Ο ΦΟΝΞΙΟΝΑΛΙΣΜΟΣ ΕΙΝΑΙ ΜΙΑ ΒΑΘΙΑ, πανίσχυρη και ασυνείδητη συλλογική διεργασία. Για έναν ανθρωπολόγο, η σύνδεση ανάμεσα στο ναυάγιο της Πύλου, τη θλιβερά συνακόλουθη θεωρία πληθυσμιακής αντικατάστασης και την υπόθεση των αρθρογράφων-που-δεν-υπάρχουν είναι σχετικά προφανής. Και, ως συνήθως, είναι δημογραφική.
Η Ελλάδα βρίσκεται σήμερα σε τερματικό δημογραφικό μαρασμό. Απ’ τα χρόνια του Μνημονίου και μετά, «μειωνόμαστε» κατά εκατοντάδες ανθρώπους τη μέρα – συνολικά, από το 2010, ο ελληνικός πληθυσμός έχει μειωθεί κατά 600.000. Είναι ένα φαινόμενο περίπλοκο, πολυπαραγοντικό, κι εμείς έχουμε όλους ανεξαιρέτως τους παράγοντες στο κόκκινο (χαμηλές γεννήσεις, αυξημένοι θάνατοι, επιδείνωση βιοτικού επιπέδου, εργασιακή ανασφάλεια, νέοι που μεταναστεύουν και δεν επιστρέφουν, σύστημα υγείας σε κατάρρευση κ.ά.).
Προς το παρόν, τίποτα δεν επιτρέπει να ελπίζουμε ότι οι τάσεις αυτές είναι αναστρέψιμες. Με λίγα λόγια, τείνουμε προς εθνική σμίκρυνση, αν όχι μερική εξαφάνιση.
Μια κοινωνία που πεθαίνει σε απ’ ευθείας μετάδοση αναγκαστικά αισθητικοποιεί τον θάνατο και την καταστροφή, βρίσκοντάς τους προεκτάσεις γοητευτικές και απολαυστικές. Μια έλξη για το τέλος, μια μαγνητική και λάγνα αναζήτηση του απύθμενου βάθους.
Η τάση αυτή, όπως συχνά παρατηρείται (ειδικά όταν μιλάμε για ελεύθερη πτώση, που εδώ γι’ αυτό μιλάμε), συνοδεύεται από γενικευμένη παρακμή, κυνισμό, μισανθρωπία, κανιβαλισμό. Μια κοινωνία που πεθαίνει σε απ’ ευθείας μετάδοση αναγκαστικά αισθητικοποιεί τον θάνατο και την καταστροφή, βρίσκοντάς τους προεκτάσεις γοητευτικές και απολαυστικές. Μια έλξη για το τέλος, μια μαγνητική και λάγνα αναζήτηση του απύθμενου βάθους.
Ταυτόχρονα, έχουμε το εξής: η Ελλάδα είναι μια κοινωνία της οποίας το εθνικό αφήγημα είναι ιστορικά βασισμένο στον εθνοφυλετισμό και στην (πολύ συγκεκριμένη) ελληνορθόδοξη παράδοση. Οτιδήποτε «άλλο» θα πρέπει να φτύσει αίμα για να αφομοιωθεί – εννοούμε να αφομοιωθεί στη συνείδηση όσων φέρουν το εθνικό αυτό αφήγημα. Εξού και η ακραία ντόπια δημοφιλία της θεωρίας «πληθυσμιακής αντικατάστασης» που είναι, οφείλουμε πλέον πάντα να το υπογραμμίζουμε, μια ακροδεξιά θεωρία συνωμοσίας.
Κι έτσι φτάνουμε στον «Δημήτρη Ευθυμάκη». Στην εφιαλτική και μεταθανάτια νεοελληνική επικράτεια όπου είναι αδύνατον τόσο να ζήσεις όσο και να γεννηθείς, στο κλειστοφοβικό dοmain των ψευδών συμβόλων και των αντεστραμμένων αναπαραστάσεων, οι εικονικοί ημεδαποί εμφανίζονται στον βαθμό που αναχαιτίζονται οι πραγματικοί αλλοδαποί. Σαν αντιπαραβαλλόμενα pop-ups.
Οι αρθρογράφοι-που-δεν-υπάρχουν ΕΙΝΑΙ οι νέοι ημεδαποί – φέρουν μάλιστα και όλα τα φυσιογνωμικά χαρακτηριστικά που γαργαλάνε το φαντασιακό της συμβολικής πλειοψηφίας και που το Protagon αλίευσε προσεκτικά σε «τράπεζες φωτογραφιών»: γκριζαρισμένοι άνδρες με κοκκάλινο γυαλί πρεσβυωπίας και καθησυχαστικό γενάκι πρώην αριστερού, που τώρα όμως τα λέει σωστά. Πρόκειται για την πρώτη μόλις γενιά ενός νέου εικονικού πληθυσμού της χώρας που έρχεται. Αρθρογράφοι-που-δεν-υπάρχουν για αναγνώστες-που-δεν-ζουν-πια-κι-ούτε-πρόκειται-να-γεννηθούν, αλλά που τουλάχιστον εξακολουθούν να είναι «ο εαυτός τους».
Είναι έτσι, λοιπόν, το τελευταίο ελληνικό καλοκαίρι. Αυτό που ο Δημήτρης Ευθυμάκης κολυμπάει ανέμελος στις αμμουδιές της Πύλου με σωσίβιο φλαμίνγκο, υποκαθιστώντας τον Έλληνα που δεν θέλει να αντικατασταθεί.