Ίσως ο σημαντικότερος λόγος που το rock'n'roll «μαγεύει» τον κόσμο εδώ και έξι δεκαετίες είναι ότι ποτέ δεν αφορούσε μόνο τη μουσική.
Σίγουρα, τα εκατοντάδες τραγούδια που ξεπήδησαν όλα αυτά τα χρόνια και συνδέθηκαν με τις προσωπικές αναμνήσεις κάθε ροκά δεν πρόκειται να ξεχαστούν, όμως η περιρρέουσα μυθολογία γύρω απ' όλα όσα το αφορούν έκανε τόσους και τόσους νέους και νέες να θέλουν να ανήκουν σε αυτή την εκτεταμένη κουλτούρα αμφισβήτησης, επαναστατικότητας, νεωτερισμού και ατελείωτου coolness.
Ήταν το image των μουσικών, ο παλμός του κοινού μιας συναυλίας, τα μουσικά όργανα που ποτέ κανένα hip gadget δεν θα υποκαταστήσει, είναι η συλλογική συνείδηση μιας ομάδας όπου όλοι μιλούν την ίδια γλώσσα και, στην κορυφή όλων αυτών, είναι τα μέρη όπου όλα αυτά συμβαίνουν.
Τα rock clubs δεν είναι τίποτα λιγότερο από τους ναούς της μουσικής αυτής, εκεί όπου οι «πιστοί» μπορούν να είναι πραγματικά ο εαυτός τους.
Έρχεται ο Μπίγαλης, έρχεται η Πωλίνα, μεταλάδες, γκοθάδες, σκυλάδες, όλοι είναι εδώ. Εκεί που ξεκίνησαμε ως μεταλάδικο που έπαιζε ντίσκο, ένας μας είπε ότι γίναμε "ντισκοτέκ που παίζει μέταλ". Αυτό έγινε επειδή το ήθελε ο κόσμος.
Οι σύγχρονες μητροπόλεις του δυτικού κόσμου ανέκαθεν είχαν εκείνο το ένα χαρακτηριστικό rock club που άφησε το βαθύ αποτύπωμά του στη μουσική τους ταυτότητα. Κι αν το Liverpool είχε το Cavern, η Νέα Υόρκη το CBGB's και το Λονδίνο το Roundhouse, ε, η Θεσσαλονίκη έχει, δίχως αμφιβολία, το Eightball.
Το live stage που σηματοδότησε το 2006 την επανεκκίνηση της νυχτερινής ζωής στα Λαδάδικα μετά από μια περίοδο παρακμής μπορεί να περηφανεύεται ότι έχει υπάρξει το πρώτο πάλκο όπου πάτησαν ως περφόρμερ όλοι οι ρoκ μουσικοί της πόλης.
Ταυτόχρονα, έχει υποδεχτεί σημαντικές μπάντες, όπως οι Rotting Christ, οι Nightstalker, οι Satyricon, οι Fates Warning, οι Primordial, οι Warrior Soul, οι Arcturus, οι Crippled Black Phoenix, οι Moonspell, οι Planet Of Zeus και εκατοντάδες άλλοι.
Σε μια πόλη, όμως, όπου τίποτα δεν είναι απλώς αυτό που φαίνεται, στο Eightball υπάρχει μεν χώρος για δυναμικά live shows και heavy DJ sets, αλλά υπάρχουν και εκείνες οι άλλες νύχτες που οι κιθάρες κάθονται στη γωνία, τα χρωματιστά φώτα και τα disco beats καταλαμβάνουν τον χώρο και οι άνθρωποι που περνούν την πόρτα του ακολουθούν ένα και μόνο κανόνα, ότι δεν υπάρχουν κανόνες.
Γιατί ο θρύλος θέλει στα καθιερωμένα disco parties του Eightball οι παραδοσιακοί θαμώνες να ανακατεύονται με τα party animals που διψούν για '70s revival και, επιτέλους, μετά από culture clash δεκαετιών, μεταλάδες και καρεκλάδες να τη βρίσκουν πολύ αρμονικά.
Για όλους αυτούς τους λόγους συναντηθήκαμε ένα βράδυ Παρασκευής, την ώρα που προσωπικό και μουσικοί προθερμαίνονταν για μια ακόμη νύχτα γεμάτη μουσική, αλκοόλ και εμπειρίες που πιθανότατα θα χάνονταν στη λήθη με το πρώτο φως της ημέρας, με τον Βαγγέλη Καμαρέτσο, εκ των ιδιοκτητών του Eightball, και μιλήσαμε για τη μουσική, τη νύχτα της Θεσσαλονίκης και τους μεταλάδες, που δεν είναι πλέον μεταλάδες.
«Είμαστε τρεις, εγώ, ο Βασίλης και ο Μιχάλης, και επειδή δεν μας άρεσαν τα άλλα μαγαζιά, αποφασίσαμε να φτιάξουμε κάτι δικό μας» λέει ο Βαγγέλης για τη δημιουργία του μαγαζιού, ενώ κάθεται απέναντί μας, σε έναν καναπέ του δεύτερου ορόφου, φορώντας ένα μαύρο τζάκετ με το logo του Eightball.
Ροκάς από τότε που θυμάται τον εαυτό του, γεννήθηκε στη Γερμανία και ήρθε στη Θεσσαλονίκη για να σπουδάσει χημικός μηχανικός. Από τότε «κόλλησε» εδώ.
«Ο πάνω χώρος άνοιξε την 1/1/2006. Κάτω εμφανίζονταν η Μαριάνθη Κεφαλά και ο Κώστας Σαφέτης. Πιο heavy metal από εμάς» θυμάται και τον πιάνουν τα γέλια.
Το Eightball ήταν το πρώτο μεγάλο μαγαζί που άνοιξε στη νυχτερινή σκηνή της Θεσσαλονίκης μετά το X club. Μπαράκια υπήρχαν, αλλά τέτοιοι χώροι όχι.
«Όταν ανοίξαμε, εδώ πέρα γινόταν χαμός. Πάρα πολύ κόσμος. Να φανταστείς, έχω κατουρήσει σε πλαστικό ποτήρι επειδή δεν μπορούσα να πάω στην τουαλέτα. Σε αυτόν εδώ τον χώρο έπρεπε να συνδυάσουμε όλα τα είδη: goth, metal, hardcore, punk, disco. Ερχόσουν να ακούσεις disco και άκουγες punk. Αλλά δεν χαλούσε κανέναν. Ήμασταν ό,τι να 'ναι ως μαγαζί και νομίζω και ως πόλη».
Τα live ξεκίνησαν από τον πάνω όροφο, με «πόνο και βάσανο», λέει ο Βαγγέλης, μια εποχή που τα μόνα λαϊβάδικα στη Θεσσαλονίκη ήταν το Eightball και το Ξυλουργείο. «Δεν ήταν όπως τώρα, που υπάρχουν 30 μαγαζιά που κάνουν live».
Όπως μας εξηγεί, «οι πρώτες μπάντες που έπαιξαν εδώ ήταν οι Τardive Dyskinesia και οι 63 High. Είχαμε κάνει ένα τριημεράκι με λίγο απ' όλα. Λίγο death metal, λίγο ska, λίγο έτσι, λίγο αλλιώς. Μετά πήραμε και τον κάτω χώρο κι έτσι το "σπάσαμε". Κάτω disco, πάνω goth, industrial, metal και όλα αυτά. Εκεί ξεδιαλύναμε λίγο τη φάση».
Τα θρυλικά disco parties του Eightball γίνονται από την αρχή κι έχουν γράψει ιστορία στην πόλη. Όσοι έχουν έρθει, μιλούν για ακραία φάση, αλλά με την καλή έννοια.
«Εμείς τα ξεκινήσαμε ‒ όχι ότι ευλογάω τα γένια μου. Άλλωστε, δεν τα εφηύρα εγώ. Ο κόσμος τα στήριξε και εμείς συνεχίσαμε. Τι να σου πω τώρα, εδώ καταλήγουν όλοι. Έρχεται ο Μπίγαλης, έρχεται η Πωλίνα, μεταλάδες, γκοθάδες, σκυλάδες, όλοι είναι εδώ. Εκεί που ξεκίνησαμε ως μεταλάδικο που έπαιζε ντίσκο, ένας μας είπε ότι γίναμε "ντισκοτέκ που παίζει μέταλ". Αυτό έγινε επειδή το ήθελε ο κόσμος. Κι εγώ μεταλάς είμαι, αλλά πόσο μέταλ πια;» αναρωτιέται ο Βαγγέλης.
Πολλοί λένε ότι το Eightball είναι το «Αν του Βορρά», του το επισημαίνουμε και ο ίδιος συμφωνεί με την παρατήρησή μας. «Ναι, πράγματι. Έτσι κι αλλιώς, είναι φίλοι τα παιδιά από κάτω, απλώς σε πιο κυριλέ έκδοση, λόγω της περιοχής. Αν ήμασταν κι εμείς κάπου αλλού, τα πράγματα θα ήταν διαφορετικά».
Ο Βαγγέλης είναι κάθε βράδυ εδώ. Θέλοντας και μη, δεν μπορεί να κάνει αλλιώς. Η νύχτα είναι στο αίμα του. Μάλιστα, υπάρχει ένας θρύλος που τον θέλει κάποτε να έφυγε από το μαγαζί με τη μηχανή, χωρίς παντελόνι. Του το θυμίζουμε και βάζει πάλι τα γέλια.
«Είναι αλήθεια. Αλλά φορούσα κράνος. Πάνω απ' όλα η ασφάλεια. Κάναμε ένα μπουγέλο πάρτι το πρωί με λάστιχα και είχαμε μείνει με τα μποξεράκια. Στην κατάσταση που ήμουν δεν μπορούσαν να μου φορέσουν τα ρούχα. Και μου τα έβαλε ο κουμπάρος μου στην μπαγκαζιέρα.
Κάθε Κυριακή λέμε "τέλος τα ξενύχτια". Δευτέρα, Τρίτη τη βγάζουμε με σούπες. Άσε που πλέον έχουμε παντρευτεί κι έχουμε κάνει παιδιά. Αλλά όταν η νύχτα μάς καλεί, που λέει και το τραγούδι, ξανά τα ίδια».
Τον ρωτάμε τι είναι αυτό που έχει αλλάξει τα τελευταία χρόνια στη μέταλ σκηνή. «Ο μεταλάς δεν είναι αυτό που ήταν. Έχει γίνει λίγο φλώρος» λέει και εξηγεί: «Ο μεταλάς ο παλιός και έβγαινε, και έπινε και λίγο χουλιγκάνι ήταν και φασαρίες έκανε. Πάνε αυτά πλέον. Τώρα βγαίνει ο καινούργιος δίσκος των Judas Priest και ο άλλος θέλει να τον έχει από χθες για να κάνει ανάλυση.
Παλιά δεν ήταν έτσι. Αγόραζε κάποιος τον δίσκο ή την κασέτα και επειδή δεν είχαμε λεφτά, πέρναγε από τον ένα στον άλλον για να τον γράψει. Κάποιος το έγραφε λάθος ή έκοβε το κομμάτι νωρίτερα, ε, στην πέμπτη αντιγραφή ήταν τελείως διαφορετικό. Αλλά δεν ενδιέφερε κανέναν. Τώρα είναι πιο soft τα πράγματα».
Ποιο είναι όμως το live που έχει χαραχτεί στη μνήμη του; «Σίγουρα, το live των Rotting Christ. Είχε 700 άτομα μέσα και άλλα περίπου 500 απ' έξω. Έκλαιγαν και μας ζητούσαν να μπούνε μέσα. Αλλά και την πρώτη φορά που κλείσαμε τον Μπίγαλη έγινε χαμός» συνεχίζει.
«Εκείνη την ημέρα είχα πάει στο Block για να δω τον Paul DiAnno των Iron Maiden. Και με παίρνουν τηλέφωνο τα παιδιά και μου λένε "ρε συ, δεν έρχεσαι εδώ, έχει κόσμο". Και λέω "καλά, πόσο κόσμο να έχει;" Η ουρά είχε φτάσει στο Rover. Μέσα ήταν φίσκα».
Τα disco parties και γενικά αυτή η προτίμηση στα '90s που παρατηρείται τα τελευταία χρόνια σε πάρα πολλά νυχτερινά μαγαζιά και λαϊβάδικα δεν είναι αποκλειστικά σαλονικιώτικο φαινόμενο. Συμβαίνει κατά κόρον στην Αθήνα και παντού. Του ζητάμε να μας εξηγήσει πώς προέκυψε αυτή η προτίμηση του κόσμου στην αποκαλούμενη (και) trash μουσική;
Ο Βαγγέλης διαφωνεί με τον όρο που χρησιμοποιούμε. «Ο Μπίγαλης, για μένα, δεν είναι trash, εγώ δεν συμφωνώ. Το έχουν πάρει όλοι και το λένε. Τι παραπάνω, δηλαδή, έχουν τα άλλα τραγούδια από τη "Μελισσούλα";
Χρησιμοποιούν τον όρο "trash" επειδή θέλουν να απενεχοποιήσουν αυτό που τους αρέσει. Είναι αυτό που έλεγε και ο συγχωρεμένος ο Πανούσης "μ' αρέσει στα κρυφά και ο Μητροπάνος". Ναι μεν, αλλά... Μια χαρά είναι και η "Μελισσούλα", μια χαρά είναι και οι "Σεϊχέλες", μια χαρά είναι και το "Lost in the night"».
σχόλια