«O ΠΟΥΤΙΝ ΕΙΝΑΙ ΠΙΟ ΠΛΟΥΣΙΟΣ ΑΠΟ ΜΕΝΑ», είχε δηλώσει τις προάλλες ο Έλον Μασκ, ο πλουσιότερος άνθρωπος του κόσμου, σύμφωνα με κάθε επίσημη καταμέτρηση, και από χθες ο νέος ιδιοκτήτης του Twitter. Πριν από τέσσερα χρόνια, ο «παρορμητικός» δισεκατομμυριούχος, έξαλλος με τις «άδικες επιθέσεις» που δεχόταν από μερίδα των μέσων, είχε δηλώσει ότι φρόντιζε ήδη για τη δημιουργία ενός σάιτ το οποίο θα αξιολογούσε (άγνωστο με ποια ακριβώς κριτήρια) την αξιοπιστία κάθε ρεπόρτερ – και αποδίδοντας έναν περίεργο φόρο τιμής στο κραταιό άλλοτε φερέφωνο της σοβιετικής εξουσίας θα λεγόταν Pravda.
Δεν υλοποιήθηκε ποτέ εκείνη η εξαγγελία του, αλλά είναι δύσκολο ώρες-ώρες να μην αναλογίζεσαι τον Έλον Μασκ ως μια προσωπικότητα με αντίστοιχες του Ρώσου Προέδρου διαταραχές και ψευδαισθήσεις μεγαλείου ή τουλάχιστον ως έναν δυτικού τύπου αρχι-ολιγάρχη (ή τεχνο-μονάρχη) που δεν ξέρεις αν θα σε στείλει στον Άρη ή στο πυρ το εξώτερο. Και όταν οι επικεφαλίδες της επικαιρότητας σε στέλνουν από τον Πούτιν στον Μασκ και πάλι πίσω, όπως συμβαίνει αυτόν τον καιρό, αρχίζει κανείς να απελπίζεται πραγματικά για το άμεσο μέλλον της ανθρωπότητας.
Ο Έλον Μασκ ευαγγελίζεται την «ελευθερία του λόγου» την οποία θα προασπίζει από τον «πορσελάνινο θρόνο» του, γράφοντας στα παλιά του τα παπούτσια νόμους, θεσμούς, ελεγκτικούς μηχανισμούς και ρυθμιστικές αρχές.
Υπό μία έννοια, πάντως, μοιάζει δίκαια κατάληξη η εξαγορά μιας πλατφόρμας στην οποία, όπως είχε δείξει η σχετική έρευνα ενός θεσμού όπως το MIT (Massachusetts Institute of Technology), οι ψευδείς αναφορές έχουν 70% μεγαλύτερη πιθανότητα να ανακυκλωθούν ως retweets απ’ ό,τι οι αληθινές, από κάποιον που έχει συμβάλει όσο λίγοι στην πληθώρα «τοξικού» περιεχόμενου που κατακλύζει το Twitter (όχι ότι τα υπόλοιπα social media πάνε πολύ πίσω).
Πριν από λίγες μέρες μόνο πόσταρε μια φωτογραφία του Μπιλ Γκέιτς με εμφανή «μπάκα», αντιπαραβάλλοντάς τη με ένα καρτούν που έδειχνε έναν έγκυο άντρα, για να προσθέσει από κάτω τη λεζάντα «in case u need to lose a boner fast» («σε περίπτωση που πρέπει να σου ‘πέσει’ γρήγορα». Πρόσφατα επίσης είχε χαρακτηρίσει τον Πρόεδρο Μπάιντεν ως «ξενέρωτη μαριονέτα σε ανθρώπινη μορφή».
Λίγο καιρό πριν, τον περασμένο Νοέμβριο, δήλωνε θριαμβευτικά στην ομήγυρη της πλατφόρμας που τώρα του ανήκει ολοκληρωτικά ότι η Μούσα που εμπνέει τις μνημειώδεις αναρτήσεις του τον συναντά κυρίως στην τουαλέτα: «Τουλάχιστον το 50% των tweets μου έχουν γίνει πάνω σ’ έναν πορσελάνινο θρόνο… Είναι το καταφύγιό μου». Πρόσφατα, επίσης, τελών εν ευθυμία, όπως είπε μετά, είχε αποκαλέσει «παιδόφιλο» τον Βρετανό περιηγητή που βοήθησε στη διάσωση των δώδεκα παιδιών τα οποία είχαν παγιδευτεί σε μια σπηλιά στην Ταϊλάνδη, ενώ όταν ο Μπέρνι Σάντερς είχε τουιτάρει «πρέπει να απαιτήσουμε να πληρώσουν επιτέλους οι πάμπλουτοι το μερίδιό τους», ο Μασκ του απάντησε «ξεχνάω συνέχεια ότι εσύ ζεις ακόμα».
Ο Έλον Μασκ ευαγγελίζεται την «ελευθερία του λόγου» την οποία θα προασπίζει από τον «πορσελάνινο θρόνο» του, γράφοντας στα παλιά του τα παπούτσια νόμους, θεσμούς, ελεγκτικούς μηχανισμούς και ρυθμιστικές αρχές, όπως κάνουν και τόσοι άλλοι της (όλο και πιο ασφυκτικά πνιγηρής) τάξεως των δισεκατομμυριούχων.
Όπως έγραφε χθες η αρθρογράφος Christine Emba στη «Washington Post»: «Έχουμε εδώ μπροστά μας ένα υπόδειγμα “δισεκατομμυριούχου κορυφής” (“peak billionaire”) – είμαστε μάρτυρες της απεριόριστης δυνατότητας που έχει ένα αφάνταστα πλούσιο άτομο να παίρνει αποφάσεις που μπορεί να αλλάξουν δραματικά τη ζωή πολλών, πολλών ανθρώπων, χωρίς να λογοδοτεί σε κανέναν – με βάση μόνο τα κέφια και τη βαθιά τσέπη του».
Το άρθρο δημοσιεύθηκε στην έντυπη LiFO.