ΣΥΜΒΑΙΝΕΙ ΤΩΡΑ

Σαν βάλσαμο

Σαν βάλσαμο Facebook Twitter
0

Σαν βάλσαμο Facebook Twitter

Ήταν κάποτε ένας παπουτσής, Συμεών τ' όνομά του, φτωχός μεροκαματιάρης. Ένα παλτό μοιραζόταν με τη γυναίκα του τις κρύες μέρες του χειμώνα – ακόμα και το φαΐ τους ήταν λιγοστό. Μια μέρα, που πήγε να μαζέψει κάτι λεφτά που του χρωστούσαν για να μπορέσει να αγοράσει τα αναγκαία, έπεσε πάνω σ' έναν άνθρωπο πεσμένο στη γη, γυμνό. Στην αρχή δίστασε, φοβήθηκε τους μπελάδες, αλλά η συμπόνια νίκησε μέσα του. Του έδωσε το παλτό του και τον πήρε στο φτωχικό του.

Η γυναίκα του στην αρχή έβαλε τις φωνές, αυτοί δεν είχαν να φάνε, πώς να περιθάλψουν τον ξένο; Αλλά, για την αγάπη του Θεού, και η δική της καρδιά δεν άργησε να μαλακώσει. Του 'δωσε ρούχο καθαρό και μοίρασε το ψωμί στα τρία. Το πρόσωπο του ξένου, Μιχάηλ τ' όνομά του, χαμογέλασε και φωτίστηκε παράξενα.

Παράξενος άνθρωπος ο Μιχάηλ. Δεν μιλούσε πολύ, δεν πήγαινε πουθενά. Έξι χρόνια έζησε μαζί τους (έμαθε να φτιάχνει παπούτσια κι έγινε ο καλύτερος τεχνίτης) και στο διάστημα αυτό μόνον άλλες δύο φορές χαμογέλασε κι ο χώρος γύρω του φωτίστηκε. Καθεμία απ' αυτές, ένα ερώτημα κρίσιμο απαντήθηκε μέσα του.

Τι υπάρχει μέσα στην καρδιά του ανθρώπου; Τι δεν ξέρει ο άνθρωπος; Από τι ζουν οι άνθρωποι;

Η ιστορία του Τολστόι δίνει τις απαντήσεις με τον τρόπο, τον αφελή και σοφό και μαγικό, των παραμυθιών. Ή, καλύτερα, των παραβολών, που αντιστοιχούν στο 1/3 της διδασκαλίας του Ιησού – στα λόγια Του, άλλωστε, ο Ρώσος συγγραφέας βρήκε καταφύγιο. Ο σπορέας (Λουκ. η΄ 5-15), Τα ζιζάνια (Ματθ. ιγ΄ 24-30 και 36-43), Ο σπόρος του σιναπιού (Ματθ. ιγ΄ 31-33), Ο άσωτος υιός (Λουκ. ιε΄ 11-32), Ο καλός Σαμαρείτης (Λουκ. ι΄ 25-37), Ο έμπιστος δούλος (Ματθ. κδ΄ 45-51), Ο άδικος κριτής και η χήρα (Λουκ. ιη΄ 1-8), Οι δέκα παρθένες (Ματθ. κε΄ 1-13), για να αναφερθώ σε μερικές από τις παραβολές του, τι είναι; Ασυνήθιστες ιστορίες που ερμηνεύουν συμπεριφορές κι επιλογές των ανθρώπων με τρόπο εύληπτο, με παραδείγματα που λειτουργούν άμεσα γιατί αντλούν από την καθημερινότητα των ανθρώπων, αλλά που έχουν τη δύναμη να συγκινούν βαθιά, να δημιουργούν εικόνες στο μυαλό του ακροατή και γι' αυτό να αποτυπώνονται στη μνήμη άπαξ διά παντός. Η επιρροή τους είναι ευδιάκριτη σε πολλές σελίδες του έργου του Τολστόι – στο Από τι ζουν οι άνθρωποι η σκηνή με τον σκληρό άρχοντα, π.χ., παραπέμπει κατευθείαν στην παραβολή του Άφρονος πλουσίου (Λουκ. ιβ΄ 16-21).

Ο Τολστόι (1828-1910) στη μακρά ζωή του, παρά τη μεγάλη περιουσία του, τα 13 παιδιά του, τη λογοτεχνική δόξα, υπέφερε από πνευματικές κρίσεις. Έψαχνε το νόημα της ζωής κι απάντηση δεν έβρισκε ούτε στην τέχνη, ούτε στις επιστήμες, ούτε στην οικογένεια. «Έψαξα σ' όλους τους κλάδους της γνώσης και όχι μόνο δεν βρήκα τίποτα αλλά πείστηκα πως και όλοι οι άλλοι που είχαν ερευνήσει, όπως κι εγώ, τις περιοχές της γνώσης απάντηση δεν βρήκαν. Αντιθέτως, είχαν παραδεχτεί ξεκάθαρα το ίδιο πράγμα που με είχε οδηγήσει στην απόγνωση: ότι η ζωή δεν έχει κανένα νόημα, κι ότι αυτή είναι, χωρίς αμφιβολία, η μόνη αδιαφιλονίκητη γνώση που διαθέτει ο άνθρωπος» παραδέχεται στο Μία εξομολόγηση (εκδ. Printa, 2000).

Σκέφτηκε την αυτοκτονία πολλές φορές. «Όλα είναι καθαρή φάρσα, και μάλιστα φάρσα ανόητη. Αυτό ακριβώς είναι: δεν υπάρχει τίποτα το πνευματώδες ή το διασκεδαστικό, όλα είναι καθαρή σκληρότητα και ανοησία» σημειώνει. Τελικά προτίμησε να ζήσει. Προτίμησε την «απάντηση» που δίνουν κάθε μέρα οι πολλοί, οι μεγάλες μάζες που δουλεύουν, παλεύουν, υποφέρουν, απολαμβάνουν κατά το μέτρο των ταπεινών δυνατοτήτων τους. Ακολουθώντας το παράδειγμά τους στράφηκε στον Θεό. Η πίστη έρχεται να καλύψει το κενό στο οποίο καταλήγει η ορθολογική γνώση, η λογική μέθοδος, σχετικά με το νόημα της ζωής. «Σύμφωνα με την πίστη, για να κατανοήσω το νόημα της ζωής πρέπει να απαρνηθώ τη λογική μου, αυτήν ακριβώς για την οποία είναι αναγκαίο το νόημα». Ο Τολστόι βρήκε σανίδα σωτηρίας στο «αναγκαστικά ανεξήγητο».

Διαβάζοντας τη βιογραφία του, δεν είμαι σίγουρη αν η λύση που έδωσε στην υπαρξιακή αγωνία του ήταν αρκούντως ανακουφιστική. Χαμένη, πάντως, δεν πήγε όλη αυτή η αγωνία – υπήρξε μήτρα μερικών ιστοριών που έχουν τη δύναμη να συγκινούν βαθιά ακόμη και σε μια εποχή τόσο διαφορετική όσο η δική μας.

Από τι ζουν οι άνθρωποι, λοιπόν; Καλοσύνη και αγάπη, απαντά ο Τολστόι και μαζί του η Όλια Λαζαρίδου, ο Γιώργος Νανούρης και ο Ηλίας Κουνέλας. Οι τρεις τους διασκεύασαν τη νουβέλα του Τολστόι, προσθέτοντας τρία μικρά κείμενα που συνδέουν την παλιά ιστορία με τη ζωή μας στο δύσκολο σήμερα αυτής της πόλης: στον τσαγκάρη του Ρώσου συγγραφέα αντιπαρατίθεται ένας φτωχός άνθρωπος που ζητάει μια μικρή βοήθεια (η Όλια Λαζαρίδου εύστοχα τον παρομοιάζει με τη σκιά της, γιατί πράγματι θα μπορούσε να είναι οποιοσδήποτε από μας, κάποιος που μια κακή συγκυρία τον έριξε στη σκοτεινή πλευρά του κόσμου) κι ένας φιλότιμος, ευγενικός Ινδός ράφτης που η κρίση τον ανάγκασε να κλείσει το μαγαζάκι του.

Τρεις παλιές, ευρύχωρες ξύλινες ντουλάπες είναι το σκηνικό της Κατερίνας-Χριστίνας Μανωλάκου, που με μαγικό τρόπο (που έχει διδάξει καλά η ρωσική σχολή του θεάτρου) μεταμορφώνεται σε οικισμό, σπίτι, μαγαζί – σ' όλους τους χώρους που έχει η ανάγκη η χειροποίητη σκηνική αφήγηση. Μια πόρτα (ντουλάπας) ανοίγει και ένας κόσμος αναμνήσεων αποκαλύπτεται μέσα από συσσωρευμένα αντικείμενα. Μια άλλη πόρτα ανοίγει και μπαίνει ο σκληρός άρχοντας. Μια τρίτη αποκαλύπτει το χώρο όπου θα βρει μέρος να πλαγιάσει ο πεπτωκώς άγγελος. Σκιές (οι φωτισμοί είναι της Σοφίας Αλεξιάδου) παίζουν παιχνίδια με τις εικόνες που γεννά στο μυαλό μας η ιστορία (τι όμορφη η σκηνή που οι δύο σκιές, του τσαγκάρη που σκύβει να δει τι συμβαίνει με τον ανήμπορο γυμνό άνθρωπο, γίνονται μία κάτω από το ίδιο παλτό, όταν τον παίρνει μαζί του). Οι ηθοποιοί μπαίνουν και βγαίνουν στους ρόλους με την ευελιξία και την ελευθερία που μόνο το θέατρο επιτρέπει – η αλλαγή ενός ρούχου είναι αρκετή. Μια κούκλα ίδια η Λαζαρίδου, που άλλοτε την ακολουθεί κι άλλοτε την παρακολουθεί, επιμένει να βάλουμε τον εαυτό μας στη θέση του άλλου, του ξένου, αυτού που χρειάζεται βοήθεια – «Έχω; Σου δίνω», τόσο απλό είναι, λέει αυτή η μοναδικής ευαισθησίας ηθοποιός, ένα πλάσμα του θεάτρου στο οποίο παραδίδεσαι χωρίς δεύτερη σκέψη. Ο Ηλίας Κουνέλας είναι ιδανικός ερμηνευτής του αγγέλου που βρέθηκε στη γη, σαν άνθρωπος μες τους ανθρώπους, για να βρει τις τρεις κρίσιμες απαντήσεις. Όσο για τη μουσική και τα τραγούδια του Κωνσταντίνου Βήτα, είναι ό,τι ακριβώς χρειάζεται αυτό το τρυφερό σκηνικό ποίημα, από ταπεινά υλικά και ευρύχωρες ψυχές, για να ανοίξει κλειστά μάτια, αυτιά, καρδιές.

Θέατρο
0

ΣΥΜΒΑΙΝΕΙ ΤΩΡΑ

ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ

Παραστάσεις για κάθε γούστο που θα συγκινήσουν, θα διασκεδάσουν και θα προβληματίσουν

Θέατρο / Πού οφείλεται τόση δίψα για το θέατρο;

Το θέατρο εξακολουθεί να προκαλεί debates και ζωηρές συζητήσεις, παρά τις κρίσεις και τις οικονομικές περικοπές που έχει υποστεί, και φέτος ανεβαίνουν στην Αθήνα παραστάσεις για κάθε γούστο που θα συγκινήσουν, θα διασκεδάσουν και θα προβληματίσουν.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
Ανδρέας Κωνσταντίνου

Θέατρο / Ανδρέας Κωνσταντίνου: «Δεν μ' ενδιαφέρει τι υποστηρίζεις στο facebook, αλλά το πώς μιλάς σε έναν σερβιτόρο»

Ο ηθοποιός που έχει υποδυθεί τους πιο ετερόκλητους ήρωες και θα πρωταγωνιστήσει στην τηλεοπτική μεταφορά της «Μεγάλης Χίμαιρας» αισθάνεται ότι επιλέγει την τηλεόραση για να ικανοποιήσει την επιθυμία του για κάτι πιο «χειροποίητο» στο θέατρο.
ΜΑΤΟΥΛΑ ΚΟΥΣΤΕΝΗ
Ο Στρίντμπεργκ και η «Ορέστεια» προσγειώνονται στον κόσμο της Λένας Κιτσοπούλου

Θέατρο / Η Μαντώ, ο Αισχύλος και ο Στρίντμπεργκ προσγειώνονται στον κόσμο της Κιτσοπούλου

Στην πρόβα του νέου της έργου όλοι αναποδογυρίζουν, συντρίβονται, μοντάρονται, αλλάζουν μορφές και λένε λόγια άλλων και τραγούδια της καψούρας. Ποιος θα επικρατήσει στο τέλος;
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
«Η εποχή μας δεν ανέχεται το λάθος»

Οι Αθηναίοι / «Η εποχή μας δεν ανέχεται το λάθος»

Η ηθοποιός Ρουμπίνη Βασιλακοπούλου θυμάται τα χρόνια του Θεάτρου Τέχνης, το πείραμα και τις επιτυχίες του Χυτηρίου, περιγράφει τι σημαίνει γι' αυτή το θεατρικό σανίδι και συλλογίζεται πάνω στο πέρασμα του χρόνου.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
Θωμάς Μοσχόπουλος

Θέατρο / «Άρχισα να βρίσκω αληθινή χαρά σε πράγματα για τα οποία πριν γκρίνιαζα»

Έπειτα από μια δύσκολη περίοδο, ο Θωμάς Μοσχόπουλος ανεβάζει τον δικό του «Γκοντό». Έχει επιλέξει μόνο νέους ηθοποιούς για το έργο, θέλει να διερευνήσει την επίδρασή του στους εφήβους, πραγματοποιώντας ανοιχτές πρόβες. Στο μεταξύ, κάνει μια πολύ ενδιαφέρουσα κουβέντα με την Αργυρώ Μποζώνη.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
Τι είναι για σένα το «Οξυγόνο»;

Θέατρο / Τι είναι για σένα το «Οξυγόνο»;

Ένα συναρπαστικό υβρίδιο θεάτρου, συναυλίας, πολιτικοκοινωνικού μανιφέστου και rave party, βασισμένο στο έργο του επικηρυγμένου στη Ρωσία δραματουργού Ιβάν Βιριπάγιεφ, ανεβαίνει στην Κεντρική Σκηνή της Στέγης σε σκηνοθεσία Γιώργου Κουτλή και αποπειράται να δώσει απάντηση σε αυτό το υπαρξιακό ερώτημα.
ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΣ ΔΙΑΚΟΣΑΒΒΑΣ
Υπάρχει το «για πάντα» σε μια σχέση;

The Review / Υπάρχει το «για πάντα» σε μια σχέση;

Ο Αλέξανδρος Διακοσάββας και ο δημοσιογράφος και κριτικός θεάτρου Γιώργος Βουδικλάρης μιλούν για την παράσταση «Ο Χορός των εραστών» της Στέγης, τα υπαρξιακά ερωτήματα που θέτει το κείμενο του Τιάγκο Ροντρίγκες και τη χαρά τού να ανακαλύπτεις το next best thing στην τέχνη.
ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΣ ΔΙΑΚΟΣΑΒΒΑΣ
Φανί Αρντάν: «Σκυλάκι δεν είμαι, προτιμώ να παραμείνω λύκος»

Όπερα / Φανί Αρντάν: «Σκυλάκι δεν είμαι, προτιμώ να παραμείνω λύκος»

Πολυσχιδής και ανήσυχη, η Φανί Αρντάν δεν δίνει απλώς μια ωραία συνέντευξη αλλά ξαναζεί κομμάτια της ζωής και της καριέρας της, με αφορμή την όπερα «Αλέκο» του Σεργκέι Ραχμάνινοφ που σκηνοθετεί για την Εθνική Λυρική Σκηνή.
ΘΟΔΩΡΗΣ ΚΟΥΤΣΟΓΙΑΝΝΟΠΟΥΛΟΣ
Το «Κυανιούχο Κάλιο» είναι μια παράσταση για το ταμπού των αμβλώσεων 

Θέατρο / «Κυανιούχο Κάλιο»: Μια παράσταση για το ταμπού των αμβλώσεων στο Δημοτικό Θέατρο Πειραιά

Όχι μόνο σε ανελεύθερα ή σκοταδιστικά καθεστώτα, αλλά και στον δημοκρατικό κόσμο, η συζήτηση για το δικαίωμα της γυναίκας σε ασφαλή και αξιοπρεπή ιατρική διακοπή κύησης παραμένει τρομακτικά επίκαιρη.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
Τενεσί Ουίλιαμς: Ο ποιητής των χαμένων ψυχών

Θέατρο / Τενεσί Ουίλιαμς: Ο ποιητής των χαμένων ψυχών

«Εκείνο που με σπρώχνει να δημιουργώ θεατρικούς χαρακτήρες είναι ο έρωτας», έλεγε ο Ουίλιαμς, που πίστευε ότι ο πόθος «είναι κάτι που κατακλύζει πολύ μεγαλύτερο χώρο από αυτόν που μπορεί να καλύψει ένας άνθρωπος». Σε αυτόν τον πόθο έχει συνοψίσει τη φυγή και την ποίηση, τον χρόνο, τη ζωή και τον θάνατο.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ