«ΠΡΩΤΑ ΕΙΔΑΜΕ ΤΙΣ ΦΡΙΚΤΕΣ, ΑΠΑΝΘΡΩΠΕΣ σκηνές. Τη βία, το μίσος, την οργή, τον ρατσισμό, τα γυαλιά, τα αίματα. Μετά διαβάσαμε τα ψέματα, τις κατηγορίες, την κάλυψη ευθυνών, τις δικαιολογίες, τη λάσπη. Στο δικαστήριο ακούσαμε τις προσβολές, τις αναλήθειες, τις απειλές, τις ειρωνείες. Όλο αυτόν τον καιρό μας πλησίασαν και μας άγγιξαν άνθρωποι που στάθηκαν στο πλευρό μας, μοιράστηκαν μαζί μας τις εμπειρίες τους, τη γνωριμία ή τη φιλία με το παιδί μας. Έφτιαξαν πανό, τραγούδια, συνθήματα, ελπίδες για δικαίωση και αποκατάσταση της αλήθειας. Τώρα ήρθε η ώρα της απονομής δικαιοσύνης…».
Έτσι ξεκινούσε το κείμενο της Ελένης Κωστοπούλου, μητέρας του Ζακ που δημοσιεύτηκε στην ιστοσελίδα Justice for Zak/Zackie την παραμονή της σημερινής δικασίμου στο Μεικτό Ορκωτό Δικαστήριο.
Tρία χρόνια, επτά μήνες, δεκατρείς μέρες και δεκαοκτώ δικασίμους μετά το άγριο όσο και απρόκλητο λιντσάρισμα του Ζακ Κωστόπουλου στο κοσμηματοπωλείο της οδού Γλάδστωνος, το βίντεο του οποίου συγκλόνισε κάθε άνθρωπο που διαθέτει μια στάλα ευαισθησίας, το δικαστήριο έκρινε σήμερα ένοχους για θανατηφόρα σωματική βλάβη με ψήφους 5-2 τόσο τον κοσμηματοπώλη Αθανάσιο Δημόπουλο όσο και τον μεσίτη Σπυρίδωνα Χορταριά, με τους μειοψηφήσαντες ενόρκους να προτείνουν καταδίκη για βαριά σκοπούμενη σωματική βλάβη η οποία θα επέσυρε και μεγαλύτερη ποινή, ενώ αθώωσε κατά οριακή, πάντως, πλειοψηφία (4-3) τους τέσσερις κατηγορούμενους αστυνομικούς.
Η έδρα είχε ήδη απορρίψει το αίτημα της οικογένειας και της Πολιτικής Αγωγής για μετατροπή της κατηγορίας σε ανθρωποκτονία από πρόθεση με ενδεχόμενο δόλο και δίχως οποιαδήποτε αναφορά στην πιθανότητα ύπαρξης ρατσιστικού κινήτρου από τον κοσμηματοπώλη και τον μεσίτη, παρότι τόσο ο κοσμηματοπώλης όσο και ο μεσίτης και αλληλέγγυους είχαν απειλήσει και στα προφίλ τους στα κοινωνικά δίκτυα εξέφραζαν ρατσιστικές απόψεις, έχοντας μάλιστα και «κοινό» – εκτός άλλωστε από τη «μάχη» μέσα στη δικαστική αίθουσα δινόταν και μια άλλη, ακόμα σφοδρότερη στη δημόσια σφαίρα όλο αυτό τον καιρό, με τον κοινωνικό κανιβαλισμό και την ανθρωποφαγία να δρέπουν δάφνες.
Τι μέλλει γενέσθαι; Όλα δείχνουν ότι αυτή η άγρια δολοφονία, που έβγαλε στην επιφάνεια όλες τις παθογένειες και τις αγκυλώσεις τόσο της ελληνικής κοινωνίας όσο και της ελληνικής Πολιτείας, που έγινε σημείο αναφοράς για το ΛΟΑΤΚΙ+ και γενικότερα το ανταγωνιστικό κίνημα στην Ελλάδα και όχι μόνο, που καταγγέλθηκε από πλήθος προσωπικότητες, οργανώσεις και φορείς, που υιοθετήθηκε από τη Διεθνή Αμνηστία και διεθνοποιήθηκε, θα έχει συνέχεια.
Δέκα χρόνια κάθειρξη χωρίς ελαφρυντικά ήταν η ποινή που επέβαλε τελικά το δικαστήριο στους δύο δράστες. Ο μεσίτης θα οδηγηθεί στη φυλακή ενώ για τον κοσμηματοπώλη πρότεινε να εκτίσει την ποινή του κατ' όικον λόγω προχωρημένης ηλικίας.
Υπόψη ότι αμφότεροι οι κατηγορούμενοι μέχρι χτες όχι μόνο κυκλοφορούσαν ελεύθεροι αλλά δεν είχαν επιδείξει την παραμικρή μεταμέλεια, ούτε καν στις απολογίες τους – δεν ακούσαμε μήτε καν ένα ξεψυχισμένο, βγαλμένο με το τσιγκέλι «συγγνώμη». Τόσο αυτοί όσο και οι συνήγοροι υπεράσπισης των ίδιων όσο και των κατηγορούμενων αστυνομικών ζητούσαν, αντιθέτως, με κάθε ευκαιρία και τα «ρέστα» εντός κι εκτός δικαστηρίου.
Σε μια δεύτερη απόπειρα δολοφονίας, που τώρα στόχευε στον χαρακτήρα του θύματος, επιχείρησαν να παρουσιάσουν τον Ζακ ως θύτη προσβάλλοντας επανειλημμένα τη μνήμη του και μαζί την οικογένεια του στη «γραμμή» των αρχικών δημοσιευμάτων για το φονικό, που ήθελαν τον Ζακ κλέφτη, πρεζόνι, μαχαιροβγάλτη και δε συμμαζεύεται. Κατηγορίες που αποδείχθηκαν εντελώς αβάσιμες και που ακόμα κι αν ίσχυαν, οι δράστες της επίθεσης πάλι στυγνοί εγκληματίες θα ήταν.
«Ντροπή!», «αίσχος!», «είστε ξεφτίλες!» ήταν οι οργισμένες αντιδράσεις της οικογένειας του Ζακ και των παρευρισκόμενων στην αίθουσα, αλλά και έξω από το δικαστήριο, φίλων και αλληλέγγυων, μεταξύ των οποίων και η Μάγδα Φύσσα, και άδικο δεν τους δίνεις αφού για όσο κόσμο παρακολουθεί εξαρχής αυτή την τραγική όσο και σκοτεινή σε πολλά ακόμα σημεία της υπόθεση, η δικαιοσύνη που αποδόθηκε ήταν παραπάνω από λειψή.
Η δικαστική απόφαση μετέφερε ουσιαστικά αυτούσια πρόταση του εισαγγελέα Σωτήρη Μπουγιούκου ο οποίος είχε προτείνει την ενοχή για θανατηφόρα σωματική βλάβη των δύο βασικών κατηγορούμενων, του κοσμηματοπώλη και του μεσίτη, και την πλήρη απαλλαγή των τεσσάρων παρόντων στο περιστατικό αστυνομικών –των «υποδειγμάτων» αυτών της ΕΛ.ΑΣ., η αθώωση των οποίων θα τύχαινε «λαϊκής αποδοχής» γιατί «η αστυνομία είναι φιλική προς τον πολίτη», κατά την υπεράσπιση–, με την αιτιολογία ότι «ενήργησαν στα πλαίσια των καθηκόντων τους χωρίς να υπερβούν το αναγκαίο μέτρο».
Τι κι αν ο Ζακ «πέθανε στα χέρια του κρατικού μηχανισμού», όπως πολύ σωστά επέμενε η Πολιτική Αγωγή.
«Υπήρχε καθαρά δόλος. Υπάρχει βιντεοληπτικό υλικό που τον κλοτσοπατάνε. Δεν θα πιστεύουμε ούτε αυτό που βλέπουμε;» αναρωτιόταν προ ημερών ο πατέρας του Ζακ. «Η υπεράσπιση, στο σύνολό της, χωρίς εξαιρέσεις, χωρίς διαφοροποιήσεις, αλλά με μια ενιαία συμπαγή υπερασπιστική γραμμή, υποστήριξε τη θέση ότι ο Ζακ Κωστόπουλος πέθανε για κάποιο λόγο άγνωστο, απροσδιόριστο, δυσδιάγνωστο, αόριστο ή και μεταφυσικό. Κάτι έγινε και πέθανε. Και εάν δεν ήταν τοξικομανής, μπορεί να ήταν αλκοολικός, και αν όχι αλκοολικός, ήταν οπωσδήποτε φιλάσθενος. Και μπορεί τελικά να ήταν προδιαγεγραμμένο να πεθάνει εκείνη την ώρα και μέρα, ή αλλιώς μπορεί και να αυτοκτόνησε, να σκόνταψε στα τζάμια και να πέθανε ή να πέθανε από χαμηλό αιματοκρίτη. Ακούσαμε ακόμα ότι μπορεί και να έφταιγε ο ιατροδικαστής και να τραυμάτισε το στέλεχος του εγκεφάλου του θανόντος κατά τη νεκροτομή. Και ότι σε κάθε περίπτωση η ζωή του, έτσι παρεκκλίνουσα ή διαφορετική και κάπως ξενική, έχει μειωμένη αξία και γι’ αυτό δικαιούται και μειωμένη προστασία» είχε πει η Κλειώ Παπαπαντολέων στην αγόρευσή της.
«Πρόκειται για ένα άγριο λιντσάρισμα, για μια εξαιρετική βιαιότητα από τους κατηγορουμένους, σε έναν άνθρωπο που εγκλωβίστηκε στο κατάστημα της Γλάδστωνος, χωρίς να μπορούμε να μάθουμε την αλήθεια γιατί μπήκε εκεί, έχουμε τη μισή ιστορία, δεν γνωρίζουμε τους λόγους, αλλά έχουμε την ιστορία, έχουμε τα στοιχεία που μπορούν να κρίνουν τι έχει συμβεί και η απόφασή σας αυτή θα είναι ιστορική θα κρίνει για πολλά ζητήματα που έχουν σχέση με τον κοινωνικό κανιβαλισμό και είναι ένα θέμα κατά πόσο θα θέσει ανάχωμα σε αυτές τις συμπεριφορές, γιατί οι αποφάσεις έχουν και έναν παιδαγωγικό χαρακτήρα. Εκδίδονται στο όνομα του ελληνικού λαού, και έχουν μια σημασία, μια αυταξία με τον τρόπο που λειτουργούν, παράγοντας αποτελέσματα για την ελληνική κοινωνία», συμπλήρωνε η Άννυ Παπαρούσου στη δική της αγόρευση.
Τι μέλλει γενέσθαι; Όλα δείχνουν ότι αυτή η άγρια δολοφονία, που έβγαλε στην επιφάνεια όλες τις παθογένειες και τις αγκυλώσεις τόσο της ελληνικής κοινωνίας όσο και της ελληνικής Πολιτείας –όλοι θυμόμαστε τις τρανταχτές παραλείψεις της προανακριτικής διαδικασίας, τον Δημόπουλο να καθαρίζει με την άνεσή του τον τόπο του εγκλήματος, το μαγαζί του και τον δρόμο απ' έξω, δηλαδή, από τα γυαλιά και τα αίματα, σε μια σκηνή που θα έπρεπε να διδάσκεται σε νομικές και αστυνομικές σχολές ως το ιδανικό αντιπαράδειγμα, το «γαϊτανάκι» των ατελείωτων ΕΔΕ για τους κατηγορούμενους αστυνομικούς, τον πανταχού παρόντα εξαρχής στο περιστατικό «άντρα με το κίτρινο μπλουζάκι» που ποτέ δεν εμφανίστηκε σε κανένα δικαστήριο και πόσα άλλα–, που έγινε σημείο αναφοράς για το ΛΟΑΤΚΙ+ και γενικότερα το ανταγωνιστικό κίνημα στην Ελλάδα και όχι μόνο, που καταγγέλθηκε από πλήθος προσωπικότητες, οργανώσεις και φορείς, που υιοθετήθηκε από τη Διεθνή Αμνηστία και διεθνοποιήθηκε, θα έχει συνέχεια.
Οι δύο καταδικασθέντες αναμένεται να ασκήσουν έφεση, όσο για τους τέσσερις αστυνομικούς μόνο ο εισαγγελέας του Αρείου Πάγου μπορεί να ασκήσει έφεση υπέρ του νόμου, αν κρίνει ότι κακώς απαλλάχθηκαν.
Η οικογένεια, οι φίλοι του Ζακ, οι αλληλέγγυοι-ες καλούν απόψε στις 19:30 σε συγκέντρωση στο Μοναστηράκι και πορεία ως τον τόπο του φονικού στη Γλάδστωνος. Γιατί καλό και «άγιο» είναι το αίτημα για θεσμοθέτηση του ομόφυλου γάμου και οι λοιπές νομικές κατοχυρώσεις των ΛΟΑΤΚΙ+ δικαιωμάτων, για να έχουν όμως νόημα όλα αυτά απαραίτητη προϋπόθεση είναι να μπορούν τα άτομα αυτά να κυκλοφορούν εκεί έξω περήφανα, ασφαλή και ακέραια.