Νέα αμερικανική επιστημονική έρευνα αποκαλύπτει πως τα παιδιά προσχολικής ηλικίας που είναι τρομερά «δύσκολα» στο τι θα φάνε, είναι πιθανώς πιο επιρρεπή σε μελλοντικά ψυχολογικά προβλήματα όπως το άγχος και η κατάθλιψη.
Σύμφωνα με το ΑΠΕ-ΜΠΕ, όσα παιδιά είναι πάρα πολύ επιλεκτικά και ιδιότροπα καθημερινά με το φαγητό τους, έχουν υπερδιπλάσια πιθανότητα να διαγνωσθούν αργότερα με κατάθλιψη ή διαταραχή κοινωνικού άγχους, σε σχέση με τα παιδιά που δεν έχουν πρόβλημα να φάνε μια ποικιλία φαγητών.
Οι ιδιοτροπίες στο φαγητό είναι κάτι συνηθισμένο, καθώς τουλάχιστον ένα στα πέντε παιδιά (20%) εκδηλώνουν αυτή τη συμπεριφορά σε σχεδόν καθημερινή βάση - κάνοντας έτσι δύσκολη τη ζωή των γονιών τους. Για το 18% των παιδιών το πρόβλημα της διατροφικής ιδιοτροπίας είναι μέτριο, ενώ για το 3% έντονο.
Οι επιστήμονες έλεγξαν ξανά μετά από δύο χρόνια τα ίδια παιδιά και διαπίστωσαν ότι τα πιο προβληματικά από άποψη φαγητού είχαν περίπου διπλάσια πιθανότητα εμφάνισης άγχους. Τα παιδιά με σοβαρό πρόβλημα διατροφικής διαταραχής (το 3% του συνόλου) μπορεί να εμφανίζουν επίσης προβλήματα σωματικής υγείας, ανάπτυξης, κοινωνικότητας και διαταραγμένων σχψέσεων με τους γονείς τους.
Οι γιατροί πάντως θεωρούν φυσιολογικό ένα βαθμό επιλεκτικότητας και ιδιοτροπίας εκ μέρους ενός μικρού παιδιού, όσον αφορά το φαγητό του. Έτσι, επεσήμαναν πως οι γονείς δεν πρέπει να ανησυχούν υπερβολικά μήπως το παιδί τους εμφανίσει ψυχολογικά προβλήματα, αν το «μενού» του είναι περιορισμένο. Επιπλέον, αν οι γονείς γίνουν πολύ πιεστικοί στο ζήτημα του φαγητού, μπορεί να προκαλέσουν οι ίδιοι άγχος στο παιδί τους.
Σύμφωνα με τους επιστήμονες, μερικά παιδιά αρνούνται να φάνε το φαγητό τους, απλούστατα επειδή έχουν άκρως ανεπτυγμένες τις αισθήσεις της όσφρησης και της γεύσης, με αποτέλεσμα να κατακλύζονται από την οσμή και την υφή των τροφών.
- Οι ερευνητές, με επικεφαλής την αναπληρώτρια καθηγήτρια ψυχιατρικής Νάνσι Ζούκερ, διευθύντρια του Κέντρου Διαταραχών Διατροφής του Πανεπιστημίου Ντιουκ της Β.Καρολίνα, που έκαναν τη σχετική δημοσίευση στο περιοδικό της Αμερικανικής Ακαδημίας Παιδιατρικής "Pediatrics", σύμφωνα με το πρακτορείο Ρόιτερς, μελέτησαν 917 παιδιά ηλικίας δύο έως πέντε ετών.