TΟ 2009 ΚΗΔΕΨΑΝ ΤΗ ΒΕΝΕΤΙΑ – μουντή μέρα Νοέμβρη με σηκωμένα κουπιά, ροζ κάσα σε γόνδολες στο ασθενικό νερό. Μαυροντυμένοι πήρανε το φέρετρο στους ώμους, διάβασαν την πόλη τους και το αφήσαν κάτω. Τέλος, το άρχισαν στις κλοτσιές. Το φέρετρο ήταν άδειο.[1]
Η Funerale di Venezia οργανώθηκε από τη Venessia.com, μια ομάδα πολιτών που μάχεται ενάντια στην τουριστικοποίηση της πόλης. Η ομάδα είχε δηλώσει ότι θα κήδευε την πόλη όταν οι μόνιμοι κάτοικοι θα έπεφταν κάτω από τους 60.000 (σήμερα υπολογίζονται περί τους 49.000). Τριάντα εκατομμύρια τουρίστες τον χρόνο κάνουν τη Βενετία κόλαση για τους ντόπιους. Τα περισσότερα διαμερίσματα γίνονται Airbnb, νοίκια και τιμές αυξάνονται διαρκώς, οι (μη-εισοδηματίες) κάτοικοι εκτοπίζονται προς την ενδοχώρα.
Το ντοκιμαντέρ I love Venice αποδίδει αυτήν τη συνθήκη πιστά.[2] Στις συνεντεύξεις με τους εναπομείναντες Βενετσιάνους επιστρέφει συχνά η μεταφορά του λούνα παρκ. «Η πόλη μας έχει γίνει ένα πάρκο αναψυχής», ακούγονται να λένε, «ένας παιχνιδότοπος για τους πλούσιους του κόσμου. Παλεύουμε να καταλάβουμε τι κάνουμε εδώ πέρα». Αργότερα, ένας πολίτης βρίζει τουρίστες που τον κοιτάνε από κρουαζιερόπλοιο, «δεν είμαστε οι κομπάρσοι σας!» φωνάζει.
Η Αθήνα μαστίζεται από τον εξευγενισμό: μαζικές αγορές ακινήτων από επενδυτές∙ πολλαπλασιασμός των Airbnb∙ αύξηση της αστυνόμευσης προς χάριν της ομαλής διεκπεραίωσης των έργων ανάπλασης∙ συντελεσμένη ή εν εξελίξει αλλαγή χαρακτήρα όλων των περιοχών του κέντρου.
Η περίπτωση της Βενετίας δεν είναι σε καμία περίπτωση μοναδική. Απεναντίας, αποτελεί την πιο ακραία έκφανση ενός παγκόσμιου φαινομένου. Ο εξευγενισμός (gentrification) αναφέρεται σε διαδικασίες «ανάπλασης» ή «αναβάθμισης» του αστικού τοπίου, στη μαζική αγορά και ανακαίνιση διαμερισμάτων που αλλοιώνει («ομορφαίνει», ήτοι: επαναπροσδιορίζει ταξικά) τον χαρακτήρα μιας περιοχής και ακριβαίνει τα πάντα. Είτε αυτό γίνεται για να τραβήξει εγχώριους επενδυτές είτε για να φέρει τουρίστες (συχνότερα και τα δύο), το αποτέλεσμα είναι πάντα το ίδιο: ο εκτοπισμός των ντόπιων και η διάλυση κοινοτήτων.
Η Αθήνα μαστίζεται από τον εξευγενισμό: μαζικές αγορές ακινήτων από επενδυτές∙ πολλαπλασιασμός των Airbnb∙ αύξηση της αστυνόμευσης προς χάριν της ομαλής διεκπεραίωσης των έργων ανάπλασης∙ συντελεσμένη ή εν εξελίξει αλλαγή χαρακτήρα όλων των περιοχών του κέντρου. Παράλληλα, μια κυβέρνηση που, χωρίς υπεκφυγές, έχει ως κύριο στόχο τη δημιουργία μιας πόλης «ελκυστικής» για τουρίστες και επενδυτές. Ο αποκλεισμός του δήμου από τον έλεγχο των έργων της ανάπλασης μετά την εκλογή τού Δούκα λέει πολλά: τα μετρό, η ιδιωτικοποίηση των πάρκων και ο αποκλεισμός απ’ τον δημόσιο χώρο θα συνεχίσουν με ή χωρίς τη συμβολή του Μπακογιάννη. Το αποτέλεσμα είναι η ακρίβεια που βλέπουμε σε νοίκια και τιμές, η αδυναμία μικρότερων επιχειρήσεων να επιβιώσουν οικονομικά και, τελικά, ο εκτοπισμός.
Στην Αμερική έχουν έναν ενδιαφέροντα τρόπο να αντιμετωπίζουν τον εξευγενισμό. Όπως με πληροφόρησε μια φίλη απ’ το Oakland, μερικές κοινότητες Αφροαμερικανών επιδεικνύουν συνειδητά «αντι-κοινωνικές» συμπεριφορές, ώστε να αποτρέψουν την «αναβάθμιση» των γειτονιών τους: αφήνουν σκουπίδια στους δρόμους και στις αυλές, κάνουν τακτικά μπάχαλα ανάβοντας φωτιές, ρίχνουν άσφαιρα στον ουρανό νύχτες χωρίς φεγγάρι. Έτσι διατηρούν την εικόνα μιας επικίνδυνης περιοχής, αποθαρρύνοντας επενδυτές που σκέφτονται ν’ αγοράσουν ακίνητα ή πλούσιους που θα ’θελαν να μετακομίσουν κάπου «εναλλακτικά».
Στην Αθήνα, όπως και στη Βενετία, έχουμε ομάδες γειτονιάς. Το περασμένο Σαββατοκύριακο βρέθηκα σε μια συνάντηση τέτοιων ομάδων στα Εξάρχεια, μια απόπειρα συντονισμού και ενίσχυσης των προσπάθειών τους. Αυτή την Κυριακή, 28/01, κάποιες άλλες ομάδες θα κηδέψουν το Μεταξουργείο. Η πομπή θα ξεκινήσει στις 13:30 απ’ το Δημόσιο Σήμα. Σύμφωνα με την εκδήλωση του «Μαχαλά Μεταξουργείου», τη γειτονιά κηδεύουν «οι κάτοικοι, οι ένοικοι, οι πρώην κάτοικοι, οι πρώην ένοικοι, οι διαλυμένες παρέες, οι εξόριστες υπάρξεις, οι ασκεπείς καλλιτέχνες, οι άστεγες συλλογικότητες, οι κοινότητες υπό διωγμό και λοιποί τεθλιμμένοι γείτονες. Θα τηρηθεί αυστηρά πένθιμη περιβολή».[3] Προβλέπεται πως αυτή η Κυριακή θα ’ναι ιδιαίτερα κρύα. Να ’ρθείτε, πάντως, θα ’λεγα. Μάλλον έχει σημασία.
Ας επιστρέψουμε, όμως, στη Βενετία, και σε κάποιες σκέψεις μου για το τέλος του κόσμου: η Βενετία θα χαθεί σε μερικές δεκαετίες, η στάθμη του νερού θα συνεχίσει να ανεβαίνει και θα την καταπιεί. Ποιος θα την πενθήσει; Οι τουρίστες, οι λάτρεις του ευρωπαϊκού πολιτισμού, οι ιδιοκτήτες των Airbnb που κονομάνε; Φυσικά. Αλλά όλοι εκείνοι οι δύσμοιροι που εκδιώχτηκαν απ’ την πόλη, που είδαν τους νόμους της αγοράς να τους παίρνουν το σπίτι, όλοι αυτοί υποπτεύομαι πως ίσως να μην κλάψουν – μια Βενετία στον βυθό που σαν φρέσκια Ατλαντίδα πληρώνει για την ύβρη. Δεν τραγουδούν ήδη, αναρωτιέμαι τώρα: «Άντε να ’ρθει η μπόρα, να τους κατεδαφίσει, που κοστολογούν την ύπαρξή μου τρία ευρώ την ώρα»;[4]
[1] No comment TV. Venice Funeral Festival.
[2] H. Muskens & Q. Racké, I love Venice (ντοκιμαντέρ)
[3] Μαχαλάς Μεταξουργείου. Κηδεία Μεταξουργείου.
[4] Στόλεν, Ζόντιακ.
Το άρθρο δημοσιεύθηκε στην έντυπη LiFO.