Η Ελισάβετ και το μυστήριο της αγάπης

Η Ελισάβετ και το μυστήριο της αγάπης Facebook Twitter
Η Ελισάβετ κατόρθωσε να ανταποκριθεί σε αυτήν τη ζήτηση «αιωνιότητας», αν και πορεύτηκε σε έναν βασιλικό οίκο απ’ όπου δεν έλειπαν οι άσχημες ιστορίες και η πιο σκληρή απομυθοποίηση. Κάτι σημαίνει αυτό.
0

ΕΝΑ ΑΠΟ ΤΑ ΠΡΟΒΛΗΜΑΤΑ ΠΟΥ είχαν να αντιμετωπίσουν πάντα οι αριστεροί της Βρετανίας ήταν ο αυθόρμητος φιλομοναρχισμός του «απλού λαού». Και, φυσικά, τον φιλομοναρχισμό των ίδιων των δικών τους ή ενός μεγάλου ποσοστού της κοινωνικής τους βάσης. Τηρουμένων των αναλογιών, είναι κάτι ανάλογο με την επιμονή των περισσότερων ανθρώπων (και από τις λαϊκές τάξεις) να αναζητούν σε σύμβολα και μορφές της αριστοκρατικής εποχής το χαμένο νόημα της συλλογικής ζωής.

Και τώρα που πέθανε η βασίλισσα Ελισάβετ, διάφοροι, ιδίως στη χώρα μας, αρνούνται να καταλάβουν αυτήν τη διάσταση. Βλέπουν στο πένθος για έναν τέτοιο θάνατο μια προσβολή στα θύματα της βρετανικής αυτοκρατορίας ή, έστω, μια ανεπίτρεπτη ελαφρότητα ενορχηστρωμένη από τα μίντια και την παγκόσμια κουλτούρα των RIP (όπως με τον θάνατο κάποιου ποπ ειδώλου).

Σε ένα επίπεδο φυσικά όλα αυτά είναι θεμιτά και αναπόφευκτα, όμως μάλλον χάνουμε το σημαντικό: πως οι Βρετανοί αγαπούσαν την Ελισάβετ. Ακόμα και οι γερο-πανκ, που ως νέοι την έβριζαν, τώρα δακρύζουν. Και έθνη βαθιά ρεπουμπλικανικά, όπως η Γαλλία, μπορεί να φιλοξενούν πρωτοσέλιδα αναγνώρισης και τιμής σε αυτήν που εκπροσώπησε μια ισορροπημένη εκδοχή της μοναρχίας.

Είναι μήπως συντηρητικοί οι λαοί; Ή πρόκειται απλώς για τους αιώνια φιλομοναρχικούς Βρετανούς που δεν διανοούνται να πάνε πέρα από τη θαλπωρή της συγκεκριμένης παράδοσης; Προφανώς, υπάρχει κάτι ιδιαίτερα βρετανικό σε αυτόν τον δεσμό με τη μοναρχία, που στη συγκεκριμένη χώρα διατηρεί μια κοινωνική επίδραση και φωτογένεια που δεν έχει αλλού. Όμως ήταν και είναι και το πρόσωπο, όχι μόνο ο θεσμός.

Μα μπορούν να πενθούν φτωχοί άνθρωποι τον θάνατο μιας γυναίκας με περιουσία πεντακόσια εκατομμύρια δολάρια; Να λυπάται βαθιά αυτός που μένει στην εργατική πολυκατοικία για το Παλάτι; Να νιώθει μέρος της ζωής του ένα πρόσωπο που ενσάρκωσε την ανώτερη σφαίρα του έθνους και της κλασικής βρετανικής ταυτότητας;

Φαίνεται πως ναι. Και είναι ένα παλαιό συναίσθημα αυτό που επιμένει να διαπλέει ήρεμα τον χρόνο. Είναι το μυστήριο της αφοσίωσης, της πιστότητας, της συγκίνησης για απόμακρες και ανώτερες ιεραρχικά οντότητες, για θεσμούς που εκπηγάζουν από το βαθύ παρελθόν.

Είναι μήπως συντηρητικοί οι λαοί; Ή πρόκειται απλώς για τους αιώνια φιλομοναρχικούς Βρετανούς που δεν διανοούνται να πάνε πέρα από τη θαλπωρή της συγκεκριμένης παράδοσης; Προφανώς, υπάρχει κάτι ιδιαίτερα βρετανικό σε αυτόν τον δεσμό με τη μοναρχία, που στη συγκεκριμένη χώρα διατηρεί μια κοινωνική επίδραση και φωτογένεια που δεν έχει αλλού. Όμως ήταν και είναι και το πρόσωπο, όχι μόνο ο θεσμός.

Οι άνθρωποι εξάλλου αισθάνονται έλξη για πρόσωπα, όχι για «δομές» ή αφηρημένα συστήματα. Δεν είναι καθόλου βέβαιο πως τα ποσοστά υπέρ του μοναρχικού θεσμού θα διατηρηθούν στα ύψη και με τον νέο βασιλιά Κάρολο τον Τρίτο (όπως ονομάστηκε ήδη ο τέως πρίγκιπας Κάρολος).

Η γυναίκα που πέθανε τώρα είχε καταφέρει να συνθέσει το οικείο με το ανοίκειο, τη δημόσια θεσμική μνήμη με μια προσωπική ιστορία και ένα σύνολο «ανθρώπινων» χειρονομιών. Με μια έννοια ήταν η μητέρα ή η γιαγιά του έθνους μα και την ίδια στιγμή η Ελισάβετ των πολιτών. Κατάφερε να παρακολουθήσει τα κύματα της μοντέρνας Βρετανίας, να υιοθετήσει ροκ σταρ, να ενσωματώσει, ως έναν βαθμό, τη νέα ιδεολογία της βρετανικής ποικιλότητας (diversity) που αφήνει πίσω την αποκλειστικά λευκή αγγλοσαξονική ταυτότητα.

Αν από πολλές απόψεις η μοναρχία είναι ένας πολιτικός αναχρονισμός και για μας τους υποστηρικτές των αβασίλευτων δημοκρατιών συνδέεται και με τραυματικές καταστάσεις (αναπόφευκτα πάει το μυαλό μας στα δικά μας μοναρχικά χρονικά), διατηρεί πάντα αποθέματα πολιτισμικής αύρας.

Αυτό αποδεικνύει το πένθος των ημερών, ακόμα και η προσπάθεια κάποιων να το λοιδορήσουν, ξεσκίζοντας τη νεκρή βασίλισσα. Όμως δεν έχει κανένα νόημα η συζήτηση για τη μοναρχία και τη σχέση της με το δημοκρατικό πολίτευμα και τη λαϊκή κυριαρχία. Για μας, όπως και για πλήθος άλλων λαών, αυτό το θέμα έχει λήξει πολλές δεκαετίες πριν.

Τώρα μιλάμε για μια γυναίκα που μπόρεσε να σταθεί ακέραια στο αξίωμά της για εβδομήντα χρόνια. Για μια φιγούρα του εικοστού αιώνα που έφτασε μέχρι τις αρχές της τρίτης δεκαετίας του εικοστού πρώτου αιώνα, διασχίζοντας πάθη, συγκρούσεις, οικογενειακά δράματα και εθνικές περιπέτειες χωρίς να χάσει την αγάπη ενός μεγάλου μέρους του λαού.

Δεν είναι καθόλου εύκολο αυτό, ιδίως τώρα, στην εποχή της ανατροπής των παραδοσιακών ιστορικών αφηγήσεων. Καθόλου αυτονόητο στους καιρούς όπου η ιδέα της ισότητας, της άρσης των διακρίσεων και του δημοκρατικού λαϊκισμού έχει κατακτήσει σημαντικό μέρος της κοινής γνώμης αλλά και των ελίτ (οι οποίες εμφανίζονται πια περισσότερο απολογητικές για τα προνόμιά τους).

Η Ελισάβετ μπόρεσε τελικά να εξεικονίσει μια τελευταία, ίσως, εκδοχή εθνικής ενότητας, πριν και κατά τη διάρκεια της εποχής των κατακερματισμών που επεκτείνονται. Και αυτή η έννοια της συνέχειας και της μακρόβιας υπηρεσίας, η νίκη εναντίον του αδυσώπητου χρόνου, η ανθεκτικότητα ενός σώματος και κυρίως ενός συμβολικού κόσμου έδωσαν την εντύπωση στους ανθρώπους πως υπάρχει ακόμα μια μικρή αιωνιότητα: κάτι σταθερό πάνω από τη σκηνή των ατέρμονων και πικρών διαιρέσεων.

Η Ελισάβετ κατόρθωσε να ανταποκριθεί σε αυτήν τη ζήτηση «αιωνιότητας», αν και πορεύτηκε σε έναν βασιλικό οίκο απ’ όπου δεν έλειπαν οι άσχημες ιστορίες και η πιο σκληρή απομυθοποίηση. Κάτι σημαίνει αυτό. Και ας ηχεί σκανδαλώδες, αν πάμε να το δούμε ξερά πολιτικά.

Οπτική Γωνία
0

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ

Οι λύκοι της Γκράβας, το Χάρβαρντ και το λαγούμι

Οπτική Γωνία / Οι λύκοι της Γκράβας, το Χάρβαρντ και το λαγούμι

Η αδυναμία του ΣΥΡΙΖΑ, ο οποίος βρίσκεται μεταξύ φθοράς και αφθαρσίας και βλέπει την πλάτη της Ζωής Κωνσταντοπούλου, επαναφέρει τα σενάρια συνεργασίας με το ΠΑΣΟΚ και την επιστροφή του Αλέξη Τσίπρα. Πόσο ρεαλιστικά όμως είναι όλα αυτά; 
ΒΑΣΙΛΙΚΗ ΣΙΟΥΤΗ
ΕΠΕΞ Πορνό

Οπτική Γωνία / «Δεν μου αρέσει να νιώθω ότι παίζω τον ρόλο που είδαν σε μια ταινία πορνό»

Τρεις γυναίκες μιλούν για το πώς αντιμετώπισαν το θέμα της συστηματικής παρακολούθησης πορνογραφίας από τον ή την σύντροφό τους και για τις επιπτώσεις που είχε στη σχέση τους.
ΛΑΣΚΑΡΙΝΑ ΛΙΑΚΑΚΟΥ
Αντιμόνιο στη Χίο: Τοξική πληγή ή πηγή πλούτου;

Ρεπορτάζ / Αντιμόνιο στη Χίο: Τοξική πληγή ή πηγή πλούτου;

Η προκήρυξη διαγωνισμού για την εξόρυξη αντιμονίου στη Βόρεια Χίο έχει φέρει σε αντιπαράθεση την τοπική κοινωνία με την κυβέρνηση. Τι υποστηρίζει κάθε πλευρά και πόσο πιθανός είναι ο περιβαλλοντικός κίνδυνος;
ΝΤΙΝΑ ΚΑΡΑΤΖΙΟΥ
«Τις επόμενες μέρες Θα δούμε περισσότερη βία, συλλήψεις και οργή»

Ανταπόκριση από την Κωνσταντινούπολη / «Τις επόμενες μέρες θα δούμε περισσότερη βία, συλλήψεις και οργή»

Ερντογάν εναντίον Ιμάμογλου: Η αρχή ή το τέλος μιας σκληρής σύγκρουσης; O διευθυντής της Milliyet, ο ανταποκριτής της «Süddeutsche Zeitung» και πολίτες περιγράφουν την κατάσταση που επικρατεί στην πόλη και το χάος που απειλεί τη χώρα.
ΓΙΑΝΝΗΣ ΠΑΝΤΑΖΟΠΟΥΛΟΣ
Eνηλικίωση, αυτή η αναπόφευκτη

Οπτική Γωνία / «Όταν, μεγάλος πια, χάνεις έναν γονιό, είσαι πολύ μεγάλος για να μεγαλώσεις»

Βγάζεις ταυτότητα στα 12, παίρνεις δίπλωμα οδήγησης μετά το λύκειο, έχεις δικαίωμα ψήφου στα 17. Όμως η αληθινή ενηλικίωση έρχεται όταν δεν είσαι πια το παιδί κάποιου.
ΛΙΝΑ ΙΝΤΖΕΓΙΑΝΝΗ
Μιχάλης Τσιντσίνης: «Σοβαρή ενημέρωση δεν σημαίνει και ξενέρωτη» Ή «Δεν λείπει η άποψη αλλά η έρευνα και η νηφάλια σκέψη»

Συνέντευξη / Μιχάλης Τσιντσίνης: «Σοβαρή ενημέρωση δεν σημαίνει και ξενέρωτη»

Ο διευθυντής σύνταξης της κυριακάτικης έκδοσης της «Καθημερινής» δίνει την πρώτη του συνέντευξη και μιλά για το μέλλον των εντύπων, την ποιοτική δημοσιογραφία, τα social media αλλά και την κριτική που έχει δεχθεί κατά καιρούς το μέσο στο οποίο εργάζεται. 
ΓΙΑΝΝΗΣ ΠΑΝΤΑΖΟΠΟΥΛΟΣ