Η πιο κρυφή πληγή του Βαγγέλη Ραπτόπουλου
Εκδόσεις Ίκαρος, Σελ.: 401, Τιμή: €9,99.
«Το συμπέρασμά μου από τη ζωή, μετά από σαράντα οκτώ χρόνια, είναι ότι όταν πεθαίνει κάποιος οικείος σου, και μάλιστα ένας πυλώνας του οικογενειακού σου οικοδομήματος, γίνονται κολοσσιαίες, αν και αόρατες, αλλαγές μέσα σου» (σ. 27). Αυτή η φράση, που θα μπορούσε να τεθεί ως προμετωπίδα ολόκληρου του μυθιστορήματος, προσιδιάζει στον Ραπτόπουλο τόσο λόγω ψυχοσυνθέσεως όσο και λόγω αφηγηματικής τεχνικής.
Η κρυφή πληγή του αφηγητή δεν ξέρουμε αν είναι η μύηση στον έρωτα που θέλει εκατοντάδες σελίδες για να συστηθεί ή ο πόνος για τα Δεκεμβριανά του '44 (τότε που ο Τσώρτσιλ ζήτησε ματαίως από τους Τούρκους να στείλουν αστυνομικά σώματα για να τηρήσουν την τάξη στην Αθήνα...). Ο Ραπτόπουλος εφαρμόζει μια τεχνική που του πάει γάντι: ενώ σεργιανάει από κάμαρη σε κάμαρη και από γυναίκα σε γυναίκα εξαντλώντας το πρώτο επίπεδο της αφήγησης και τα αποθέματα εφηβείας που διαθέτει, με μια κίνηση της μαγικής σφαίρας μεταβαίνει στην ατμόσφαιρα του Εμφυλίου όπου ξαναζεί, χωρίς να τα έχει ζήσει, τα γεγονότα της Αθήνας. Πρόκειται για μια θεατρική σκηνή που απαιτεί δύο στύλους για να συγκρατήσει το δράμα της. Από τη μία η αμήχανη νεότητα, από την άλλη το μένος για εκδίκηση, όπως στην περίπτωση του Γερόσταθου, συνεργάτη των Γερμανών και μανιακού καταδότη, που τελικά εγδάρη ζωντανός με κάτι μεγάλα καρφιά, απ' αυτά που διαπερνούν καδρόνια. Επίσης, η τρομερή αστυνομία του ΚΚΕ, η επιλεγόμενη ΟΠΛΑ, ξεπάστρεψε πολλούς αιρετικούς της παράταξης, ανάμεσά τους και οπαδούς του Τρότσκι (σ. 194).
Ο Ραπτόπουλος δοκιμάζει πολλές αφηγηματικές τεχνικές, τόσο για τότε όσο και για τώρα, τόσο την εμφυλιακή μαρτυρία όσο και τη βιωματική, αλλά το κυριότερο είναι ότι δεν πιέζεται, μιλάει λες και όλα διαδραματίζονται προ των ομμάτων του - τόσο οι εκτελέσεις όσο και τα γαμήσια. Τέχνασμα; Επίδειξη; Λίγος Σαίξπηρ εν προκειμένω είναι απαραίτητος: κατάλληλη είναι κάθε ώρα, για ό,τι γίνεται στην ώρα του...
Ο αφηγητής φαίνεται να είναι δικέφαλος, δίγλωσσος, με διπλό ηλεκτρονικό μολύβι. Το δηλώνει, άλλωστε, με ειλικρίνεια: «Ούτως ή άλλως, ο πρωταγωνιστής έχει το όνομά μου και αποτελεί μια σύνθεση του εαυτού μου και του πατέρα μου, σαν να είμαι εγώ, αλλά φορτωμένος και με τις αμαρτίες του γονιού μου» (σ. 209). Ως εκ τούτου, το κείμενο έχει ανάγκη δραματικής βαθύτητας, μεγάλες δόσεις παρελθόντος, ώστε οι ερωτικές και άλλες περιπέτειες του νεαρού να αποκτήσουν ένα άλλοθι κι ένα ιστορικό πιστοποιητικό που θα καταστήσει πιο έγκυρα τα σούρτα-φέρτα στην πόλη. Πρόκειται για έναν ιδιαίτερο και προικισμένο τρελό που διασχίζει την Ιστορία από τα Δεκεμβριανά και τον Εμφύλιο ίσαμε τις μέρες μας...
Πόρτο Λεόνε του Λευτέρη Καπώνη
Εκδόσεις Λιβάνης, Σελ.: 348, Τιμή: €16,66
Οι έρωτες για τις γυναίκες –τώρα που η ηλικία δεν αστειεύεται– τείνουν να έλθουν σε δεύτερη μοίρα, αφήνοντας χώρο για τις παιδικές αγάπες. Είναι παράδοξο, αλλά ισχύει ως χαρμόσυνο γεγονός. Για παράδειγμα, η πόλη όπου μεγάλωσε κανείς κι έμαθε τα πάντα διεκδικεί προνομιούχα θέση στο θυμικό των σημερινών εξηνταφεύγα, αν μάλιστα λάβουμε υπόψη μας ότι μαζί με την πόλη πάει αγκαζέ και σφιχταγκαλιασμένη η ποδοσφαιρική ομάδα, ο Ολυμπιακός δηλαδή, τότε έχουμε μια καλή μαλάγρα για ένα αφήγημα εφηβικής συγκίνησης και ανδρικής νοσταλγίας.
Ο Καπώνης σπούδασε το γράψιμο γράφοντας αλλεπάλληλα τηλεοπτικά σενάρια, ενίοτε με μεγάλη επιτυχία, κι επίσης υπογράφοντας επτά μυθιστορήματα. Η επιστροφή με φόρα στα νεανικά του χρόνια, περίπου σαν προσκύνημα στη γενέτειρα, έχει καλό ρυθμό, εξαίρετο υλικό και κυρίως καθαρό συναίσθημα, χωρίς εύκολη δραματουργία και συμβατικές περιγραφές των προσώπων. Όσο για την ποδοσφαιρική θρησκεία της πόλης, αρκούν δύο παρατηρήσεις: οι παρέες διαβάζουν το «Φως των σπορ» όπως οι μουσουλμάνοι το Κοράνι, όσο για τη μάνα που βλέπει τον υποψήφιο γαμπρό της κόρης της, τον κοιτάζει κατάματα και αποκαλύπτεται: «Της το είπα, μη μου φέρει Παναθηναϊκό γαμπρό, γιατί θα τον πετάξω απ' το μπαλκόνι!».
Ο αφηγητής κατά συνέπεια έχει δύο μοτίβα που πρέπει να τα εξαντλήσει: από τη μία οι λαϊκές παρέες που ορκίζονται στον Πειραιά και στο ήθος του και από την άλλη η θρησκεία του Ολυμπιακού (μιλάμε για την εποχή των Λοσάντα, Περσίδη, Δεληκάρη, Γιούτσου, Συνετόπουλου, Αϊδινίου, Αγγελή, Γκλέτσου, Σιώκου, Γκαϊτατζή, Κελεσίδη κ.λπ.).
Οι σελίδες για τις γυναίκες είναι εξαιρετικές, παλαιάς κοπής βέβαια, αλλά με υγιές αντριλίκι και με δράματα και ιδιάζουσες στιγμές. Λόγου χάρη, όταν η μάνα γυροφέρνει στην αυλή επειδή είναι η πρώτη φορά που ξημέρωσε χωρίς να έρθει ο γιος της σπίτι, είναι κάτι που διαπερνά πέρα για πέρα την εφηβική μνήμη.
Το πιο σκληρό συμβάν του βιβλίου, το δράμα δηλαδή του Βαγγέλη με την Ντίνα και τον Κυριάκο και το αναπόφευκτο φονικό, είναι πειστικό, αξίζει τη φράση «ενώθηκαν στην αμαρτία και στην προδοσία» και συνάμα δεν ξεφεύγει από τη συνολική αφήγηση, η οποία διατηρεί το τέμπο και το πιστεύω της από την πρώτη ίσαμε την τελευταία σελίδα.
Έχουμε την εντύπωση ότι ο Καπώνης με το Πόρτο Λεόνε έκανε λογοτεχνικό τάμα και πήρε ό,τι του άξιζε.
Ανεξαρτησία του Χρίστου Χ. Παπαδημητρίου
Μετ.: Νίνα Μπούρη, Εκδόσεις Πατάκη,
Σελ.: 485, Τιμή: €18,70
Ο συγγραφέας –καλά να είναι– έχει διδάξει πληροφορική στο Χάρβαρντ, στο ΜΙΤ, στο Στάνφορντ, στο Μπέρκλεϊ και, πέρα από τα βιβλία του, είναι μέλος της Εθνικής Ακαδημίας των ΗΠΑ. Ωστόσο, δεν πρόκειται για έναν Ρωμιό που έριξε μαύρη πετρα πίσω του ή για έναν πεζογράφο που προτιμά την ελληνική γλώσσα από την αμερικανική. Το ακριβώς αντίθετο συμβαίνει. Έχουμε να κάνουμε με έναν πρώην Έλληνα και νυν Αμερικάνο ο οποίος όμως –τι τύχη!– μετέχει στην αντίσταση ενάντια στη Χούντα, διακινδυνεύει, γυρεύει τα απόμακρα ίχνη της οικογένειάς του και συνάμα κάνει απίθανες επιστροφές στο '21 και στο Τείχος του Βερολίνου.
Χωρίς καμιά υπερβολή και παρότι αντέχουμε το διάβασμα των μυθιστορημάτων, η Ανεξαρτησία δεν μας έπεισε σε καμιά στιγμή της αφήγησης. Δεν ξέρουμε αν ευθύνεται η ελληνο-αμερικανική ταυτότητα του Παπαδημητρίου ή η προσπάθειά του να φανεί περισσότερο Έλλην απ' ό,τι στην πραγματικότητα είναι. Πάντως, έχει κεφάλαια που νομίζεις οτι μιλάει ένας βέρος Έλλην και επίσης κεφάλαια όπου εμφανίζεται ένας αχταρμάς άνευ προηγουμένου. Πιθανώς, η πιο πειστική παράγραφος που εντόπισα να είναι η ακόλουθη:
«Το Πρίνστον ήταν εντάξει. Ένα βράδυ, την πρώτη εβδομάδα των μαθημάτων, είδα ότι δύο προπτυχιακοί έπαιζαν τάβλι στο καθιστικό της εστίας και μερικοί άλλοι παρακολουθούσαν. Πλησίασα κι έριξα μια ματιά και ξαφνικά με περιέβαλε μια γλυκιά θαλπωρή: το πανεπιστήμιο του Πρίνστον είναι τρεις χιλιάδες στρέμματα γεμάτα εξυπνοπούλια. Δεν θα αντιμετωπίσω οικονομικό πρόβλημα στις μεταπτυχιακές σπουδές μου. Γράφτηκα σε ένα μάθημα Μαθηματικής Φυσικής. Ήταν δύσκολο και όλοι οι συμφοιτητές μου ήταν ιδιοφυΐες, αλλά τα πήγα καλά. Στο τραπέζι των Ευχαριστιών, η μητέρα μου με ρωτούσε για τη σχολή. "Νόμιζα ότι σου άρεσε η Φυσική, όχι τα Μαθηματικά" είπε κάποια στιγμή. Μιλούσαμε αγγλικά για χάρη του Ρικ – όλοι εκτός από τον Μακ φυσικά. Δεν της απάντησα αμέσως. "Η Φυσική είναι το πώς λειτουργεί ο κόσμος", της εξήγησα τελικά, "και τα Μαθηματικά είναι το πώς λειτουργεί η Φυσική"».
σχόλια