To ιταλικό φθινόπωρο της Τζόρτζια Μελόνι

To ιταλικό φθινόπωρο της Τζόρτζια Μελόνι Facebook Twitter
Η Τζόρτζια Μελόνι, η ταπεινής προέλευσης κοπέλα, προέρχεται από μια δεξιά που διεκδικεί πολλά στοιχεία από το παρελθόν του ιταλικού φασισμού, ξέρει όμως να προσαρμόζεται.
0

ΑΝ Η ΓΑΛΛΙΑ ΗΤΑΝ παραδοσιακά το πιο ενδιαφέρον πολιτικό εργαστήριο της Ευρώπης, η Ιταλία έχει τις δικά της ξεχωριστά χρονικά πολιτικού πάθους.

Πριν φτάσουμε στην Τζόρτζια Μελόνι, στους μετα-φασίστες και στη σύγχρονη «πλουραλιστική» δεξιά που βγαίνει τώρα νικητής, καλό είναι να θυμηθούμε κάποια ίχνη από το παρελθόν της ιταλικής ζωής.

Έχουμε σταθεί, πολλές φορές, στους μεγάλους σταθμούς: στον ιταλικό φασισμό, στη μεταπολεμική ηγεμονία της χριστιανοδημοκρατίας ως χώρου συνθέσεων για τις ηγετικές τάξεις της χώρας και, τέλος, στην ανάπτυξη ενός «διαφορετικού» κομμουνισμού που φιλοξένησε στους κόλπους του έναν ακμαίο πνευματικό δυναμισμό μαζί με τον ρόλο του ως παράγοντα ενδυνάμωσης της εργατικής Ιταλίας.

Έπειτα ήρθαν τα λεγόμενα χρόνια του μολυβιού, η ματωμένη Ιταλία της ακροδεξιάς και ακροαριστερής τρομοκρατικής δράσης. Μέχρι που τα τελευταία χρόνια του εικοστού αιώνα γνώρισαν μια τραυματική αποσύνθεση των παραδοσιακών πολιτικών ταυτοτήτων της χώρας: η χριστιανοδημοκρατία διαλύεται κάτω από το βάρος των σκανδάλων, ο ιταλικός κομμουνισμός σβήνει ως διακριτή και ριζωμένη κοινωνική και πολιτική δύναμη.

Ο μπερλουσκονισμός, η Λέγκα του Βορρά, τα Πέντε Αστέρια, διάφορα μετα-κεντρώα προσωποπαγή μορφώματα, θα κληθούν να διαχειριστούν τη ρευστότητα, τις κρίσεις και τα άγχη μιας χώρας που δεν έχει λύσει τα ιστορικά της προβλήματα ενώ αντιμετωπίζει καινούργια: νέες μορφές εγκληματικής οργάνωσης, συγκρούσεις γηγενών και μεταναστών, τα προβλήματα μιας σύνθετης, πολυφυλετικής κοινωνίας που, επιπλέον, το δημόσιο χρέος της έχει φτάσει σε δυσθεώρητα ύψη.

Το ζήτημα είναι πως στην αρχή μιας μεγάλης ενεργειακής και κοινωνικής κρίσης, και με τον πόλεμο του Πούτιν να έχει λάβει μια καινούρια τροπή, η Ιταλία, μια μεγάλη χώρα, γίνεται απρόβλεπτη.

Ο Μάριο Ντράγκι στάθηκε μια στιγμή σύνεσης μέσα σε αυτή την ιστορία των διαιρέσεων και της διάλυσης όπου οι λαϊκισμοί συνδυάζονταν άλλοτε με το πλουτοκρατικό όνειρο και άλλοτε με μια απέχθεια για τις ελίτ που συνοδεύονταν από ανερμάτιστες πολιτικές.

Ο Ντράγκι αναδύθηκε από την τεχνοκρατία, όμως υπήρξε περισσότερο πολιτικός από τον Ματέο Ρέντσι ή άλλους ανθρώπους της επαγγελματικής πολιτικής. Η πανδημία και η παγκόσμια αποσταθεροποίηση που μετατρέπεται πια σε ενδημική κατάσταση (πριν ακόμα από τον πόλεμο στην Ουκρανία) ζητούσαν δείγματα σταθερότητας και ηγετικής ευφυΐας. Η σύνεση, η σοβαρότητα και η αντίσταση στον φανφαρονισμό και στην ιδεολογική ποταπότητα, όλα αυτά τα στοιχεία μπόρεσαν να συγκρατήσουν τις αντιθέσεις στο εσωτερικό της χώρας και να φτιάξουν μια εικόνα αξιοπιστίας στο εξωτερικό.

Ζούμε όμως σε μια εποχή όπου τα ακραία φαινόμενα έχουν επιστρέψει και η ιταλική νέα δεξιά είναι ο χώρος που επινόησε εκ νέου τον εαυτό του. Αν ο χώρος του Δημοκρατικού Κόμματος και της ιταλικής κεντροαριστεράς προσπαθεί να εκφράσει πολιτικά τα φωτισμένα μεσοστρώματα, τις αξίες της γενιάς z μαζί με έναν ήπιο κοινωνικό περιβαλλοντισμό, τα κοινά της δεξιάς έμπαιναν ορμητικά στη μάχη, ανήσυχα για την κρίση των αξιών, τη διάλυση της κοινωνικής συνοχής, το κόστος που είχε η «ανοιχτή στον κόσμο» Ιταλία για τους φτωχούς, τους λιγότερο μορφωμένους και τους καθηλωμένους στη μοίρα τους.

Παίχτηκε έτσι ένας πόλεμος ταυτοτήτων όπου από τη μια ήταν οι «κουλτουριάρηδες» της μετριοπαθούς αριστεράς και του κέντρου και από την άλλη ο «αληθινός λαός» της δεξιάς και της ακροδεξιάς.

Η νέα δεξιά εμφανιζόταν εδώ και καιρό ως υπέρμαχος της λαϊκής κυριαρχίας, των παλαιότερων τρόπων ζωής, της παραδοσιακής ιταλικής κουλτούρας, έστω στις πιο μυθοποιημένες εκδοχές που συσκευάζονται ευκολότερα για ιδεολογική χρήση.

Η νέα αριστερά επιχείρησε από τη μεριά της να δανειστεί μοντέλα πολιτικής και πολιτισμικής μάχης που έρχονταν περισσότερο από το Δημοκρατικό Κόμμα της Αμερικής και αφορούσαν, κυρίως, κάποια εξευγενισμένα, νεανικά αστικά στρώματα.

Η ριζοσπαστική αριστερά, από την άλλη, εξαιρετικά μειοψηφική εδώ και χρόνια, κινείται βασικά σε ένα χώρο ανατρεπτικής νοσταλγίας και αγχωτικής αναζήτησης μιας καινούργιας γλώσσας που όμως ηχεί στον λαό, ακόμα πιο ακατανόητη από την κλασική κομμουνιστική ρητορική.

Και εδώ έρχεται ο ρόλος ενός προσώπου. Η Τζόρτζια Μελόνι, η ταπεινής προέλευσης κοπέλα, προέρχεται από μια δεξιά που διεκδικεί πολλά στοιχεία από το παρελθόν του ιταλικού φασισμού, ξέρει όμως να προσαρμόζεται. Έχοντας αντιληφθεί πως τα υλικά των αντιπάλων της δεν αρκούν για να της ανακόψουν το ρεύμα, γίνεται η φωνή της αντίδρασης πίσω από ένα σύγχρονο, φρέσκο πρόσωπο.

Ούτε η ορθολογική σύνεση των κεντρώων ούτε ο ριζοσπαστικός εξωτισμός της νέας αριστεράς μπορούν να μιλήσουν στην ψυχή του ακροατηρίου που ενδιαφέρει τη Μελόνι, τον Σαλβίνι ή τον Μπερλουσκόνι.

Η νέα δεξιά αντιλαμβάνεται πως το παιχνίδι παίζεται σε έναν διαρκή οπορτουνισμό, συνδυάζοντας τυχοδιωκτικές απειλές και δηλώσεις καθησυχασμού και «λογικής». Με μια έννοια, οι Ιταλοί δεξιο-ακροδεξιοί έχουν πάρει το μάθημα από την ελληνική ριζοσπαστική-λαϊκιστική αριστερά και τον Αλέξη Τσίπρα: μια διαρκή πιρουέτα ανάμεσα σε σκληρότητα και μαλακούς τόνους, σε ευρω-αμφισβήτηση και ατλαντισμό, σε δυτική νομιμοφροσύνη και στυλ εθνικής απειθαρχίας. Δεν ενδιαφέρεται έτσι να γίνει μια ριζοσπαστική περιπέτεια δίχως διάρκεια αλλά να χτίσει μια νέα κατάσταση, τη δική της ηγεμονία.

Και αυτό είναι ίσως το πιο επικίνδυνο στη συγκεκριμένη πολιτική εξέλιξη: αυτή η τροποποιημένη και πολυμορφική ακροδεξιά να ολοκληρώσει την αποδόμηση της ιταλικής συνταγματικής δημοκρατίας. 

Η ιταλική ζωή είχε ανέκαθεν πολλά φαντάσματα στους οίκους των πολιτικών της οικογενειών. Ένα αφανές, παράλληλο κράτος λειτούργησε για δεκαετίες ως χειριστής των σκοτεινών λογαριασμών του Ψυχρού Πολέμου. Έπειτα ήρθε το ολιγαρχικό, καπιταλιστικό και επικοινωνιακό φαινόμενο του μπερλουσκονισμού που φαίνεται πως έχει ριζώσει με εκατομμύρια ψήφους για τον παρακμιακό γέροντα Καβαλιέρε. Τέλος, οι μεταμορφώσεις της ακροδεξιάς που στην Ιταλία είχε δύο ψυχές: την έλξη για πραξικοπηματικές και μιλιταριστικές λύσεις παρασκηνίου, κι από την άλλη ορισμένους πνευματικούς ταγούς κάποιου διαμετρήματος (έναν Ιούλιο Έβολα και πολλούς άλλους).

Και εδώ όμως η νέα ακροδεξιά διαφέρει πολύ από τους προδρόμους της: δεν ονειρεύεται πια πραξικοπήματα ή μυστικές στοές ούτε ενδιαφέρεται για μια συνεκτική πολιτική φιλοσοφία του κράτους και της ψυχής. Είναι μια ακροδεξιά που θέλει κυρίως τη δημοφιλία, έχοντας μάθει να παίζει με τους όρους της νέας δημοκρατίας των κοινών και τον φυσικό εξτρεμισμό των κοινωνικών δικτύων. Τα διαβάσματα της Μελόνι και των συντρόφων της στα χρόνια του «ακτιβισμού» δεν ήταν ο Ντ’ Ανούντσιο, ο Ιούλιος Έβολα ή ο Αλέν Ντε Μπενουά αλλά ο Στίβεν Κινγκ ή ο «Άρχοντας των Δαχτυλιδιών» του Τόλκιν.  

Το ζήτημα είναι πως στην αρχή μιας μεγάλης ενεργειακής και κοινωνικής κρίσης, και με τον πόλεμο του Πούτιν να έχει λάβει μια καινούρια τροπή, η Ιταλία, μια μεγάλη χώρα, γίνεται απρόβλεπτη. Απρόβλεπτη προς τα έξω και με πολύ μεγάλα ρίσκα προς τα μέσα, για την ποιότητα των θεσμών της και την κοινωνική ειρήνη. Η Ευρώπη ζει πια μια περιπετειώδη φάση όπου για όλους-ες μας τίποτα δεν είναι εκ των προτέρων εγγυημένο, τίποτα διασφαλισμένο και προβλέψιμο. 

Οπτική Γωνία
0

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ

Πρακτικά Νομικά: Θα πάω φυλακή αν σκοτώσω τον θύτη μου; 

Οπτική Γωνία / Θα πάει φυλακή μια γυναίκα που θα σκοτώσει τον κακοποιητή της;

Μια συζήτηση με τη δικηγόρο Μαριάννα Βασιλείου για το «Σύνδρομο Κακοποιημένης Γυναίκας», τη δευτερογενή θυματοποίηση, και τη σημασία της άμυνας στο ελληνικό ποινικό δίκαιο.
ΛΑΣΚΑΡΙΝΑ ΛΙΑΚΑΚΟΥ
Ο γιατρός της Σερίφου που έδωσε τα πάντα, μέχρι που δεν άντεξε άλλο

Οπτική Γωνία / Ο γιατρός της Σερίφου που έδωσε τα πάντα, μέχρι που δεν άντεξε άλλο

Ο Θανάσης Κοντάρης ήρθε από τη Σουηδία για να συμβάλει στη βελτίωση των υπηρεσιών υγείας στις Κυκλάδες, μετέτρεψε την κλινική της Σερίφου σε μια πρότυπη μονάδα, αλλά αναγκάστηκε να φύγει ξανά.
ΓΙΑΝΝΗΣ ΠΑΝΤΑΖΟΠΟΥΛΟΣ
Οι λύκοι της Γκράβας, το Χάρβαρντ και το λαγούμι

Οπτική Γωνία / Οι λύκοι της Γκράβας, το Χάρβαρντ και το λαγούμι

Η αδυναμία του ΣΥΡΙΖΑ, ο οποίος βρίσκεται μεταξύ φθοράς και αφθαρσίας και βλέπει την πλάτη της Ζωής Κωνσταντοπούλου, επαναφέρει τα σενάρια συνεργασίας με το ΠΑΣΟΚ και την επιστροφή του Αλέξη Τσίπρα. Πόσο ρεαλιστικά όμως είναι όλα αυτά; 
ΒΑΣΙΛΙΚΗ ΣΙΟΥΤΗ
ΕΠΕΞ Πορνό

Οπτική Γωνία / «Δεν μου αρέσει να νιώθω ότι παίζω τον ρόλο που είδαν σε μια ταινία πορνό»

Τρεις γυναίκες μιλούν για το πώς αντιμετώπισαν το θέμα της συστηματικής παρακολούθησης πορνογραφίας από τον ή την σύντροφό τους και για τις επιπτώσεις που είχε στη σχέση τους.
ΛΑΣΚΑΡΙΝΑ ΛΙΑΚΑΚΟΥ
Αντιμόνιο στη Χίο: Τοξική πληγή ή πηγή πλούτου;

Ρεπορτάζ / Αντιμόνιο στη Χίο: Τοξική πληγή ή πηγή πλούτου;

Η προκήρυξη διαγωνισμού για την εξόρυξη αντιμονίου στη Βόρεια Χίο έχει φέρει σε αντιπαράθεση την τοπική κοινωνία με την κυβέρνηση. Τι υποστηρίζει κάθε πλευρά και πόσο πιθανός είναι ο περιβαλλοντικός κίνδυνος;
ΝΤΙΝΑ ΚΑΡΑΤΖΙΟΥ
«Τις επόμενες μέρες Θα δούμε περισσότερη βία, συλλήψεις και οργή»

Ανταπόκριση από την Κωνσταντινούπολη / «Τις επόμενες μέρες θα δούμε περισσότερη βία, συλλήψεις και οργή»

Ερντογάν εναντίον Ιμάμογλου: Η αρχή ή το τέλος μιας σκληρής σύγκρουσης; O διευθυντής της Milliyet, ο ανταποκριτής της «Süddeutsche Zeitung» και πολίτες περιγράφουν την κατάσταση που επικρατεί στην πόλη και το χάος που απειλεί τη χώρα.
ΓΙΑΝΝΗΣ ΠΑΝΤΑΖΟΠΟΥΛΟΣ
Eνηλικίωση, αυτή η αναπόφευκτη

Οπτική Γωνία / «Όταν, μεγάλος πια, χάνεις έναν γονιό, είσαι πολύ μεγάλος για να μεγαλώσεις»

Βγάζεις ταυτότητα στα 12, παίρνεις δίπλωμα οδήγησης μετά το λύκειο, έχεις δικαίωμα ψήφου στα 17. Όμως η αληθινή ενηλικίωση έρχεται όταν δεν είσαι πια το παιδί κάποιου.
ΛΙΝΑ ΙΝΤΖΕΓΙΑΝΝΗ
Μιχάλης Τσιντσίνης: «Σοβαρή ενημέρωση δεν σημαίνει και ξενέρωτη» Ή «Δεν λείπει η άποψη αλλά η έρευνα και η νηφάλια σκέψη»

Συνέντευξη / Μιχάλης Τσιντσίνης: «Σοβαρή ενημέρωση δεν σημαίνει και ξενέρωτη»

Ο διευθυντής σύνταξης της κυριακάτικης έκδοσης της «Καθημερινής» δίνει την πρώτη του συνέντευξη και μιλά για το μέλλον των εντύπων, την ποιοτική δημοσιογραφία, τα social media αλλά και την κριτική που έχει δεχθεί κατά καιρούς το μέσο στο οποίο εργάζεται. 
ΓΙΑΝΝΗΣ ΠΑΝΤΑΖΟΠΟΥΛΟΣ