιακά πολύ πιο αξιόπιστοι από μια γυναίκα.
Οι γυναίκες αποτελούν πάνω από το 50% του πληθυσμού, αλλά μένουν σταθερά πίσω στον δημόσιο λόγο και είναι παραδοσιακά «ριγμένες» στον τομέα της εργασίας. Ναι, είναι σημαντικά τα φεστιβάλ, τα συνέδρια ή η επιμόρφωση, αλλά δεν είναι αρκετά. Πώς θα υπάρξει αληθινή αντιπροσώπευση και συμπερίληψη όταν το ποσοστό των γυναικών στην ελληνική Βουλή είναι 23%, και παραμένει σχεδόν ίδιο, με μικρές αυξομειώσεις, από το 2012; Όταν οι γυναίκες σε διευθυντικές θέσεις είναι ελάχιστες; Η Ελλάδα έχει ένα από τα χαμηλότερα ποσοστά γυναικείας συμμετοχής στην εργασία στην Ευρωπαϊκή Ένωση, ενώ είναι τελευταία στο Gender Equality Index for EU Countries της EIGE που μετράει την πρόοδο των χωρών της Ε.Ε. στον τομέα της ισότητας.
Η αγαπημένη μου δικαιολογία, βέβαια, απ’ όλες όσες έχω ακούσει για την έλλειψη γυναικών στον δημόσιο λόγο είναι: «Δεν χρειάζεται να δίνουμε βήμα στις γυναίκες μόνο και μόνο επειδή είναι γυναίκες». Αλίμονο!
Το άρθρο δημοσιεύθηκε στην έντυπη LiFO.