Έχοντας στο μυαλό μου αυτούς τους κεφτέδες, είμαι σίγουρος ότι ισχύουν όλα αυτά τα μαγικά φίλτρα που φτιάχνονται στα παραμύθια και σκοπό έχουν να σε μαγέψουν και να κατακτήσουν την ψυχή σου. Από τη στιγμή που έμπαινα στο σπίτι με τη σάκα μου στο χέρι, άρχιζαν να με μαγεύουν οι μυρωδιές που έρχονταν από την κουζίνα και σαν υπνωτισμένο με οδηγούσαν στην ποδιά της γιαγιά μου, να τρίβομαι σαν πεινασμένη γάτα και να γουρλώνω τα μάτια, περιμένοντας να κρυώσει ο πρώτος καυτός κεφτές για να τον κατεβάσω σχεδόν αμάσητο.
Η γιαγιά μου, όταν πέθανε, άφησε κληρονομιά αυτήν τη μυστική συνταγή στη μητέρα μου, η οποία με τον ίδιο ακριβώς τρόπο, με την ίδια στάση πάνω από το τηγάνι, γυρνάει αέναα τους κεφτέδες σε ένα λάδι που αφρίζει και τους ροδίζει, ενώ τους στοιβάζει σε βουνό μέσα σε ένα βαθύ μπολ με μπόλικο χαρτί στον πάτο.
Η αλήθεια είναι ότι σε όποιο εστιατόριο πάω και έχει στον κατάλογο κεφτέδες θα παραγγείλω μόνο και μόνο για να επιβεβαιώσω, ξανά και ξανά, ότι δεν είναι σαν της μάνας μου. Όταν καμιά φορά μπορεί να είμαι πιεσμένος συναισθηματικά, ευάλωτος και θέλω κάτι να με στηρίξει, θα πάρω τηλέφωνο τη μάνα μου και θα τους παραγγείλω. Ποτέ δεν έχει φέρει αντίρρηση και όταν πάω να τους πάρω, έτοιμους και αχνιστούς, θα έχει πάντα το ύφος της ικανοποίησης, της νίκης και την πεποίθηση πως, ό,τι κι αν συμβεί, με ένα πιάτο κεφτέδες μπορεί να με κάνει ό,τι θέλει.
Όταν συνειδητοποίησα ότι αυτή η μαγική γεύση έχει την ίδια επίδραση στον γιο μου, χαζεύοντάς τον να απολαμβάνει με το ύφος μου τον ίδιο κεφτέ που ποιος ξέρει πόσες γενιές πίσω πάει, αποφάσισα να μάθω να τον φτιάχνω.
Μέχρι πριν από λίγα χρόνια σκεφτόμουν ότι αυτή η γεύση πρέπει να χαθεί όταν θα φύγει για πάντα η μάνα μου, να μην ξανάρθει ποτέ αυτή η μυρωδιά και να θαφτεί βαθιά στη μνήμη μου, ώστε κανένας τυμβωρύχος να μην την ξαναφέρει στο φως, κλέβοντας τη συνταγή για άλλους.
Όμως τις προάλλες, όταν συνειδητοποίησα ότι αυτή η μαγική γεύση έχει την ίδια επίδραση στον γιο μου, χαζεύοντάς τον να απολαμβάνει με το ύφος μου τον ίδιο κεφτέ που ποιος ξέρει πόσες γενιές πίσω πάει, αποφάσισα να μάθω να τον φτιάχνω και με φαντάστηκα να στέκομαι κι εγώ στην ίδια στάση πάνω από το τηγάνι και να κυλάω τους κεφτέδες στο λάδι που αφρίζει και, ενώ τα χέρια μου θα τρέμουν, να τους στοιβάζω σε ένα βουνό στο πλάι της κουζίνας, με τον γιο μου δίπλα μου να με έχει περάσει στο μπόι και να τους αρπάζει σιωπηλά και λαίμαργα. Η αλήθεια είναι ότι δεν έχω ζητήσει ακόμα τη συνταγή από τη μάνα μου κι αυτό μου φέρνει δάκρυα στα μάτια.
To άρθρο δημοσιεύθηκε στην έντυπη LiFO