Μια αυτοκτονία. Ένας έρωτας. Ένα χάος. Ένα καλοκαίρι. Τρεις χειμώνες και μία μόνο άνοιξη. Τρία πράγματα που ελπίζω να έμαθα από το 2024. Είχε πολλά –δύσκολα– το 2024 για την παρέα μας και, απ' ό,τι φαίνεται, στα ουσιώδη δεν μάθαμε τίποτα. Μάλλον όμως αλλάξαμε τον τρόπο που βλέπουμε κάποια, γίναμε μεγάλα παιδιά πια. Θα δείξει...
1. Η ΛΕΞΗ ΤΗΣ ΓΕΝΙΑΣ ΜΑΣ, ΚΑΙ ΙΣΩΣ ΤΗΣ ΖΩΗΣ ΜΑΣ, ΕΙΝΑΙ Η «ΑΝΘΕΚΤΙΚΟΤΗΤΑ». Η ιστορία το δείχνει, και το παρατηρώ και μόνος μου, αρκεί μια βόλτα στην πόλη, αρκούν μερικές συζητήσεις. Αν κόβει το μάτι σου, θα το βλέπεις κι εσύ. Επιβιώνουν και προοδεύουν οι ισχυροί: άτομα σωματικά και συναισθηματικά ανθεκτικά. Οι νάρκισσοι. Οι εγωιστές. Όσοι δεν παίζει το μάτι τους, όσοι δεν δακρύζει το μάγουλο, δεν τρέμει το χέρι. Αυτοί που κάθε φορά που συμβαίνει κάτι τρέχουν να σωθούν μη και πιαστούν στη θέση του θύματος. Που δεν γυρνάνε το κεφάλι, αντίθετα σηκώνουν το χέρι.
Αν δεν ανήκεις στο αδίστακτο και ζηλευτό κλαμπ τους, δεν γνωρίζω τι πρέπει να κάνεις και πώς να επιβιώσεις. Μπορείς να γίνεις ο προσωπικός τους ζογκλέρ, να χορεύεις σαν ρομποτάκι στον ρυθμό τους, κάνοντας μικρές ελεγχόμενες επαναστάσεις, ελπίζοντας πως θα κερδίσεις έτσι κι εσύ το λυπηρό κομμάτι σου, έρποντας. Μπορείς επίσης να προσπαθήσεις να γίνεις κι εσύ ένας από αυτούς. Αν μπορείς κι αν αντέχεις, κυρίως το δεύτερο.
Εμένα το 2024 μου έδειξε πως όταν κάτι πάει στραβά, έχω μάθει να πέφτω. Να αποσύρομαι, να τρέχω, και να φεύγω. Δεν πεισμώνω. Δεν επιτίθεμαι. Αντίθετα, συρρικνώνομαι. Θέλω να πω σε όλους πως δεν με νοιάζει και πως αν κάτι πρέπει να είναι τόσο δύσκολο, εγώ δεν το θέλω. Και αυτό με τρόμαξε, κυρίως γιατί δεν είχα καμία διάθεση να τα παρατήσω, γιατί κάπου μέσα μου υπήρχε κάποιο, έστω ισχνό, επιβιωτικό ένστικτο. Πες το «αισιοδοξία της νιότης», πες το «η ζωή συνεχίζεται», πες το «τράβα μπρος».
Κι εκεί που γκρίνιαζα για όλα αυτά και έλεγα το βράδυ στην πάρτη μου πως, κοίτα, δεν πειράζει, βάλε στο ψυγείο τις τρελές φιλοδοξίες και γίνε επιτέλους φίλος με τα κυβικά και την κράση σου, δεν θα είσαι ποτέ ανθεκτικός, γιατί ούτε μπορείς ούτε θες, τότε ακριβώς κάτι άλλαξε. Βαρέθηκα τα κάτω, είδα πως δεν έχει κανένα νόημα να υπερασπίζομαι μονάχα τη μικρή γωνίτσα μου, γιατί στα πίσω βήματα δεν υπάρχει τέλος, πως μόνο κόντρα στο θράσος των άλλων βγαίνει και πως, τέλος πάντων, δεν έχω τίποτε απολύτως να χάσω. Ας μη βουτήξουμε και στο κενό και ας κρατάμε, αν το έχουμε ανάγκη, με το χέρι τον τοίχο, αλλά άλλη επιλογή δεν έχουμε παρά να είμαστε ανθεκτικοί. Κι ό,τι γίνει, όπως έλεγε και η Μελίνα Τανάγρη στη συνέντευξη που ανέβασα τις προάλλες· και πάλι ωραίοι θα είμαστε κι ωραία θα περνάμε. Και αυτό είναι το μόνο που με ενδιαφέρει.
2. ΤΟ ΜΥΑΛΟ ΕΧΕΙ ΚΟΥΜΠΙ ΠΟΥ ΓΡΑΦΕΙ ΣΤΟΠ. Και νομίζω το βρίσκεις όταν αρχίζεις να παραδέχεσαι: ποιος είσαι, έως πού φτάνεις, και που θες να πας· τι χρειάζεσαι σε κάθε στιγμή· ποιο ψέμα λες και σ' εσένα τον ίδιο, τι μπορείς και τι αντέχεις να αποκαλύψεις. Όταν λύνονται όλα τα λουριά και το χάος της σκέψης σταματά να σε κυκλώνει σαν πελώριο κύμα, αλλά βρέχει τα πόδια σου ή χαϊδεύει το πρόσωπό σου σαν ψιλή βροχή. Και τότε, αντί για σκέψη, δράση. Δεν μπορείς να βγάλεις το δέρμα σου αλλά μπορείς να αλλάξεις την καθημερινότητά σου, αργά και μεθοδικά. Και σαν σκηνικό θεάτρου, το τοπίο σιγά σιγά αλλάζει. Ένα φως εκεί, ένα εδώ, έστω τεχνητά, στο τέλος λούζεται ολόκληρη η σκηνή, χωρίς να το έχεις καταλάβει. Κάποιος μου το λέει αυτό ή το είπα σε κάποια φάση εγώ σ' εμένα, το μυαλό έχει κουμπί που γράφει στοπ. Και χρειάζεται να το πατάμε μόνοι μας.
3. Ο ΕΜΠΙΣΤΟΣ ΤΟΥ ΕΜΠΙΣΤΟΥ ΚΑΙ ΤΟ ΜΑΘΑΙΝΕΙ ΕΤΣΙ ΟΛΟ ΤΟ ΧΩΡΙΟ. «Η εύνοια είναι ένα αεράκι που αλλάζει συνεχώς κατεύθυνση», λέει η Rachel Weisz στην «Ευνοούμενη» του Yorgos. Η γιαγιά μου, που διακρίνεται από μια ακραία μυστικοπάθεια και πιστεύει βαθιά πως τα εν οίκω μη εν δήμω, λέει «ο έμπιστος του έμπιστου και το μαθαίνει όλο το χωριό». Έχει δίκιο, και η Αθήνα είναι πράγματι ένα χωριό. Αλλά, αντί αυτό να με τρομάξει, αντί να κλειστώ σαν όστρακο που δεν αφήνει κανένα και τίποτα να μπει μέσα, να τρέμω το κάθε μου βήμα και να προσέχω τι και πού το λέω, τώρα πια τα λέω όλα. Κανένα μυστικό, εκτός από αυτά που ίσως κάπως εκθέτουν σοβαρά κάποιον άλλο· αφού είναι κιόλας να το μάθει όλο το χωριό, ας το μάθει. Αν έχεις πατήσει κι ένα pause στην πολλή σκέψη, δεν έχεις πλέον καμία διάθεση για ακροβατικά. Ας χάσεις μερικούς ανθρώπους στη διαδρομή, και όπως λέει η φίλη μου η Α., να θυμάσαι, ουδείς πιο αχάριστος από τον ευεργετηθέντα, ουδείς πιο επικίνδυνος από τον φίλο. Εκεί που αφήνεσαι και δεν προσέχεις την πατάς, εκτός αν δεν έχεις τίποτα να φυλάξεις, αν όλα είναι στο τραπέζι.
Και τελικά ας πληγωθεί και κανένας, δεν πειράζει, ανθεκτικοί είπαμε πως πρέπει να είμαστε. Ας εξασκηθούμε!
Και ένα ποίημα που βρήκα στο Twitter, ο αλγόριθμος του οποίου με αναγνωρίζει συχνά ως περισσότερο ποιητικό παρά καυλωμένο – ok.
Now I let it fall back
in the grasses.
I hear you. I know
this life is hard now.
I know your days are precious
on this earth.
But what are you trying
to be free of?
The living? The miraculous
task of it?
Love is for the ones who love the work.
—For a student who used AI to write a paper του Joseph Fasano