ΠΟΛΥ ΠΡΙΝ ΑΠΟ ΤΗΝ πολιτική ορθότητα και το ξεβόλεμα που επέφερε στις ζωές πολύ παραδοσιακών αρρενωποτήτων (οι οποίοι όμως ήθελαν να λέγονται και gentlemen), όλοι γνωρίζαμε τι ακριβώς είναι κάποιος που φλεξάρει τον σεξουαλικό πρωταθλητισμό του. Τις συντρόφους του με όνομα, τηλέφωνο και επώνυμο στο κουδούνι της εξώπορτας. Τις ιδιότητες και τα προσόντα του, για να αποδειχθεί ότι «παίζει» σε πολλές κατηγορίες και πολλά πατώματα, ψηλά και χαμηλά.
Είτε σε καφενείο και με λίγους ακροατές, είτε σε ραδιόφωνο / τηλεόραση / έντυπο Τύπο και με πολλούς, η αηδία και το αήθες της κίνησης παρέμενε το ίδιο.
Παλιά λεγότα διακριτικότητα, «καλοί τρόποι», «οι άνδρες που κάνουν, δεν λένε» και άλλα τέτοια ηθικοδιδακτικά, στις μέρες μας η γελοιότητα τού να ξεφωνίζεις κάποια/-ον πρώην σύντροφό σου, ότι κάποτε ήσασταν μαζί, ότι κάνατε το ένα ή το άλλο, εμπίπτει σ’ εκείνο το σετ συμπεριφορών που πλέον χαρακτηρίζονται από σεξιστικές (στην καλύτερη) έως κακοποιητικές (στη χειρότερη).
Και προφανώς και δεν αφορά κανέναν το sex drive του οποιουδήποτε, όσο και όπου κι αν σκούζει, όποιας ηλικίας ή μορφωτικού επιπέδου κι αν είναι, ωστόσο ανοίγει ένα παράθυρο κάπου στον φωταγωγό για να μπει στην κουβέντα κάπως πλάγια η καταταλαιπωρημένη κουβέντα της συναίνεσης από τη μία και το νέο που ντρέπεται αφόρητα να στέκεται δίπλα στο παλιό.
Παλιοί πρωταγωνιστές, «παλαιάς κοπής» άνδρες και παλιά δημοσιογραφία – και τα δυο αρνούνται να έρθουν στο σήμερα και κυρίως αρνούνται να μιλήσουν για οτιδήποτε άλλο πέρα από τον καβάλο τους.
Τα τελευταία χρόνια, ειδικά μετά την έναρξη του ελληνικού #metoo, η «συναίνεση» μπαινοβγαίνει στις συζητήσεις μας και λόγω κάποιας συστημικής παρεξήγησης μοιάζει να αφορά μόνο τα της σεξουαλικής μας ζωής και τίποτα πέρα και έξω από αυτήν.
Όμως, πρόκειται για καθαρή πλάνη: ακόμα και η μεταφορά –σε ανοιχτό κοινό– μίας ιδιωτικής κουβέντας, η κοινοποίηση μίας αυστηρά προσωπικής πληροφορίας, όσο επιπόλαιη ή ανθυπομικρή μπορεί να φαντάζει, δυστυχώς θέλει «συναίνεση». Πριν ανοίξεις το στόμα σου, οφείλεις να ρωτήσεις ή έστω να ενημερώσεις τον/την όποια παρτενέρ για την όποια πληροφορία επιθυμείς (αλλά θα έπρεπε να μην μπορείς) να κοινοποιήσεις.
Όλο αυτό το απολύτως σαφές στις λεπτές παραμέτρους και απολήξεις του πλέγμα γίνεται σκόνη, όταν μιλάμε για μεγαλύτερες ηλικίες ή για «σεσημασμένα αρσενικά».
Ο Μικρούτσικος, ο Λιάνης, κατά το παρελθόν ο Λευτέρης Παπαδόπουλος, για τα δικά τους δεδομένα δεν θεωρούν ότι λένε ή κάνουν κάτι κακό. Έτσι αντιμετώπιζαν τις γυναίκες, τη σεξουαλική διάδρασή τους και τις σχέσεις παλιά, και κανείς δεν διαφωνούσε ή έστω δεν αντιδρούσε, αν το αυτί του έπιανε τέτοιες «πικάντικες» περιγραφές ή αποκαλύψεις.
Έτσι μιλούσαν οι άνδρες παλιά, θα σου πουν: σταράτα, αρσενικά και ζόρικα. «Από τα χέρια του τάδε», σου λέγανε, «είχανε περάσει κοριτσάρες και κοριτσάρες και καμιά δεν παραπονέθηκε. Και πολύς της έπεφτε». Γνωστές αντιλήψεις με γνωστές διακλαδώσεις και συνέπειες μέχρι σήμερα.
Ωστόσο, τα media τι κάνουν όταν συναντιούνται με τέτοιες αφηγήσεις; Τις διακόπτουν; Πώς διακόπτεις έναν τέτοιο συνομιλητή; Έχεις το δικαίωμα; Μήπως θα έπρεπε να το σκεφτείς πριν του ανοίξεις το μικρόφωνο;
Αλλά και πώς να το ξέρεις ότι η κουβέντα θα φτάσει σε τέτοια σάλια; Πώς αφαιρείς από την ακολουθία της σκέψης του μια τέτοια ανάμνηση-αναφορά; Κάνεις τον κουφό και αφήνεις την πιστολιά να χαθεί μέσα στη λοιπή φασαρία ή την καταγράφεις με το αναμενόμενο ρεζιλίκι να παίρνει μπάλα σχετικούς και ανύποπτους; Επικοινωνείς με το θιγόμενο πρόσωπο; Το προστατεύεις κάπως από ένα τέτοιο τραυματικό outing; Πού πήγε εδώ η «συναίνεση»; (Περίπατο στα κουτούκια της παλιάς Αθήνας, λογικά, όπου είχαν πέραση αυτές οι πορνογραφικές περιγραφές).
Και μετά, μπορούν τα γεράματα να αφυδατώσουν και να αποδυναμώσουν τη φόρα του εμετού; Μπορεί η προχωρημένη ηλικία και ο αιωνίως ντούρος ανδρικός εγωισμός να είναι άλλοθι, όταν συμβαίνουν τέτοια faux pas;
Την απάντηση την ξέρει και μαθητής του Δημοτικού: ειδικά όταν μιλάμε για media και όχι ζωντανές συζητήσεις, όχι κάτι που θα μπορούσε να ξεφύγει στον «αέρα» μιας live εκπομπής, όλα «σηκώνουν» φίλτρο, ειδικά όταν διαχειριζόμαστε τόσο ευαίσθητες πληροφορίες.
Ποιος έγινε σοφότερος από αυτό που ξεστόμισε ο Λιάνης για τη Βουγιουκλάκη και ποιος ωφελήθηκε; Κανείς. Ποιος τον σταμάτησε από αυτή την κατηφόρα; Επίσης κανείς. Πώς βρήκε τον δρόμο για το φως η αχρείαστη πληροφορία για την παρελθοντική ερωτική ζωή του Μικρούτσικου; Γιατί θεωρήθηκε είδηση το τι έκανε και με ποιαν στα νιάτα του;
Για τα παραπάνω υπάρχουν διάφορες απαντήσεις, αλλά για να μην εκνευριζόμαστε με ζητήματα με τα οποία δεν βγαίνει εύκολα άκρη, ας καταφύγουμε στη λιγότερο προφανή, αλλά όχι λιγότερο ανώδυνη εξήγηση: όλα αυτά τα άβολα και αμήχανα σκηνικά είναι χρέπια του παλιού κόσμου. Παλιοί πρωταγωνιστές, «παλαιάς κοπής» άνδρες και παλιά δημοσιογραφία – και τα δυο αρνούνται να έρθουν στο σήμερα και κυρίως αρνούνται να μιλήσουν για οτιδήποτε άλλο πέρα από τον καβάλο τους.
Αν έκαναν έναν τέτοιο κόπο να επικοινωνήσουν έστω και λίγο με την εποχή, θα συνειδητοποιούσαν ότι κανείς δεν νοιάζεται ούτε για τις ένδοξες μέρες αυτού του σημείου τους ούτε για τις μελαγχολικές. Πόσο κρίμα να μην το ξέρουν.