Όταν ήταν έξι χρονών ο Τέλυ, το μικρό του «μπιζέλι» είχε μήκος είκοσι εκατοστά. Οι γονείς του τον άφηναν να γυρνάει γυμνός στην παραλία και όλα τα βλέμματα καρφώνονταν πάνω του. Τα σχόλια έδιναν κι έπαιρναν. Ο πατέρας του γέλαγε και συνέχιζε αμέριμνος να φτιάχνει κάστρα στην άμμο. Η μητέρα του περιοριζόταν σε ένα συγκρατημένο χαμόγελο, έχοντας πείσει τον εαυτό της ότι όλα θα εξελίσσονταν απόλυτα φυσιολογικά. Σε στιγμές βαρεμάρας, ο Τέλυ ξάπλωνε και το άπλωνε πάνω στην κοιλιά του. Το αγαπημένο του παιχνίδι ήταν να το χρησιμοποιεί σαν μικρόφωνο. Η μικρή του αδερφή το έβλεπε σαν κούκλα κι ήθελε κι αυτή να παίζει μαζί του. Κατά τ’ άλλα, ο μικρός φορούσε σώβρακο νούμερο 46.
Όταν ο Τέλυ έγινε δώδεκα χρονών, η οικογένειά του μετακόμισε στη Νέα Υόρκη. Πιάσανε ένα διαμέρισμα δίπλα σε κάποιον Έκτωρα που εμπορευόταν ορθοπεδικά είδη. Δύο πατώματα πιο κάτω έμενε ένας πιτσιρικάς με πυκνά μαλλιά και μυωπικά γυαλιά που τον έλεγαν Κάσπερ και λάτρευε τα κόμικς και τις καραμέλες. Όλη μέρα τραγούδαγε το «Pretty Woman» του Roy Orbison. Κάποιος είχε κάνει δώρο τον δίσκο στους γονείς του για την επέτειο των γάμων τους.
Ο Μπεν Ντέτρικ από τους «New York Times» περιέγραψε την ταινία ως «τον άρχοντα των "Μυγών" με σκέιτμπορντ, ναρκωτικά και χιπ-χοπ. Δεν υπάρχει βροντερή ηθική εκτίμηση, μόνο αποστασιοποιημένη παρατήρηση».
Ο Κάσπερ είχε ένα σπασμένο δόντι κι όποτε ήθελε να αστειευτεί παρίστανε τον βρυκόλακα στους φίλους του. Ήθελε να πιστεύει ότι ήταν ο γιος του διαβόλου. Του άρεσε να κλέβει τα καταστήματα. Στην αρχή βούταγε μόνο τσιπς ή φακελάκια με κάρτες από σκηνές μπέηζμπολ. Μα σιγά-σιγά τα γούστα ακρίβαιναν… κι άρχισε να κλέβει ρολόγια και μικρές ηλεκτρικές συσκευές. Μια μέρα τον τσάκωσε ένας αστυνόμος την ώρα που βούταγε ένα walkman από ένα μαγαζί ηλεκτρικών ειδών.
Αστυνομικός: Έλα εδώ.
Κάσπερ: Ποιος; Εγώ;
Αστυνομικός: Εσύ, ποιος νομίζεις; Έλα εδώ γρήγορα.
Κάσπερ: Γιατί; Τι έγινε;
Αστυνομικός: Ξέρεις πολύ καλά γιατί σε φώναξα. Τι κρύβεις κάτω από το πουκάμισό σου;
Κάσπερ: Κάτω από το πουκάμισό μου;
Αστυνομικός: Ακριβώς. Κάτω από το πουκάμισό σου. Δώστο μου εδώ αμέσως.
Κάσπερ: Είναι ένα walkman για τον αδελφό μου. Αυτός με έβαλε να το κάνω. Με ανάγκασε να το πάρω.
Αστυνομικός: Αυτός σε έβαλε να το κλέψεις;
Κάσπερ: Όχι, όχι, θα του το αγόραζα. Δεν είχα σκοπό να το κλέψω.
Ο Κάσπερ γώρισε για πρώτη φορά το Τέλυ σε ένα παγωτατζίδικο. Καθόταν με μερικούς φίλους του και συζήταγαν για το ποιος είναι ο σωστός τρόπος να τραβάς μαλακία. Ο Τέλυ περηφανευόταν ότι μπορεί να το κάνει και με τα δύο χέρια ταυτόχρονα. Ο Κάσπερ ζήλευε, αλλά ήθελε οπωσδήποτε να γίνει φίλος μ’ αυτό το παιδί με τα ασυνήθιστα σωματικά προσόντα. Χρόνια μετά, στο ίδιο παγωτατζίδικο οι δυο φίλοι συζητούν, όπως πάντα, για παρθένες. Ξαφνικά κάνει την εμφάνισή του ένας ηλικιωμένος κύριος κι αρχίζει και βαράει τον Τέλυ με μια ομπρέλα.
Κύριος: Κατέστρεψες την κόρη μου.
Τέλυ: Κάνετε λάθος. Δεν έκανα τίποτα.
Κύριος: Είμαι σίγουρος ότι ήσουν εσύ, παλιοαλήτη.
Τέλυ: Δεν είναι αλήθεια.
Κύριος: Γύρισε σπίτι κλαίγοντας και μου τα είπε όλα. Δεν είμαι χαζοαμερικανάκι εγώ. Είμαι Ιταλός. Ξέρω τι της έκανες.
Τέλυ: Δεν την πείραξα καθόλου. Το ορκίζομαι.
Κύριος: Θα το πληρώσεις παλιοαλήτη. Θα σε σκοτώσω.
Ο Τέλυ είναι 17 χρονών. Μικρόσωμος, χωρίς καθόλου μυς και πολύ βρώμικος. Το πρόσωπό του εκπέμπει την εξυπνάδα των ανθρώπων του δρόμου. Είναι ξαπλωμένος στο κρεβάτι και φοράει μόνο ένα λευκό σλιπάκι. Δίπλα του ένα ημίγυμνο κορίτσι. Από το μαύρο σουτιέν της προβάλλει η μία ρώγα του στήθους της. Τα παράθυρα είναι ανοιχτά, τα αυτοκίνητα κορνάρουν μανιασμένα κι ο ανεμιστήρας στέλνει μόνο ζεστό αέρα. Κάλτσες, πουκάμισα, παντελόνια, όλα ριγμένα στο πάτωμα μπροστά από το κουκλόσπιτο. Στον τοίχο μια αφίσα των Beastie Boys και στο κρεβάτι δεκάδες πάνινα κουκλάκια.
Το κορίτσι μιλάει ψιθυριστά, ο Τέλυ με αυτοπεποίθηση.
Τέλυ: Ξέρεις τι θέλω να κάνω;
Κορίτσι: Ναι, θέλεις να κάνουμε έρωτα. Αλλά αυτό δεν γίνεται.
Τέλυ: Γιατί, πιστεύεις ότι είσαι κοριτσάκι ακόμα;
Κορίτσι: Είμαι κοριτσάκι και δεν θέλω να βρεθώ με κανένα μωρό.
Τέλυ: Νομίζεις ότι εγώ θέλω να κάνουμε παιδί; Άφησε αυτό επάνω μου. Όσο είμαστε μαζί δεν πρέπει να φοβάσαι για τίποτα.
Κορίτσι: Γιατί;
Τέλυ: Γιατί μου αρέσεις. Είσαι όμορφη. Άμα γαμηθούμε, θα δεις, θα σ’ αρέσει.
Κορίτσι: Δεν ξέρω, φοβάμαι. Φοβάμαι ότι, αν γίνει κάτι τέτοιο, θα αλλάξουν τα πράγματα μεταξύ μας.
Τέλυ: Τι να αλλάξει; Τίποτα δεν θα αλλάξει. Θέλω να σε κάνω ευτυχισμένη. Αυτό είναι όλο.
Ο Τέλυ αρχίζει να την χαϊδεύει. Στα μαλλιά, στην πλάτη. Βάζει τη γλώσσα του στο στόμα της. Φιλιούνται.
Τέλυ: Δεν θα σε πονέσω. Θα είμαι τρυφερός. Στο υπόσχομαι.
Κορίτσι: Σε παρακαλώ να είσαι προσεκτικός.
Τέλυ: Θα είμαι.
Λίγο αργότερα, ο Τέλυ κλείνει σχεδόν αθόρυβα την πόρτα. Σταματάει για λίγο στο πλατύσκαλο και ένα χαμόγελο ικανοποίησης σχηματίζεται στο πρόσωπό του. Αμέσως αρχίζει να κατεβαίνει τρέχοντας τις σκάλες. Τρία πατώματα, σε χρόνο μηδέν. Τα τελευταία τέσσερα σκαλιά τα πηδάει. Λίγο πριν την εξώπορτα τον πιάνουν τα γέλια. Εκεί τον περιμένει ο Κασπερ.
Ο Κάσπερ είναι μικρός και αστείος. Όλοι τον γουστάρουν. Είναι πολύ γρήγορος και δε φοβάται να τα βάζει με ανθρώπους που έχουν το διπλάσιο μπόι από το δικό του. Είναι ένα πανέξυπνο τσογλάνι με κλασική νεοϋορκέζικη προφορά, πολλά τατουάζ και χαλασμένα δόντια. Πίνει μπύρα από ένα μπουκάλι κρυμμένο σε χαρτοσακούλα και διαβάζει κόμικς. Ο Τέλυ του ρίχνει μια σφαλιάρα στο σβέρκο. Η γουλιά της μπύρας που μόλις έχει αρχίσει να καταπίνει καταλήγει στα παπούτσια. «Σκατά», φωνάζει. Βλέπει το χαμόγελο στο πρόσωπο του φίλου του, σηκώνεται και τον αγκαλιάζει.
«Πες μου τι έγινε», τον ρωτάει επιτακτικά, «Τα κατάφερες;».
Τέλυ: Εσύ τι λες;
(απόσπασμα από το κείμενο που δημοσιεύτηκε στο «01»)
Ο Χάρμονι Κόριν έγραψε το σενάριο του «Kids» το 1993, όταν ήταν 18 χρονών. Ήταν η πρώτη του συνεργασία με τον Λάρι Κλαρκ και η αρχή μιας αμερικανικής κινηματογραφικής σχολής με ταινίες που καταγράφουν την αμερικανική κουλτούρα των ’90s, έχουν εντελώς raw αισθητική και σήμερα θεωρούνται cult. Η ταινία βγήκε στις αίθουσες το 1995, αλλά η φωτογράφιση που δημοσιεύτηκε στο δέκατο τεύχος του «01», τον Σεπτέμβριο του 1994, είχε γίνει εκείνο το καλοκαίρι. Οι φωτογραφίες που συνόδευαν το σενάριο στο έντυπο σε μια αποκλειστικότητα που είχε συζητηθεί πολύ εκείνη την εποχή, τριάντα χρόνια μετά εξακολουθούν να έχουν μια τόλμη που σήμερα θα δημιουργούσε άλλου είδους αντιδράσεις.
Στο «Kids» ο Κλαρκ επέλεξε παιδιά από τους δρόμους της Νέας Υόρκης χωρίς προηγούμενη εμπειρία στην υποκριτική, με κυριότερους τους Λίο Φιτζπάτρικ (Τέλυ) και Τζάστιν Πίερς (Κάσπερ). Τον Φιτζπάτρικ τον είχε παρακολουθήσει την ώρα που έκανε σκέιτ και έβριζε γιατί δεν μπορούσε να κάνει κόλπα. Ήταν η πρώτη εμφάνιση και της Κλόι Σεβινί σε ταινία, την οποία έφερε στο καστ ο Κορίν. Την είχε γνωρίσει λίγο πριν ξεκινήσει η παραγωγή του «Kids» και στο αρχικό πλάνο ήταν να παίξει έναν μικρό ρόλο, αλλά όταν αποχώρησε η Μία Κίρσνερ της δόθηκε ο πρωταγωνιστικός ρόλος, της Τζένι. Η Σεβινί και ο Κορίν συνεργάστηκαν ξανά στη δημιουργία των ταινιών «Gummo» (1997) και «Julien Donkey-Boy».
Το «Kids» ήταν το κινηματογραφικό ντεμπούτο και για τους Λίο Φιτζπάτρικ και Τζάστιν Πίερς, ενώ στο καστ ήταν και η Ροζάριο Ντόουσον και άλλοι νεοεμφανιζόμενοι εκείνη την εποχή ηθοποιοί που υποδύονται μια ομάδα εφήβων στη Νέα Υόρκη οι οποίοι ζουν με έναν ηδονιστικό τρόπο, εμπλεκόμενοι σε κατάχρηση ουσιών, σεξουαλικές και άλλες διάφορες πράξεις που τότε θεωρήθηκαν ακραίες. Όλα αυτά τα ζουν στη διάρκεια ενός 24ώρου – τα περιστατικά παρουσιάζονται σε στυλ ημι-ντοκιμαντέρ, ωστόσο όλες οι σκηνές βασίζονται σε σενάριο. Ο Μπεν Ντέτρικ από τους «New York Times» περιέγραψε την ταινία ως «τον άρχοντα των "Μυγών" με σκέιτμπορντ, ναρκωτικά και χιπ-χοπ. Δεν υπάρχει βροντερή ηθική εκτίμηση, μόνο αποστασιοποιημένη παρατήρηση».
Μόλις κυκλοφόρησε στις αίθουσες η ταινία προκάλεσε αντιδράσεις λόγω της τολμηρότητας των σκηνών αλλά και του θέματός της, έτσι την κατέταξαν στις ακατάλληλες (Ν-17), ωστόσο έφερε πολλά λεφτά στους δημιουργούς της και σήμερα θεωρείται από τις κλασικές των '90s. Ο Λάρι Κλαρκ είχε δηλώσει ότι ήθελε να «δημιουργήσει τη μεγάλη αμερικανική ταινία για εφήβους, κάτι ανάλογο με το μεγάλο αμερικανικό μυθιστόρημα». Σε μεγάλο μέρος τα κατάφερε.
«Kids» (1995), οfficial trailer