4 Απριλίου 1968, μια ημερομηνία που έμελλε να γραφτεί με χρυσά γράμματα στο ημερολόγιο του ελληνικού αθλητισμού. Εκείνη την ημέρα η ΑΕΚ θα στεφόταν Κυπελλούχος Ευρώπης, μέσα σ' ένα κατάμεστο Καλλιμάρμαρο Στάδιο. Ήταν η βραδιά όπου όλη η Ελλάδα ενώθηκε, γλέντησε και χάρηκε για μια τεράστια νίκη στην ιστορία του μπάσκετ.
Πενήντα χρόνια μετά, ο σκηνοθέτης Τάσος Μπουλμέτης εμπνέεται από το συγκεκριμένο αθλητικό γεγονός του τελικού για το Κύπελλο Κυπελλούχων Ευρώπης, ανάμεσα στην ΑΕΚ και τη Σλάβια Πράγας, και με ένα πλούσιο καστ ηθοποιών αφηγείται στη νέα του ταινία, με τίτλο «1968», όλο το συναρπαστικό παρασκήνιο του αγώνα. Παράλληλα ξετυλίγονται αστείες και συγκινητικές ιστορίες οι οποίες συνθέτουν την τοιχογραφία της συγκεκριμένης εποχής.
Εκείνο τον Απρίλη, το Καλλιμάρμαρο θα γινόταν το επίκεντρο της Ελλάδας. Μέσα στο Στάδιο, 80.000 άνθρωποι («σπάζοντας» το ρεκόρ Γκίνες για τη μεγαλύτερη συνάθροιση σε αγώνα μπάσκετ), άλλοι 20.000 απέξω, και ταυτόχρονα εκατομμύρια τρανζιστοράκια σ' όλη την χώρα να αναμεταδίδουν τον θρυλικό αγώνα μέσα από την αθάνατη περιγραφή του Βασίλη Γεωργίου.
Η ειρωνεία της ιστορίας είναι ότι ο Τάσος Μπουλμέτης οδηγήθηκε στη σκηνοθεσία επειδή κάποτε, λόγω ερωτικών σκιρτημάτων, αποφάσισε να ασχοληθεί με τον αθλητισμό αλλά αποδείχθηκε ένας κάκιστος παίκτης του μπάσκετ.
Ήταν η βραδιά που για πρώτη φορά μια ελληνική ομάδα κατακτούσε ένα διεθνές τρόπαιο. Όμως ο Τάσος Μπουλμέτης, αν και δηλωμένος οπαδός της ΑΕΚ, τονίζει ότι δεν θέλησε να κάνει μια «οπαδική» ταινία. Όπως δήλωσε στη LiFO «σκοπός δεν είναι μόνο να αγγίξουμε τους οπαδούς της ΑΕΚ, αλλά όσο περισσότερους θεατές μπορούμε. Αυτή η ταινία έρχεται να θυμίσει τις εποχές όπου ο αθλητισμός ένωνε και δεν χώριζε τους φιλάθλους. Εκείνη τη βραδιά έτυχε να είναι η ΑΕΚ, αλλά έπαιζε με τα χρώματα της φανέλας της όλη η Ελλάδα».
Στην 95λεπτη ταινία παρακολουθούμε την εξέλιξη εκείνης της ιστορικής νύχτας καθώς κι αφηγήσεις παικτών των δύο ομάδων. Όμως το πιο ενδιαφέρον είναι οι ιστορίες που παρεμβάλλονται, μείγμα μαρτυριών και μυθοπλασίας, ενώ βρίσκεται σε εξέλιξη ο τελικός, κι αποτυπώνουν το κλίμα της εποχής υπό τον ζυγό της Χούντας.
Μία ερωτευμένη κοπέλα που καρδιοχτυπά και κάνει πρόβα νυφικού μπροστά στον καθρέφτη της κατά την διάρκεια του αγώνα, αλλά κι ένας μελλοντικός γαμπρός που βρίσκεται σε απόγνωση κάθε φορά που η ελληνική ομάδα σκοράρει, αφού είχε υποσχεθεί γάμο στην αρραβωνιαστικιά του, αν η ΑΕΚ κέρδιζε το Κύπελλο.
Ένα ζευγάρι ηλικιωμένων θυμάται την πατρίδα που άφησε πίσω κι ένας νεαρός κομμουνιστής κρατούμενος μέσα από το κελί του πανηγυρίζει με κάθε πόντο.
Ένα πρακτορείο ΠΡΟΠΟ, τον ιδιοκτήτη του οποίου υποδύεται ο Γιώργος Μητσικώστας, γίνεται εξομολογητήριο παλιών και πρόσφατων τραυμάτων με ιδιαίτερα δεικτικό τρόπο.
Ένας εισπράκτορας παρατηρεί τα βλέμματα, τις κινήσεις και την καθημερινότητα των ανθρώπων που άλλοτε ανεβαίνουν κι άλλοτε κατεβαίνουν από το λεωφορείο.
Ένας μπουζουξής στο μαγαζί του οποίου ακολουθεί γλέντι για την ανεπανάληπτη νίκη, ένας επιβάτης λεωφορείου με βαρύ φορτίο από το παρελθόν κι ένας ιδιοκτήτης γραφείου τελετών που «συνεργάζεται» με την ομάδα είναι μερικές από τις ιστορίες που συμπληρώνουν το παζλ του φιλμ.
Στο αθλητικό κομμάτι βλέπουμε στιγμιότυπα από τη διάρκεια του αγώνα κι από τις κερκίδες του Παναθηναϊκού Σταδίου, αλλά και την πορεία της «χρυσής» ομάδας (πολλοί εκ των παικτών μιλούν στην ταινία), με τον Γιώργο Αμερικάνο, τον Γιώργο Tρόντζο, τον «γιατρό» Xρήστο Zούπα, το «πουλί», όπως τον είχε βαφτίσει ο Βασίλης Γεωργίου, Στέλιο Bασιλειάδη, τον «γίγαντα» Aία Λαρεντζάκη, τον Πέτρο Πετράκη, τον Λάκη Tσάβα, τον Αντώνη Χρηστέα και τον Nίκο Nεσιάδη, καθώς και την ιστορία ενός μεγάλου αδικοχαμένου παίκτη, του Γιώργου Μόσχου. Ο τρόπος που ξετυλίγεται η «απουσία» του είναι πολύ συγκινητικός, αφού ο ίδιος, δύο χρόνια πριν από το τελικό, είχε πεθάνει από καρκίνο σε ηλικία μόλις 29 ετών.
Παράλληλα, σημαντικό κεφάλαιο του τελικού αποτέλεσε κι ο ραδιοφωνικός σχολιαστής, Βασίλης Γεωργίου. Αξίζει να υπενθυμίσουμε ότι την άνοιξη του 1968 δεν υπήρχαν ακόμη ζωντανές μεταδόσεις στην ελληνική τηλεόραση, γι' αυτό κι ο αγώνας μπάσκετ ΑΕΚ –Σλάβια μεταδόθηκε ζωντανά από τον ραδιοφωνικό σταθμό των Ενόπλων Δυνάμεων ενώ η συναρπαστική ραδιοφωνική περιγραφή του αγώνα από τον Β. Γεωργίου, ο οποίος βρισκόταν δίπλα από τον αγωνιστικό χώρο, είχε κυκλοφορήσει σε δίσκο βινυλίου.
Ας μην ξεχνάμε ότι μιλάμε για μια ομάδα που κουβαλούσε ένα προσφυγικό παρελθόν με ήττες, απώλειες, αποχωρισμούς και κατάφερε, μόνο με Έλληνες παίκτες που προέρχονταν από τις φτωχογειτονιές της ελπίδας, να κατακτήσει την κορυφή, έχοντας ως αντίπαλο μια ομάδα, όπως η Σλάβια Πράγας, η οποία θεωρούνταν υπερδύναμη αφού πολλοί από τους παίκτες της συμμετείχαν στη Μικτή Ευρώπης.
Φυσικά, αναφερόμαστε σ' ένα έτος στο οποίο ο πλανήτης έβραζε και διαμαρτυρόταν. Μια χρονιά που αποδείχθηκε ορόσημο για το μέλλον του κόσμου. Χαρακτηριστικά, να σημειώσουμε ότι την ημέρα που πραγματοποιήθηκε ο αγώνας σκοτώθηκε ο Martin Luther King. Ένα μήνα πριν είχε ξεκινήσει η Άνοιξη της Πράγας που συνεχίστηκε μέχρι τον Αύγουστο όταν μπήκαν τα σοβιετικά τανκς μέσα στην πόλη. Επιπρόσθετα, στην Ελλάδα βρισκόμαστε στον πρώτο χρόνο της Δικτατορίας των Συνταγματαρχών, έναν μήνα μετά τον τελικό ξέσπασε ο Μάης του '68, ενώ τον Ιούνιο του ίδιου έτους έγινε η δολοφονία του Ρόμπερτ Κένεντι.
Τέλος, ήταν η περίοδος που είχαν δημιουργηθεί κινήματα αντίδρασης για τον πόλεμο στο Βιετνάμ, ενώ τον Αύγουστο εκείνης της χρονιάς ο Αλέξανδρος Παναγούλης αποπειράθηκε να δολοφονήσει τον δικτάτορα, Γιώργο Παπαδόπουλο. Κατά τον Τάσο Μπουλμέτη θεωρείται κι ένα έτος αιχμής ακόμα και για τη σημερινή πολιτική κατάσταση. Όπως λέει, «η γενιά που κυβερνά αυτήν τη στιγμή τον πλανήτη είναι η γενιά που διαμορφώθηκε από τις ηθικές αξίες του 1968, με όλα τα αρνητικά και θετικά παρελκόμενα».
Η ταινία πάντως έχει παλμό, ένταση, πάθος κι ενέργεια. Θα σας κάνει να γελάσετε με αρκετές δόσεις χιούμορ αλλά και να δακρύσετε. Το καστ είναι εξαιρετικό και συμπεριλαμβάνει σημαντικούς, αεκτζήδες και μη, ηθοποιούς, όπως οι: Ιεροκλής Μιχαηλίδης, Αντώνης Καφετζόπουλος, Γιώργος Μητσικώστας, Στέλιος Μάινας, Μανώλης Μαυροματάκης, Βασιλική Τρουφάκου, Γιάννης Βούρος, Ορφέας Αυγουστίδης, Θέμης Πάνου, Ταξιάρχης Χάνος, Αντώνης Αντωνίου, Ερρίκος Λίτσης και Θοδωρής Κατσαφάδος.
Τη μουσική της ταινίας έχει συνθέσει η Ευανθία Ρεπούτσικα, οι υπέροχες μελωδίες της οποίας δένουν αρμονικά με την ταινία, όπου άλλοτε εκφράζουν την απώλεια και τη συγκίνηση κι άλλοτε εκείνες τις στιγμές ανάτασης, χαράς κι αισιοδοξίας.
Δύο χρόνια λοιπόν από τον Νοτιά κι άλλα δεκαπέντε από την Πολίτικη Κουζίνα, ο Κωνσταντινοπολίτης Τάσος Μπουλμέτης δημιούργησε ένα φιλμ για τη δύναμη της μνήμης και της ελληνικής ψυχής. Όλα ξεκίνησαν όταν ο ίδιος δέχτηκε ένα τηλεφώνημα από τον πρόεδρο της AEK BC, κ. Μάκη Αγγελόπουλο, ο οποίος εξ αφορμής των 50 χρόνων από τη βραδιά κατάκτησης του κυπέλλου, του πρότεινε να γράψει και να σκηνοθετήσει μία ταινία επετειακή. Έτσι, ξεκίνησε μία καταγραφή υλικού, με συνεντεύξεις από παράγοντες και παλαίμαχους αθλητές της ΑΕΚ. Από τις συνεντεύξεις αυτές προέκυψε ένα σενάριο μυθοπλασίας με ιστορίες καθημερινών ανθρώπων που καταγράφουν τα ήθη της εποχής.
Το σενάριο γράφτηκε σε τρεις μήνες, έχει αυτοαναφορικά στοιχεία κι είναι βιωματικό αφού κι ο ίδιος είχε ακούσει ζωντανά τον αγώνα από το ραδιόφωνο με τους γονείς του. Η ειρωνεία της ιστορίας είναι ότι ο Τάσος Μπουλμέτης οδηγήθηκε στην σκηνοθεσία επειδή κάποτε, λόγω ερωτικών σκιρτημάτων, αποφάσισε να ασχοληθεί με τον αθλητισμό αλλά αποδείχθηκε ένας κάκιστος παίκτης του μπάσκετ.
«Είναι μια ταινία που σφύζει από συναισθήματα και κουβαλά κομμάτια της εφηβείας μου», επισημαίνει ο Γιάννης Βούρος ενώ ο Γιώργος Μητσικώστας θα πει ότι «η συγκεκριμένη ταινία αποδίδει με τον καλύτερο τρόπο την ανάγκη που είχαν οι Έλληνες εκείνη τη δύσκολη περίοδο να ακουμπήσουν σε μια ιδέα κι ένα όραμα. Κι αυτό πέτυχε η νίκη της ΑΕΚ».
Μέχρι το τέλος εκείνης της θρυλικής βραδιάς, η ιστορία της Ελλάδας θα αλλάξει για πάντα ενώ το ίδιο θα συμβεί και με την ιστορία του κόσμου έως το τέλος του 1968. Βλέποντας την ταινία ο θεατής νιώθει να τον διαπερνά διαρκώς το αίσθημα της αλληλεγγύης, της ελευθερίας και της εθνικής υπερηφάνειας, καθώς κι όλα όσα απαρτίζουν το μεγαλείο του αθλητισμού: ο κόπος, η προσπάθεια, η διεκδίκηση, το ήθος κι η επιτυχία.
Κάποια στιγμή, προς το τέλος του «1968», ο υπέροχος σπορτκάστερ Βασίλης Γεωργίου, που επιστρέφει πενήντα χρόνια μετά στην ίδια θέση του Καλλιμάρμαρου, υποστηρίζει ότι «ανάμεσα στη νίκη και την ήττα κρύβονται στιγμές που πρέπει να ειπωθούν». Αυτός είναι ο στόχος του Τάσου Μπουλμέτη. Παίρνει ως αφορμή ένα αθλητικό γεγονός, παρουσιάζει την ταραχώδη περίοδο της εποχής και επικεντρώνεται σε μια ιστορική βραδιά όπου μια ομάδα μπάσκετ, κόντρα σ' όλες τις προβλέψεις κι απέναντι στη λογική, καταφέρνει το όνειρο να γίνει πραγματικότητα.
Στις 4 Απριλίου 1968 η ΑΕΚ νίκησε τη Σλάβια Πράγας της Τσεχοσλοβακίας με 89-82. Κι όπως θα τονίσουν οι παίχτες της ομάδας: «κερδίσαμε γιατί δεν μπορούσαμε να χάσουμε».
Info:
Από τις 25 Ιανουαρίου στους κινηματογράφους από τη Feelgood
Μουσική: Ευανθία Ρεμπούτσικα
Παραγωγή: AEK BC & Μάκης Αγγελόπουλος
Σενάριο - Σκηνοθεσία: Τάσος Μπουλμέτης