Ο Σταμάτης Φασουλής αφηγείται στη LIFO την πλούσια του ζωή: «Ό,τι ήθελα εγώ το έκανα». Facebook Twitter
Θαυμάζω τόσο πολύ το ταλέντο, όπου υπάρχει με κάνει να ελπίζω ακόμα και σήμερα. Αισθάνομαι έκπληκτος και θαυμαστής. Μπορεί να έχω πολύ μεγάλη ιδέα για τον εαυτό μου, γι' αυτό. Φωτο: Πάρις Ταβιτιάν/LIFO

Ο Σταμάτης Φασουλής αφηγείται στη LIFO την πλούσια του ζωή: «Ό,τι ήθελα εγώ το έκανα».

0

Οι γονείς μου ζούσαν στην Αθήνα, αλλά στα Δεκεμβριανά, με τη μεγάλη μάχη στα Εξάρχεια, έφυγαν και πήγανε στη Σαλαμίνα, όπου ήταν το πατρικό της μητέρας μου, που στην Κατοχή το είχαν επιτάξει οι Γερμανοί. Θυμάμαι, τα πρώτα χρόνια της ζωής μου, πολύ μικρός ακόμα, χιαστί ξύλα γύρω από τη μάντρα με κουλούρες από συρματόπλεγμα. Φαίνεται, φοβόντουσαν επίθεση επειδή ήταν το διοικητήριό τους. Μπροστά είχαμε παρτέρια με λουλούδια, ένα πηγάδι κι έναν τεράστιο φοίνικα που μ' άρεσε πάρα πολύ γιατί ανέβαινα στο περβάζι, έφτανα τα φύλλα κι έκανα τον Ταρζάν. Δεν ήμασταν ούτε πλούσιοι ούτε φτωχοί, μια μεσαία κατάσταση. Δεν στερήθηκα τίποτα και τα 6 χρόνια εκεί ήταν τα πιο σημαντικά της ζωής μου. Ακόμα από κει αντλώ. Τα πρώτα και ανεξίτηλα ερεθίσματα.


• Ο πατέρας μου ήταν από οικογένεια ναυτικών που έκαναν εμπόριο τσιμέντου του Ηρακλής-Τιτάν από τη Θεσσαλονίκη και ξυλείας από το Άγιο Όρος στην Αθήνα. Όταν πέθανε ο παππούς άφησε στο κάθε παιδί από ένα καΐκι. Στον μπαμπά μου άφησε το Σταμάτιος Φ., που εγώ νόμιζα ότι ήταν για μένα, αλλά ήταν το δικό του όνομα. Κάθε καλοκαίρι έκανα τις διακοπές μου πάνω στο καΐκι. Για 4 εβδομάδες ήταν ο παράδεισός μου.


• Σχολείο πήγα τους 3 πρώτους μήνες στη Σαλαμίνα και ήταν οι μόνες ευτυχισμένες στιγμές που θυμάμαι από αυτό. Ήταν όλα στα μέτρα μου, μικρά. Συνέχισα στον Πειραιά κι αργότερα στην Αθήνα. Δεν ένιωσα ποτέ Αθηναίος. Νιώθω πάντα επαρχιώτης, με την έννοια ότι δεν ανήκω εδώ. Παρόλο που έζησα όλη μου τη ζωή εδώ, δεν το θεωρώ δικό μου μέρος. Αισθάνομαι ότι είναι κάπου αλλού, και μάλιστα κατεστραμμένο. Πράγματι, υπάρχει και ρημάζει. Έπεσε ο φοίνικας, γκρέμισε το παράσπιτο, η γειτονιά μου ή, τουλάχιστον, τα σπίτια όπου εγώ πήγαινα είναι χαλάσματα.

Δεν έχω καταθέσει τίποτα στο θέατρο. Δεν με ενδιαφέρει το παρελθόν, με ενδιαφέρει το μέλλον. Ποτέ δεν μηρυκάζω τι έκανα, τώρα τα θυμάμαι πρώτη φορά. Δεν με αφορούν. Είναι για τους άλλους. Εγώ το έχω ξεχάσει. Λέω χιλιάδες ιστορίες για το θέατρο και τις λέω στην πρόβα, ούτως ώστε να επικοινωνούν οι νέοι με πρόσωπα που δεν γνωρίσανε.


• Μεγάλωσα στην Κυψέλη. Δεν τη χάρηκα την εφηβεία μου. Με ενοχλούσε πάρα πολύ το σχολείο. Βαριόμουν πάρα πολύ, το μόνο μάθημα που με ενδιέφερε ήταν τα Νέα Ελληνικά και ήμουν καλός στα Μαθηματικά, φύσει, όχι θέσει. Ήμουν απεχθής στους καθηγητές γιατί δεν διάβαζα κι έκανα συνεχώς σκασιαρχείο. Όταν ήμουν στο Β' Γυμνάσιο, που έγινε τώρα Πρότυπο Σχολείο «Θόδωρος Αγγελόπουλος», πήγαινα στις 8:30, έφευγα, περίμενα στην πλατεία Βικτωρίας μέχρι τις 10:00 που άρχιζε το πρόγραμμα του σινεμά και έβλεπα ταινίες. Επέστρεφα στο σπίτι στις 2, έτρωγα, έλεγα ότι είχα φροντιστήριο και πήγαινα σε άλλο σινεμά, από τις 4 έως 10 το βράδυ. Όλη η εφηβεία μου πέρασε μέσα στον κινηματογράφο.


• Η πρώτη μου παράσταση ήταν το Βίρα τις άγκυρες, 2,5 ετών στο Βέμπο. Γύρισα στη Σαλαμίνα και είπα «είμαι ηθοποιός». Πρωτοέκανα θέατρο ως παιδί στο νησί, γιατί είχα δει τον Μινωτή σε φωτογραφία από την Επίδαυρο να παίζει Οιδίποδα Τύραννο με μια χλαμύδα. Έτσι φόρεσα ένα σεντόνι, ανέβηκα σε ένα περβάζι κι άρχισα να παίζω τον Οιδίποδα. Έπεσα όμως από το περβάζι και χτύπησα άσχημα τα δόντια μου. Γιατρεύτηκα, αλλά δεν μου πέρασε η αγάπη για το θέατρο. Στην Κυψέλη, όπου μάζευα όλους τους συμμαθητές μου και ανεβάζαμε έργα κλασικού ρεπερτορίου, όντας μικρά παιδιά, παίξαμε με φοβερή επιτυχία το Zoo Story του Άλμπι, το Ημερολόγιο ενός τρελού, τον Γυάλινο Κόσμο, την Αρκούδα, τον Αρχηγό του Ιονέσκο. Εγώ καθόριζα το ρεπερτόριο και οι καθηγητές μετέφραζαν. Ο Γυάλινος Κόσμος ανέβηκε πρωτοποριακά για την εποχή, ότι ήταν όλο αυτό στο μυαλό του ήρωα. Το Zoo Story μου άρεσε τόσο πολύ, που μ' αυτό έδωσα εισαγωγικές εξετάσεις στο Εθνικό.

Ο Σταμάτης Φασουλής αφηγείται στη LIFO την πλούσια του ζωή: «Ό,τι ήθελα εγώ το έκανα». Facebook Twitter
Όσο περισσότερα θέατρα, τόσο καλύτερα. Δεν υπάρχει ωραιότερο πράγμα από το να αναπτύσσεται καλλιτεχνικά και πολιτιστικά μια πρωτεύουσα και να έχει κάθε γειτονιά το θέατρό της, κι ας μην πηγαίνει. Φωτο: Πάρις Ταβιτιάν/LIFO


• Είχα τους πλέον σημαντικούς δασκάλους, και δεν μιλάω για την Παξινού και τον Μινωτή. Είχαμε τον Τερζάκη, που για μένα ήταν ο μεγαλύτερος δάσκαλος. Οι άλλοι ήταν φοβερές προσωπικότητες, αλλά αυτός που μου έμαθε εμένα τι σημαίνει θέατρο ήταν ο Τερζάκης. Υπάρχουν πράγματα που ακόμα θυμάμαι και απορώ πώς ένας άνθρωπος εκείνης της εποχής ήταν πιο μπροστά και από τα σημερινά «φωτεινά» μυαλά. Σου εξηγούσε τόσο πολύ τον ρόλο, η δραματουργική του επεξεργασία γινόταν με τέτοιο τρόπο, ώστε βοηθούσε πάρα πολύ τον ηθοποιό, θέτοντας ερωτήματα υψηλού πνευματικού επιπέδου.


• Μόλις βγήκα από τη σχολή είδα πόσο δύσκολο ήταν το πράγμα. Τότε κατάλαβα ότι το θέατρο είναι άλλου παπά ευαγγέλιο, ότι είναι αλλιώς. Κι άρχισα από το μηδέν, μόνος μου. Έπαιξα τον ρόλο του Εύμηλου στην Άλκηστη. Μόλις πήγα στην Επίδαυρο να τον πω, ενώ τον ήξερα, όταν άνοιξα το στόμα μου, στην πρώτη πρόβα δεν βγήκε λέξη. Θυμάμαι τον Μουζενίδη, ο οποίος έγινε έξαλλος και μου είπε τηλεγραφικά, όπως μιλούσε πάντα, «πάρε λεωφορείο Αθήνα». Επενέβη ο Βόκοβιτς και έμεινα.


• Πρώτη μου παράσταση, με την Καλογεροπούλου, στον Επιθεωρητή του Γκόγκολ, με τον Καρακατσάνη και τον Φέρτη, και αμέσως μετά μπήκα στο Ελεύθερο Θέατρο. Ήταν η πρώτη ομάδα-κολεκτίβα που έγινε από νέους ηθοποιούς εκτός κέντρου. Είχε μια πολιτική θέση που τότε ήταν πάρα πολύ της μόδας. Όταν άκουσαν ότι θα πάνε κάτι νέα παιδιά στο Άλσος Παγκρατίου, γέλασε και το παρδαλό κατσίκι. Μέχρι τότε εκεί πήγαιναν μόνο θίασοι β' διαλογής.


• Με το Κι εσύ χτενίζεσαι το '73 έγινε το εξής. Αρχίσαμε με κείμενα δικά μας, του Μποστ, του Μουρσελά και του Σκούρτη. Τότε τα πηγαίναμε στη «Λογοκρισία» και σου έβαζαν σφραγίδα «ενεκρίθη» ή όχι. Τα κείμενα του Μουρσελά τα απαγορεύσανε. Έμειναν 1,5 κείμενο του Σκούρτη, ένα του Μποστ και ένα τραγούδι. Αναγκαστήκαμε να γράψουμε εμείς τα υπόλοιπα. Ερχότανε η τριανδρία, τρεις λογοκριτές. Τους καταλαβαίναμε γιατί ο ένας κράταγε το κείμενο να δει αν είναι ακριβώς, ο άλλος έβλεπε αν προσθέταμε τίποτα και ο τρίτος είχε έναν φακό που κράταγε και φώτιζε το κείμενο. Υπήρχε ένα νούμερο στο οποίο οι ηθοποιοί δεν μιλούσαν και οι λογοκριτές και δεν ήξεραν τι να κάνουν. Πηγή έμπνευσης γι' αυτό ήταν το ότι καθημερινά σχεδόν ο Παττακός και ο Παπαδόπουλος φαίνονταν να κόβουν κορδέλες. Έτσι, οι ηθοποιοί στο νούμερο κρατούσαν μια κορδέλα, ο ένας από τη μία πλευρά και ο άλλος από την άλλη, την έκοβαν στη μέση και ξανά το ίδιο. Μας φωνάζανε στο τμήμα, κάποιες φορές συνελάμβαναν και επί σκηνής ανθρώπους.


• Η επιτυχία του Ελεύθερου Θεάτρου ήταν ακριβώς αυτή η νέα μορφή θιάσου και συλλογικότητας που δημιούργησαν νέα παιδιά. Γράφαμε τα ονόματά μας μεν, αλλά δίπλα δεν αναφέραμε καν τι παίζαμε. Ήρθε όλη η Αθήνα, από την πρώτη μέρα. Δεν ξέρω πώς έγινε. Άρχισαν να γράφουν οι εφημερίδες ότι κάτι θα γινόταν στο Παγκράτι, και ο κόσμος πήγε να δει αυτό το κάτι που γινόταν στο Παγκράτι. Τους άρεσε πάρα πολύ. Ήταν σοκ, γιατί όλες οι επιθεωρήσεις τότε ήταν του τύπου «Ντόλτσε Βήτα στην Αθήνα και μετά το βήτα έρχεται το γάμα», με διάφορα υπονοούμενα. Αντ' αυτού, εμείς βγαίναμε με τη φράση «1-2-3 μπούτι, 1-2-3 στήθος, 1-2-3 κώλος». Το να ακουστεί τότε αυτό στη σκηνή ήταν σοκ, ένα ξεμπουρδέλιασμα γενικότερο. Μετά το πήραν όλοι.

Ο Σταμάτης Φασουλής αφηγείται στη LIFO την πλούσια του ζωή: «Ό,τι ήθελα εγώ το έκανα». Facebook Twitter


• Γίνανε δύο πράγματα σημαντικά με το Ελεύθερο Θέατρο: η νέα κωμωδία και η συγγραφή της επιθεώρησης. Οι επιθεωρήσεις είχαν γεμίσει με σκηνικά, κοστούμια και θέαμα, δεν υπήρχε πια λόγος. Ξαναβγήκε μπροστά ο λόγος, καταργήθηκε το θεαματικό στοιχείο, το χιούμορ απέκτησε σύγχρονη έννοια. Πέρασε όλο το ελληνικό θέατρο από εκεί. Από τον Κιμούλη μέχρι τον Λαζόπουλο, από τον Πιατά μέχρι τον Λευτέρη Βογιατζή, τον Ηλιόπουλο και τον Αλεξανδράκη. Νομίζω ότι δύο ήταν οι μεγάλοι σταθμοί. Το Κι εσύ χτενίζεσαι και το Σώσε το '84, με τον Βουτσινά.


• Το '81, επί ΠΑΣΟΚ, μας έδειξαν στο «Θέατρο της Δευτέρας» και μετά δεν μας ξαναφώναξαν ποτέ. Η πρώτη μου προσωπική σκηνοθεσία στο Ελεύθερο Θέατρο ήταν η Στέλλα Βιολάντη. Δεν πήγε καλά οικονομικά, αλλά ήταν αρκετά σοκαριστική για την εποχή, ανέβηκε με διαφορετικό τρόπο. Ήμουν τυχερο-άτυχος. Είχα επιτυχία από πολύ νωρίς, στα 22-23, κάτι που μπορεί να αλλάξει το μυαλό ενός παιδιού. Πάσχω από ένα αίσθημα ανωτερο-κατωτερότητας. Την ίδια στιγμή που αισθάνομαι πρώτος, μπορεί να αισθάνομαι και τελευταίος. Όσες ικανότητες και αν έχω, μπορεί αισθάνομαι εντελώς ανίκανος. Αυτά συμβαίνουν ταυτόχρονα, με ταχύτητα εναλλασσόμενου ρεύματος. Είμαι πολύ προβληματικό πρόσωπο. Με τον καιρό, βέβαια, κατάλαβα ότι δεν σου φταίνε σε τίποτα οι άλλοι αν εσύ έχεις μια προσωπική σχιζοειδή έκφραση.


• Δεν διαχώριζα το θέατρο ποτέ. Όπως δεν διαχώριζα και τη ζωή. Δεν είπα αυτός είναι πρώτος κι αυτός δεύτερος, αυτός είναι του λαϊκού κι αυτός του ελαφριού. Έζησα ανάμεσα στη λάσπη και στ' αστέρια, από πολύ νωρίς και με όλους τους τρόπους.


• Δεν έχω καταθέσει τίποτα στο θέατρο. Δεν με ενδιαφέρει το παρελθόν, με ενδιαφέρει το μέλλον. Ποτέ δεν μηρυκάζω τι έκανα, τώρα τα θυμάμαι πρώτη φορά. Δεν με αφορούν. Είναι για τους άλλους. Εγώ το έχω ξεχάσει. Λέω χιλιάδες ιστορίες για το θέατρο και τις λέω στην πρόβα, ούτως ώστε να επικοινωνούν οι νέοι με πρόσωπα που δεν γνωρίσανε. Ποτέ δεν μιλάω για δικές μου παραστάσεις, όχι γιατί δεν τις σκέφτομαι αλλά γιατί δεν μου έρχεται, ποτέ.

 

Άννα Παναγιωτόπουλου, Σταμάτης Φασουλής, Υβόννη Μαλτέζου. Τρεις από τους ηθοποιούς της "Ελεύθερης σκηνής" (μετέπειτα "Ελεύθερου θεάτρου") σε ένα σπάνιο βίντεο ντοκουμέντο της εποχής. Σατυρικά τραγούδια του '40 στην εκπομπή "Μουσική Βραδιά" της ΕΡΤ το 1977. Σπάνιο υλικό από τις παραστάσεις της "Ελεύθερης σκηνής" που άφησε εποχή.


• Ίσως αυτό μου το δημιουργεί το γεγονός ότι το θέατρο είναι τόσο θνησιγενές, ότι έτσι και τέλειωσε η παράσταση, δεν τρέχει τίποτα. Αυτό με στενοχωρεί πάρα πολύ. Συγχρόνως όμως το θέλω. Αυτή είναι η αντίφαση. Το θέλω πολύ γιατί δεν υπάρχουν μετά αποδείξεις. Μένει ένας θρύλος. Βλέπω τώρα ταινίες του Φασμπίντερ για τις οποίες τρελαινόμουν και λέω «δεν είμαστε καθόλου καλά, ήθελα γιατρό». Νόμιζα ότι ήταν το απαύγασμα της τέχνης. Πολλά πράγματα έχω απομυθοποιήσει και άλλα, που δεν εκτιμούσα τότε, τα επανεκτιμήσει. Ήταν και οι συγκυρίες τέτοιες τότε. Βλέπαμε κάτι πολιτικές ταινίες – θυμάμαι τώρα το Μια πατάτα, δυο πατάτες! Οι κριτικές στις αριστερές εφημερίδες είχαν ξεσκίσει το σώβρακά τους. Ένας μαυρόασπρος εμετός για τις πατάτες. Και τρέχαμε να το δούμε γιατί παιζόταν σε ένα μόνο σινεμά. Ουρές, αμπέχονο, τσιγαρίλα και «τι είναι αυτό, ρε πούστη!».


• Ζηλεύω πάντα. Δεν φθονώ. Λέω: «Αχ, τι ωραία το έκανε αυτό». Δεν λέω γιατί το έκανε αυτό ή έπρεπε να το είχα κάνει εγώ. Ποτέ. Διότι ό,τι ήθελα εγώ το έκανα. Και με το παραπάνω. Μάλλον το παράκανα, αν θέλουμε να πούμε τα πράγματα με το όνομα τους.

• Τελευταία νιώθω –και δεν μπορώ να το εξηγήσω– μια πίκρα που δεν ξέρω από πού προέρχεται. Έχω να βγω στον κόσμο από το '92-'93. Τρώω σπίτι μου κάθε βράδυ, βγαίνω δύο φορές τον μήνα. Δεν είμαι καθόλου κοινωνικός πια. Υπήρξα πάρα πολύ μια περίοδο της ζωής μου από το '80 μέχρι το '95, αλλά δεν ξαναγυρίζω. Δεν μ' άρεσε καθόλου τελικά. Η γεύση που έχω από αυτό δεν είναι καλή. Κι ούτε θέλω να το ξαναζήσω. Έπινα πολύ τότε, που τώρα δεν πίνω καθόλου, και εξετέθην κοινωνικά, συναναστράφηκα πρόσωπα που δεν έπρεπε. Έγινε πολλές φορές, και αυτοκαταστροφικά. Άμα δεν είχα πού να πάω κάθε βράδυ, νόμιζα ότι δεν υπάρχω. Ευτυχώς πέρασε. Όπως ήρθε, έτσι έφυγε.

 
• Τώρα επιστρέφω σπίτι μου, βρίσκομαι με τον άνθρωπό μου, μαγειρεύω, μαζεύονται 2-3 φίλοι, τρώμε. Διαβάζω περισσότερο, ακούω μουσική, βλέπω ανθρώπους που αγαπάω, θέλω μια-δυο ώρες την ημέρα να χαζεύω, να μην κάνω τίποτα. Σαν να κάνω ένα ζεστό λουτρό χαζομάρας.


• Τόσο στο Ελεύθερο Θέατρο, αλλά και μετά, δεν υπήρχε σεζόν που να μην έκανα παράλληλα με ένα ξένο έργο κι ένα ελληνικό. Πιστεύω ότι χωρίς ελληνικό έργο δεν υπάρχει ελληνικό θέατρο. Το παρακολουθώ από πάρα πολύ κοντά. Μου στέλνουν τα πάντα, διαβάζω τα πάντα, έχει προχωρήσει αρκετά, δεν έχει αλλάξει. Δηλαδή η αλλαγή που έγινε γύρω στο '60, στη μετά Καμπανέλλη εποχή, με την Αναγνωστάκη και τον Κεχαΐδη, δεν ξανάγινε.

Ο Σταμάτης Φασουλής αφηγείται στη LIFO την πλούσια του ζωή: «Ό,τι ήθελα εγώ το έκανα». Facebook Twitter
Ο θίασος από την παράσταση "Νίκη".


• Η Νίκη ήταν ένα βιβλίο που με εξέπληξε πάρα πολύ. Μόλις το διάβασα ήθελα να γίνει θέατρο. Για να το εντείνω, μάλιστα, έβαλα τον στίχο του Σαββόπουλου «Δυο Ελλάδες σιγοπίνουν το πιοτό». Υπάρχει ένα τραπέζι στο οποίο μπορούν να φάνε και να πιούνε όλοι μαζί. Για να τα ξεχάσουμε όλα πρέπει να τα θυμηθούμε από την αρχή. Και μετά να τα ξεχάσουμε και να συμφιλιωθούμε. Αυτό που γίνεται τώρα με το διχαστικό πνεύμα που επικρατεί δεν μ' αρέσει καθόλου. Δεν μπορούμε να ζούμε με μια έριδα 50 χρόνων, η οποία είναι και στο ίδιο σπίτι. Η μητέρα μιας φίλης μου που ήταν στη Μακρόνησο ερωτεύτηκε τον βασανιστή της και τον παντρεύτηκε. Όταν υπάρχει τέτοια πορεία, δεν μπορεί να ξεχνιέται όλο αυτό και να ανασταίνεται σαν μια αιώνια έριδα, η οποία πρέπει να ξεκαθαρίσει λογαριασμούς. Δεν έχουμε να ξεκαθαρίσουμε κανέναν λογαριασμό, έχουμε ένα μέλλον που πρέπει να είναι κοινό.


• Όσο περισσότερα θέατρα, τόσο καλύτερα. Δεν υπάρχει ωραιότερο πράγμα από το να αναπτύσσεται καλλιτεχνικά και πολιτιστικά μια πρωτεύουσα και να έχει κάθε γειτονιά το θέατρό της, κι ας μην πηγαίνει. Από το να κάθεται ένας νέος ηθοποιός και να κλαίει τη μαύρη του τη μοίρα που δεν τον «δέχονται τα κυκλώματα» –όπως μου είπε κάποτε ένας ότι «δέχεται να μπει στο κύκλωμα»–, καλύτερα να εκφράζεται όπως μπορεί κι ας μην έχει τις απολαβές του θεάτρου. Ποτέ η δημιουργία θεατρικού προϊόντος δεν είναι λάθος.


• Θαυμάζω τόσο πολύ το ταλέντο, όπου υπάρχει με κάνει να ελπίζω ακόμα και σήμερα. Αισθάνομαι έκπληκτος και θαυμαστής. Μπορεί να έχω πολύ μεγάλη ιδέα για τον εαυτό μου, γι' αυτό. Αλλά γίνομαι σχεδόν groopie. Ας πούμε με τον Παπασπηλιόπουλο στο Κόκκινο. Είχε έναν μονόλογο κι εγώ καθόμουν σε μια πολυθρόνα με την πλάτη στο κοινό. Ήμουν σχεδόν κρυμμένος και τον έβλεπα να παίζει μπροστά μου. Ήμουν μαγεμένος, περίμενα πότε θα έρθει αυτή η στιγμή για να απολαύσω αυτό το πράγμα. Βέβαια, έπαιζε μεγάλο ρόλο ο άδολος θαυμασμός μου γι' αυτόν. Γιατί τον εισέπραττε και άνθιζε τριπλά. Είναι μεγάλο πράγμα να σε κοιτάνε μάτια που σε θαυμάζουν ειλικρινά. Γίνεσαι κι εσύ αυτό που φαντάζεται ο άλλος.


• Θυμάμαι ένα πρωί, στις 5-6, ήμασταν στο καΐκι και με ξύπνησε ο πατέρας μου για να μου πει «έλα να δεις την Ανατολή». Καθίσαμε στην κουπαστή, εγώ στην αγκαλιά του, και κοίταγα λοξά τη θάλασσα. Τότε είδα πρώτη φορά αυτό το ρόδινο χρώμα. Είχε ένα μεγάλο βουβό κύμα η θάλασσα που δεν έσκαγε. Το καΐκι έπλεε, αλλά χωρίς να κάνει κρότο, σαν κούνια μωρού. Το ροδαλό χρώμα, η θάλασσα, κι έτσι όπως έβγαινε ο ήλιος κι ερχόταν η μυρωδιά από κατράμι και ιώδιο, εγώ στην αγκαλιά του πατέρα μου. Ξανάρχεται συχνά αυτό, αλλά δεν το επικαλούμαι. Γιατί πολλές φορές γίνεται πληγή το άνθος.

Ο Σταμάτης Φασουλής αφηγείται στη LIFO την πλούσια του ζωή: «Ό,τι ήθελα εγώ το έκανα». Facebook Twitter
Σχολείο πήγα τους 3 πρώτους μήνες στη Σαλαμίνα και ήταν οι μόνες ευτυχισμένες στιγμές που θυμάμαι από αυτό. Ήταν όλα στα μέτρα μου, μικρά. Φωτο: Πάρις Ταβιτιάν/LIFO

Info

O Σταμάτης Φασουλής σκηνοθετεί το έργο του Χρήστου Χωμενίδη «Νίκη». Οι παραστάσεις ξεκινούν στις 14/10 στο Θέατρο του Κέντρου Πολιτισμού Ελληνικός Κόσμος (Πειραιώς 254). Σκηνοθετεί ακόμη την παράσταση «Αλέξης Ζορμπάς» των Παπαθανασίου-Ρέππα που θα παίζεται στο Θέατρο Βέμπο από τις 12/10. Τέλος, υπογράφει τη σκηνοθεσία και στην παράσταση «Φιλουμένα» του Εντουάρντο Ντε Φιλίππο στο θέατρο Διάνα από τις 26 Οκτωβρίου.

 

 


ΝΙΚΗ

ΑΓΟΡΑ ΕΙΣΙΤΗΡΙΩΝ

 

ΑΛΕΞΗΣ ΖΟΡΜΠΑΣ

ΑΓΟΡΑ ΕΙΣΙΤΗΡΙΩΝ 

ΦΙΛΟΥΜΕΝΑ

ΑΓΟΡΑ ΕΙΣΙΤΗΡΙΩΝ

Οι Αθηναίοι
0

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ

Ο Λευτέρης Παπαδόπουλος αφηγείται τη ζωή του στη LIFO

Γεννήθηκε Σαν Σήμερα / Ο Λευτέρης Παπαδόπουλος αφηγείται τη ζωή του στη LIFO

Δημοσιογράφος, στιχουργός. Θα ήταν ευχαριστημένος αν, απ’ όλα τα τραγούδια του, έμενε στην ιστορία το τετράστιχο: «Το απομεσήμερο έμοιαζε να στέκει, σαν αμάξι γέρικο, στην ανηφοριά».
ΣΤΑΥΡΟΣ ΔΙΟΣΚΟΥΡΙΔΗΣ
Χρυσέλλα Λαγαρία: «Δεν είναι τόσο τρομακτικό το να είσαι τυφλός»

Οι Αθηναίοι / Χρυσέλλα Λαγαρία: «Δεν είναι τόσο τρομακτικό το να είσαι τυφλός»

Η συνιδρύτρια και διευθύντρια της Black Light και συνδημιουργός της σειράς podcast της LiFO «Ζούμε ρε» δραστηριοποιείται ώστε οι ΑμεΑ να διαθέτουν ίσες ευκαιρίες και απεριόριστη πρόσβαση, δίχως στιγματισμούς και διακρίσεις. Και είναι η Αθηναία της εβδομάδας.
ΘΟΔΩΡΗΣ ΑΝΤΩΝΟΠΟΥΛΟΣ
Lorenzo

Οι Αθηναίοι / Lorenzo: «Η techno σκηνή έχει γίνει χρηματιστήριο»

Γνώρισε την techno στη Φρανκφούρτη των αρχών των ‘90s. Ερχόμενος στην Αθήνα, όσο έβλεπε ότι ο κόσμος σοκαριζόταν με τις εμφανίσεις του, τόσο περισσότερο του άρεσε να προκαλεί. Ο θρυλικός χορευτής του Factory και ιδρυτής της ομάδας Blend είναι ο Αθηναίος της εβδομάδας.
ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΣ ΔΙΑΚΟΣΑΒΒΑΣ
Ελισάβετ Κοτζιά

Οι Αθηναίοι / «Τα πρώτα χρόνια λέγανε ότι τις κριτικές μου τις έγραφε ο πατέρας μου»

Η Αθηναία της εβδομάδας Ελισάβετ Κοτζιά γεννήθηκε μέσα στα βιβλία· κάποια στιγμή, τα έβαλε στην άκρη, για να ξανασυναντήσει τη λογοτεχνία μέσα από μια αναπάντεχη εμπειρία. Άφησε το οικονομικό ρεπορτάζ για την κριτική βιβλίου. Τη ρωτήσαμε γιατί το ελληνικό μυθιστόρημα δεν έχει ιδιαίτερη απήχηση στο εξωτερικό, και δεν πιστεύει πως για το ζήτημα αυτό υπάρχουν απλές απαντήσεις.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
Λούλα Αναγνωστάκη: «Όσο και αν τη χτυπάω μέσα από τα έργα μου, είμαι υπέρ της Ελλάδας»

Πέθανε Σαν Σήμερα / Λούλα Αναγνωστάκη: «Όσο και αν τη χτυπάω μέσα από τα έργα μου, είμαι υπέρ της Ελλάδας»

Σε μια από τις ελάχιστες συνεντεύξεις της, η κορυφαία θεατρική συγγραφέας της Ελλάδας, που πέθανε σαν σήμερα, μίλησε με πρωτοφανή ειλικρίνεια και απλότητα.
ΣΤΑΥΡΟΣ ΔΙΟΣΚΟΥΡΙΔΗΣ
Αρετή Γεωργιλή

Οι Αθηναίοι / «Δεν θα σταματήσω να υπερασπίζομαι το δικαίωμα της γυναίκας να νιώθει ελεύθερη να εκφράζεται»

Η Αρετή Γεωργιλή γεννήθηκε στη Νέα Φιλαδέλφεια και τα δώδεκα τελευταία χρόνια, αφότου άνοιξε το Free Thinking Zone, ζει εκεί και στην Αθήνα. Είναι η Αθηναία της εβδομάδας.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
Κατιάνα Μπαλανίκα

Οι Αθηναίοι / Κατιάνα Μπαλανίκα: «Μέσα μου είμαι κουτάβι, γι’ αυτό και με πάταγαν όλοι»

Η ηθοποιός που αγαπήθηκε για τους κωμικούς της ρόλους έκανε μόνο δράμα στη σχολή. Θα ήθελε να ξαναπαίξει στην τηλεόραση αλλά βλέπει πως δεν θυμούνται τη γενιά της πια. Είναι ευγνώμων για τη ζωή της και την αφηγείται στη LiFO - γιατί είναι η Αθηναία της εβδομάδας.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
Μάριο Μπανούσι

Οι Αθηναίοι / Μάριο Μπανούσι: «Αν δεν εκτεθείς στη ζωή, δεν έχει νόημα»

Ο νεαρός σκηνοθέτης, που έχει ήδη μετρήσει διαδοχικά sold out, άρχισε να βλέπει θέατρο όταν μπήκε στη δραματική σχολή. Του αρέσει η ανθρώπινη αμηχανία, η σιωπή και η ησυχία τον γοήτευαν πάντα. Αν και δεν τα πάει καλά με τα λόγια, αφηγείται τη ζωή του στη LiFO.
M. HULOT
Γιώργος Τσιαντούλας, ηθοποιός, σκηνοθέτης

Οι Αθηναίοι / «Γελάτε γιατί χανόμαστε, κάντε σεξ, ταξιδέψτε, διαβάστε και φάτε, φάτε, φάτε»

Ο πολυσυζητημένος πρωταγωνιστής της ταινίας «Το καλοκαίρι της Κάρμεν», Γιώργος Τσιαντούλας, γεννήθηκε στη Θεσσαλονίκη, ζει στο Παγκράτι, διατηρεί θεατρική ομάδα στα Τρίκαλα, έχει παίξει σε παραστάσεις του Ρομέο Καστελούτσι και του Δημήτρη Παπαϊωάννου και τα πιο ριψοκίνδυνα πράγματα που έχει κάνει είναι «γαστρονομικοί συνδυασμοί σε λάθος στιγμή και λάθος ώρα».
M. HULOT
Η Μαρινέλλα ειλικρινέστερη παρά ποτέ αφηγείται τη ζωή της όλη στη LIFO

Οι Αθηναίοι / Η Μαρινέλλα ειλικρινέστερη παρά ποτέ αφηγείται τη ζωή της όλη στη LiFO

Η μεγάλη κυρία του ελληνικού τραγουδιού μιλά για τις ανεξίτηλες συναντήσεις της πορείας της, για το πώς πήγε κόντρα στο ρεύμα της εποχής της, για μια ζωή χορτάτη. Δουλεύοντας επί 67 συναπτά έτη δεν ανέχεται να της πει κανείς «τι ανάγκη έχεις;».
ΓΙΑΝΝΗΣ ΠΑΝΤΑΖΟΠΟΥΛΟΣ
Αγνή Πικιώνη: «Η Αθήνα έχει εξελιχθεί σ’ ένα μαζικό λούνα παρκ»

Οι Αθηναίοι / «Δυσκολεύονταν να με πλησιάσουν επειδή ήμουν η κόρη του Πικιώνη»

Η Αγνή Πικιώνη, κόρη του οραματιστή αρχιτέκτονα που είχε αφοσιωθεί στη λαϊκή αρχιτεκτονική, μιλά για τη ζωή της δίπλα σε εκείνον, που της έμαθε ότι «ένας απλός άνθρωπος μπορεί να φτιάξει κάτι σημαντικό». Αρχιτέκτονας και η ίδια, φρόντισε να διασώσει και να ταξινομήσει το έργο του. Τη θυμώνει η μεταμοντέρνα αρχιτεκτονική και πιστεύει ότι η Αθήνα έχει χάσει το στοίχημα.
ΓΙΑΝΝΗΣ ΠΑΝΤΑΖΟΠΟΥΛΟΣ
Γιώργος Αρβανίτης: «Έλεγα "είμαι καλύτερος" και δεν με πήρε η φτώχεια από κάτω»

Οι Αθηναίοι / Γιώργος Αρβανίτης: «Πείσμωνα για να γίνω ο καλύτερος και δεν με πήρε η φτώχεια από κάτω»

Από μια νιότη γεμάτη αντιξοότητες, ο τροχός για εκείνον γύρισε, η ζωή του στράφηκε στο φως και έγινε βιβλίο. Η Ευρώπη τον ανακάλυψε από τις ταινίες του Αγγελόπουλου, στις ιστορίες του πρωταγωνιστούν ο Φίνος, ο Μαστρογιάνι και ο Κουροσάβα. Ο πολυβραβευμένος διευθυντής φωτογραφίας που ήταν «πάντα την κατάλληλη στιγμή στο κατάλληλο μέρος» είναι ο Αθηναίος της εβδομάδας.
ΧΡΗΣΤΟΣ ΠΑΡΙΔΗΣ