Ο MONOΣ ΥΠΟΨΗΦΙΟΣ με τον οποίον το ΠΑΣΟΚ έχει κάποια ελπίδα να ξαναζωντανέψει είναι ο Λοβέρδος. Με το δυναμικό, ενίοτε τραμπικό στυλ του μπορεί και να καταφέρει κάτι. Δεν πάει το χέρι σου να τον ψηφίσεις όταν θυμηθείς την ιστορία με τη διαπόμπευση των οροθετικών γυναικών.
Λάθη κάνουν όλοι οι πολιτικοί, αλλά ο Λοβέρδος ζητούσε και τα ρέστα όταν τον έβγαλαν στη σέντρα για τον χειρισμό της υπόθεσης. Το μάτι γυαλίζει ελαφρώς, βάλε μέσα και κάτι εθνικοπατριωτικές ανησυχίες για παιδάκια-πρόσφυγες, δεν θέλεις να βρεθείς σε αυτά τα ιδεολογικά λημέρια μόνος σου το βράδυ, μακριά από κει όπου θα ψήφιζες συνήθως.
Με τον Παπανδρέου τα πράγματα είναι χειρότερα. Δεν είναι το «λεφτά υπάρχουν» το πρόβλημα. Σιγά, τι έκανε ο άνθρωπος δηλαδή, έταξε προεκλογικά χρήματα στον κόσμο. Τι να υποσχόταν δηλαδή, ότι θα έριχνε το ΑΕΠ 25%; Το θέμα με τον Παπανδρέου είναι η αλλοπρόσαλλη σκέψη του. Πήγε δίπλα στην Τουρκία για να μας πει ότι πρέπει να μπούμε σε μνημόνιο, προσπάθησε να κάνει δημοψήφισμα ώστε να μας βγάλουν από την Ε.Ε. πολύ πριν δουν μπροστά τους τον Τσίπρα και στο τέλος πρότεινε για πρωθυπουργό τον Φίλιππο Πετσάλνικο ώστε να βγει η Ελλάδα από τα μνημόνια.
Το πρόβλημα με τον Παπανδρέου είναι πως νομίζει ότι είναι ο Κένεντι, ενώ είναι ο Βαρουφάκης στο ξύλινο, με ακέραια την ασυναρτησία, αλλά χωρίς την αλλοφροσύνη και την εγωπάθεια. Ο ΓΑΠ έχει απλώς παπανδρεοπάθεια, δεν είναι προσωπικό.
Το πρόβλημα με τον Παπανδρέου είναι πως νομίζει ότι είναι ο Κένεντι, ενώ είναι ο Βαρουφάκης στο ξύλινο, με ακέραια την ασυναρτησία, αλλά χωρίς την αλλοφροσύνη και την εγωπάθεια. Ο ΓΑΠ έχει απλώς παπανδρεοπάθεια, δεν είναι προσωπικό.
Ο Ανδρουλάκης έχει πλέον, σε πολιτικό χρόνο, 150 χρόνια στην πρώτη γραμμή και ακόμη δεν μας έχει πει τίποτε. Τίποτε όμως. Τόσα χρόνια που τον βλέπουμε θα έπρεπε να ξέρουμε κάτι για τον ίδιο και πού θέλει να το πάει το πράγμα. Εκείνος μας λέει συνέχεια, σαν μάντρα: είμαι σοβαρός-είμαι νέος, είμαι σοβαρός-είμαι νέος. Δεν είναι επίτευγμα η σοβαρότητα, ούτε η νιότη.
Ο Γερουλάνος και ο Καστανίδης, μεγαλοστελέχη στο ΠΑΣΟΚ, πρέπει να ψάξουν γιατί είναι στο ίδιο γκρουπ δυναμικότητας με τον Χρηστίδη.
Κοντολογίς, καλή τύχη σε όποιον και όποια πάει να ψηφίσει στις 5 Δεκεμβρίου. Τουλάχιστον την προηγούμενη φορά, το 2017, υπήρχε η χίμαιρα με τον Καμίνη. Πήγαινες, τον ψήφιζες και νόμιζες ότι έχεις ψηφίσει Μπάρακ Ομπάμα. Βέβαια, ο Καμίνης είχε τόση σχέση με το σπορ «γίνε αρχηγός ΠΑΣΟΚ» όση σχέση είχε και ο Κουβέλης όταν πήγαν να τον ντύσουν Σημίτη και ήρεμη δύναμη εξόδου από τα μνημόνια.
Ο Κουβέλης είχε καταθέσει το 2007 ερώτηση στη Βουλή για να εξεταστεί το ενδεχόμενο ψεκασμού των Ελλήνων από αεροσκάφη (της πολιτικής ή πολεμικής αεροπορίας, δεν ήταν βέβαιος) και το 2012 κάποιοι πίστεψαν ότι θα σώσει τη σοσιαλδημοκρατία στην Ελλάδα. Αυτό το κουβάλημα στους ώμους με τα ωσαννά σαν μεσσία θα πρέπει να διέλυσε και τις τελευταίες του αμφιβολίες ότι τον περιστοιχίζουν ψεκασμένοι.
Αρχηγό το ΠΑΣΟΚ είχε και θα μπορούσε να τον έχει ακόμη στη θέση του. Τον Βενιζέλο. Ο Βενιζέλος όμως έπασχε από το σύνδρομο Γκόρντον Μπράουν. Το βασικό επιχείρημα των συνεργατών του πρώην πρωθυπουργού Μπράουν στη Βρετανία είναι «αχ και να τον ήξερε ο κόσμος προσωπικά για να καταλάβει πόσο σπουδαίος είναι». Μόνο που η στοιχειώδης ικανότητα ενός πολιτικού είναι να σε πείθει, χωρίς να τον γνωρίζεις προσωπικά. Να μπαίνει στο σπίτι σου, χωρίς να χρειάζεται να έρθει ο ίδιος για να λυθεί η παρεξήγησις.
Ο Βενιζέλος ήταν σε έξαλλη κατάσταση με τους Έλληνες, σαν καθηγητής με τους μαθητές του που δεν καταλαβαίνουν όχι απλώς το μάθημα αλλά το κυριότερο: ποιος ήρθε στην αίθουσα να τους το διδάξει. Χτυπώντας, ωρυόμενος, την παλάμη στα θρανία του Χατζηνικολάου, επειδή κάποιος από το κοινό άρχισε να του απευθύνει κάτι μπαναλ κατηγορίες της πλάκας. Δεν γίνεσαι έτσι πρωθυπουργός. Ούτε όμως πρόκειται να γίνει κανείς από τους υποψηφίους στις 5 Δεκεμβρίου. Τα χρόνια που το ΠΑΣΟΚ έβγαζε πρωθυπουργούς πέρασαν και δεν πρόκειται να γυρίσουν με αυτούς που βάζουν υποψηφιότητα.
Το άρθρο δημοσιεύθηκε στην έντυπη LiFO.