TO BLOG ΤΟΥ ΣΤΑΘΗ ΤΣΑΓΚΑΡΟΥΣΙΑΝΟΥ
Facebook Twitter

Την άτιμη την σκάλα σαν ανέβαινα...

 

 

Την άτιμη την σκάλα σαν ανέβαινα...

Η άμοιαστη περίπτωση της Χιντέκο Τακαμίνε

 

Την άτιμη την σκάλα σαν ανέβαινα... Facebook Twitter

Στις 28 Δεκεμβρίου 2011 πέθανε στο Τόκυο μια μεγάλη σταρ του γιαπωνέζικου κινηματογράφου.

Λεγόταν Χιντέκο Τακαμίνε και ήταν 86 ετών. Έπασχε από καρκίνο του πνεύμονα.

Στην Ελλάδα την ξέρουμε (όσοι την ξέρουμε) από δυό ταινίες κυρίως: το "Οταν μια γυναίκα ανεβαίνει τη σκάλα" του Μικίο Ναρούσε (1960) και το "24 μάτια" (1954).

Στο πρώτο παίζει το ρόλο μιας γκέισας που την παίρνουν τα χρόνια και δεν μπορεί να ανταγωνιστεί την ορμή και την ενέργεια των νέων κοριτσιών. Είναι ο πιο σημαντικόςρόλος της καριέρας της-γεμάτος λεπτότητα, μελαγχολία και εκείνο το είδος της αξιοπρέπειας που γνωρίσαμε στις ταινίες των μεγάλων ιαπώνων  μετρ.

Είχε γυρίσει όμως πάνω από 300 ταινίες και ήταν από τα πιο αγαπητά πρόσωπα της Ιαπωνίας. Ξεκίνησε ως η γιαπωνέζικη απάντηση στην Σίρλευ Τεμπλ, αλλά βαθμηδόν ωρίμασε, μπόρεσε να εκφράσει τα πιο αντιθετικά αισθήματα -προπαντός το αίσθημα της γυναίκας μετά τον πόλεμο που ενώ λαχταρά να ζήσει τη ζωή της, δεν μπορεί.

 

Το «Οταν μια γυναίκα ανεβαίνει τη σκάλα» του Μικίο Ναρούσε, γυρισμένο το 1960, εκπλήσσει ακόμη με την παγερή του αυστηρότητα, την υπόκωφη ενέργειά του.

Είναι η ιστορία της Κέικο, μιας γκέισας «μιας κάποιας ηλικίας» σε ένα  μπαρ της ψιλοβίζιτας στη Γκίνζα -το Bar Carton. Πλησιάζει τα 30, ο άντρας της έχει σκοτωθεί σε δυστύχημα, παιδιά δεν έχει κι έχει αναλάβει τον αλητάμπουρα αδελφό της και το παιδί του που πάσχει από πολιομυελίτιδα (ναι, Κλακ φιλμς). Η μπογιά της περνάει όλο και λιγότερο, στο «σπίτι» την φωνάζουν Mamma, αλλά τη σέβονται: ακροβατεί, όπως μπορεί, ανάμεσα στην αξιοπρέπεια και την πορνεία. Προσπαθεί να ανοίξει ένα δικό της μαγαζί, αλλά δεν τα καταφέρνει, ο ανταγωνισμός είναι σκληρός· προσπαθεί να βρει κάποιον να την παντρευτεί, επίσης μάταιος κόπος. Ετσι γυρνάει κάθε βράδυ στο μπαρ της Γκίνζα με τα φτερά κομμένα.

Η ιστορία είναι χάρντκορ μελόδραμα. Αλλά η ταινία είναι ένα κατόρθωμα ισορροπιών. Μιλά βεβαίως για το συνηθισμένο θέμα της εποχής εκείνης, το γάμο και το γέρασμα των γυναικών (τι Οζου!, τι Μιζογκούτσι!), αλλά με έναν τρόπο λιγότερο δραματικό. Κι εδώ, ελάχιστα γκρο πλαν, που θα ΄σπρωχναν το συναίσθημα -μόνο η μακρινή εικόνα του παρατηρητή, και μια φωνή οff, η φωνή της, απαθής. Ακόμη και η κορύφωση έχει μεγάλο μέτρο. Δείχνει την Κέικο μπροστά στη σκάλα του μπορντέλου, να βλέπει τα σκαλιά και προς στιγμήν να διστάζει. Μετά, ένα γκρο πλαν (το μοναδικό της ταινίας) στα βήματά της, καθώς ανεβαίνει -και μια off φωνή, η φωνή της, που μηχανικά μονολογεί: «Μόλις βραδιάζει, πρέπει ν' ανεβώ αυτές τις σκάλες. Κι αυτό είναι εκείνο που μισώ. Αλλά άπαξ κι ανεβώ, τότε όλα  τα φέρνω εις πέρας».

 

 

ΘΕΜΑΤΑ ΔΗΜΟΦΙΛΗ

ΕΙΔΗΣΕΙΣ ΔΗΜΟΦΙΛΗ

THE GOOD LIFO ΔΗΜΟΦΙΛΗ