ΤΟ ΣΚΑΝΔΑΛΟ των παρακολουθήσεων πλήττει το προφίλ του πρωθυπουργού και εκτός των ελληνικών συνόρων, ενώ η διαχείριση της επικοινωνιακής κρίσης από την κυβέρνηση μάλλον επιδεινώνει παρά βελτιώνει την κατάσταση για αυτήν. Η έντονη ενασχόληση του κομματικού μηχανισμού της Νέας Δημοκρατίας με ένα άρθρο των NYT που δεν έλεγε τίποτα φοβερό, καθώς και η διαδικτυακή στοχοποίηση του αρθρογράφου, δεν φιλοτεχνεί το φιλελεύθερο προφίλ που επιδιώκει να παρουσιάζει στα διεθνή ΜΜΕ ο Κυριάκος Μητσοτάκης. Το ίδιο και η αναφορά του κυβερνητικού εκπροσώπου για την ελληνίδα συντάκτρια του Politico, την οποία κατηγόρησε για σχέσεις με τον ΣΥΡΙΖΑ επειδή θεώρησε μεροληπτικό ένα ρεπορτάζ της για την κυβερνητική απάντηση στην ΕΕ σχετικά με την διερεύνηση της υπόθεσης των υποκλοπών (έστω και αν την επομένη παραδέχθηκε ότι θα μπορούσε να την είχε αποφύγει).
Η αντίδραση της κυβέρνησης μαρτυρά εκνευρισμό και φανερώνει έλλειψη συντονισμού και ψυχραιμίας. Αυτή τη φορά έπεσε εύκολα στην παγίδα του ΣΥΡΙΖΑ, που συνηθίζει να μεγαλοποιεί κάθε άρθρο κριτικής ξένου μέσου για την κυβέρνηση και να το παρουσιάζει σαν προαναγγελία της πτώσης της. Μόνο που αυτό ο ΣΥΡΙΖΑ το κάνει πολύ συχνά και με κάθε ευκαιρία. Είναι μία συνηθισμένη τακτική της ηγεσίας του, την οποία εφαρμόζει εδώ και πολλά χρόνια.
Και οι δύο (ΝΔ - ΣΥΡΙΖΑ) θα «βάλουν γκολ», απευθυνόμενοι αποκλειστικά στο κοινό τους, αφού η αυριανή διαδικασία δεν αναμένεται να προχωρήσει την υπόθεση, εκτός αν ο πρωθυπουργός προβεί σε κάποια αποκάλυψη (που δεν προβλέπεται).
Από την άλλη, ο Κυριάκος Μητσοτάκης προτιμά το πινγκ-πονγκ με τον Αλέξη Τσίπρα, από το να δώσει θεσμικά τις απαντήσεις που ζητάει ο Νίκος Ανδρουλάκης. Για αυτό και επέλεξε να γίνει πρώτα η συζήτηση σε επίπεδο αρχηγών στην ολομέλεια της Βουλής που ζήτησε ο πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ -και θα γίνει αύριο- παρά η σύγκληση της Επιτροπής Θεσμών και Διαφάνειας στην οποία ο Νίκος Ανδρουλάκης έχει ζητήσει να κληθούν οι Κοντολέων και Δημητριάδης για να ενημερώσουν γιατί τον παρακολουθούσαν, ποιος τους έδωσε την εντολή και πού βρίσκεται το περιεχόμενο των παρακολουθήσεων του.
ΤΟ ΠΑΣΟΚ-ΚΙΝΗΜΑ ΑΛΛΑΓΗΣ δεν προσδοκά τίποτα από την αυριανή ολομέλεια και προβλέπει ότι θα είναι απλώς (άλλη) μία κοκορομαχία. Επισημαίνουν μάλιστα ότι αύριο στην Βουλή θα συζητάνε χωρίς να έχουν κανένα δεδομένο και απλώς θα λέει ο καθένας τα δικά του, χωρίς στοιχεία. Την κυβέρνηση αυτό την συμφέρει, διότι θα απευθυνθεί στο κοινό της μόνο, με σκοπό να το συσπειρώσει. Ο Αλέξης Τσίπρας θα εκμεταλλευτεί την απουσία του Νίκου Ανδρουλάκη για να εμφανιστεί ως ηγέτης του «μετώπου» (που ωστόσο δεν υπάρχει). Ετσι και οι δύο θα «βάλουν γκολ», απευθυνόμενοι αποκλειστικά στο κοινό τους, αφού η αυριανή διαδικασία δεν αναμένεται να προχωρήσει την υπόθεση, εκτός αν ο πρωθυπουργός προβεί σε κάποια αποκάλυψη (που δεν προβλέπεται).
Σχετικά με την σύσταση Εξεταστικής Επιτροπής για την παρακολούθηση του Νίκου Ανδρουλάκη που έχει ζητήσει το ΠΑΣΟΚ-Κίνημα Αλλαγής, ο κυβερνητικός εκπρόσωπος έχει πει αυτές τις μέρες ότι η κυβέρνηση βλέπει θετικά τη δυνατότητα που δίνει το σύνταγμα στην αντιπολίτευση να συστήνει εξεταστικές επιτροπές, ξεκαθαρίζοντας όμως ότι θα απαιτήσουν να διερευνηθούν και προηγούμενες περίοδοι και να εξεταστεί τι γινόταν και παλαιότερα με τις παρακολουθήσεις.
Η κυβέρνηση όμως, παρότι καλούσε με δηλώσεις τον Νίκο Ανδρουλάκη για να τον ενημερώσει σχετικά με την παρακολούθηση του, αρνείται να το κάνει επίσημα και ως τώρα καθυστερεί να το κάνει στην Επιτροπή Θεσμών και Διαφάνειας όπως έχει ζητήσει ο πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ. Σύμφωνα με όσα έχουν ειπωθεί ως τώρα από την κυβέρνηση, η παρακολούθηση είχε ως «λόγο» θέματα εθνικής ασφάλειας για τα οποία έχουν πει ότι δεν βρέθηκε κάτι σε βάρος του και για αυτό σταμάτησε η παρακολούθηση. Αυτός είναι και ο λόγος που επικαλούνται οι κυβερνητικές πηγές για την καταστροφή του φακέλου του.
Ο Νίκος Ανδρουλάκης ωστόσο, μπορεί να μην το λέει δημόσια -καθώς δίνει έμφαση στην θεσμική συμπεριφορά και για να ξεχωρίσει την στάση του από εκείνη του Αλέξη Τσίπρα- αλλά είναι βέβαιος ότι η παρακολούθηση του γινόταν για πολιτικούς λόγους και για αυτό «καταστράφηκε» το αρχείο με το περιεχόμενό της «επειδή θα αποδεικνυόταν ότι ο λόγος ήταν πολιτικός» αναφέρει στέλεχος του κόμματος.
Η κυβερνητική γραμμή υποστηρίζει τώρα ότι ήταν το Μέγαρο Μαξίμου αυτό που αποκάλυψε την παρακολούθηση Ανδρουλάκη από την ΕΥΠ, ζητώντας τις παραιτήσεις του διοικητή της και του γ.γ της κυβέρνησης, άρα δεν μπορεί η αντιπολίτευση να την κατηγορεί για συγκάλυψη. Στην πραγματικότητα όμως η κυβέρνηση κάνει την ανάγκη φιλοτιμία, καθώς πράγματι αυτή το αποκάλυψε, αλλά επειδή πίστεψε ότι το ΠΑΣΟΚ το είχε ήδη πληροφορηθεί από άλλη πηγή όταν άρχισε την έρευνα η ΑΔΑΕ (με τον πρόεδρο της οποίας οι σχεσεις του Μαξίμου είναι πλέον ψυχρες, σύμφωνα με πληροφορίες).
Ο Νίκος Ανδρουλάκης θα επιμείνει πάντως να προσκομίσει η ΕΥΠ ή η κυβέρνηση στην Επιτροπή Θεσμών και Διαφάνειας το αρχείο με το περιεχόμενο από την παρακολούθηση του, αλλά και η κυβέρνηση θα συνεχίσει να αρνείται.
Αποκαλύψεις για άλλα πρόσωπα δεν υπάρχουν ως τώρα, ούτε σχετικά με τη σύνδεση κυβέρνησης- Predator. Ο ευρωβουλευτής του ΣΥΡΙΖΑ, Στέλιος Κούλογλου, σε άρθρο που δημοσίευσε στο σάιτ του, εκτιμά ότι υπάρχει συνεργασία της ΕΥΠ με τον ιδιωτικό τομέα, «όπως κάνουν και άλλες κυβερνήσεις», «με "πρωτοπόρες" τις ΗΠΑ που αναθέτουν σε μη κρατικούς εργολάβους κάποιες από τις βρώμικες δουλειές, που παλαιότερα έκανε η CIA ή το Πεντάγωνο», καθώς «με αυτή τη μέθοδο αποφεύγεται ο δημόσιος έλεγχος από Κοινοβούλια, Εξεταστικές επιτροπές κλπ.».
Η ΚΥΒΕΡΝΗΣΗ ΣΚΟΠΕΥΕΙ να αναδείξει τις παλαιότερες καταγγελίες του ΚΚΕ, όπως και του Παναγιώτη Λαφαζάνη, μαζί με το περιεχόμενο και τους διαλόγους που είχαν διαρρεύσει στα μήντια από παρακολουθήσεις υπουργών της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ, αλλά και την υποκλοπή συνομιλιών εκπροσώπων του ΔΝΤ, καθώς και της προσωπικής ηλεκτρονικής αλληλογραφίας δικαστικού του ΣτΕ που του ασκούνταν πιέσεις για το θέμα των τηλεοπτικών αδειών.
Για όλα αυτά και άλλα που είναι σε θέση να γνωρίζει το Μέγαρο Μαξίμου, δεν θέλησε ποτέ τα προηγούμενα 3 χρόνια να καταγγείλει τον ΣΥΡΙΖΑ, αλλά αποφασίζει να το κάνει τώρα για τους προφανείς λόγους.
Ο πρωθυπουργός, στην προσπάθεια του να βγει από την θέση άμυνας στην οποία βρίσκεται, θα απευθύνει στα κόμματα την ερώτηση αν πρέπει οι δημοσιογράφοι και οι πολιτικοί να εξαιρούνται όταν συντρέχουν λόγοι παρακολούθησης τους, όπως προβλέπει ο νόμος. Αλλά όλη η συζήτηση γίνεται για τους λόγους που δεν προβλέπει.
Οι κομματικές επιδιώξεις είναι σαφείς. Η Νέα Δημοκρατία θέλει να βγει όσο πιο αλώβητη γίνεται και να κλείσει το θέμα, ενόψει του δύσκολου χειμώνα που έχει να βγάλει. Ο ΣΥΡΙΖΑ θεωρεί ιδανική τη συγκυρία για την δημιουργία αντικυβερνητικού μετώπου και το ΠΑΣΟΚ (με τον πρόεδρό του να συνεχίζει να κρατά κλειστή την πόρτα στον Τσίπρα) επιδιώκει να αναδείξει την θεσμική στάση του και να καθιερωθεί ως η σοβαρή εναλλακτική απέναντι στην σημερινή κυβέρνηση.