Ο Γουίλιαμ Πάουελ πέθανε ξαφνικά από ανακοπή καρδιάς πέρσι, μερικούς μήνες μετά τις συνεντεύξεις που έδωσε στον Τσάρλι Σίσκελ. Αν ψάξετε στη Wikipedia, μόνο ο παλιός ηθοποιός του Χόλιγουντ και πρωταγωνιστής του «My Man Godfrey» και «Thin Man» εμφανίζεται στο σχετικό λήμμα − παράξενο, μόνο τα πειρατικά sites και οι τσόντες κάνουν ντροπές πριν αποκαλυφθούν. Ο Πάουελ, ο συγγραφέας, απομακρύνθηκε νωρίς από το πνευματικό του δημιούργημα, θεωρώντας πως θα ξεχνιόταν μετά τον μεγάλο αρχικό ντόρο. Έκανε λάθος. Το εγχειρίδιο κατασκευής εκρηκτικών παρέμεινε στο προσκέφαλο πολλών επίδοξων βομβιστών, τρομοκρατών και δολοφόνων, από τον Τίμοθι Μακβί και τον δράστη του Κόλουμπαϊν μέχρι τις δύο Νεοϋορκέζες που πρόσφατα σχεδίαζαν επίθεση εμπνευσμένη από το Ισλαμικό Κράτος. Όχι μόνο δεν έσβησε από το συλλογικό ασυνείδητο που το πανηγύρισε ή το καταδίκασε το 1971, αλλά περπάτησε αθόρυβα πέρα από τη μόδα και τον θόρυβο, πούλησε δύο εκατομμύρια αντίτυπα και δεν κατέβηκε ποτέ από τα ράφια, παρά τις προσπάθειες του Πάουελ να το αποσύρει από την κυκλοφορία. Δεν μπόρεσε όμως. Ο εκδότης που απέκτησε τα δικαιώματα δεν είχε καμιά τέτοια πρόθεση. Το θέμα του ντοκιμαντέρ που σκηνοθέτησε ο δημιουργός του «Finding Vivian Maier» και ανιψιός του διάσημου κριτικού κινηματογράφου Τζιν Σίσκελ αφορά τον λόγο που ο ορμητικός υποκινητής της ένοπλης επανάστασης έγραψε το πιο διάσημο έργο του και μετά το αποκήρυξε.
Αντίθετα με το ρεύμα, ο Γουίλιαμ Πάουελ δεν υπήρξε μέλος των αριστερίστικων οργανώσεων της εποχής, όπως οι Weather Underground για παράδειγμα. Η συμβολή του στο ευρύτερο κίνημα ήρθε από προσωπική παρόρμηση που βασιζόταν στη διάχυτη επαναστατικότητα, ως αντίδραση στο κατεστημένο και στο σύστημα, μάλλον από κεκτημένη ταχύτητα. Φαινομενικά μακάριος και εμφανώς αποστασιοποιημένος, ο Πάουελ απαντά νωχελικά στις ερωτήσεις του Σίσκελ στο ξεκίνημα του «American Anarchist», σαν να θέλει να υποβαθμίσει τη σημασία του βιβλίου του, προσωπικά και γενικά. Με τη βραχνή φωνή του και την περίεργη προφορά, ένα κράμα καθαρών αγγλικών και αμερικανικού φωνητικού ιδιώματος (απόρροια της διπλής ανατροφής του) δηλώνει πως δεν έχει αντίτυπο στο σπίτι του, σε ένα παντελώς άγνωστο χωριό της Γαλλίας, καταφύγιο παλιών ριζοσπαστών, και συμφωνεί να διαβάσει εδάφια, σαν να ρίχνει μια ματιά στο έργο ενός τρίτου που δεν τον πολυαφορά. Επαναλαμβάνει, όποτε αισθάνεται πως στριμώχνεται, πως έκανε διορθωτικές κινήσεις με επιστολές του στον Τύπο, όπως στην «Guardian», με αφορμή εγκληματικές ενέργειες, που ωστόσο δεν αντιλήφθηκε έγκαιρα, διότι δεν είχε επαφή με τα media και την επικαιρότητα και δεν παρακολουθούσε ειδήσεις από την τηλεόραση, ούτε, όπως λέει, είχε πάρει χαμπάρι το λουτρό αίματος στη Βοστώνη, στο Λονδίνο ή στην Τούσον, παρά μόνο εκείνο στην αίθουσα του κινηματογράφου όπου παιζόταν το «Dark knight rises». Από ένα σημείο κι έπειτα αλλάζει τη στάση του και από αδιάφορος, αμέτοχος εμπνευστής, μετατρέπεται σε μετανιωμένο αυτουργό. «Ναι, είμαι υπεύθυνος και νιώθω άσχημα, αλλά δεν το έκανα εγώ. Ρωτήσατε τους κατασκευαστές όπλων πώς αισθάνονται;», λέει στην κάμερα, ενώ παραδέχεται πως δεν προέβη σε νομικές ενέργειες για να σταματήσει την κυκλοφορία ενός έργου που έπεσε σε λάθος χέρια, απώλεσε το αρχικό του νόημα και τελικά δεν λησμονήθηκε, όπως ήλπιζε.
Ποιο ήταν όμως το νόημα του; Ο «Τσελεμεντές του Αναρχικού» δεν ήταν απλώς ένας οδηγός παρασκευής εκρηκτικών μηχανισμών, ξερός και περιγραφικός, αλλά ένα πύρινο μανιφέστο που ευαγγελιζόταν την ανατροπή μιας διεφθαρμένης κυβέρνησης, όπως προέβλεπε το Σύνταγμα. Βέβαια, ο νόμος δεν λέει πουθενά πως το δικαίωμα του πολίτη να αμφισβητήσει τη διοίκηση που τον κυβερνά μπορεί να ασκηθεί διά της βίας και οι Μαχητές της Ελευθερίας των 60s δεν είχαν όλοι στον νου τους τον ένοπλο αγώνα. Ο Πάουελ υποστηρίζει πως ξεκίνησε τον προβληματισμό του από το γεγονός πως τέτοιου είδους πληροφορίες γύρω από τα σαμποτάζ και τις βόμβες βρίσκονταν αποκλειστικά στα χέρια του FBI και των επαναστατικών οργανώσεων –συνεπώς, γιατί να μην κοινοποιούνταν στον λαό; Αποφεύγοντας την ψυχολογική ανάλυση όπως ο διάολος το λιβάνι, ο Σίσκελ κατάφερε να εκμαιεύσει τον πραγματικό λόγο πίσω από τη σύλληψη της συγγραφικής ιδέας. Αναπολώντας την παιδική του ηλικία με συνοδεία σπάνιου υλικού σε βίντεο, ο Πάουελ εκμυστηρεύτηκε τα δύσκολα μαθητικά του χρόνια στη Μεγάλη Βρετανία, την περιθωριοποίηση και τη σεξουαλική του κακοποίηση, αλλά και τη σκληρότητα ενός πατέρα που δεν πίστεψε ποτέ στην αξία του γιου του. Το χαμόγελο ικανοποίησης του πρεσβύτερου Πάουελ για το κατόρθωμα του γιου να εκδώσει ένα βιβλίο έσβησε απότομα όταν έμαθε το περιεχόμενο. Το όνειδος που ακολούθησε τη γρήγορη δημοσιότητα κυνήγησε τον συγγραφέα όταν και όποτε αναζήτησε μια θέση στην εκπαίδευση. Διότι, όσο κι αν ακούγεται ειρωνικό, ο Πάουελ δούλεψε ως δάσκαλος παιδιών και πάντα βρισκόταν κάποιος που ειδοποιούσε τη διοίκηση πως ο καθ' όλα ικανός υποψήφιος είχε παραλείψει ένα σημαντικό στοιχείο στο βιογραφικό του. Όσο κι αν δεν το αρνιόταν, ο Πάουελ δεν έκανε ποτέ βούκινο το «Anarchist's Cookbook», θεωρώντας το νεανική επιπολαιότητα. Από τα 19 που το έγραψε, ως τα 69 του χρόνια, το βιβλίο αυτό, το ιερό δισκοπότηρο κάθε επαναστάτη και παρανοϊκού, ανάλογα με την ιστορική περίοδο και τη χρήση του, έγινε ένας γνωστός, αλλά καταχωνιασμένος σκελετός στην ντουλάπα του ίδιου του Πάουελ και της συζύγου του, η οποία εμφανίζεται στο ντοκιμαντέρ, στωική, αλλά και πικραμένη για τα λοξά βλέμματα, τον κατατρεγμό από τον κοινωνικό περίγυρο και την εθελούσια εξορία (προτιμούσε τις ΗΠΑ ως τόπο διαμονής, ενώ ο σύζυγός της ένιωθε ξένος και στην Αμερική και στην Αγγλία).
Το «American Anarchist» ρίχνει φως στα κίνητρα ενός ανθρώπου που τα λέει όλα, αλλά κρύβει την ψυχή του. Τη στιγμή που ο Πάουελ διατείνεται πως ουσιαστικά κανείς δεν πρέπει να κρίνεται για ένα εφηβικό λάθος, όταν οι απόψεις διατυπώνονται με την ακλόνητη πεποίθηση ενός μεταδοτικού συμπεράσματος, παραχώνει στα έγκατα της συνείδησής του την εντελώς προσωπική αιτία της απόρριψης που προσπάθησε να ξεπεράσει. Έγινε αγκιτάτορας χωρίς λόγο, πρότυπο χωρίς συνέχεια στον λόγο του, ρήτορας μίσους χωρίς να δείχνει πως μισεί κανέναν ιδιαίτερα. Βλέποντάς τον να μιλά αργά και συγκροτημένα, με ψυχραιμία και μετρημένα λόγια, στην αρχή πίστεψα πως μπορεί να είχε παραμείνει αναρχικός, κάτι σαν διπλός πράκτορας που παριστάνει τον ανίδεο για τις βομβιστικές επιθέσεις, ενώ μέσα του χαίρεται που όλα πήγαν κατ' ευχήν, σύμφωνα με ένα στρατηγικό σχέδιο ανατροπής και χάους. Η απογοήτευσή μου ήταν διπλή όταν διαπίστωσα πως επρόκειτο για έναν τυχάρπαστο χωρίς βάσιμη ιδεολογία, αλλά και για έναν αλύτρωτο αμαρτωλό που είχε προβάρει την εκλογίκευση στο μυαλό του, όταν θα ερχόταν η στιγμή να εξομολογηθεί, αλλά δεν μπορούσε να παίξει ή να ζήσει το δράμα μέχρι το τέλος − ούτε τον συμπόνεσα, ούτε τον μίσησα. Άκλαυτος.
Info:
Το ντοκιμαντέρ «American Anarchist» θα κάνει πανελλήνια πρεμιέρα στο Διεθνές Φεστιβάλ Ντοκιμαντέρ Θεσσαλονίκης (3-12 Μαρτίου).