Για τους περισσότερους Αθηναίους που περνάνε από μπροστά του δεν έχει να πει και πολλά, δεν μπαίνουν καν στον κόπο να στρέψουν το βλέμμα τους. Και είναι κρίμα, γιατί ως κτίριο αποτελεί ένα από τα ωραιότερα δείγματα αρχιτεκτονικής του 19ου αι. Έχει δύο ορόφους, υπέροχες βεράντες, κολόνες και καμάρες τοξοτές, οροφές με εκπληκτικές τοιχογραφίες και αναπαραστάσεις από την αρχαία Πομπηία.
Η κεντρική πύλη στην Πανεπιστημίου 12 οδηγεί σε μια πανέμορφη αυλή όπου βρίσκεται ένα καφέ που φιλοξενεί συχνά εκδηλώσεις κι έτσι καθημερινά μπαινοβγαίνει αρκετός κόσμος. Και πάλι, δεν είναι λίγοι αυτοί που νομίζουν ότι μπαίνουν στο Νομισματοκοπείο, ενώ, φυσικά, πρόκειται για το Νομισματικό Μουσείο! Το υπέροχο αυτό αρχοντικό δεν είναι άλλο από το Ιλίου Μέλαθρον, τη μνημειακή κατοικία του φιλέλληνα Γερμανού επιχειρηματία και αρχαιολόγου Ερρίκου Σλήμαν. Έργο του Ερνέστου Τσίλερ, οικοδόμημα σπουδαίας αισθητικής, που κάποτε υπήρξε σημείο αναφοράς ολόκληρης της Αθήνας.
Δεν είναι από τα δημοφιλέστερα μουσεία στους ξένους και ένας από τους λόγους είναι το σημείο όπου βρίσκεται. Η οδός Πανεπιστημίου δεν παρέχει τη δυνατότητα στα τουριστικά λεωφορεία να περιμένουν τα οργανωμένα γκρουπ μέχρι να τελειώσει η ξενάγησή τους. Έτσι, η προσέλευση τουριστών δεν είναι πυκνή, με εξαίρεση όσους ενδιαφέρονται για την αρχαιότητα, και ειδικά για οτιδήποτε σχετικό με νομίσματα. Κι ευτυχώς, αποτελεί ένα από τα πληρέστερα στο αντικείμενό του μουσεία στον κόσμο.
Eπισκέπτες, και ιδιαίτερα τα παιδιά, μαγεύονται σε τέτοιο βαθμό μπαίνοντας μέσα σε αυτό, που αναλώνονται στο να περιεργάζονται τις λεπτομέρειες του ντεκόρ παρά να σκύβουν στις βιτρίνες με τα εκθέματα, παρόλο που καθεμία από αυτές περιέχει κι έναν μικρό θησαυρό.
Ο πρώτος όροφος, όταν η κατοικία παραδόθηκε το 1880 στον Σλήμαν, στην Ελληνίδα γυναίκα του Σοφία και στα δυο τους παιδιά, Αγαμέμνονα και Ανδρομάχη, εξυπηρετούσε την κοινωνική τους ζωή. Η αίθουσα των Εσπερίδων, με ένα αριστοτεχνικά ζωγραφισμένο ταβάνι και ανάλογα εντυπωσιακό δάπεδο, ήταν χώρος δεξιώσεων, λογοτεχνικό σαλόνι και τραπεζαρία. Σήμερα, πολύ συχνά, οι επισκέπτες, και ιδιαίτερα τα παιδιά, μαγεύονται σε τέτοιο βαθμό μπαίνοντας μέσα σε αυτό, που αναλώνονται στο να περιεργάζονται τις λεπτομέρειες του ντεκόρ παρά να σκύβουν στις βιτρίνες με τα εκθέματα, παρόλο που καθεμία από αυτές περιέχει κι έναν μικρό θησαυρό. Αρχαία και σπάνια ευρήματα που με τον τρόπο τους εξιστορούν την ιστορία του ανθρώπινου πολιτισμού, όπως αυτός αναπτύχθηκε μέσα από το εμπόριο, τις εκστρατείες, τους πολέμους με τις νίκες και τις ήττες, τα μεγάλα ιστορικά γεγονότα και τις προσωπικότητες που έπαιξαν καθοριστικό ρόλο, το πολιτικο-οικονομικό πλαίσιο της κάθε εποχής ανά τους αιώνες.
Δεν υπάρχει ιστορική φάση του ελληνικού κόσμου και της Μεσογείου που να μην εκπροσωπείται στο Νομισματικό Μουσείο της Αθήνας, ξεκινώντας από τάλαντα του 16ου και 14ου αι. π.Χ. και τους οβελίες, τις πρώτες μονάδες συναλλαγής, μέχρι τα πρώτα νομίσματα από χαλκό, από άργυρο και, φυσικά, από χρυσό, που αποδεικνύουν την υπεροχή και την ευμάρεια της αρχαίας πόλης που τα εξέδωσε. Ως αρχή η εκάστοτε πόλη που κυκλοφορούσε ένα νόμισμα, όπως και σήμερα, εγγυόταν την καθαρότητα και το βάρος της ονομαστικής του αξίας και συνεπώς το κράτος, ως οργανωμένο σύστημα, εγγυόταν την εγκυρότητα των συναλλαγών.
Η Αίγινα, τόπος εύρωστος κατά την αρχαιότητα, ήταν η πρώτη που εξέδωσε τον 6ο αι. π.Χ. νόμισμα, τη Χελώνα, με επιρροές από τη Μικρά Ασία, με την οποία προφανώς είχε εμπορικές συναλλαγές. Η Αθήνα λίγο αργότερα εξέδωσε τη Γλαύκα και καθώς είχε στην κατοχή της το Λαύριο, ο άργυρος υπήρξε το μέταλλο που επιδείκνυε την υπεροχή και το κλέος της, εδραιώνοντας τη δύναμη της αθηναϊκής δημοκρατίας επί Κλεισθένη με το τετράδραχμο, ενώ η Κόρινθος εξέδωσε τους Πώλους. Με τις εξελίξεις που ζούμε τώρα, το ενδιαφέρον των διεθνών ΜΜΕ για την ιστορία της δραχμής από την αρχαία Αθήνα μέχρι σήμερα είναι συνεχές. Το μουσείο έχει στην κατοχή του αντιπροσωπευτικά δείγματα – ξεχωρίζει ένα δεκάδραχμο διπλής όψεως, με την Αθηνά από τη μια μεριά και την πρώτη μετωπική γλαύκα από την άλλη, που αποδεικνύει τη μεγάλη ευμάρεια της Αθήνας. Αυτό το δεκάδραχμο εκδόθηκε είτε το 483 π.Χ., όταν βρέθηκε νέα φλέβα αργύρου στο Λαύριο, είτε ως επινίκια κοπή το 479 π.Χ. με τους Περσικούς Πολέμους. Επίσης, ξεχωρίζουν «θησαυροί» οι οποίοι προσφέρουν πολλαπλές πληροφορίες για την προέλευση των νομισμάτων και τη διασπορά τους σε όλα τα πλάτη και μήκη της Γης. Οι περισσότεροι βρέθηκαν θαμμένοι στη γη, αφού το χώμα αποτελούσε ανέκαθεν την πιο ασφαλή τράπεζα.
Η Μακεδονική Αυτοκρατορία, έχοντας στη διάθεσή της το Παγγαίο, εξέδιδε σχεδόν αποκλειστικά χρυσά νομίσματα. Στην ακμή της εκστρατείας του Μεγάλου Αλεξάνδρου το αργυρό τετράδραχμο και ο χρυσός στατήρας έφτασαν στα πέρατα του κόσμου. Νομίσματα εξαιρετικής καλλιτεχνικής αξίας, διπλής όψεως, με αναπαραστάσεις από τη χλωρίδα και την πανίδα, μορφές ηγεμόνων, οικοδομήματα (μια οριζόντια αναπαράσταση του Λαβυρίνθου ήταν το πρώτο οικοδόμημα που αποτυπώθηκε σε νόμισμα), άλλοτε «πεστά», δηλαδή ειδικής επεξεργασίας σε μήτρες, άλλοτε χυτά κι άλλοτε δουλεμένα από τεχνίτες μικρογλυπτικής, στρογγυλά, τετράγωνα, κοιλόκυρτα, δελφινόσχημα. Τα αρχαία νομίσματα ξεχωρίζουν για την υψηλή αισθητική τους. Ο πρώτος όροφος με τα πλούσια εκθέματά του συμπληρώνεται από μοναδικές συλλογές που έχουν παραχωρηθεί στο μουσείο. Ξεχωρίζει η συλλογή με τα πτολεμαϊκά της συλλογής Δημητρίου από την Αλεξάνδρεια.
Στον δεύτερο, υπέροχο όροφο βρίσκονταν η βιβλιοθήκη του Σλήμαν, όπου αναγράφεται ψηλά στον τοίχο «Ψυχής Ιατρείο», αλλά και τα δύο του γραφεία, θερινό-χειμερινό, και οι κρεβατοκάμαρες του ζεύγους και των παιδιών. Εδώ εκτίθενται νομίσματα του ύστερου αρχαίου κόσμου, ξεκινώντας από τον ρωμαϊκό. Τα δηνάρια, οι σηστέρτιοι, τα aureii, οι σόλιδοι και οι φόλλεις ταξίδεψαν σε ολόκληρη την τότε επικράτεια. Μερικά που ξεχωρίζουν είναι ένας σηστέρτιος του Μάρκου Αυρήλιου (161-180 μ.Χ.), ένα aureus του Λικίνιου Α' (308-324 μ.Χ.), ένα δηνάριο του Μάρκου Ιούνιου Βρούτου (43-42 π.Χ.). Ακολουθεί η βυζαντινή περίοδος, κατά την οποία ο σόλιδος είχε τέτοια διάδοση, που θα τον παραλληλίζαμε σήμερα με το αμερικανικό δολάριο. Ξεχωρίζει ένας σόλιδος Ιουστινιανού Β' (685-695 μ.Χ.) και ένας φόλλις της περιόδου του Ιουστινιανού Α' (527-565 μ.Χ.).
Οι λαοί των μεγάλων επιδρομών του 5ου αι. μιμήθηκαν τις αυτοκρατορίες κι έτσι υπάρχουν πολλά νομίσματα της μεσαιωνικής περιόδου, όταν η Ευρώπη αλλά και οι Άραβες μετά τον 7ο αι. εγκαινιάζουν το νομισματικό τους σύστημα. Οι Πέρσες είχαν ήδη τη δική τους μακρόχρονη παράδοση. Η συλλογή του μουσείου φτάνει μέχρι τις μέρες μας, από το τάλιρο της Ευρώπης του 16ου αι. μέχρι τα νομίσματα αυτοκρατοριών, των αποικιών τους και των πολλών κρατών που απέκτησαν την ανεξαρτησία τους καθυστερημένα, τα πρώτα νομίσματα από νίκελ, τα πρώτα χαρτονομίσματα, τα πρώτα του σύγχρονου ελληνικού κράτους, όπως οι αργυροί φοίνικες του Καποδίστρια και οι δραχμές του Όθωνα, αλλά και τα πληθωριστικά εκατομμύρια της Κατοχής. Επίσης υπάρχουν ιστορικά μετάλλια από τα Ζάππεια και τους πρώτους Ολυμπιακούς του 1896. Εν κατακλείδι, το Νομισματικό Μουσείο μπορεί να διδάξει με έναν ιδιαίτερα ευχάριστο τρόπο την Ιστορία της Δύσης χάρη σε μια συλλογή μεγάλης αξίας – καλλιτεχνικής, ιστορικής αλλά και πραγματικής.
Νομισματικό Μουσείο
Ιλίου Μέλαθρον, Πανεπιστημίου 12
Το άρθρο δημοσιεύτηκε για πρώτη φορά στο LIFO.gr το 2016.