Δεν είναι κινηματογράφος, είναι χειρότερο!
Η κυρία δικαστής
"Ούτε κριτής, ούτε υποταγμένη"
Η συνήθης καθημερινότητα μιας ανακρίτριας στις Βρυξέλλες.
Η Anne Gruwez είναι έντονη, κάπως εκκεντρική, και πολύ ανθρώπινη.
*
Συνάντηση με την Anne Gruwez
Sébastien Ministru
Moustique.be/L'Avenir Hebdo -04.09.2018
Αξιοπρόσεκτο κοινωνικό φαινόμενο όπως και αντικείμενο περιέργειας, η ταινία Ούτε κριτής, ούτε υποταγμένη προβάλλει τη δουλειά μιας ανακρίτριας στις Βρυξέλλες. Η ταινία, που οφείλει εν μέρει την επιτυχία της στην έντονη προσωπικότητα της ηρωϊδας της, κυκλοφορεί σε DVD.
Η ταινία, που στοίχισε τρεισήμισι χρόνια σε γυρίσματα, έκανε το γύρο του κόσμου -ή σχεδόν. Σε μας [στο Βέλγιο -σ.σ.] έκανε 75.000 εισιτήρια. Στη Γαλλία 210.000. Για τον Yves Hinant, τον έναν από τους δύο σκηνοθέτες, αποτελεί την απάντηση σε μία μόνο ερώτηση: "Τι εστί 2018;" Για τον ακτιβιστή αυτόν του κινηματογράφου του πραγματικού, μαθητή του Jean Libon, του άλλου δημιουργού της ταινίας και θεωρητικού της μεθόδου Strip-tease [τίτλος μιας βελγικής σειράς νοτικιμαντέρ -σ.σ.], το δελτίο ειδήσεων δεν μας διηγείται πραγματικά τον κόσμο". 'Εχουμε επομένως ανάγκη από UFO σαν το Ούτε κριτής, ούτε υποταγμένη για να περιγράψουμε την πορεία του κόσμου, έτσι όπως τρυπώνει μπροστά στις πόρτες μας, ανάμεσα στις σακούλες σκουπιδιών.
Ακολουθώντας την Anne Gruwez, ανακρίτρια στις Βρυξέλλες, η ταινία αποκαλύπτει την πρακτική της δικαιοσύνης στην πιο πεζή της καθημερινότητα, παρουσιάζοντας ανθρώπινες ιστορίες συχνά λυπηρές, κάποτε αστείες, πάντα απρόσμενες. Μία στοχαστική εξερεύνηση ενός επαγγέλματος που δεν γνωρίζουμε, και το οποίο, όπως και το σύνολο σχεδόν του δικαστικού μηχανισμού, τροφοδοτεί πολλές φαντασιώσεις. Για κάποιους συναδέλφους της Anne Gruwez, η ταινία είναι "μάλλον νόστιμη" και παραμένει κατώτερη της πραγματικότητας από τη στιγμή που αποκρύπτει την επιθετικότητα που εκδηλώνεται συχνά στο γραφείο ενός ανακριτή. Για κάποιους άλλους, κλίνει προς το θέαμα, παρότι όλοι οι "κομπάρσοι" έδωσαν την συγκαταθεσή τους -κάτι που δεν εμπόδισε τη μία απ' αυτούς να υποβάλλει μήνυση, με αποτέλεσμα να κοπεί η σκηνή στις αίθουσες και στο DVD...
Στην ηλικία των 62 ετών, η υπέρ επαγγελματίας αυτή, η οποία δεν σηκώνει κοροϊδία, εμφανίζεται να διενεργεί ανακρίσεις (που δεν έχουν τέλος, από τον τύπο που δέρνει τη γυναίκα του μέχρι τη μητέρα που στότωσε ένα παιδί της), αλλά και επί τόπου αυτοψίες. Την ακολουθούμε μέσα στο μπλε ντεσεβό της όταν χρειάστηκε να ανοίξει πάλι έναν κοιμώμενο φάκελο (σχετικό με τη δολοφονία μιας πόρνης) που μας προσέφερε μία σκηνή ανθολογίας -την εκταφή ενός σώματος πάνω στο οποίο ο ιατροδικαστής χρησιμοποιεί ένα ηλεκτρικό πριόνι για να περισυλλέξει ένα δείγμα οστών...
Με τον αθυροστομία της, το βλέμμα της, που μια φορά στις δύο μοιάζει να λέει "μην πάτε να μου την φέρετε" και το δολοφονικό της χιούμορ, η Anne Gruwez κατέστη ένα φαινόμενο, και είναι η πρώτη που εκπλήσσεται για την περιέργεια που προκαλεί. Ορισμένοι την επικρίνουν για τις θεατρικές της εξάρσεις, αλλά είναι στη ζωή όπως και στην ταινία. Για τον συνάδελφο εκείνον που την γνωρίζει πολύ καλά, "δεν υπερβάλλει, ούτε όμως και αφαιρεί τίποτα".
Πως άρχισε η περιπέτεια αυτής της ταινίας;
ANNE GRUWEZ - To 2003, o Jean Libon και ο Yves Hinant της εκπομπής Strip-tease έλαβαν τις άδειες από τον δικαστικό κόσμο για να κινηματογραφήσουν μία έρευνα. Αρχικά, είχαν επιλέξει να ακολουθήσουν μία συνάδελφο, η οποία όμως έφυγε και πήγε στην Ευρωπαϊκή 'Ενωση. 'Ετσι ο κλήρος έπεσε σε μένα, κι έγινε το Ο μπάτσος, ο δικαστής και ο δολοφόνος (που μεταδόθηκε το 2007 στην εκπομπή 'Ολα αυτά δεν θα μας δώσουν πίσω το Κονγκό -σ.σ.]. Αφού έφτιαξαν ένα μικρό θέμα που το ονόμασαν Η κυρία δικαστής, αποφάσισαν να καταγράψουν την καθημερινή ζωή ενός δικαστή και ξαναήρθαν σε μένα. Είπα όχι, πράγμα που σήμαινε ίσως... 'Εβρισκα πως είχαν δει αρκετά τη φάτσα μου, αλλά είναι αλήθεια ότι υπήρξε μεταξύ μας μία σχέση εμπιστοσύνης που μας επέτρεπε να δουλεύουμε γρήγορα και καλά.
Γιατί δέχεστε τελικά;
Είπα ας το κάνουμε, λέγοντας από μέσα μου "μετά βλέπουμε". Δεν υπήρξε από τη μεριά μου καμία πρόθεση να δείξω οτιδήποτε. Και σκέφτηκα πως μετά τις δύο αβαν-πρεμιέρ, όλα θα τελείωναν...
Αν δεν ήταν ο σκοπός σας, η επιτυχία της ταινίας οφείλεται στην περιγραφή την καθημερινότητας μιας δικαιοσύνης που συνηθίζουμε να επικρίνουμε, αυτήν και τα προνομιά της.
Δεν πιστεύω πως η δικαιοσύνη ζητάει προνόμια. Ζητάει ένα σεβασμό που δεν το αμείβεται. Οι δικαστές ζητούν συντάξεις, αξιοπρεπείς μισθούς, όλα αυτά που δικαιούνται, αλλά σπάνια έχω ακούσει την δημόσια εξήγηση που θα δικαιολογούσε τα -δίκαια- αιτήματα αυτά ως προς τη δουλειά των δικαστών. Ο απλός κόσμος δεν καταλαβαίνει γιατί πρέπει να πληρώνει τόσο ακριβά κάτι που δεν του εξηγούν, χώρια που μιλάμε γι' αυτόν τον κάποιον που υπόκειται στη δικαιοσύνη, ο οποίος κανείς δεν ξέρει ποιός είναι... Πάντως όχι εγώ.
Γιατί οι άνθρωποι -που βρίσκονται συχνά σε θλιβερές καταστάσεις που δεν τους προσδίδουν μία ωραία εικόνα- δέχονται να κινηματογραφηθούν;
Θλιβεροί; Που δεν παρουσιάζουν μία ωραία εικόνα του εαυτού τους; Τι σας επιτρέπει να το πείτε αυτό; Οι καταστάσεις αυτές στις οποίες βρίσκονται οι άνθρωποι αυτοί είναι οι δικές τους και αξίζουν το σεβασμό. 'Ερχονται στο γραφείο μου φέρνοντας μαζί τους την πραγματικότητά τους κι αν εκλαμβάνονται ως εξαθλιωμένοι, αυτό είναι ένα παραμορφωτικό λάθος που οφείλεται στις δικές σας νόρμες. Μπορώ να δεχτώ πως η προοπτική της φυλακή τους κάνει ευάλωτους, αλλά την κακή εικόνα τους, όχι...
Στην ταινία, υπάρχει η συγκλονιστική ανάκριση μιας γυναίκας που περιγράφει με μεγάλη ακρίβεια πως σκότωσε το παιδί της επειδή ήταν πεπεισμένη πως ήταν ο γιος του Σατανά. Είστε εκπαιδευμένη ώστε να ακούτε και να διαχειρίζεστε μία τέτοια διήγηση;
Δεν έχουμε καμία εκπαίδευση από τα πριν και κανένα αντι-στρες. 'Οταν τελειώνω με την παιδοκτονία, έχει έρθει το βράδυ και είναι αργά, κανείς δεν με περιμένει για να μου πει: "'Θα ήθελες ίσως να αποβάλεις το στρες σου". Οι αστυνομικοί έχουν αντι-στρες ομάδες υποστήριξης, για τους δικαστές όμως κανείς δεν δίνει δεκάρα.
Πως προστατεύεστε;
Δεν προστατεύομαι. Μου έρχονται όλα κατάμουτρα. 'Οπως έλεγε ο Τερέντιος: "'Ειμαι ένας άνθρωπος και τίποτα το άνθρώπινο δεν μου είναι ξένο". 'Ολα αυτά που φέρνει ο κόσμος στο γραφείο μου είναι μέσα μου: η οργή, η εκδίκηση, τα χτυπήματα... Φτάνει να πατήσεις το σωστό κουμπί για να βρεις την επαφή με το πρόσωπο που έχεις απεναντί σου. Κι έπειτα κλείνω το διακόπτη και είμαι ήσυχη για το βράδυ. Αλλά παραδέχομαι πως το πιο δύσκολο είναι να στείλεις στη φυλακή έναν ομοιό σου. Μια μέρα, χρειάστηκε να βάλω φυλακή έναν αστυνομικό διευθυντή με τον οποίο είχα δουλέψει. Δεν ήταν αστείο... Οι πολλοί ευαίσθητοι άνθρωποι δεν πρέπει να γίνονται δικαστές.
Μία από τις κριτικές που δέχτηκαν οι σκηνοθέτες, είναι ότι βλέπουμε στο γραφείο σας μόνο ξένους...
Γιατί κάνετε αυτή τη διάκριση; Είναι όλοι κάτοικοι των Βρυξελλών! Είναι η πραγματικότητα των Βρυξελλών, τελεία και παύλα. Γιατί, όταν δημιουργούν πλούτο, μιλάμε για Βρυξελλιώτες, κι όταν δημιουργούν μιζέρια, μιλάμε για ξένους; Με ρωτάτε γιατί δεν βλέπουμε αυθεντικούς Βέλγους, αλλά από πότε είναι κανείς αυθεντικός Βέλγος;
Μα ξέρετε πολύ καλά ότι αυτού του είδους οι εικόνες μπορούν να καλλιεργήσουν ένα ρατσιστικό λόγο!
Φυσικά και το ξέρω, αλλά θέλω να πω σ' αυτούς τους ανθρώπους πως ο λόγος αυτός είναι λάθος. Δεν έχει σημασία η καταγωγή των ανθρώπων, αυτό που πρέπει να κοιτάξουμε είναι την ιστορία τους, κι ό,τι αυτή συμπαρασέρνει από την ανθρωπότητα -την κλοπή, το έγκλημα, την τρέλα.
Πως εξηγείτε την επιτυχία της ταινίας και το φαινόμενο που δημιούργησε;
Πιστεύω πως ο κόσμος έχει βαρεθεί το μυστικό και το ιερό. Το ιερό δόγμα της δικαιοσύνης και την τελετουργία των μυστικών της. Ο κόσμος θέλει να ξέρει που πάνε τα χρήματά του. Βρισκόμαστε ίσως σε μία επαναστατική στιγμή, μία στιμή όπου οι άνθρωποι θέλουν να οικειοποιηθούν την ιστορία τους, αυτό στο οποίο συμμετέχουν.
Χρειάστηκε να αντιμετωπίσετε επιθέσεις από το χώρο σας;
Χρειάστηκε να αντιμετωπίσω τη σιωπή και το τίποτα. Τίποτα. Δεν μπορώ να πω κάτι άλλο...
Συνέντευξη στον Sébastien Ministru
Μτφ. Σ.Σ.