Βασισμένη στο μυθιστόρημα του Γιάννη Γιαννέλλη-Θεοδοσιάδη «Ισμαήλ και Ρόζα» (εκδόσεις Πατάκη) που γράφτηκε πριν από 12 χρόνια, η Ρόζα της Σμύρνης είναι μια ιστορία ενός ανεκπλήρωτου έρωτα κοντά στην περίοδο της Μικρασιατικής Καταστροφής, που έμεινε κρυφός για μεγάλο διάστημα και ζωντανεύει περίπου 60 χρόνια αργότερα χάρη σε ένα αντικείμενο και την περιέργεια 2 νέων ανθρώπων. Τα γυρίσματα της ταινίας πραγματοποιούνται αυτό τον καιρό στην Αθήνα, ενώ θα συνεχιστούν στην Κωνσταντινούπολη, τη Σμύρνη και τη Μυτιλήνη. Κατά τη διάρκειά τους βρεθήκαμε στο Μουσείο Βορρέ, στην Παιανία, όπου η αίθουσα με τα αντικείμενα σύγχρονης τέχνης που φιλοξενεί, μετατράπηκε για λίγο σε χώρο τέχνης που βρίσκεται στην Τουρκία, για τις ανάγκες μιας σκηνής, όπου τοποθετήθηκαν δημιουργίες του εικαστικού Τριαντάφυλλου Βαΐτση, που κατασκευάζει γλυπτά σκιάς, αντικείμενα δηλαδή που αποκαλύπτονται μόνο όταν πέσει πάνω τους φως και παρατηρήσουμε τη σκιά τους.
Η βουτιά στο παρελθόν που κάνει η ταινία, αφορά όχι μόνο τους ήρωες της αλλά και της σχέσης μεταξύ Ελλάδας και Τουρκίας μέσα στον 20ο αιώνα. Σχέσεις οι οποίες είναι πολύ καλύτερες όταν αναφερόμαστε σε μικρές ανθρώπινες ιστορίες παρά όταν μιλάμε γενικώς για έθνη.
Ο Γιώργος Κορδέλλας, γνωστός από τις δουλειές του στην τηλεόραση (Αναστασία, Απών, Τζιβαέρι, Λούφα και Παραλλαγή μεταξύ αυτών) για πάνω από 20 χρόνια, ήρεμος, επιβλέπει το στήσιμο του σκηνικού. Στο μεσοδιάστημα μιλά για το βιβλίο και την πρόθεσή του να το μετατρέψει σε κινηματογραφική ταινία. «Το βιβλίο είχε μια πολύ καλή ιδέα: την τυχαία ανακάλυψη κάποιου ίχνους, που οδηγούσε σε μια δραματική ιστορία του παρελθόντος. Σε ένα μυστικό, που χάθηκε στη δίνη της περιπέτειας που ακολούθησε την Καταστροφή της Σμύρνης. Το στοιχείο αυτό και το "αστυνομικού" τύπου ξετύλιγμα του νήματος ήταν κάτι που μπορούσε να χρησιμοποιηθεί σεναριακά και να χτιστεί μια ενδιαφέρουσα πλοκή. Το ότι αφορούσε σε έναν έρωτα που το πάθος του οδήγησε σε τραγωδία και το γεγονός ότι οι πρωταγωνιστές του, χωρίς να έχουν ξαναβρεθεί από τότε, ζουν ακόμα (τέλη της δεκαετίας του 80) στις δύο πλευρές του Αιγαίου, ήταν το δεύτερο καλό στοιχείο του βιβλίου. Τέλος, για μένα προσωπικά, είχε πολύ ενδιαφέρον να γίνει μια ταινία με μια ψύχραιμη ματιά στη σχέση μας με τους γείτονες, σ' αυτά που μας χωρίζουν κι αυτά που μας φέρνουν κοντά». Μεσολάβησαν πάντως χρόνια από την πρώτη ανάγνωση μέχρι την πραγμάτωση της παραγωγής. «Η ιστορία του βιβλίου, κατά τη διασκευή της σε σενάριο, άλλαξε πολλές μορφές μέχρι σήμερα. Δεν ακολουθήθηκε πιστά η ιστορία του βιβλίου, διαφοροποιήθηκε σε πολλά σημεία. Υπάρχουν αλλαγές ακόμα και στον χαρακτήρα κάποιων ηρώων. Οι διάλογοι "χτενίστηκαν" αρκετές φορές και η τελική τους διαμόρφωση έγινε στις πρόβες με τους ηθοποιούς. Μια ταινία άλλωστε, όπως και κάθε έργο, χτίζεται σε πολλά στάδια, περνάει από πολλά φίλτρα μέχρι να ολοκληρωθεί».
Η βουτιά στο παρελθόν που κάνει η ταινία, αφορά όχι μόνο τους ήρωες της αλλά και της σχέσης μεταξύ Ελλάδας και Τουρκίας μέσα στον 20ο αιώνα. Σχέσεις οι οποίες είναι πολύ καλύτερες όταν αναφερόμαστε σε μικρές ανθρώπινες ιστορίες παρά όταν μιλάμε γενικώς για έθνη. «Το να συζητάμε το παρελθόν χωρίς προκαταλήψεις και φανατισμούς βοηθάει στην κατανόηση μεταξύ μας, αλλά και στην κατανόηση της ιστορικής μας σχέσης, που έχει περάσει από χίλια-μύρια κύματα. Οι ιστορίες των ανθρώπων είναι οι "μικρές" ιστορίες, που αποτελούν κομμάτια –και μικρογραφία πολλές φορές– της μεγάλης ιστορίας του κόσμου. Οι καλές σχέσεις χτίζονται όταν παραμεριστεί η καχυποψία και κερδηθεί η εμπιστοσύνη. Κι αυτό γίνεται με μία προϋπόθεση: να αποδεχθούν και τα δύο μέρη την ιστορική αλήθεια, να εξετάσουν τα αίτια, να καταλάβουν το "γιατί". Τίμια και υπεύθυνα».
Στην ταινία, η τυχαία ανακάλυψη ενός αντικειμένου από έναν νέο άνθρωπο, δίνει το έναυσμα για το ξεκίνημα της ιστορίας και το ταξίδι στο χρόνο. Ρωτώντας τον γι' αυτή τη σεναριακή επιλογή αλλά και για το αν ο ίδιος που προσπαθούσε να μάθει το παρελθόν ενός αντικειμένου απαντά: «Εξαρτάται από το αντικείμενο. Ή μάλλον από το τι θα ήταν αυτό που θα αντιπροσώπευε για μένα. Ο ήρωας της ταινίας μας έχει προσωπικούς λόγους για να αναζητήσει την ιστορία του αντικειμένου που ανακαλύπτει, δεν το κάνει μόνο από απλή περιέργεια αλλά από κάποια βαθύτερη ανάγκη του».
Η Ρόζα της Σμύρνης είναι συμπαραγωγή Ελλάδας και Τουρκίας με γυρίσματα και στις 2 χώρες, κάτι που δεν δείχνει να επηρεάζει αρνητικά το γύρισμα. «Σίγουρα υπάρχουν δυσκολίες, αλλά έχει πάντα ενδιαφέρον η γνωριμία και η συνεργασία με ανθρώπους που πρωτοσυναντάς εν όψει μιας δουλειάς. Μαθαίνεις πράγματα, αποκτάς νέους φίλους, ανοίγεις δρόμους για αποδοτικές συνεργασίες. Ειδικά με τους Τούρκους, με τους οποίους έχουμε μια ιδιαίτερη συγγένεια».
Τους ήρωες που θα προσπαθήσουν να ανακαλύψουν το μυστήριο και ταυτόχρονα να ζήσουν τη δική τους ιστορία στο παρόν, υποδύονται ο Τάσος Νούσιας και η Ευγενία Δημητροπούλου. Ο Τάσος Νούσιας μας λέει: «Εγώ κάνω τον Δημήτρη, είναι αρχιτέκτονας αλλά και μανιακός συλλέκτης και με αφορμή μια έκθεση που ετοιμάζει για τις χαμένες πατρίδες και τη Σμύρνη ειδικότερα, πηγαίνει και ανακαλύπτει το κεντρικό του έκθεμα, που είναι ένα νυφικό με ένα γράμμα ραμμένο στη φόδρα του. Ανακαλύπτουμε έναν έρωτα ανεκπλήρωτο και βιώνουμε με αυτόν τον έρωτα αυτές τις τεράστιες απώλειες της προσφυγιάς, της μετακίνησης των πληθυσμών. Αν και αρνητικά προκατειλημμένος στην αρχή, μέσα από τις συναντήσεις με το τουρκικό στοιχείο ανακαλύπτει πως υπήρξαν άρρηκτοι δεσμοί μεταξύ Ελλήνων και Τούρκων αφού, χωρίς να υπάρχει εξίσωση, βλέπει πως με κάποιον τρόπο και οι 2 βίωσαν την προσφυγιά». Μιλά και για τις δικές του εμπειρίες που αφορούν τη σχέση των χωρών « Πριν τα γυρίσματα, έκανα ένα ταξίδι στη Σμύρνη και βρήκα έναν εξαιρετικό ζωγράφο που μένει σε ένα από τα ελάχιστα ελληνικά σπίτια που έχουν απομείνει εκεί, το οποίο και φρόντισε με τέτοιο τρόπο που είναι συγκινητικός ενώ μου μιλούσε με μεγάλη υπερηφάνεια γι αυτό που έκανε. Βρήκαμε έναν άνθρωπο που διέσωσε τη δική μας πολιτιστική ταυτότητα και κληρονομιά, με αυτό τον άνθρωπο δε μπορείς να είσαι εχθρός, γλυκαίνει η ψυχή σου γιατί σου δείχνει σεβασμό. Οι λαοί στη βάση τους δεν έχουν να χωρίσουν κάτι, αρχίζει μια πολιτική ιστορία ανάμεσα στις 2 χώρες αλλά και τις ημέτερες δυνάμεις, που έδρασαν ανάλογα με τα συμφέροντα τους χωρίς να σκεφτούν τη λαϊκή βάση».
Παρόμοιες εμπειρίες έχει να διηγηθεί και η Ευγενία Δημητροπούλου. «Ο παππούς μου είχε πολεμήσει στη Σμύρνη και αν δε τον είχε περιθάλψει μια Τουρκάλα δε θα ζούσε, είχα μεγαλώσει από μικρή με αυτή την ιστορία, οι αντιθέσεις αφορούν τους αρχηγούς των κρατών και εμείς δεν έχουμε τίποτα να χωρίσουμε. Έχω ταξιδέψει 2 φορές στην Κωνσταντινούπολη για δουλειά, η αντιμετώπιση που είχα από τους ανθρώπους εκεί ήταν εξαιρετική. Θέλω να πιστεύω ότι εξελισσόμαστε και αφήνουμε παλιές νοοτροπίες πίσω». Μας μιλά επίσης και για την ηρωίδα της: «Υποδύομαι την Μαριάννα, μια κοπέλα 28 χρονών, που ζει με τη γιαγιά της η οποία κατάγεται από τη Σμύρνη αλλά η Μαριάννα αγνοεί πολλά πράγματα από το παρελθόν γιατί η γιαγιά δεν μιλάει ποτέ γι' αυτό. Είναι εικαστικός και της αρέσει πάρα πολύ να κάνει ιδιαίτερα έργα τέχνης, παίρνει σκουπίδια και τα μεταμορφώνει σε έργα τέχνης και τυχαία γνωρίζεται με τον Δημήτρη, που ψάχνει να βρει την ιστορία που κρύβεται πίσω από ένα ματωμένο νυφικό που βρίσκεται σε ένα παλαιοπωλείο της Σμύρνης».
H Ρόζα της Σμύρνης είναι παραγωγή του Πάνου Παπαχατζή σε συμπαραγωγή με την Τουρκική εταιρεία Sarmasik Sanatlar, τον OTE TV, την Feelgood Entertainment και με την υποστήριξη του Ελληνικού Κέντρου Κινηματογράφου.
Στην ταινία πρωταγωνιστούν επίσης οι Λήδα Πρωτοψάλτη, Γιλμάζ Γκρουντά, Γιούλικα Σκαφιδά, Πέτρος Λαγούτης και Τζεμ Ακσακάλ.
Αναμένεται να κυκλοφορήσει στους κινηματογράφους τον Δεκέμβριο από την Feelgood.
σχόλια