Εκτός από μια καλή ταινία (συνήθως ένα ντοκιμαντέρ που θα μου αποκαλύψει καταστάσεις σε μακρινά μέρη ή πραγματικότητες που αγνοώ), ένα καλογραμμένο, συνήθως ειδησεογραφικό, άρθρο, έναν περίπατο στο δάσος, ένα ξαφνικό πλονζόν της γάτας μου στα μαξιλάρια, μια σφιχτή αγκαλιά κι ένα τηλέφωνο από τα ξενιτεμένα κορίτσια μου, μεγάλη χαρά μού δίνουν τα τραπεζώματα. Σχεδόν την ίδια χαρά με εκείνα τα ομαδικά μαγειρέματα με φίλους, όπου όλοι μπαίνουν στην κουζίνα και καθένας αναλαμβάνει ένα πόστο ‒ αλλά περισσότερο.
Τα τραπεζώματα κρύβουν τη χαρά της δημιουργίας, συμβάλλουν με έναν μοναδικό τρόπο στην αποθέωση του εφήμερου, έχουν την ικανότητα να τέρπουν, όπως και το σεξ, να ενώνουν, όπως ο χορός, να ανεβάζουν την εσωτερική θαλπωρή στα ύψη, όπως ο καλός λόγος των παππούδων και των γιαγιάδων στα εγγόνια τους, και να λύνουν μαγικά τη μοναξιά και την απομόνωση από τον κοινωνικό ιστό που ενισχύουν τα διαδικτυακά μέσα, το μπουρδούκλωμα κάθε δεκαετίας, στο οποίο υποκύπτουν συχνά οι δημιουργικοί άνθρωποι, και την ιδεολογική σύγχυση που όλοι βιώνουμε. Θες με την ψιλοκουβέντα, θες με κάτι που θα πει κάποιος και θα σε κάνει να δεις το θέμα σου αλλιώς, το φαγητό γύρω από ένα τραπέζι έχει απίστευτη επικοινωνιακή δύναμη.
Στους φίλους δεν μαγειρεύεις φαγητά για να εντυπωσιάσεις αλλά για να τους ευχαριστήσεις βαθιά με τη γεύση και τη νοστιμιά τους, να τους πεις «μου είστε πολύτιμοι» και με αυτό τον τρόπο σας το δείχνω. Και αν δοκιμάσω μαζί σας και μια συνταγή από το Διαδίκτυο που δεν πέτυχε, σιγά το πράγμα.
Η πρώτη στιγμή της ευχάριστης αυτής δημιουργίας που είναι το τραπέζωμα είναι η σύλληψη ενός, ας το πούμε, μενού, τι θα μαγειρέψω και γιατί. Θα μαγειρέψω φαγητά που αρέσουν σ' εμένα; Ή επειδή είναι πρωτότυπα; Ή τα συνηθισμένα μου, που περιμένουν με λαχτάρα οι καλεσμένοι φίλοι; Θυμάμαι παλιά που λέγαμε «αυτή την Κυριακή τρώμε στης θείας Αθηνάς, άρα, μμμ, τέλειο κοκκινιστό μοσχαράκι με πατάτες τηγανητές! Ααα, χθες φάγαμε τη φοβερή μους σοκολάτα της Σοφίας. Ωωω, η πιο ψιλοκομμένη σαλάτα λάχανο της Σορένας». Οι λαχανοντολμάδες της Άρτας, η βασιλόπιτα της Άννας, τα τρουφάκια της Ελένης, το παστίτσιο του Νίκου.
Στους φίλους δεν μαγειρεύεις φαγητά για να εντυπωσιάσεις αλλά για να τους ευχαριστήσεις βαθιά με τη γεύση και τη νοστιμιά τους, να τους πεις «μου είστε πολύτιμοι» και με αυτό τον τρόπο σας το δείχνω. Και αν δοκιμάσω μαζί σας και μια συνταγή από το Διαδίκτυο που δεν πέτυχε, σιγά το πράγμα. Τα τραπεζώματα δεν είναι επεισόδιο του «MasterChef», είναι το ακριβώς αντίθετο, η προσπάθεια είναι που μετράει.
Δεν είναι, βέβαια, εύκολο πράγμα τα τραπέζια. Πολλοί δεν το έχουμε με τη μαγειρική, άλλοι δεν έχουμε χρήματα (αν, βέβαια, αυτήν τη στιγμή διαβάζεις ένα κείμενο στον υπολογιστή σου, αυτό δεν ισχύει, εξάλλου το πιο ωραίο φαγητό είναι τα τηγανητά αυγά με τηγανητές πατάτες και μια σαλάτα ντομάτα σκέτη, με κόστος κάπου 4 ευρώ), άλλοι δεν έχουμε αρκετά σερβίτσια, άλλοι δεν έχουμε τραπεζαρία ή τραπέζι βεράντας, άλλοι ούτε έμπνευση, διάθεση ή φαντασία. Άλλοι «όλο πήζουμε» και άλλοι φοβόμαστε την εγγύτητα στο τραπέζι, τη σιωπή στο τραπέζι, τη Μαρία που... στο τραπέζι ή το «μα ποιον να καλέσω στο τραπέζι;». Όλοι οι λόγοι σεβαστοί και μερικοί πράγματι δυσάρεστοι, όταν συμβαίνουν στους κοντινούς μας φίλους.
Αλλά το έχουμε ξαναπεί ότι τα «πιο πετυχημένα δείπνα γίνονται με δέκα καλεσμένους σε τραπέζια των τεσσάρων», όπως και οι τέλειες ερωτικές βραδιές σε ετοιμόρροπες αιώρες. Έναν λόγο μόνο δέχομαι για την απροθυμία ορισμένων να καλέσουν για φαγητό φίλους στο σπίτι, τη λάντζα, το χάος στην κουζίνα! Τον γεμάτο σκουπιδοτενεκέ και τα κολλημένα τυριά στο πυρέξ του παστίτσιου. Εκεί... πάσο! Μέχρι και ο διάσημος σεφ Ρενέ Ρετζεπί σε έναν άνθρωπο ορκίζεται, τον λαντζέρη του. Δεν έχει πλάκα η λάντζα, είναι τα βαρέα και ανθυγιεινά ένσημα που κολλάει κάθε οικοδεσπότης στο τέλος της βραδιάς και κάνα-δυο μέρες μετά. Αλλά, είπαμε, η χαρά του τραπεζώματος είναι τέτοια, που με λίγη μουσική και ένα χέρι βοηθείας και αυτό περιέργως γίνεται μέρος της όμορφης βραδιάς, με σκέψεις αποτίμησης και χαμόγελα για τα όμορφα στιγμιότυπα.
Η ουσιαστική στιγμή της απόλαυσης που όλα τα σβήνει και σε κάνει να ξεχνάς τον κόπο (αν έχει κόπο ένα τραπέζι!), η νίκη του εφήμερου και της χαράς έναντι των δυσάρεστων και των αδιεξόδων είναι όταν ακουμπήσεις και την πιατέλα με τους λαχανοντολμάδες ή το στιφάδο στο τραπέζι, όταν δεις τα χαμόγελα των φίλων, όταν τραβήξεις κι εσύ την καρέκλα σου για να κάτσεις μαζί τους, όταν τσουγκρίσεις το ποτήρι σου με τα δικά τους και νιώσεις το υπερ-συναίσθημα πως όλα θα πάνε καλά και ότι «έχεις έναν άνθρωπο, μη φοβού κανέναν».
Ένας αγαπητός σεφ ‒γιατί να μην τον αναφέρω; Ο Περικλής ο Κοσκινάς είναι‒ μου έλεγε κάποτε ότι μπορεί ο σπουδαιότερος στόχος του σεφ να είναι να μη χαλάσει την παρέα, να την κάνει, μέσα από το καλομαγειρεμένο φαγητό, να μπει σε μια διαδικασία χαράς και μοιρασμένης απόλαυσης. Τα σημερινά επιτυχημένα τραπεζώματα ‒άκουσα έκπληκτη σε ένα σπίτι στη Νέα Υόρκη να λέει ένας φίλος, μονίμως καλεσμένος στα τραπέζια της φίλης μου‒ είναι εξίσου σημαντικά με τα κομμουνιστικά μανιφέστα και τις... παρτούζες των '60s, τον γυμνισμό των '70s, το άγριο clubbing των '80s. Φαντάζομαι, εννοούσε ότι το σημερινό τραπέζι για φίλους είναι το πιο «ωμό» κοινωνικά φαινόμενο της δεκαετίας που πέρασε, μια τολμηρή πράξη πρόσκλησης με «κινδύνους» απογύμνωσης, αλήθειας, ενότητας και εγγύτητας. Τα λέω γιατί από τα τραπέζια της παιδικής μου ηλικίας θυμάμαι τόσο τσακωμούς και φωνές όσο και ελαφρολαϊκά τραγουδισμένα αγκαλιά και κάπου τα αναπολώ, μια και τώρα πια μάλλον με ψυχαναλυτικό καναπέ μοιάζουν τα τραπέζια μας... (Αλλά, δικό μας.)
Λοιπόν; Ποιους θα καλέσετε στα γενέθλιά σας; Και τι θα μαγειρέψετε; Αυγά τηγανητά, το παστίτσιο της μαμάς σας ή Chateaubriand; Kαι από γλυκό; Τη Μαρία θα την καλέσετε τελικά;
σχόλια