Το ροκ, και το ελληνικό ροκ, στην Ελλάδα των late sixties αποτελούσε, συχνά, ηθελημένα ή άθελά του, μοχλό της αντίδρασης. Οι συνταγματάρχες, εννοώ, και όχι μόνον αυτοί το χρησιμοποιούσαν ως ένα, κατ' αρχάς, δυτικό προϊόν, ικανό να στρέψει τις (αισθητικές) αναζητήσεις τής νεολαίας σε ακίνδυνα και εντελώς ελεγχόμενα (από 'κείνους) περιβάλλοντα.
Το να άκουγες ή να έπαιζες ροκ στην Ελλάδα των late sixties ισοδυναμούσε πολλάκις με την εικόνα του καλού και ευγενικού παιδιού. Εκείνου που, τέλος πάντων, δεν ασχολιόταν με την πολιτική (κάτι, που, με άλλα λόγια, σήμαινε μια σιωπηρή, έστω, αποκήρυξη του κομμουνισμού), που δεν αλήτευε, που δεν έπαιρνε ναρκωτικά, εκείνου, εν πάση περιπτώσει, που έκανε το κέφι του ψυχαγωγώντας τον κόσμο (από απλούς νεολαίους και δημοσίους υπαλλήλους, μέχρι την «υψηλή κοινωνία»), δίνοντας το παρόν ακόμη και σε στρατιωτικές γιορτές!
Εν ολίγοις, το ροκ είχε απόλυτη πρόσβαση στον κρατικό/χουντικό μηχανισμό, με τα συγκροτήματα και τους καλλιτέχνες να εκμεταλλεύονται και την παραμικρή ευκαιρία για λίγη παραπάνω δημοσιότητα.
Ορισμένοι έχουν την εντύπωση πως μετά τη συναυλία των Rolling Stones στη Λεωφόρο Αλεξάνδρας, την 17/4/1967 (τέσσερις μέρες πριν το πραξικόπημα δηλαδή), το ροκ κυνηγήθηκε από το επερχόμενο χουντικό καθεστώς, πως αποκλείστηκε, τέλος πάντων, από τα μέσα και τον Τύπο. Αυτό είναι παντελώς αναληθές, καθώς, και κατ' αρχάς, σ' αυτή την περίπτωση δεν θα τυπώνονταν, στην Ελλάδα, ροκ δίσκοι και δισκάκια. Φυσικά, και όπως όλοι γνωρίζουμε, το εντελώς αντίθετο συνέβη. Η σχετική βιομηχανία άνθησε!
Η ελευθερία, θέλω να πω, που απολάμβανε η ροκ δισκογραφία της εποχής δείχνει απλώς πως το ροκ, ως ένα δυτικό, καπιταλιστικό να το πούμε προϊόν είχε την πλήρη αποδοχή της κεντρικής εξουσίας. Το ίδιο, δε, και οι δίσκοι των... αληταράδων Rolling Stones, οι οποίοι απασχολούσαν τον Τύπο, τότε, με τα μπλεξίματά τους με τα ναρκωτικά.
Όλες οι ελληνικές εφημερίδες εννοώ, ήδη από τον Φεβρουάριο του '67, έγραφαν για την περιπέτεια των Jagger και Richards με τις ουσίες (στο Λονδίνο), για την προσωρινή φυλάκιση τού πρώτου στα τέλη Ιούνη '67, για την καταδίκη τους λίγο αργότερα, για την αποφυλάκιση του Jagger με εγγύηση στις αρχές Ιουλίου, για την έφεσή τους πιο μετά κ.λπ.
[Και δεν ξέρω αν είναι περίεργο, αλλά πάντοτε οι ροκάδες πέφτανε στα μαλακά για τα ναρκωτικά, ακόμη και στην Ελλάδα ήδη από την εποχή της δικτατορίας (βλ. τα σχετικά με μέλη των MGC, Τ. Φαληρέας κ.ά.), ενώ άλλου είδους καλλιτέχνες, που είχαν παρόμοια ζόρια (βλ. Μπάρκουλης), τους αντιμετώπιζε το χουντοκράτος σαν κοινούς εγκληματίες, καταστρέφοντας την καριέρα τους].
Έτσι λοιπόν την ίδιαν εποχή, όπου όλα αυτά τα ωραία απασχολούσαν τις ελληνικές εφημερίδες, το χουντικό ραδιόφωνο δεν παρέλειπε να μεταδίδει τραγούδια των Rolling Stones και άλλων βεβαίως συγκροτημάτων. (Δεν βάζω εδώ θαυμαστικό). Αρκεί να ρίξει κάποιος μια ματιά στα ραδιοφωνικά προγράμματα της εποχής, προκειμένου να διαπιστώσει τού λόγου το αληθές. Το... τρελό μάλιστα είναι πως αυτά ακριβώς τα ροκ προγράμματα δεν τα μετέδιδε όποιος κι όποιος ραδιοσταθμός, αλλά εκείνος των Ενόπλων Δυνάμεων!!
Ροκ και στρατός σε συμφωνία φάσης; Αμ τι!! (Εδώ θα χρειάζονταν κάποια θαυμαστικά).
Να μερικές εκπομπές. Να μερικά συγκροτήματα (και καλλιτέχνες) δηλαδή που ακούγονταν από τον σταθμό των Ενόπλων στους πρώτους κιόλας μήνες της δικτατορίας, το καλοκαίρι και το φθινόπωρο του '67 – γιατί τα μετέπειτα χρόνια γινόταν, απλώς, πανικός.
Troggs (25/7), Rolling Stones (27/7), Herman Hermits (28/7), Beatles (1/8), Tommy James and the Shondells (2/8), Shadows (3/8), Monkees (4/8), Who (8/9), Spencer Davis Group (13/9), Rolling Stones (14/9), Hollies (15/9), The Mamas & the Papas (20/9), Los Bravos (22/9), Four Tops (6/10), Marc Aryan (12/10) κ.λπ., κ.λπ.
Μάλιστα, όπως είχαμε διαβάσει και στο βιβλίο του Κώστα Κατσάπη Το «Πρόβλημα Νεολαία» [εκδόσεις Απρόβλεπτες, Αθήνα 2013] το ροκ εκείνη την εποχή (λίγο πριν την χούντα δηλαδή) ήταν παντελώς αποδεκτό ακόμη και μέσα στη Σχολή Ευελπίδων! Να το απόσπασμα (με τη βοήθεια ρεπορτάζ της Βραδυνής):
«Λίγους μήνες νωρίτερα, ακόμη και ένα από τα προπύργια της ηθικής ευταξίας και του ευπρεπισμού, η Στρατιωτική Σχολή Ευελπίδων, θα είχε κυριευτεί από τους ρυθμούς του σέηκ, τους οποίους έπαιζε "η ορχήστρα γιε-γιε της Σχολής", σε έναν αποκριάτικο χορό, που όπως αναφέρεται την επομένη στα σχόλια του Τύπου, "ξεκίνησε σαν χορός, εξελίχθηκε σε ξεφάντωμα και κατέληξε σε υστερία"».
Αφού ροκ ακουγόταν ακόμη και εντός της Ευελπίδων, φανταστείτε τι θα γινόταν στα απλά στρατόπεδα και βεβαίως... έξω απ' αυτά! Στο τεύχος 70 των Μοντέρνων Ρυθμών [14/12/1966] διαβάζουμε σε άρθρο του Σπύρου Καρατζαφέρη:
«Ο Γιώργος (ο αδελφός μου) εδώ και 15 μέρες υπηρετεί την Πατρίδα. Κατετάγη σμηνίτης και βρίσκεται στον Άραξο, όπου κάνει την βασική εκπαίδευσι. Παρ' όλα τα γυμνάσια, όμως, δεν ξεχνάει τους φίλους του. Σ' όλα του τα γράμματα μου γράφει θερμούς χαιρετισμούς σ' όλους τους νέους και ιδιαίτερα στους αναγνώστες των Μοντέρνων Ρυθμών. Επίσης στο τελευταίο του γράμμα γράφει ότι ετοιμάζει για τα Χριστούγεννα ένα καταπληκτικό ρεσιτάλ για τους συναδέλφους του και τους αξιωματικούς του μέσα στη βάσι. Τα συγκροτήματα που θα λάβουν μέρος δεν είναι ακόμη γνωστά. Υποψηφιότητα θέτουν –αν δεν είναι κλεισμένα λόγω εορτών– οι Σάουντς και η Τάμμυ, οι Τζάγκουαρς, οι Ντράγκονς, οι Γαλαξίες κ.λπ.(...) Από τον Άραξο με αγάπη».
Και λίγο πιο κάτω στο ίδιο τεύχος, πάντα από τον ίδιο συντάκτη:
«Επ' ευκαιρία ο Γιώργος (Καρατζαφέρης) παρακαλεί όποιο συγκρότημα επιθυμεί να λάβη μέρος στην αεροπορική γιορτή των Χριστουγέννων να του τηλεφωνήση (τηλ. 615.944 ΤΡΑΠΕΖΑ ΙΔΕΩΝ), για να ρυθμίσουνε τις λεπτομέρειες».
Τότε δεν ήταν (τέλη '66), όταν είχε κυκλοφορήσει και το δισκάκι των We Five «Σαν ήμουν στρατιώτης/ Κάποιο αγόρι, όπως κι εγώ, λάτρευε Μπητλς και Ρόλλινγκ Στώουνς» [Pan-Vox PAN 6071];
Τo πρώτο τραγούδι ήταν το "Quando ero soldato" (Gianfranco Reverberi, Sergio Bardotti), που είχε τραγουδήσει εκείνη την εποχή ο Lucio Dalla. Βασικά, επρόκειτο για ένα ειρωνικό και επί της ουσίας αντιπολεμικό κομμάτι, το οποίον ο έλληνας στιχουργός (Νίκος Μαστοράκης) το είχε επιστημονικώς διαστρέψει. Ενώ ο Dalla τραγουδούσε κάποια στιγμή «ο πόλεμος ήταν εκεί, υπάρχει τώρα» (εννοώντας τον πόλεμο στο Βιετνάμ), οι We Five (δια στόματος Ντέμη Ρούσσου), μεταφέρουν τον πόλεμο από το πεδίο της μάχης στο σπίτι(!), καθώς τους ακούμε να τραγουδούν: «τώρα στο σπίτι γίνονται μάχες, κι είμαι ο εχθρός(...) Τώρα οι δικοί μου μ' έχουν για πάντα στο πειθαρχείο»... με τη στρατιωτική θητεία, στην ελληνική απόδοση, να παρουσιάζεται καθαρά (και καθόλου ειρωνικά) σαν ευλογία!
Και στην Ελλάδα, βεβαίως, να μην ξεχάσουμε πως είχαμε και συγκρότημα που δημιουργήθηκε μέσα σε πτέρυγα μάχης. Λέμε για τους Air Boys (ηχογράφησαν και τραγούδια στα sixties), που σχηματίστηκαν το 1965 στην 115 Π.Μ. από Έλληνες και Αμερικανούς σμηνίτες, που υπηρετούσαν στην Αεροπορική Βάση της Σούδας.
Και από πού ακούγονταν όλα αυτά τα τραγούδια εκείνη την περίοδο; Φυσικά και από τον ραδιοφωνικό σταθμό των Ενόπλων Δυνάμεων και τις εκπομπές «Δισκοθήκη 66» (με τον Γιώργο Αναστασόπουλο), «Επιχείρησις Λεύκωμα» (με τον Γιώργο Καρατζαφέρη) κ.λπ. Ενώ δεν πρέπει να ξεχνάμε και τις εκπομπές του Γιάννη Πετρίδη (και επί δικτατορίας πια) στον Στρατιωτικό Ραδιοφωνικό Σταθμό της Λάρισας. Όπως έγραφε και ο ίδιος ο Πετρίδης στους Μοντέρνους Ρυθμούς (#80, 10 Μαΐου 1967):
«Η Ραδιοφωνική Μουσική Επιθεώρηση μεταδίδεται ήδη τρεις φορές την εβδομάδα, με προοπτικές εντός του προσεχούς δεκαημέρου ν' αρχίση και η τέταρτη εκπομπή (σ.σ. περισσότερες ώρες για ροκ επί δικτατορίας!). Σας υπενθυμίζω τις ημέρες και ώρες μεταδόσεως και εκπομπών που παρουσιάζω από τον Στρατιωτικό Ραδιοφωνικό Σταθμό Λαρίσης: Δευτέρα 22:30 Μουσικά Θέματα διάρκεια 30 λεπτά, Τετάρτη 22:15 Μουσική Επιθεώρησι διάρκεια 45 λεπτά, Πέμπτη 21:10 Μουσική Επιθεώρησι διάρκεια 50 λεπτά, Παρασκευή 22:30 Μουσική Επιθεώρησι διάρκεια 30 λεπτά. Η εκπομπή της Πέμπτης, 50 λεπτών, κατέχει το ρεκόρ διαρκείας από κάθε άλλη ελληνική εκπομπή νεολαίας».
Και, εννοείται, πως δεν θα πρέπει να ξεχάσουμε και τον AFRS (Armed Forces Radio Station), τον σταθμό της αμερικάνικης στρατιωτικής βάσης στο Ελληνικό, που μετέδιδε «αμερικάνικη» μουσική ήδη από το 1959. Φυσικά πλήρως ελεγχόμενη και με λογοκριμένα τα αντιπολεμικά και γενικότερα τα «επικίνδυνα» τραγούδια των sixties!
Αυτό ορισμένοι δεν το έχουν αντιληφθεί, ακόμη και σήμερα. Πιστεύουν δηλαδή πως ο AFRS ήταν κάποιος ανεξάρτητος σταθμός τύπου Radio Caroline (λέμε τώρα) και πως παρείχε πλουραλιστική και αντικειμενική ροκ πληροφόρηση. Διαβάστε τι λέει ο Johnny Carr (βρετανός ντράμερ του συγκροτήματος Zoo, που έκανε καριέρα, τότε, στην Ελλάδα, δημιουργημένο από παιδιά των American Community Schools της Αθήνας) στο σάιτ Garage Hangover το 2010:
«Ωστόσο, τα σύννεφα άρχισαν να μαζεύονται. Ο Μπομπ Θόρντον, βασικός τρομπετίστας στους Varsity Band, δεν μπορούσε να το γνωρίζει, αλλά τα φτερά τού σκοτεινού αγγέλου είχαν ήδη αρχίσει να απλώνονται πάνω του, αφού σε λίγα χρόνια θα σκοτωνόταν στο Βιετνάμ. Η ίδια τύχη μου είπαν (αλλά δεν μπορώ να το επιβεβαιώσω) περίμενε και τον Πητ Λαζίδη. Η σκιά του Βιετνάμ είχε αρχίσει να ρίχνει δυσοίωνα το βαρύ πέπλο της. Το καψιμί (σ.σ. ας το πούμε έτσι) στη στρατιωτική βάση στο Ελληνικό, για παράδειγμα, αρνιόταν να φέρει το "Eve of destruction" του Barry McGuire, τραγούδι που είχε απαγορευτεί και από τον AFRS, προς μεγάλη απογοήτευση ορισμένων από τους αμερικανούς φίλους μου, που μου ζήτησαν απλώς να αγοράσω τον δίσκο από τα μαγαζιά τού κέντρου της Αθήνας».
Φυσικά, το θρυλικό αντιπολεμικό/κοινωνικοπολιτικό "Eve of destruction" του P.F. Sloan με τον Barry McGuire, που είχε κυκλοφορήσει το 1965, έχοντας φθάσει μέχρι το Νο 1 του αμερικανικού Billboard Hot 100 και μέχρι το Νο 3 του UK Singles Chart τον Σεπτέμβριο του '65, είχε τυπωθεί κανονικά στην Ελλάδα σε ετικέτα RCA Victor [47g 1149] και παρότι απαγορευμένο, από τον... ελεύθερο αμερικάνικο σταθμό της στρατιωτικής βάσης στο Ελληνικό, βρήκε τον τρόπο να βλαστήσει στις ψυχές ορισμένων.
Όπως είχε πει και ο Νίκος Παπάζογλου στον Ήχο (#166, Ιανουάριος 1987):
«Από εκείνη την περίοδο ξεκίνησαν πολλά πράγματα, όπως το τραγούδι διαμαρτυρίας (σ.σ. στην Αμερική). Αυτό ήταν που με συγκινούσε στο ροκ εν ρολ. Ο Πρίσλεϊ δεν μου έλεγε τίποτα, παρότι ο νέος αυτός ήχος ήταν κάτι το συγκλονιστικό. Αυτό που με τράβηξε σαν περιεχόμενο ήταν το τραγούδι της περιόδου του πολέμου της Παλαιστίνης (σ.σ. ο Πόλεμος των Έξι Ημερών τον Ιούνιο του '67) και του Βιετνάμ. Έχω συνδυάσει, δεν ξέρω πώς, τα γεγονότα της Λωρίδας της Γάζας (σ.σ. το 1967) με το "Eve of destruction". Νιώθοντας λοιπόν κι εγώ αυτή την κραυγή διαμαρτυρίας που έβραζε μέσα μου άρχισα να ασχολούμαι με την κιθάρα και μαζί με διάφορους φίλους από το σχολείο αρχίζουμε να φτιάχνουμε συγκροτήματα, στα οποία παίζουμε τραγούδια σε αυτό το πνεύμα».
Άμα περίμενε ο μακαρίτης ο Παπάζογλου να ενημερωνόταν από τον AFRS για το "Eve of destruction" ζήτω που καήκαμε...
Κάποτε ένας άλλος μακαρίτης ο Παύλος Σιδηρόπουλος είχε πει τα εξής ανυπόστατα για τη ροκ σκηνή της Θεσσαλονίκης στα τέλη των sixties αναφερόμενος στα συγκροτήματα Fratelli, Μακεδονομάχοι κ.λπ. (Ήχος & Hi-Fi #96, Μάρτης '81):
«Στη Θεσσαλονίκη (όπου πήγα εγώ σαν φοιτητής, γιατί έχω κάνει μαθηματικός μέχρι το τρίτο έτος) είχανε μια φοβερά δυναμική, συμπαγή και σκληρή σκηνή ροκ εν ρολ την εποχή '65-'75».
Και λίγο αργότερα στη Μουσική (#78, 5/1984) για το ίδιο θέμα (τη ροκ σκηνή της Θεσσαλονίκης):
«Ροκ σκηνή σήμαινε: όχι στα ιταλικά τραγούδια, μίσος για τη Δεξιά και για οποιαδήποτε απόχρωσή της(...) Σημειωτέον δε ότι το κύκλωμα αυτό ήταν στεγανό. Όσον αφορά δε τη μουσική, όποιος τολμούσε ν' ακούσει και Beatles ακόμα υπήρχε περίπτωση να μην του ξαναπούν ούτε καλημέρα. Εάν στην Αθήνα αυτό ήταν λιγάκι μαλακό, στη Θεσσαλονίκη ήταν απόλυτα αυστηρό».
Τι σόι... σκληρή, απόλυτα αυστηρή και αντιδεξιά σκηνή ήταν εκείνη τής Θεσσαλονίκης, όταν τα συγκροτήματά της έπαιζαν σε αποκριάτικους χορούς, που διοργάνωναν χουντο-στρατιωτικοί;
Όντως; Όντως, αφού την 20η Φεβρουαρίου 1969 οι Fratelli, μαζί με τους Up-Tight, τους Blue Velvet, τους Strangers και τους Juniors εμφανίστηκαν στη σκηνή του Αλεξάνδρειου Αθλητικού Μελάθρου, σε μιαν αποκριάτικη συναυλία, που διοργάνωσε το Γ Σώμα Στρατού, προκειμένου να ψυχαγωγηθούν στρατιώτες και σπουδαστές!
Σε χοροεσπερίδα του Β Σώματος Στρατού (4/10/1969) είχαν εμφανισθεί οι Sounds με την Tammy και τους Up-Tight και πάει λέγοντας...
Θέλω να πω με όλα τούτα πως το ροκ μπορεί να ήταν/είναι πολλά πράγματα ταυτοχρόνως, άλλα αποδεκτά από το τότε σύστημα της δεξιάς και ακροδεξιάς προπαγάνδας και πολιτικής και άλλα όχι. Και γι' αυτό το λόγο θα πρέπει κάποιος που θέλει ν' ασχολείται σοβαρά μ' αυτά τα θέματα να μελετά το φαινόμενο όσο πιο βαθιά γίνεται, και από πολλές μεριές, ώστε εκείνο που θα λέει κάθε φορά να έχει κι ένα κάποιο νόημα. Να μην είναι αρλούμπα δηλαδή τού τύπου «το ροκ είναι επανάσταση», «η ροκ ιδεολογία», «ο ροκ τρόπος ζωής» και άλλες τέτοιες σαχλαμάρες (που μόνον από αγράμματους περί το ροκ Έλληνες τις ακούς!), οι οποίες το μόνο που φανερώνουν είναι βλακεία και ασχετοσύνη.