ΔEN ΕΙΝΑΙ ΑΚΡΙΒΩΣ αγιογραφία ή μεγάλου μήκους «infomercial» αλλά ούτε βεβαίως και κάποιου τύπου διεισδυτική και ελεύθερη ματιά σ’ ένα ποπ φαινόμενο αυτό το ντοκιμαντέρ για την Τζένιφερ Λόπεζ που έκανε μόλις πρεμιέρα στο Netflix.
Ανήκει σ’ αυτή τη λίστα υβριδικών και επιμελώς ελεγχόμενων μονογραφιών που γυρίζονται τα τελευταία χρόνια γύρω από τη ζωή και την καριέρα (και το «προϊόν» και το «εταιρικό σήμα») αστέρων όπως η Lady Gaga, η Janet Jackson, η Taylor Swift, η Beyoncé ή ο Kanye West.
Το αποτέλεσμα ποικίλλει κατά περίπτωση αλλά ο κοινός παρονομαστής είναι ότι αυτές οι ταινίες μοιάζουν να απευθύνονται κυρίως στους φαν, χωρίς όμως να αποκλείουν και τους υπόλοιπους θεατές που καλούνται να βγάλουν τα όποια αντικειμενικά συμπεράσματα τους επιτρέπει αυτή η περιορισμένη πρόσβαση στα ενδότερα της υψηλής διασημότητας.
Μέρος του concept που η ίδια επιμελήθηκε ήταν να υπάρχει κλουβί στη σκηνή για τη χορωδία μικρών παιδιών που συμμετείχαν ως αντικατοπτρισμός των κλουβιών με τα παιδιά των Λατινοαμερικανών παράνομων μεταναστών που είχαν χωριστεί από τους γονείς τους στα σύνορα με το Μεξικό.
Όπως υποδηλώνει και ο τίτλος του, το «Halftime» επικεντρώνεται σε μεγάλο βαθμό στη διαδικασία που οδήγησε στο θριαμβευτικό σόου της J.Lo που έλαβε χώρα στο ημίχρονο του προπέρσινου Super Bοwl (ο τελικός του αμερικανικού ποδοσφαίρου και συγχρόνως το τηλεοπτικό γεγονός με την υψηλότερη θεαματικότητα και την ακριβότερη διαφήμιση στον κόσμο) όπου εμφανίστηκε μαζί με τη Shakira.
Μέρος του concept που η ίδια επιμελήθηκε ήταν να υπάρχει κλουβί στη σκηνή για τη χορωδία μικρών παιδιών που συμμετείχαν (μαζί τους και η κόρη της, που τραγούδησε λίγο από το «Born in the USA») ως αντικατοπτρισμός των κλουβιών με τα παιδιά των Λατινοαμερικανών παράνομων μεταναστών που είχαν χωριστεί από τους γονείς τους στα σύνορα με το Μεξικό.
Η ανώτερη ιεραρχία της ομοσπονδίας αντέδρασε, τελικά όμως τα κλουβιά έμειναν και το σόου άφησε εποχή, παρότι η ιδέα να χρησιμοποιηθούν δύο Λατίνες σούπερ σταρ στη συσκευασία της μίας (το πανάκριβο σόου έχει διάρκεια γύρω στα δεκαπέντε μόλις λεπτά) ήταν «η χειρότερη όλων των εποχών», όπως λέει στην ταινία η Λόπεζ, και προσβλητική και για τις δύο.
Το «Halftime» ξεκινά την αφήγησή του μερικούς μήνες πριν, τον Ιούλιο του 2019, όταν η Τζένιφερ Λόπεζ έκλεισε τα πενήντα, φαινομενικά πιο ακμαία από ποτέ και με μια υποψηφιότητα για Χρυσή Σφαίρα για την ερμηνεία της στο «Hustlers», ύστερα από πολλά χρόνια «κακοποίησης» από την κριτική (και δέκα υποψηφιότητες για «Χρυσό Βατόμουρο») που κάποτε, στην αρχή της κινηματογραφικής καριέρας της, την είχε αποθεώσει για την ερμηνεία της σε ταινίες όπως το «Out of Sight» του Σόντενμπεργκ.
Τελικά ούτε τη Χρυσή Σφαίρα κέρδισε ούτε υποψηφιότητα για τα Όσκαρ, προς μεγάλη, συντριπτική της απογοήτευση, όπως βλέπουμε στην ταινία. Κουράγιο, δεν πειράζει, προχωράμε.
Υπάρχουν και κάποια φλασμπάκ που αναμοχλεύουν την πορεία του κοριτσιού από το Μπρονξ («όλο τούβλο, γκρι και καφέ», όπως γλαφυρά θυμάται η ίδια) προς την καταξίωση, διαδοχικά ως χορεύτρια, ηθοποιός, ποπ σταρ, entrepreneur, ευεργέτιδα, ντίβα, brand, icon. Καταγράφεται επίσης η σχέση της με τα celebrity media και οι κακίες και οι φριχτοί χαρακτηρισμοί που έχει εισπράξει κατά καιρούς (και μάλιστα στα μούτρα της) είτε για τις «καμπύλες» της είτε ως «κατά συρροή νύφη» ή «περιστρεφόμενη πόρτα» σχέσεων.
Καταγράφεται ακόμα και η επιστροφή της μετά από είκοσι χρόνια στο «εμβληματικό» εκείνο πράσινο Versace που είχε φορέσει για πρώτη φορά στα βραβεία Grammy του 2000.
Κάποια στιγμή εμφανίζεται και ο πρώην και νυν (και αεί;) Μπεν Άφλεκ, ο οποίος πιστοποιεί απλώς το παροιμιώδες σθένος της και την αντοχή της απέναντι στις κακόβουλες κριτικές: «Όταν την ρωτούσα "μα, δεν σε πειράζει;", μου απαντούσε, "Είμαι Λατίνα, είμαι γυναίκα, τα περιμένω αυτά"».