Το κουτί που πήραν 24 καλλιτέχνες από όλο τον κόσμο περιείχε ένα ποίημα του Γιώργου Σεφέρη (Γιασεμί), ένα κείμενο του Πέτρου Μάρκαρη (δύο κεφάλαια από το βιβλίο Η Αθήνα της μίας διαδρομής), ένα τραγούδι του Μάνου Χατζιδάκι (Μία πόλη μαγική), μία συνταγή για γεμιστά, καθώς και 12 αρχεία με ήχους της πόλης, αλλά κανένα οπτικό στοιχείο της Αθήνας.
"Χρησιμοποίησα φωτογραφίες εποχής για να αναπλάσω την Αθήνα, έναν τόπο άγνωστο σε μένα, παίρνοντας έμπνευση από τη μνήμη και τις αφηγήσεις. Οι φωτογραφίες στοχεύουν εν γένει στην ανάκτηση του παρελθόντος μας, των βιωμάτων μας, των διακοπών μας. Προκαλούν τη μνήμη μας που μας κάνει να νοσταλγούμε τους τόπους και τις καταστάσεις στις οποίες έχουμε βρεθεί. Η τεχνική μου (pinhole) στοχεύει στο να υπονοήσει το ότι δεν μπορούμε ποτέ να βιώσουμε πλήρως μια στιγμή ή έναν τόπο και αυτό ίσως δημιουργεί μια αίσθηση μελαγχολίας. Η εικόνα μου για την Αθήνα, αν και δείχνει σαφής, εξακολουθεί να είναι εντελώς άγνωστη".
Τι ανέδειξαν οι λέξεις, οι ήχοι και οι γεύσεις; Μια σειρά έργων που δημιουργήθηκαν μέσα από τη ζωγραφική, τη φωτογραφία, το σχέδιο, νέες τεχνολογίες, και που -σε πρώτη ανάγνωση- πολύ μικρή σχέση έχουν με τις γραφικές απεικονίσεις της Αθήνας που ξέρουμε. Οι καλλιτέχνες που συμμετέχουν στην έκθεση προκαλούν τον επισκέπτη να ακολουθήσει τις βαθύτερες διαδρομές των έργων τους, να ανακαλύψει το σημείο συνάντησής τους με την πόλη και να δει πώς την βλέπουν οι άλλοι.
"Ο ιστορικός και πολιτιστικός πλούτος της Αθήνας είναι παγκοσμίου φήμης και φέρνει στο νου εικόνες από μεγάλες μορφές του πνεύματος, ελληνικές θεότητες και αρχαία κειμήλια. Μολονότι όλα αυτά διατηρούνται πολύ έντονα στο μυαλό και τη φαντασία μας, όπως και η ίδια η πόλη άλλωστε, τελικά μας είναι άγνωστα.
Στο έργο μου έχω επανερμηνεύσει και, κατά συνέπεια, διακόψει το αναμενόμενο καλύπτοντας ή παραμορφώνοντας την τυπική εικονογραφία. Τα καλυμμένα πορτραίτα μου υποδηλώνουν τόσο το μυστηριώδες όσο και το άγνωστο, παροτρύνοντας τους επισκέπτες να φανταστούν τη δική τους κλασική εικονογραφία και να αναθεωρήσουν τις στερεοτυπικές προσδοκίες τους από αυτή την περίφημη πόλη στην οποία ζουν".
Στην περίπτωση των παράξενων πόλεων το περιεχόμενο δεν ήταν δεδομένο. Οι καλλιτέχνες προέρχονται από όλο τον κόσμο και από όλο το φάσμα των εικαστικών τεχνών, εργάζονται όχι μόνο ως εικαστικοί, αλλά και ως designers, ως illustrators. Μια εξερεύνηση στο πεδίο των applied arts που διαμορφώνει σε πολύ μεγάλο βαθμό το οπτικό περιβάλλον μέσα στο οποίο ζούμε. Είναι καλλιτέχνες από το Σάο Πάολο, τη Σουηδία, τον Καναδά τις ΗΠΑ, την Ολλανδία την Τσεχία, το Βέλγιο, τη Γαλλία, την Ολλανδία, τη Γερμανία, την Ιαπωνία.
"Η Αθήνα μου άσκησε για πρώτη φορά μαγεία στα σχολικά μου χρόνια κυρίως για την αρχιτεκτονική της αρχαίας πόλης και τη μυθολογία που είχε γεννηθεί εκεί. Η άμεση σύνδεση που υπήρχε στην αθηναϊκή κοινωνία μεταξύ των εγκόσμιων και των κοσμολογικών θεμάτων είχε κυριεύσει τη φαντασία μου. Εντύπωση μου είχε κάνει επίσης το γεγονός ότι, στην ακμή της, η αρχαία Αθήνα ήταν μια από τις πιο προοδευτικές πόλεις του πλανήτη: εξωστρεφής, καλλιτεχνικά και τεχνολογικά προηγμένη και εμπορικά ακμάζουσα.
Η Αθήνα της δικής μας εποχής είναι ασφαλώς μια σύγχρονη πόλη με σύγχρονες ανέσεις και σύγχρονα προβλήματα. Φαντάζομαι όμως ότι πρέπει να υπάρχει μια εξαίρεση στην Αθήνα που είναι πιο έντονη απ' ό,τι στις περισσότερες άλλες πόλεις: η αρχαία πόλη εξακολουθεί να είναι ένα ζωτικό συστατικό της σύγχρονης. Θέλησα να ξανανοίξω μια πύλη προς το σύμπαν που συνδέει τη νεωτερικότητα της αρχαίας πόλης με αυτήν του κόσμου που φαντάζομαι ότι καταλαμβάνει σήμερα".
Το ερώτημα είναι απλό: Πώς με φαντάζεσαι; Έχουν ακούσει τόσες πολλές φορές τη λέξη Αθήνα τα τελευταία χρόνια και το ακούνε για μια πόλη που πάλλεται τα τελευταία χρόνια που τους έχει δημιουργηθεί περιέργεια. Απευθείας είναι λόγος ενδιαφέροντος. Πολλοί καλλιτέχνες θέλουν νάρθουν, θέλουν να τη ζήσουν, μπήκαν σε μια διαδικασία, σε μια διαδρομή εσωτερική για να προκύψουν αυτά τα έργα. Γιαυτό έχουν ενδιαφέρον και τα κείμενα που τα συνοδεύουν. Συμπέρασμα του τι είδαν; πολύ φως, δεν είδαν τόσα αρχαία μνημεία δεν είδαν μαυρίλα, είδαν ένταση. Συνδύασαν το φως με τις αισθήσεις τους. Στις μικρές ιστορίες που συνοδεύουν τα έργα τους βρίσκονται όλες οι απαντήσεις.
"Ακούγοντας τα δύο ηχητικά κομμάτια που περιέχονταν στο «κουτί έμπνευσης», το μπλε χρώμα ήρθε αμέσως στο μυαλό μου. Για μένα, αυτό το χρώμα εκφράζει χαρά, αλλά επίσης και μια βαθιά μελαγχολία – ένα παράδοξο που έγινε το επίκεντρο του έργου μου. Οι χαοτικές και δυναμικές συνθέσεις που περιλαμβάνονταν στο τελικό αποτέλεσμα απεικονίζουν το όραμά μου για την Αθήνα.
Για να ενισχύσω την εμπειρία του θεατή ζήτησα από τον μουσικοσυνθέτη Σύλβια Μοννιέ να δημιουργήσει μια ατμοσφαιρική μουσική επένδυση για τη σειρά των κολάζ μου. Εκείνος ανέμειξε με έξοχο τρόπο τη δική του μουσική σύνθεση με φασματικά θραύσματα του τραγουδιού «Μια πόλη μαγική» και του ορχηστρικού κομματιού «2» που μου δόθηκαν. Η σύνθεση παίζεται παράλληλα με το έργο μου, επαναδημιουργώντας ένα περιβάλλον σχετικό με εκείνο που δημιουργήθηκε για εμένα κατά τη διάρκεια της παραγωγής του".
"Η ανακάλυψη των περιεχομένων στο «κουτί έμπνευσης» ήταν σαν μια ανακάλυψη της ίδιας της Αθήνας. Για την προσέγγισή μου, επέλεξα να χρησιμοποιήσω το ποίημα για το γιασεμί μαζί με τα άλλα κείμενα που μου δόθηκαν, για να φανταστώ και να προτείνω πώς η Αθήνα μπορεί να είναι πιο όμορφη και μαγευτική τη νύχτα ή το σούρουπο. Παίρνοντας αυτά τα στοιχεία κυριολεκτικά , φωτογράφισα το γιασεμί να μπαίνει μέσα από ένα παράθυρο που φωτίζεται από τα φώτα του δρόμου. Δελεάζοντας τους θεατές προς το άγνωστο, η εικόνα συλλαμβάνει μια φαντασιακή Αθήνα ως μια πόλη με ιδιαίτερο ενδιαφέρον και κρυφή ζωή".
"Μου κίνησαν την περιέργεια οι αντιθέσεις που εντόπισα στις διάφορες περιγραφές της Αθήνας από συζητήσεις που είχα. Όπως ήταν αναμενόμενο, πολλοί εστίασαν σε όμορφες αλληγορίες και περιγραφές αρχαιοελληνικών καταλοίπων ή νεοκλασικής αρχιτεκτονικής, ενώ άλλοι στις γκρίζες τσιμεντένιες πολυκατοικίες και στη μεταπολεμική ανάπτυξη.
Θέλησα να απαντήσω σε μια επιλογή αυτών των διαφορετικών περιγραφών, δημιουργώντας ένα έργο βασισμένο στον κάνναβο, για να αποδώσω την πολυπλοκότητα της πόλης. Η δομή του κάνναβου συνδέεται σε διάφορα επίπεδα με αυτή την έννοια και αναδεικνύει την τεράστια ποικιλία των στοιχείων της Αθήνας, τονίζοντας την πληθώρα των ιστοριών που είναι χαμένες εντός της. Για παράδειγμα, κοντινές γειτονιές μπορούν να είναι εντελώς διαφορετικές, αλλά ενώνονται για να σχηματίσουν ένα σύνολο. Τελικά, αυτά είναι τα επιμέρους δομικά στοιχεία εντός της περίπλοκης αφήγησης της Αθήνας".
"Ενώ οι κάτοικοι, η ιστορία και ο πολιτισμός της Αθήνας παρουσιάζουν ιδιαίτερο ενδιαφέρον, εγώ φαντάζομαι ότι αυτό που θα με γοήτευε στην πρώτη μου επίσκεψη στην πόλη θα ήταν το αθηναϊκό φως. Εκθαμβωτικό και θερμό, προσφέρει ένα βαθύ και παιχνιδιάρικο σκηνικό στο οποίο μπορεί κανείς να δημιουργήσει φωτογραφίες. Η σκιά, η αντανάκλαση και τα αναπάντεχα σχήματα δίνουν ζωή σε επιφάνειες και αντικείμενα που διαφορετικά θα παρέμεναν αόρατα, επιτρέποντάς μου μια στιγμή πειραματισμού και εξερεύνησης, καθώς οραματίζομαι την πόλη αυτή. Έχοντας το φως για πρώτη ύλη, οι πειραγμένες φωτογραφικές εικόνες μου παρουσιάζουν την Αθήνα ως μια πόλη πλημμυρισμένη από φως και χρώματα, κάτι που υπαινίσσεται το βάθος και τον παλμό της ζωής και της κουλτούρας που εμπεριέχει. Το έργο μου χρησιμοποιεί την αναλογική φωτογραφία ως αφετηρία και επαναπροσδιορίζει την ομορφιά του μέσου μέσα από ψηφιακούς πειραματισμούς".
"Αναφερόμαστε πάντα στις πόλεις ως ξεχωριστές οντότητες, αλλά στην πραγματικότητα αυτές δεν είναι παρά μια συλλογή εκατομμυρίων γεγονότων που συμβαίνουν ταυτόχρονα. Τα ηχητικά αρχεία που μου δόθηκαν με έκαναν να σκεφτώ τις στιγμές που βιώνουν οι άλλοι άνθρωποι. Σκέφτηκα πώς συγκροτούνται οι πόλεις από μια συλλογική προοπτική· από εσένα που δεν έχεις την αυτοπεποίθηση να μιλήσεις στην όμορφη γυναίκα που συνάντησες στο μετρό το πρωί έως τον ηλικιωμένο που διαβάζει κάθε μέρα την εφημερίδα του στο γωνιακό καφέ ή τον σκύλο του γείτονα που δεν έχεις δει ποτέ αλλά γαβγίζει κάθε βράδυ τη στιγμή που πας για ύπνο. Εκατομμύρια εμπειρίες που συμβαίνουν ταυτόχρονα δημιουργούν την πόλη της Αθήνας έτσι όπως εγώ τη φαντάζομαι".
"Η Ακρόπολη τώρα. Το κομμάτι μας είναι βασισμένο σε επιφανειακές εντυπώσεις και θραύσματα ποπ κουλτούρας μιας πόλης που έρχεται από τόσο μακριά. Μας απασχόλησε το σύγχρονο πλαίσιο του πανταχού παρόντος αρχαίου παρελθόντος της πόλης και το πώς εμείς σχετιζόμαστε με αυτό σήμερα. Σκοπίμως διατηρήσαμε ευρείες τις αναφορές μας και αναρωτιόμαστε τι μπορεί να έχουν να μας πουν τέτοιες γενικεύσεις και κλισέ σχετικά με την πραγματικότητα ενός τόπου και πολιτισμού που δεν έχουμε ακόμα βιώσει από κοντά".
"Οι καρτ ποστάλ παίζουν με μια απατηλή πραγματικότητα, καθώς απεικονίζουν εξιδανικευμένες και ειδυλλιακές καταστάσεις. Ποτέ δεν θα δούμε ωμές εικόνες από ένα μέρος όπου η φτώχεια, οι συγκρούσεις και η επιθετικότητα πιθανόν να αποτελούν τμήμα της καθημερινής ζωής των κατοίκων. Αντιθέτως, βλέπουμε πάντα ηλιοβασιλέματα, άδειες παραλίες και τέλεια φωτισμένα κτίρια τοποθετημένα σε ένα τέλειο σκηνικό ευτυχίας.
Όταν φαντάζομαι την Αθήνα, τη σκέφτομαι πάντα με μια αίσθηση ηρεμίας. Ως προορισμό διακοπών, τη συνδέω με γαλήνη και ομορφιά, χωρίς να υπάρχει χώρος για το χαοτικό κόσμο – μέσα μου θέλω τέτοιου είδους στοιχεία να λείπουν.
Η απάντησή μου στο brief είναι αρχικά μια ερμηνεία των κτιρίων και των κατοίκων της πόλης· και ύστερα πιο αφηρημένα, αναφέρεται στις προσωπικές μου σκέψεις για τις διακοπές και την ηρεμία. Λαμβάνοντας υπόψη την οικειότητα που έχουμε με τις καρτ ποστάλ, δημιούργησα μία που θα ήθελα οι επισκέπτες να παίρνουν μαζί τους, σαν ένα κομμάτι της Αθήνας όπως αυτή ζει στη φαντασία μου".
"Διαβάζοντας στο βιβλίο του Πέτρου Μάρκαρη το κεφάλαιο σχετικά με το Θησείο, διαπίστωσα πόσο στενά σχετίζεται η ιστορία της Αθήνας με αυτήν του ιστορικού κέντρου του Σάο Πάολο. Παλιά κτίρια που κάποτε φιλοξενούσαν πλούσιες οικογένειες και δρόμοι που άλλοτε ήταν γεμάτοι από γραφεία εταιρικών κολοσσών έχουν αρχίσει να κατοικούνται με την πάροδο του χρόνου από μια χαμηλότερη κοινωνική και οικονομική τάξη. Ωστόσο, παρότι η περιοχή μπορεί να έχει χάσει τη λάμψη της, η μεταβολή αυτή έχει συμβάλει στο να δημιουργηθούν ένα νέο περιβάλλον και νέα βιώματα. Έχοντας αυτό κατά νου, αποφάσισα να κατέβω και να περπατήσω ξανά στους δρόμους του ιστορικού κέντρου του Σάο Πάολο, με παρέα τους ήχους και τη μουσική που μου δόθηκαν για «ενίσχυση της διαίσθησης». Διάλεξα τα αγαπημένα μου μέρη, αλλά και νέους δρόμους που δεν είχα ξαναδεί ποτέ μου, αναζητώντας κώδικες και συνδέσεις ενώ παράλληλα οι ήχοι της Αθήνας έπαιζαν στα ακουστικά μου. Οι άνθρωποι κάνουμε διαρκώς συνδέσεις. Όποτε βρεθείς σε ένα νέο μέρος, λειτουργείς διαφορετικά, προσπαθώντας να βρεις το δρόμο σου, προσπαθώντας να ξεγελάσεις την αίσθηση ότι δεν ανήκεις εκεί. Ο ορθολογισμός συνήθως εγκαταλείπεται και τον έλεγχο αναλαμβάνει η διαίσθηση που σε πάει σε πόλεις γνώριμες και σε οδηγεί στο να κάνεις παραλληλισμούς. Εξαιτίας αυτού, τα μάτια και τα αυτιά σου συντονίζονται καλύτερα, εργάζονται με προσήλωση, προσπαθούν να κατανοήσουν τις δομές του νέου μέρους και να τις ταιριάξουν με αυτές που ήδη γνωρίζεις. Στρεφόμενος στη διαίσθηση, συντονίζοντας τους ήχους με εκείνους του περιβάλλοντός μου στο Σάο Πάολο, τελικά κατάφερα, κατά κάποιον τρόπο, με το μυαλό και τις αισθήσεις μου να βρεθώ να περπατάω στην εντελώς δική μου, μικρή φαντασιακή Αθήνα. Έτσι έφτιαξα τέσσερα έργα μικρά, σαν τέσσερις ματιές ενός μικρού Σάο Πάολο".
"Έπρεπε να δημιουργήσω ένα έργο που δεν θα ήταν απολύτως σαφές αφού η εικόνα μου για την πόλη δεν είναι απολύτως σαφής. Θέλησα να αποδώσω την αίσθηση των διασταυρούμενων περιοχών μιας πόλης την οποία δεν γνωρίζω καθόλου. Στο μυαλό μου, αυτή η πόλη μοιάζει σαν ένας μετακινούμενος λαβύρινθος, ιστορικά, κοινωνικά και γεωγραφικά, όπου υπάρχουν τρύπες χρόνου που διαρκώς ανοίγουν και κλείνουν.
Προτίμησα, αντί να ακολουθήσω την κυριολεκτική γραμμή γνώσης που ξεκινά από την γεωγραφία και φτάνει στην κοινωνία, να στραφώ σε αφηρημένες έννοιες όπως η διαστρωμάτωση και η αναπλήρωση, βλέποντας την πόλη σαν τον αέναα εξελισσόμενο θεμέλιο λίθο, τη βάση όλων. Σκέφτηκα λοιπόν την Αθήνα σαν να βρίσκεται σε μια ρευστή κατάσταση, που λειτουργεί ως πλαίσιο μέσα στο οποίο οι άνθρωποι και η ίδια η ουσία της δρουν ως συστατικά στοιχεία που όταν συνδυάζονται, επηρεάζουν το περιβάλλον τους".
Ιnfo:
Strange Cities: Athens Παράξενες Πόλεις: Αθήνα
Εγκαίνια έκθεσης: 20 Απριλίου 2015 Διάρκεια έκθεσης: 21 Απριλίου – 28 Ιουνίου 2015 Εκτός Στέγης (Διπλάρειος Σχολή, Πλατεία Θεάτρου 3)
Σχεδιασμός: Αφροδίτη Παναγιωτάκου
Επιμέλεια: Double Decker (Wilhelm Finger και Μελίτα Σκαμνάκη)
Η έκθεση θα πλαισιώνεται σε όλη τη διάρκειά της από συζητήσεις, εκπαιδευτικά προγράμματα, workshops και δρώμενα σχετικά με την πόλη της Αθήνας και το αστικό τοπίο, αποτελώντας ένα «στέκι» ουσιαστικά για τους κατοίκους και τους επισκέπτες της, μέσα από το οποίο θα δοθεί η ευκαιρία να ξαναγνωρίσουμε την πόλη και να οραματιστούμε πώς θέλουμε να ζούμε μέσα σε αυτή.
Ενδεικτικά, με τις παράλληλες δράσεις της έκθεσης θα ανακαλύψουμε την πόλη των γεύσεων, το σπίτι ως κύτταρο της πόλης, την πόλη μέσα από τα μάτια όσων τη βλέπουν διαφορετικά, την πόλη του ποδηλάτη, αλλά και θα ξεναγηθούμε σε απρόσμενες γωνιές της, θα ανταλλάξουμε σουβενίρ από τα ταξίδια μας και θα μοιραστούμε τις μαρτυρίες όσων δεν έχουν επισκεφθεί ακόμη την Αθήνα.
σχόλια