Η ΝΕΑ ΧΡΟΝΙΑ ΞΕΚΙΝΗΣΕ με τις αλλαγές στο κυβερνητικό σχήμα, καθώς ο πρωθυπουργός διαπίστωσε τη δυσαρέσκειά της κοινής γνώμης σε αρκετούς τομείς, ειδικά στην ασφάλεια και την υγεία.
Αν αυτές θα φέρουν μόνο επικοινωνιακό ή και πολιτικό αποτέλεσμα, θα φανεί στην πορεία. Αυτό που απασχολεί από τώρα τον πρωθυπουργό είναι το αποτέλεσμα των ευρωεκλογών του Ιουνίου, καθώς ανησυχεί για την έκταση της διαμαρτυρίας που θα καταγραφεί και η οποία θα εκδηλωθεί είτε με την αποχή, είτε με την ψήφο σε μικρότερα κόμματα.
Μια μικρή απώλεια, δεδομένης και της χαλαρότητας της ψήφου στις ευρωεκλογές, είναι αναμενόμενη. Αν όμως η απώλεια ψήφων είναι πολύ μεγάλη, καθώς οι πολίτες δεν θεωρούν κρίσιμο το διακύβευμα των ευρωεκλογών, τότε ο πρωθυπουργός κινδυνεύει να βγει σοβαρά τραυματισμένος και να αρχίσει –με τον έναν ή τον άλλον τρόπο– η αμφισβήτηση που ως τώρα δεν υπήρχε. Άρα χρειάζεται τη διατήρηση της ισχύος του χωρίς σημαντικές απώλειες, δεν υποτιμά τις ευρωεκλογές, αλλά τις βλέπει και σαν το τελευταίο εμπόδιο που πρέπει να ξεπεράσει για να κυβερνήσει απρόσκοπτα τα επόμενα τρία χρόνια.
Τα προηγούμενα χρόνια η στρατηγική που τον κατέστησε πολιτικά κυρίαρχο –πέρα από την αδυναμία των αντιπάλων του– ήταν ο συνδυασμός «μάντρωμα» της δεξιάς βάσης και στροφή στο κέντρο. Αυτό αντανακλά και η σύνθεση του υπουργικού συμβουλίου, στο οποίο χωράνε ο Βορίδης με τον Άδωνη και ο Φλωρίδης με τον Πιερρακάκη.
Στο επιτελείο του πρωθυπουργού δεν φαίνεται να έχουν αποφασίσει οριστικά για το αν θα αποτολμήσουν τις αλλαγές που θέλουν και όπως τις θέλουν τώρα, με το σκεπτικό ότι υπάρχει χρόνος μέχρι τις ευρωεκλογές για τον περιορισμό του όποιου κόστους. Η πρόθεση υπάρχει, αλλά οι δημοσκοπήσεις τους κάνουν διστακτικούς.
Στη δεύτερη θητεία του ο Κυριάκος Μητσοτάκης, μετά τις εκλογές του Ιουλίου, το 41% και την κατάρρευση του ΣΥΡΙΖΑ, αισθάνθηκε πιο ισχυρός και απελευθερωμένος για να κάνει μεγαλύτερη στροφή προς το φιλελεύθερο κέντρο, χωρίς να είναι αιχμάλωτος της δεξιάς βάσης του κόμματος και να προσπαθεί να εξισορροπεί.
Έδωσε δείγματα με την αλλαγή στη μεταναστευτική πολιτική και άνοιξε το θέμα του γάμου των ομόφυλων ζευγαριών, που θέλει να προωθήσει, ακούγοντας εκείνους που του λένε ότι είναι στην αρχή της θητείας της μια κυβέρνηση που διαθέτει τη «μεταρρυθμιστική ορμή» για να κάνει τις αλλαγές στις οποίες υπάρχουν αντιδράσεις. Όμως οι δημοσκοπήσεις κατέδειξαν υποχώρηση της Ν.Δ. μετά τις εκλογές και αδυναμία στη συσπείρωση της δεξιάς βάσης. Σε αυτό μάλλον οφείλονται και τα μπρος-πίσω του πρωθυπουργού σε αρκετά θέματα.
Θα προχωρήσει στις αλλαγές που θέλει, αδιαφορώντας για το πολιτικό κόστος, ή θα το υπολογίσει και θα ανακρούσει πρύμναν; Για την ώρα μάλλον προσπαθεί να ισορροπήσει ανάμεσα στα δύο. Η τακτική είναι: κάνει ένα βήμα, το μετράει στην κοινή γνώμη, και αναλόγως προχωρά ή υποχωρεί και συνεχίζει.
Γιατί ανησυχούν
Η ανησυχία που υπάρχει στο Μέγαρο Μαξίμου οφείλεται στους εξής λόγους: α) πήραν το μάθημα των αυτοδιοικητικών εκλογών, στις οποίες περίμεναν να τα σαρώσουν όλα, αλλά υπήρξαν εστίες αντίστασης και διαμαρτυρίας για συγκεκριμένους λόγους που υποτίμησαν, β) στην αρχή θεωρούσαν το 41% ασφαλές ποσοστό, ώστε όσο χαλαρή και να είναι η ψήφος στις ευρωεκλογές, αυτή νόμιζαν ότι δεν θα είναι ικανή να αμφισβητήσει την απόλυτη κυριαρχία τους, όμως αν η υποχώρηση που καταγράφουν οι δημοσκοπήσεις συνεχιστεί, μπορεί να βρεθούν μπροστά σε δυσάρεστες εκπλήξεις, γ) η δυσαρέσκεια που καταγράφεται στη δεξιά βάση του κόμματος μπορεί να εκφραστεί στις ευρωεκλογές, όπως συνέβη στον δήμο της Αθήνας με τον Κώστα Μπακογιάννη, είτε δια της αποχής, είτε ψηφίζοντας άλλα κόμματα, με το σκεπτικό της διαμαρτυρίας.
Η ανησυχία αυτή ήταν ένα από τα βασικά κίνητρα για τις αλλαγές στο κυβερνητικό σχήμα, με την τοποθέτηση Χρυσοχοΐδη στο υπουργείο Προστασίας του Πολίτη προκειμένου να δείξει –επικοινωνιακά τουλάχιστον– ότι σκληραίνει η κυβερνητική πολιτική στο θέμα της ασφάλειας.
Η άλλη ένδειξη της ανησυχίας της κυβέρνησης είναι η αλλαγή που ετοιμάζει στον τρόπο διάθεσης των 21 εδρών του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου. Πρόκειται για μία αλλαγή που ευνοεί το πρώτο κόμμα σε βάρος των μικρών και την προετοίμασε ο αναπληρωτής υπουργός Εσωτερικών, Θεόδωρος Λιβάνιος.
Την ανησυχία της για το πολιτικό κόστος μαρτυρά και το μπρος-πίσω της κυβέρνησης στον γάμο των ομόφυλων ζευγαριών και της τεκνοθεσίας, που ενώ ο Κυριάκος Μητσοτάκης θέλει να περάσει, η βάση του κόμματος του παραμένει αρνητική, παρά τις επικοινωνιακές προσπάθειες που γίνονται.
Στο επιτελείο του πρωθυπουργού δεν φαίνεται να έχουν αποφασίσει οριστικά για το αν θα αποτολμήσουν τις αλλαγές που θέλουν και όπως τις θέλουν τώρα, με το σκεπτικό ότι υπάρχει χρόνος μέχρι τις ευρωεκλογές για τον περιορισμό του όποιου κόστους. Η πρόθεση υπάρχει, αλλά οι δημοσκοπήσεις τους κάνουν διστακτικούς και υπάρχει πλέον και ο φόβος να μην την πατήσουν, όπως την πάτησε στην Αθήνα ο Μπακογιάννης.