ΔΕΝ ΕΧΟΥΝ ΣΗΜΑΣΙΑ οι πραγματικές διαστάσεις του φαινομένου. Ούτε οι «δομικές» αίτιες για την έξαρσή του. Το μόνο που φαίνεται να έχει σημασία για τα τηλεοπτικά κανάλια (ναι, και τα κρατικά) είναι ότι το ζήτημα της εφηβικής / «ενδοσχολικής» βίας που έχει ανακύψει για πολλοστή φορά αλλά με ιδιαίτερη ένταση και βροχή προβεβλημένων περιστατικών τον τελευταίο καιρό, μπορεί να προσφέρει ανεξάντλητο και «καυτό» περιεχόμενο όχι μόνο στα δελτία ειδήσεων αλλά και σε όλο το αβυσσαλέο φάσμα των πρωινο-μεσημεριανάδικων πάνελ.
Καμιά σημασία δεν έχει επίσης το γεγονός ότι το θέμα «εξετάζεται» με τον πιο κραυγαλέο και επιπόλαιο τρόπο –ένας συρφετός υστερίας, ηθικού πανικού, κοινωνικού κανιβαλισμού, αμφίβολων μαρτυριών και βαρυσήμαντων αναλύσεων από «ειδικούς» της συμφοράς– σαν να μην έχει μετακινηθεί ο χρόνος από τα «Τσακάλια» του Δαλιανίδη.
Δεν μπορώ να διανοηθώ πώς ακριβώς την παλεύουν οι εκπαιδευτικοί αλλά και οι γονείς με παιδιά στο σχολείο απέναντι σ’ όλο αυτό το κλίμα τρομοκρατίας και φόβου που επικρατεί.
Τα κανάλια τρομοκρατούν τους ήδη διατελούντες εν συγχύσει γονείς και μετά τους αποκοιμίζουν στην νοσταλγική αγκαλιά των καθημερινών σίριαλ εποχής (σουμάδα, σεμεδάκι και φιλότιμο) με τα οποία έχουν κατακλύσει το πρόγραμμά τους.
Οι αντιδράσεις σπανίως καταγράφονται, όπως η διαμαρτυρία που εξέδωσε ο ΔΔΕ Μαγνησίας Δρ. Σωκράτης Σαβελίδης με αφορμή πρόσφατο «περιστατικό» που έγινε βούκινο στα κανάλια: «Ως Διευθυντής Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης των σχολικών μονάδων της Μαγνησίας, αισθάνομαι την ανάγκη να τοποθετηθώ με ξεκάθαρο και αυστηρό τρόπο απέναντι στην πρόσφατη επικοινωνιακή καταιγίδα που έχει προκληθεί από ορισμένα Μέσα Μαζικής Ενημέρωσης. Το –μη επιβεβαιωμένο– περιστατικό που φέρεται να έχει συμβεί σε ένα από τα σχολεία μας, χρησιμοποιείται αδικαιολόγητα ως μέσο αύξησης της τηλεθέασης και της αναγνωσιμότητας…Η διασπορά ανυπόστατων φημών και η εκμετάλλευσή τους προς όφελος της δημοσιότητας, υποσκάπτει το έργο μας και απειλεί να δηλητηριάσει το εκπαιδευτικό κλίμα».
Δεν μπορώ να διανοηθώ πώς ακριβώς την παλεύουν οι εκπαιδευτικοί αλλά και οι γονείς με παιδιά στο σχολείο απέναντι σ’ όλο αυτό το κλίμα τρομοκρατίας και φόβου που επικρατεί. Οι άναρθρες κραυγές για αυστηρότητα και ποινική αντιμετώπιση του φαινομένου πληθαίνουν την ώρα που πολλοί γονείς νιώθουν ότι βρίσκονται στο εδώλιο και κυριεύονται από ενοχές επειδή δεν ήταν αρκετά «εκεί» ή «από πάνω» στην ανατροφή του παιδιού τους, με αποτέλεσμα να έχουν να διαχειριστούν πλέον ένα αποξενωμένο πλάσμα που μεγάλωσε «μπροστά σε μια οθόνη» και τώρα δεν συμμαζεύεται με τίποτα.
Συγχρόνως, παρακολουθούν την κατάρρευση του δημόσιου σχολείου, που είναι σαν να συμβαίνει σε ζωντανή μετάδοση και σε κοινή θέα, και τη ρητορική μίσους που περιφέρεται ανεξέλεγκτη έχοντας κατοχυρώσει μια επίφαση κανονικότητας, η οποία χαράσσεται στη συνείδηση των παιδιών όσο και των ενηλίκων.