Μια ξεχωριστή έκθεση φιλοξενεί αυτό το διάστημα το Βυζαντινό και Χριστιανικό Μουσείο σε συνεργασία με την Εφορεία Αρχαιοτήτων Κυκλάδων αλλά και τη Γαλλική Αρχαιολογική Σχολή Αθηνών με τον τίτλο «Κυκλαδικά στιγμιότυπα από τα μνημεία και τους ανθρώπους τους».
Πρόκειται για μια αναδρομή στις ανασκαφές, στα σημαντικά ευρήματα και κυρίως στα πρόσωπα που έπαιξαν τον καθοριστικότερο ρόλο στην προστασία και ανάδειξη των πολύτιμων αντικειμένων που κρύβονταν για αιώνες στα βάθη του αιγαιοπελαγίτικου νησιωτικού συμπλέγματος.
Οι αγώνες και οι αγωνίες σημαντικών αρχαιολόγων και άσημων εργατών που δούλεψαν για να τα φέρουν στο φως από τα τέλη του 19ου αιώνα, συγκεκριμένα από το 1873 που Γάλλοι αρχαιολόγοι ξεκίνησαν τις πρώτες ανασκαφές ‒δραστηριότητα που κορυφώθηκε μεταξύ 1903 και 1913 με τις «Μεγάλες Ανασκαφές» στη Δήλο και χρηματοδότηση του δούκα De Loubat‒ έως τα τέλη της δεκαετίας του 1920. Τόσο στη Δήλο, με το σπουδαίο θρησκευτικό και εμπορικό παρελθόν, όσο και στην απέναντι Ρήνεια, τη νεκρόπολη της Δήλου, αλλά και αλλού.
Η Δήλος ήταν από τις πρώτες τοποθεσίες που παραχωρήθηκαν από το ελληνικό κράτος για ανασκαφές και, όπως ήταν αναμενόμενο, αποκαλύφθηκαν εξαιρετικής ποιότητας αρχαιότητες.
Αρχειακό, φωτογραφικό και εκδοτικό υλικό, σημειώσεις, σκίτσα, τεφτέρια και κατάλογοι δίπλα σε σπουδαία εκθέματα συνιστούν αυτή την ιδιαίτερη παρουσίαση που καλύπτει τη δραστηριότητα και τις ανασκαφές των πρώτων κυρίως δεκαετιών της Γαλλικής Αρχαιολογικής Σχολής αλλά και των Ελλήνων συναδέλφων τους, οι οποίοι ανέλαβαν να προστατεύσουν την κληρονομιά της νησιωτικής χώρας και ενός ολόκληρου λαού.
Αυτό στο οποίο έδωσαν σημασία από την πρώτη στιγμή τόσο οι Γάλλοι επιστήμονες όσο και οι Έλληνες που εμπλέκονταν στις εργασίες ήταν η συστηματική καταγραφή με τήρηση ημερολογίων, αποτύπωση κατόψεων και όψεων κατοικιών, καταλογογράφηση και φωτογράφιση ευρημάτων. Ερευνητές, αρχιτέκτονες, καλλιτέχνες, συντηρητές και, φυσικά, οι επιστήμονες, Έλληνες και Γάλλοι, εισήγαγαν από την πρώτη στιγμή μεθόδους της πλέον υψηλής για την εποχή τεχνολογίας.
Παράλληλα, χάρη στον M. Holleaux δόθηκε σημασία στις δημοσιεύσεις μελετών σε επιστημονικά έντυπα που συμπληρώνονταν από ακουαρέλες και αρχιτεκτονικά σχέδια. Άλλωστε αυτό ήταν το βασικό αίτημα της Ελλάδας προς τις ξένες αποστολές ώστε να γίνονται ευρέως γνωστά τα ευρήματα και να αποκτάει η χώρα, μέσω του παρελθόντος της, κύρος.
Δίπλα στα επιστημονικά επιτεύγματα αναδείχτηκε το κυκλαδίτικο τοπίο, ειδικότερα αυτό της Μυκόνου, όπου συχνά διέμεναν οι ξένοι επισκέπτες και αρχαιολόγοι κατά τη διάρκεια των ανασκαφών στα δύο μικρότερα νησιά, που μέχρι σήμερα αποτελούν συμπληρωματικούς τουριστικούς προορισμούς του διάσημου θερέτρου.
Δεν είναι υπερβολή να πούμε ότι αυτή η «απόβαση» των συνεργείων της Γαλλικής Σχολής επηρέασε θετικά τον ντόπιο πληθυσμό που συμμετείχε ενεργά σε όλες εκείνες τις ιστορικές ανασκαφές, ενώ οι δεκάδες αρχαιολάτρες που κατέφθαναν σταθερά από τη Δύση για να θαυμάσουν όλα όσα είχαν αποκαλυφθεί από την αρχαιολογική σκαπάνη αποτέλεσαν τις πρώτες «τουριστικές» αφίξεις στο νησί, παρόλες τις δυσκολίες που ενείχε η επίσκεψη σε ένα νησί χωρίς λιμάνι.
Η Δήλος ήταν από τις πρώτες τοποθεσίες που παραχωρήθηκαν από το ελληνικό κράτος για ανασκαφές και, όπως ήταν αναμενόμενο, αποκαλύφθηκαν εξαιρετικής ποιότητας αρχαιότητες. Μία από αυτές ήταν το Ιερό του Απόλλωνα, η οικία του Διονύσου, μια διώροφη έπαυλη, εκ των ωραιότερων της κοσμοπολίτικης περιόδου του νησιού, η οποία αργότερα αναστηλώθηκε. Εκεί βρέθηκε το περίφημο ψηφιδωτό με τον θεό Διόνυσο και τον τίγρη, το οποίο για πρώτη φορά εκτίθεται στην Αθήνα στην τρέχουσα έκθεση.
Ωστόσο, δεν αποτελεί το μοναδικό εμβληματικό εύρημα, αφού η έκθεση βρίθει ανάλογων εκθεμάτων από μουσεία της Εφορείας Αρχαιοτήτων Κυκλάδων, της Εκκλησίας της Ελλάδος και της Γαλλικής Σχολής. Επίσης, ο ναός των Δηλίων, ο Πώρινος Οίκος, ο Οίκος των Ναξίων και η Οικία των Δελφινιών είναι κτίσματα που ήδη από το 1877 είχαν έρθει στο φως δίνοντας πληροφορίες μέσω αρχαίων επιγραφών, γλυπτών και εξαιρετικών ψηφιδωτών που συμπληρώνουν το αφήγημα της ανακάλυψής τους.
Μεγάλος όγκος τεκμηρίων, λοιπόν, δίπλα σε φωτογραφίες από ανασκαφές και τους συμμετέχοντες σε αυτές, ξεκινώντας από το τέλος του 19ου αι., όταν αποκαλύφθηκε ο πλούτος του σημαντικού λιμένα του αρχαίου κόσμου με το ξακουστό ιερό, πιστοποιώντας τη θρυλική του πολυπολιτισμικότητα, αλλά και σωρεία αντικειμένων από τον περίφημο «Βόθρο της κάθαρσης» της Ρήνειας. Η έκθεση αυτή φέρνει τον επισκέπτη της αντιμέτωπο με ένα πανόραμα της εξέλιξης τόσο των ανασκαφών όσο και της ιστορίας των τόπων όπου βρέθηκαν όλα αυτά.
Η έκθεση όμως απαρτίζεται και από έναν δεύτερο άξονα αφιερωμένο στη μνήμη του Νικόλαου Ζαφειρόπουλου, μιας σημαντικής μορφής που έπαιξε καθοριστικό ρόλο στην αρχαιολογία των Κυκλάδων. Πρόκειται για τον άνθρωπο που επέκτεινε και αναδιαμόρφωσε τρία μουσεία, αναστήλωσε μνημεία, περιέφραξε και διαμόρφωσε αρχαιολογικούς χώρους και ανακήρυξε άλλους τόσους παραδοσιακούς για να τους προστατεύσει. Στη μεγάλη του συνεισφορά συγκαταλέγονται οι ανασκαφές του νεκροταφείου της αρχαίας Θήρας στη Σελλάδα και στο Καμίνι της Νάξου.
Ανάμεσα στα πολλά επιλεγμένα ευρήματα, από τη Σελλάδα παρουσιάζεται για πρώτη φορά στο ευρύ κοινό το εντυπωσιακό ομοίωμα οικίσκου με 103 αντικείμενα, μια μικρογραφία θηραϊκού νοικοκυριού που βρέθηκε σε γυναικεία ταφή και αποτελεί το σημαντικότερο έκθεμα.
Η έκθεση συνεχίζει με αφιέρωμα στον αυτοδίδακτο αρχιτεχνίτη-συγκολλητή και ζωγράφο Γεώργιο Πολυκανδριώτη που εργάστηκε στα μουσεία της Μυκόνου και της Δήλου. Σε αυτόν χρωστάμε ένα γιγαντιαίο έργο, τη συντήρηση των πήλινων ευρημάτων που βρέθηκαν στον «Βόθρο της καθάρσεως» της Ρήνειας, τον λάκκο όπου το 426 π.Χ. οι Αθηναίοι μετέφεραν, αφού πρώτα ξέθαψαν, όλους τους νεκρούς της Δήλου, μετά από χρησμό, όπως αναφέρει ο Θουκυδίδης. Ο «βόθρος» περιείχε χιλιάδες αγγεία από τη γεωμετρική περίοδο (9ος-6ος αι. π.Χ.) έως το 426/5 π.Χ.
Η έκθεση ολοκληρώνεται με μια τρίτη ενότητα όπου αναδεικνύεται η θεματική των βυζαντινών και μεταβυζαντινών μνημείων των Κυκλάδων χάρη σε μια σεμνή μεν εκπροσώπηση αντικειμένων, αλλά εξέχουσας ιστορικής και καλλιτεχνικής αξίας. Εκεί το αφήγημα της ενότητας συντίθεται από ιστορίες για σύνολα μνημειακής ζωγραφικής και φορητές εικόνες.
Έτσι, ο επισκέπτης θα έχει την ευκαιρία να θαυμάσει δύο άγνωστες έως σήμερα αποτοιχισμένες τοιχογραφίες. Η μία αναπαριστά βυζαντινό δρόμωνα σε κίνηση με τους κωπηλάτες, έναν παρατηρητή στην πλώρη, μαζεμένο το ιστίο και άλλα ναυτικά εξαρτήματα, ενώ η δεύτερη αναπαριστά τον Άγιο Γεώργιο δρακοντοκτόνο μαζί με τον Άγιο Νικόλαο, τοιχογραφία του 13ου αι. αποτοιχισμένη από την Παναγιά Καλορίτ(ι)σσα, από το Σαγκρί της Νάξου.
Επίσης, θα μπορέσει να δει μια Θήρα Πρόθεσης με γιγαντιαία ολόσωμη απεικόνιση του Αποστόλου Παύλου του πρώτου μισού του 15ου αι., έναν κρυμμένο θησαυρό, την Κοίμηση της Θεοτόκου του Δομήνικου Θεοτοκόπουλου από τον Ναό Κοίμησης της Θεοτόκου στην Ερμούπολη της Σύρου, την επονομαζόμενη και «Παναγία των Ψαριανών» που ανακαλύφθηκε απρόσμενα το 1983 και, τέλος, έναν ενεπίγραφο χάλκινο σταυρό λιτανείας του 6ου αι. μ.Χ., μοναδικό εύρημα συλλογικού θρησκευτικού συναισθήματος.
Info:
Κυκλαδικά στιγμιότυπα από τα μνημεία και τους ανθρώπους τους
Βυζαντινό και Χριστιανικό Μουσείο
22 Νοεμβρίου 2017 έως 28 Φεβρουαρίου 2018