ΣΥΜΒΑΙΝΕΙ ΣΥΧΝΑ ένας κυβερνητικός ανασχηματισμός να δημιουργεί περισσότερα προβλήματα από όσα λύνει. Αυτό φαίνεται να συνέβη και τώρα.
Ο «ανασχηματισμός Χρυσοχοΐδη», καθώς η ανάγκη αντικατάστασης του υπουργού Προστασίας του Πολίτη ήταν αυτή που κυρίως προκάλεσε τον «διορθωτικό» ανασχηματισμό, δεν κατάφερε να κερδίσει τις θετικότερες εντυπώσεις, ειδικά μετά και το φιάσκο Αποστολάκη.
Οι αλλαγές στο κυβερνητικό σχήμα που ανακοινώθηκαν δεν ήταν τελικά ο δομικός ανασχηματισμός που οι πληροφορίες έλεγαν ότι σκεφτόταν να κάνει ο πρωθυπουργός. Οι πιέσεις για να μείνουν συγκεκριμένα πρόσωπα στις καρέκλες τους ήταν πιο πολλές από αυτές για την είσοδο νέων προσώπων.
Το στυλ διακυβέρνησης του Κυριάκου Μητσοτάκη είναι η συγκέντρωση των βασικών εξουσιών στο Μαξίμου, το οποίο έχει τον πιο κρίσιμο ρόλο, κάτι πολύ παραπάνω δηλαδή από αυτόν του σχεδιασμού και του γενικού συντονισμού. Το Μαξίμου, μαζί με 3-4 υπουργούς που συνδέονται απευθείας με αυτό, αποτελούν στην ουσία την επιτελική κυβέρνηση, γιατί επιτελικό κράτος δεν υπάρχει.
Η επιλογή Πλεύρη ήταν για πολλούς απαράδεκτη, καθώς είναι δύσκολο να αντιληφθεί κανείς με ποια κριτήρια τον επέλεξε ο Κυριάκος Μητσοτάκης. Οπωσδήποτε ο πρωθυπουργός αναλαμβάνει ένα σημαντικό ρίσκο με την κίνηση αυτή.
Οι υπόλοιποι υπουργοί που στελεχώνουν την κυβέρνηση παίζουν έναν πιο δευτερεύοντα ρόλο που σχετίζεται με τις πολιτικές ισορροπίες και τους συσχετισμούς ισχύος. Ο βασικός πυρήνας της κυβέρνησης με τις αλλαγές που είχαν γίνει πριν από λίγες μέρες (αποστολή Λιβάνιου στο Ψηφιακής Πολιτικής, αναβάθμιση Τριαντόπουλου και Σκέρτσου) έμεινε όπως ήταν.
Το νέο κυβερνητικό σχήμα είναι αυτό που θα μοιράσει τα χρήματα του πακέτου ανάκαμψης που όλοι περιμένουν, και όσον αφορά τους κρίσιμους ρόλους σε αυτό το πεδίο δεν πειράχτηκε κανένας.
Το πιο καυτό υπουργείο, όμως, για το επόμενο διάστημα είναι αυτό της Υγείας, όπου ο πρωθυπουργός αποφάσισε –μεσούσης της πανδημίας– να βάλει κάποιον σχετικά άπειρο και χωρίς εγνωσμένη αξία στη διοίκηση. Ο κ. Πλεύρης, για τον οποίο δύσκολα θα μπορούσε να υποστηρίξει κανείς ότι είναι μεταξύ των αρίστων επιλογών για το υπουργείο Υγείας, ανήκει, μαζί με τον Άδωνι Γεωργιάδη και τον Μάκη Βορίδη, στα λεγόμενα «ορφανά του Καρατζαφέρη», με ακροδεξιά καταγωγή.
Η επιλογή αυτή ήταν για πολλούς απαράδεκτη, καθώς είναι δύσκολο να αντιληφθεί κανείς με ποια κριτήρια τον επέλεξε ο Κυριάκος Μητσοτάκης. Οπωσδήποτε ο πρωθυπουργός αναλαμβάνει ένα σημαντικό ρίσκο με την κίνηση αυτή, ειδικά σε συνδυασμό με την αποχώρηση του μετριοπαθούς και με τη φήμη του αποτελεσματικού, Βασίλη Κοντοζαμάνη, ο οποίος θεωρούνταν ο «μάνατζερ» του υπουργείου Υγείας που έλυνε όλα τα προβλήματα και αντιμετώπιζε κάθε κρίση το προηγούμενο δύσκολο διάστημα. Ο κ. Κοντοζαμάνης, μάλιστα, έχαιρε της εμπιστοσύνης του Μαξίμου, δεν είχε εκφραστεί ποτέ κάποια δυσφορία για αυτόν και η απομάκρυνση του είναι κι αυτή μία από τις κινήσεις που κανείς στη Νέα Δημοκρατία δεν μπορεί να εξηγήσει.
Η πιο ατυχής επιλογή βέβαια ήταν αυτή του πρώην υπουργού Άμυνας του ΣΥΡΙΖΑ, Ευάγγελου Αποστολάκη (και πρώην υπασπιστή των τότε ΥΕΘΑ Άκη Τσοχατζόπουλου και Γιάννου Παπαντωνίου), την οποία η κυβέρνηση είχε προαναγγείλει ως σπουδαία συμβολική επιλογή. Όλοι εξεπλάγησαν με την ανακοίνωση του ονόματος του και πληροφορίες από τον χώρο της αντιπολίτευσης συνέδεαν την υπουργοποίηση του με τη σχέση του με γνωστό Έλληνα μεγαλοεπιχειρηματία, που διατηρεί σχέσεις και με τον Αλέξη Τσίπρα και τη Φώφη Γεννηματά.
Ο πρωθυπουργός, αντιλαμβανόμενος το απρόσμενο πολιτικό κόστος που μπορεί να έχουν για μια κυβέρνηση οι φυσικές καταστροφές, θέλησε να βγάλει τα θέματα αυτά από την κομματική αντιπαράθεση, τοποθετώντας ένα πρόσωπο που θα ήταν αποδεκτό από όλους, όπως σχολίαζαν κυβερνητικοί βουλευτές. Η επιλογή όμως ενός πρώην υπουργού του ΣΥΡΙΖΑ, πέρα από την οργή του Αλέξη Τσίπρα που έγινε η αιτία να ακυρωθεί η υπουργοποίηση του, προκάλεσε και τον εκνευρισμό μεγάλου τμήματος της δεξιάς βάσης αλλά και του «αντιΣΥΡΙΖΑ μετώπου». Lose-lose situation δηλαδή.
Στο υπουργείο Προστασίας του Πολίτη τοποθέτησε τον πρώην στενό συνεργάτη του, Τάκη Θεοδωρικάκο, ο οποίος είχε φύγει ως αποτυχημένος στον προηγούμενο ανασχηματισμό και τον επαναφέρει τώρα σε ένα πολύ πιο κρίσιμο υπουργείο. Ο κ. Θεοδωρικάκος είχε καταφέρει να αναστατώσει την κυβέρνηση αρκετές φορές κατά τη διάρκεια της προηγούμενης θητείας του και είχε μετατρέψει σε φιάσκο με επικοινωνιακο κόστος ακόμα και απλά πράγματα όπως την προμήθεια μασκών για τους μαθητές.
Με το άνοιγμα των πανεπιστημίων τον Οκτώβριο αναμένεται θερμό μέτωπο στην παιδεία και θα χρειαστούν πολύ επιδέξιοι χειρισμοί για να μην υπάρξουν δυσάρεστες εξελίξεις. Από την άλλη, οι δεξιοί ψηφοφόροι που είναι δυσαρεστημένοι από την κυβέρνηση στα θέματα «τάξης και ασφάλειας» μπορεί να μη δουν με καλό μάτι την τοποθέτηση ενός πρώην γραμματέα της ΚΝΕ στη θέση αυτή και να υπάρξει κι άλλη γκρίνια.
Η τοποθέτηση του Νίκου Χαρδαλιά ως υφυπουργού Άμυνας είναι αναβάθμιση και δεν σημαίνει κάποια δυσαρέσκεια. Στην κυβέρνηση είναι ευχαριστημένοι από τον μέχρι πρότινος υπεύθυνο Πολιτικής Προστασίας, που θεωρούν πολύ ικανό και θα ήθελαν να παραμείνει στη θέση αυτή. Η αλλαγή έγινε για λόγους που σχετίζονται μάλλον με την υγεία του και για λόγους προστασίας ενός ανθρώπου που, όπως λένε, τα έδωσε όλα το προηγούμενο διάστημα και του το αναγνωρίζουν.
Στο Παιδείας, παρά τις φήμες για τη Νίκη Κεραμέως και κάποια δυσαρέσκεια, ο πρωθυπουργός δεν την άλλαξε τελικά, αλλά υπάρχει αγωνία για τον χειρισμό των θεμάτων της παιδείας το επόμενο διάστημα.
Στο υπουργείο Ψηφιακής Διακυβέρνησης, δίπλα στον Κυριάκο Πιερρακάκη, έχει τοποθετηθεί από τις προηγούμενες αλλαγές ο Θοδωρής Λιβάνιος που θεωρείται το μάτι του Μαξίμου.
Όσο για τον Βασίλη Κικίλια, που έφυγε από το μάτι του κυκλώνα για να πάει στο υπουργείο Τουρισμού, που μετά από αυτό το καλοκαίρι ειδικά δρέπει δάφνες, θεωρείται ο πιο τυχερός του ανασχηματισμού.