Τα Χανιά της παιδικής μου ηλικίας

Τα Χανιά της παιδικής μου ηλικίας Facebook Twitter
Ήμουν πάντα ο αουτσάιντερ Ροδίτης που έπρεπε επί δεκαπέντε ημέρες κάπως να προσαρμοστεί ανάμεσα σε ξαδέρφια βέρους Κρητικούς που παραθέριζαν εκεί όλο το καλοκαίρι. Φωτο: Γιώργος Κολλιδάς
0

Επικρατεί μια αντίληψη πως οι μόνιμοι κάτοικοι των νησιών δεν έχουν ιδιαίτερη ανάγκη από διακοπές το καλοκαίρι, αφού οι διακοπές έρχονται στον τόπο τους. Ως νησιώτης, μεγαλωμένος στη Ρόδο, δηλώνω πως αυτό είναι μεγάλος μύθος.

Σαφώς και είμαστε πιο ευνοημένοι σε σχέση με τους Έλληνες που ζουν μόνιμα σε μη παραθαλάσσιες περιοχές (αν μπορούμε να πούμε πως είμαστε ευνοημένοι σε κάτι), όμως η παραμονή και το καλοκαίρι στο νησί όπου κατοικείς όλο τον χρόνο δεν «πιάνεται» ως διακοπές απλώς και μόνο επειδή έχεις εύκολη πρόσβαση στη θάλασσα – κι εγώ που έχω φύγει εδώ και πολλά χρόνια από κει, ποτέ δεν θεωρώ ότι κάνω διακοπές στις ολιγοήμερες επισκέψεις μου στη Ρόδο.


Σε όλη τη διάρκεια των παιδικών μου χρόνων και στη μισή τουλάχιστον εφηβεία μου ένας ήταν ο προορισμός που είχα συνδέσει με την έννοια των διακοπών: τα Χανιά. Μέχρι τα δεκαπέντε μου, επισκεπτόμασταν οικογενειακώς τον τόπο καταγωγής της μητέρας μου κάθε καλοκαίρι, για να περάσουμε περίπου δύο εβδομάδες με τους θείους της στο πατρικό του παππού μου, στους Αρμένους Αποκορώνου.

Σε απόσταση μερικών χιλιομέτρων συναντάς συγκλονιστικές παραλίες, χωριά με χαρακτήρα, το μοναδικό στην Ελλάδα Φαράγγι της Σαμαριάς, που ακόμα δεν έχω αξιωθεί να διασχίσω, ορεινές εκτάσεις που δεν έχουν να ζηλέψουν τίποτα από τα χειμερινά θέρετρα και, κυρίως, το καλύτερο φαγητό της Ελλάδας.

Όμορφο χωριό, με δροσιά και πλούσια νερά, όπως εξάλλου και όλη η επαρχία του Αποκόρωνα, πολύ κοντά στην παραλία των Καλυβών και μόλις 21 χιλιόμετρα από την πρωτεύουσα του νομού, ήταν και θα είναι για πάντα το ορμητήριο όλων των αναμνήσεών μου από την Κρήτη, στην οποία επέστρεψα πέρσι, ακριβώς δεκαπέντε χρόνια μετά, για να τη γνωρίσω εκ νέου και να την επαναπροσδιορίσω.

Είναι γεγονός πως αν ζητήσεις από δέκα ανθρώπους να σου γράψουν για την Κρήτη, θα διαβάσεις ενδεχομένως πράγματα που μπορεί να μην έχουν ούτε ένα κοινό στοιχείο μεταξύ τους.

Ο τόπος αυτός είναι ευλογημένος και για μένα ο Νομός Χανίων πρωτοστατεί στην ευλογία – κι ας λογίζονται συχνά οι άνθρωποί του σκληροί και απρόσιτοι. Σε απόσταση μερικών χιλιομέτρων συναντάς συγκλονιστικές παραλίες, χωριά με χαρακτήρα, το μοναδικό στην Ελλάδα Φαράγγι της Σαμαριάς, που ακόμα δεν έχω αξιωθεί να διασχίσω, ορεινές εκτάσεις που δεν έχουν να ζηλέψουν τίποτα από τα χειμερινά θέρετρα και, κυρίως, το καλύτερο φαγητό της Ελλάδας.


Εγώ, λοιπόν, ήμουν πάντα ο αουτσάιντερ Ροδίτης που έπρεπε επί δεκαπέντε ημέρες κάπως να προσαρμοστεί ανάμεσα σε ξαδέρφια βέρους Κρητικούς που παραθέριζαν εκεί όλο το καλοκαίρι. Έτσι, για μένα τα Χανιά θα είναι πάντα η μεγάλη μουριά στο πατρικό του παππού, που τώρα χάσκει ετοιμόρροπο και όταν το είδα πέρσι με έπιασε η καρδιά μου.

Τα πολύωρα ταξίδια με την Νταλιάνα, τη Ρομίλντα, τη Δημητρούλα του Αγούδημου, που από τη Ρόδο μέχρι το Ηράκλειο έπιαναν εκατό λιμάνια σε άγριες ώρες, και αργότερα με τον Βιτσέντζο Κορνάρο που έφτανε μόνο μέχρι Άγιο Νικόλαο, και το οδικό ταξίδι που ακολουθούσε, διασχίζοντας όλο το νησί μέχρι τη δύση. Τα «πόσο μεγάλωσες, ψήλωσες, πάχυνες, αδυνάτισες».

Τα Χανιά της παιδικής μου ηλικίας Facebook Twitter
Σε όλη τη διάρκεια των παιδικών μου χρόνων και στη μισή τουλάχιστον εφηβεία μου ένας ήταν ο προορισμός που είχα συνδέσει με την έννοια των διακοπών: τα Χανιά.

Το κατσικάκι-πρωταγωνιστής στην κουζίνα της θείας Ελένης, ψητό, μαγειρευτό, ακόμα και βραστό με ντοματόσουπα, πάντα για το καλωσόρισμα («μα, πώς γίνεται να μη μυρίζει ποτέ;») – και τους γονείς μου να παραπονιούνται παραδοσιακά για ανεβασμένη χοληστερίνη στην επιστροφή μας. Τα τυριά, τα καλιτσούνια, το γαμοπίλαφο, τα φραγκόσυκα. Το παγωτό από τον Βάμο, την πρωτεύουσα του Αποκόρωνα, που κάναμε αγώνα δρόμου να μη λιώσει μέχρι να το μεταφέρουμε στο δικό μας χωριό.

Τα χαρτοπαίγνια και τα οριγκάμι της θείας Ελένης, ο «στάβλος» του θείου Γιώργου. Η καθιερωμένη βόλτα στη δημοτική αγορά της πόλης, τα χρώματα και τα αρώματά της, και η κατάληξη πάντα στο παλιό λιμάνι.

Η κρητική προφορά και ντοπιολαλιά με τα «κοπέλια», το «ίντα κάνεις», το «πράμα δεν κατέω», τους «κουζουλούς», που κατά παράδοξο τρόπο υιοθετούσα και με συνόδευε στη Ρόδο, να συναγωνίζεται στο αποκαλόκαιρο τα βαριά ροδίτικα των συμμαθητών μου – ευτυχώς, απέβαλα και τα δύο αξάν μεγαλώνοντας.

Η βαρεμάρα του μεσημεριού που με έβρισκε να διαβάζω τόνους παλιών κόμικς, τα οποία προμηθευόμουν με συχνές επιδρομές σε περίπτερα-χρυσωρυχεία των Χανίων. Τα τεράστια κύματα και η ανοιχτωσιά της Γεργιούπολης, της καλύτερης κοντινής στο χωριό ακτογραμμής.

Το παιχνίδι της καταμέτρησης των αυτοκινήτων που βλέπαμε στο αντίθετο ρεύμα κατά τη διάρκεια αυτής της διαδρομής και τα αντίστοιχα στοιχήματα με τα ξαδέρφια. Οι πινακίδες του αυτοκινητόδρομου που είχα μάθει απ' έξω – στη Ρόδο δεν είχαμε τόσο μεγάλους δρόμους.

Τα Χανιά της παιδικής μου ηλικίας Facebook Twitter
Σε απόσταση μερικών χιλιομέτρων συναντάς συγκλονιστικές παραλίες, χωριά με χαρακτήρα, το μοναδικό στην Ελλάδα Φαράγγι της Σαμαριάς, που ακόμα δεν έχω αξιωθεί να διασχίσω, ορεινές εκτάσεις που δεν έχουν να ζηλέψουν τίποτα από τα χειμερινά θέρετρα και, κυρίως, το καλύτερο φαγητό της Ελλάδας.


Και μετά η εφηβεία και οι διαφορετικές αναζητήσεις για να σπάσει η ανία: οι διά ζώσης συναντήσεις με τον Άρη, τον φίλο δι' αλληλογραφίας με τον οποίο γνωριστήκαμε από τις αντίστοιχες αγγελίες του «Αλμανάκο» (πόσο χάρηκα όταν τον ξαναβρήκα, μετά από τόσα χρόνια, στο Facebook!). Η φορά που είδαμε το Scream του Γουές Κρέιβεν στο σπίτι του στην πόλη.

Το καλοκαίρι των δεκατριών μου, που έπεσε στα χέρια μου ο Χάνιμπαλ, το τελευταίο μέρος της τριλογίας του Τόμας Χάρις που μόλις είχε εκδοθεί στα ελληνικά – δεν το άφηνα από τα χέρια μου και οι διακοπές είχαν αποκτήσει ξαφνικά ενδιαφέρον.

Η βραδιά, την αμέσως επόμενη χρονιά, που έπαιζε σε θερινό το Ρέκβιεμ για ένα όνειρο του Αρονόφσκι και δεν με άφησαν να μπω επειδή πήγα μόνος μου και ήταν αυστηρώς ακατάλληλο (το είδα μερικούς μήνες μετά, όταν το έδωσε σε DVD το περιοδικό ΣΙΝΕΜΑ).


Και τώρα, στα τριάντα μου, οι νέες ανακαλύψεις στις υπόλοιπες μεριές του νομού: ο Μπάλος, η Φαλάσαρνα, το Ελαφονήσι, τρεις παραλίες που όμοιές τους δεν υπάρχουν στην Ελλάδα.

Εκείνο το αρνί σε πουγκί με μέλι που έφαγα στη Γραμβούσα κι ακόμα θυμάμαι κάθε σπιθαμή της γεύσης του και η έκπληξη με την αφθονία των κερασμένων φρούτων στο τέλος – πώς μπορεί να σε ενθουσιάσει κάτι τόσο απλό! Η μπουγάτσα του Ιορδάνη – ό,τι κι αν έχεις ακούσει γι' αυτήν είναι αλήθεια.

Ο ξάδερφός μου, που ρίζωσε εκεί, παντρεύτηκε Κρητικιά και απέκτησαν πριν από λίγους μήνες το πρώτο τους παιδάκι. Η υπόσχεση να επιστρέφω, τουλάχιστον ανά τριετία.

Ταξίδια
0

ΑΦΙΕΡΩΜΑ

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ

Νάπολη: Γιορτάζοντας τη χαρά της ζωής στη σκιά του Βεζούβιου

Nothing Days / Νάπολη: Γιορτάζοντας τη χαρά της ζωής στη σκιά του Βεζούβιου

Ένα «ανοιξιάτικο» τριήμερο σε μία πόλη που ξέρει από φυσικές καταστροφές αλλά ξέρει και να υμνεί τη ζωή, και μία μεγάλη βόλτα στην Πομπηία και στο Ερκολάνο. Από το αρχαίο «fast food» στις σύγχρονες γεύσεις της ναπολιτάνικης κουζίνας.
M. HULOT
Τρεις φίλοι από την Αθήνα δημιούργησαν μια μικρή, αυτάρκη κοινότητα στην Αιτωλοακαρνανία, έναν ζωντανό πυρήνα ανθρώπων που ζουν και εργάζονται με τη φύση αναζωογονώντας την τοπική κοινωνία

Γειτονιές της Ελλάδας / «Είναι ωραίο να μη γυρίζουν όλα γύρω από τα λεφτά»

Τρεις Αθηναίοι δημιούργησαν το Yamochori, μια μικρή, αυτάρκη κοινότητα στην Αιτωλοακαρνανία – έναν ζωντανό πυρήνα ανθρώπων που ζουν και εργάζονται με τη φύση, οργανώνοντας δράσεις και αναζωογονώντας την τοπική κοινωνία.
ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΚΥΡΙΑΖΗΣ
48 ώρες στη Λάρισα

Ταξίδια / 48 ώρες στη Λάρισα

Από τα αρχαία θέατρα που κρύβονται στο κέντρο της, μέχρι το καλλιτεχνικό χωριό της που ζωντανεύει κάτω από τον ήλιο, η πόλη αυτή δεν είναι απλώς μια ενδιάμεση στάση προς τη Θεσσαλονίκη, αλλά προσφέρει πολλά μαζί με το τσίπουρο Τυρνάβου και τον χαλβά Φαρσάλων.
ΚΟΡΙΝΑ ΦΑΡΜΑΚΟΡΗ
«Οι άνθρωποι του χωριού είναι απλοί, καθημερινοί άνθρωποι. Επέλεξα να ζήσω ανάμεσά τους και όχι σε παλάτια. Κοντά τους όμως νιώθω βασιλιάς».

Γειτονιές της Ελλάδας / «Ζώντας κοντά στους ανθρώπους του χωριού νιώθω βασιλιάς»

Ο Νίκος Πατερέκας μετακόμισε ξαφνικά στη Νέα Αβόρανη, έγινε αγρότης και, αν και κάποια αγαπημένα του πρόσωπα μπορεί να μην τον στήριξαν σε αυτή την απόφαση, πορεύεται με οδηγό την υπόσχεση που έδωσε όταν έχασε τους παππούδες του.
ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΚΥΡΙΑΖΗΣ
48 ώρες στον Βόλο

Ταξίδια / 48 ώρες στον Βόλο

Από ένα έργο του Πικιώνη και ένα ιστορικό κινηματοθέατρο μέχρι τα παραδοσιακά τσιπουράδικα και τα βιομηχανικά μνημεία, ο Βόλος αποκαλύπτει την πολυπολιτισμική του κληρονομιά. Εδώ, το παλιό συναντά το νέο, με την παραλία και τα Παλαιά να είναι μόνο η αρχή για μια συναρπαστική εξερεύνηση.
ΚΟΡΙΝΑ ΦΑΡΜΑΚΟΡΗ
«Η ψυχική ισορροπία που κερδίζεις φεύγοντας από την Αθήνα σου ανοίγει ορίζοντες»

Γειτονιές της Ελλάδας / «Η ψυχική ισορροπία που κερδίζεις φεύγοντας από την Αθήνα σου ανοίγει ορίζοντες»

Η Χαρά Δελή άφησε τη δουλειά της ως πολιτικός μηχανικός στην Αθήνα για να ζήσει από τη σαπωνοποιία στην Τρίπολη. Αν και η μετάβαση δεν ήταν εύκολη, τώρα δεν φαντάζεται τη ζωή της χωρίς τον χρόνο που απέκτησε.
ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΚΥΡΙΑΖΗΣ
Το καφέ του Wes Anderson, τo δεινοσαυράκι του Duomo κι άλλες 8 στάσεις σ’ ένα τριήμερο στο Μιλάνο

Ηχητικά Άρθρα / Το καφέ του Wes Anderson, τo δεινοσαυράκι του Duomo κι άλλες 8 στάσεις σ’ ένα τριήμερο στο Μιλάνο

Το Μιλάνο μπορεί να έχει μια απωθητική μουσολινική αισθητική στα κτίρια και τον χειρότερο κόσμο που μπορείς να συναντήσεις σε κέντρο πόλης, αλλά δεν είναι ούτε άσχημο, ούτε αδιάφορο.
M. HULOT
«Βγαίνεις ένα χειμωνιάτικο πρωινό από το σπίτι σου, ο ήλιος ανατέλλει και οι χιονισμένες βουνοκορφές βάφονται ροζ. Τι άλλο να ζητήσει κανείς από τη ζωή»;

Ταξίδια / «Στη Μαντίνεια οι μέρες γεμίζουν με πράγματα που έχουν πραγματική αξία και νόημα»

Όταν ένιωσε ότι ο χρόνος στην Αθήνα φεύγει χωρίς να τον αντιλαμβάνεται, η Μαριλένα Παναγοπούλου επέστρεψε στο χωριό της, αφοσιώθηκε στο κρασί και απολαμβάνει πια τη ζωή σε έναν τόπο όπου ο ήλιος ανατέλλει και οι χιονισμένες βουνοκορφές βάφονται ροζ.
ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΚΥΡΙΑΖΗΣ
«Τα Άγραφα είναι ό,τι πιο ατόφιο και αληθινό έχει απομείνει στην Ελλάδα»

Γειτονιές της Ελλάδας / «Τα Άγραφα είναι ό,τι πιο ατόφιο και αληθινό έχει απομείνει στην Ελλάδα»

Πριν από πέντε χρόνια και μέσα σε μόλις τρεις μέρες, η Βασιλική Κοϊμτζίδου επέλεξε να ζήσει στο ορεινό Πετρίλο που μετρά δέκα μόνιμους κατοίκους και προσπαθεί να δημιουργήσει τις συνθήκες ώστε να τολμήσουν να κατοικήσουν και άλλοι νέοι στο χωριό.
ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΚΥΡΙΑΖΗΣ
Η Ελένη Τσομπανίδου γύρισε στο χωριό της, τα Δίκαια του Έβρου και βρήκε αυτό που έψαχνε χρόνια στο εξωτερικό

Γειτονιές της Ελλάδας / «Σε ένα χωριό με εκατό ανθρώπους, μπορείς να κάνεις τη διαφορά πιο εύκολα»

Αφήνοντας πίσω της τη ζωή στις ευρωπαϊκές μητροπόλεις, η Ελένη Τσομπανίδου επέστρεψε στα Δίκαια Έβρου και ζωντανεύει ανενεργούς χώρους μέσα από την τέχνη και τη συνεργασία με την τοπική κοινότητα.
ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΚΥΡΙΑΖΗΣ
Οικοτοπία: Η νέα πρωτοβουλία αναβίωσης του Καλοχωρίου στην Ήπειρο δείχνει τον δρόμο για την αναζωογόνηση και άλλων ορεινών χωριών σε όλη την Ελλάδα

Γειτονιές της Ελλάδας / «Θα βάλουμε τα δυνατά μας να αναζωογονήσουμε το Καλοχώρι»

Με ένα συνεργατικό καφενείο και με οργανικά μποστάνια, αναβαθμίζοντας μονοπάτια και ανακαινίζοντας πέτρινες κατοικίες, μια μικρή ομάδα φιλοδοξεί να ξαναζωντανέψει το καταπράσινο χωριό της Ηπείρου.
ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΚΥΡΙΑΖΗΣ
«Αν σταθείς ήσυχος στο δάσος, θ' ακούσεις τους ψιθύρους των δέντρων»

Γειτονιές της Ελλάδας / «Αν σταθείς ήσυχος στο δάσος, θ' ακούσεις τους ψιθύρους των δέντρων»

Έπειτα από μια ανάβαση στο φαράγγι του Ανθοχωρίου, ο Χρήστος Αθανασιάδης ανακάλυψε το ησυχαστήριό του, ένα πετρόχτιστο κονάκι χωρίς ρεύμα, και άφησε πίσω του την Αθήνα.
ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΚΥΡΙΑΖΗΣ
«Εφόσον ντρέπεσαι να μας πεις από ποιο χωριό είσαι, φρόντισε να μάθουμε το χωριό σου μέσα από την τέχνη σου, για να έρθουμε κιόλας»

Γειτονιές της Ελλάδας / «Εφόσον ντρέπεσαι να μας πεις από ποιο χωριό είσαι, φρόντισε να το μάθουμε μέσα από την τέχνη σου»

Δύο 26χρονοι επέστρεψαν στον τόπο καταγωγής τους, το Φανάρι Καρδίτσας, και του έδωσαν νέα ζωή μέσα από το καλλιτεχνικό φεστιβάλ Nowstalgism.
ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΚΥΡΙΑΖΗΣ