«Πού να πήγε η νιότη;», αναρωτιέται ο γκριζομάλλης πια, εβδομηντάρης Τζουζέπε Τσεντέρνα, και απαντάει: «Βρίσκεται σε μερικά μέτρα φιλμ, παγωμένη για πάντα εκεί». Έχουν περάσει πάνω από 30 χρόνια από τότε που ο ηθοποιός ενσάρκωσε τον Ιταλό φαντάρο Αντόνιο Φαρίνα στο «Mediterraneo», ο οποίος μέσα στη δίνη του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου βρίσκεται με τον λόχο του στο Καστελόριζο, ερωτεύεται τη Βάνα Μπάρμπα («Μα πόσο όμορφη ήταν, και την παντρεύτηκα εγώ!») και αρνείται να το εγκαταλείψει και να γυρίσει στην πατρίδα του. Πέρσι επέστεψε στο νησί που τον έκανε διάσημο, χάρη στην ταινία του Γκαμπριέλε Σαλβατόρες που κέρδισε το Όσκαρ ξενόγλωσσης ταινίας το 1992, η οποία δεν έκανε μόνο εκείνον διάσημο αλλά και το μικρό ακριτικό νησί, δίνοντάς του νέα ζωή και προσφέροντας στην οικονομία του μια επανεκκίνηση που το έκανε αυτό που είναι σήμερα: έναν δύσκολα προσβάσιμο μεν αλλά πολυπόθητο ταξιδιωτικό προορισμό.
Ο Τζουζέπε επισκέφτηκε το Καστελόριζο έναν χρόνο πριν και έθεσε τον εαυτό του στη διάθεση του Στούντιο Ντοκιμαντέρ του Beyond Borders, του Διεθνούς Φεστιβάλ Ντοκιμαντέρ Καστελόριζου, ώστε να αποτελέσει το πρώτο από μια σειρά προσώπων που παρουσιάζονται στο ντοκιμαντέρ «The Island/Confessions of a rock». Πρόκειται για ένα πρότζεκτ σε σκηνοθεσία των Ούρι Κόεν και Ντανάι Έλον και μιας ομάδας διεθνών φοιτητών που τους πλαισιώνουν, στο οποίο ο συμπαθέστατος ηθοποιός θυμάται ιστορίες από τα γυρίσματα, με φόντο τους ίδιους ακριβώς χώρους όπου διαδραματίζεται η ταινία. Είναι μια εξαιρετική ιδέα, καθώς το Καστελόριζο, η Μεγίστη, όπως είναι το επίσημο όνομα του νησιού, που απέχει ελάχιστα ναυτικά μίλια από τις τουρκικές ακτές, είναι συνυφασμένο με τη μνήμη.
Η ιστορία της Μεγίστης είναι γεμάτη δραματικά γεγονότα, καθώς ο ντόπιος πληθυσμός πέρασε τα πάνδεινα για να επιβιώσει από τις μεγάλες περιπέτειες του περασμένου αιώνα. Πλούσιος τόπος με προνόμια επί οθωμανικής κυριαρχίας, κατακτήθηκε το 1915 από τη Γαλλία για να πουληθεί μερικά χρόνια μετά στην Ιταλία, να απελευθερωθεί από τους Άγγλους και το 1943 να βομβαρδιστεί από τους Γερμανούς. Στη συνέχεια οι Άγγλοι έκριναν ότι ολόκληρη η μικρή κοινωνία του νησιού έπρεπε να μεταφερθεί στη Γάζα της Παλαιστίνης για να προστατευτεί, ενώ οι ίδιοι λεηλάτησαν τα σπίτια όσο ήταν άδεια. Μετά, μια πυρκαγιά έκαψε τα περισσότερα από αυτά κι όταν, σχεδόν τρία χρόνια μετά, οι κάτοικοι επέστρεψαν στις εστίες τους, βρήκαν αποκαΐδια, πράγμα που ανάγκασε πολλούς από αυτούς να μεταναστεύσουν όσο πιο μακριά γινόταν, στην Αυστραλία. Αυτά και άλλα πολλά ξεδίπλωσαν στην παρουσίαση του βιβλίου τους «Στην άκρη του Αιγαίου, Καστελόριζο», στο πλαίσιο του φεστιβάλ, δύο ιστορικοί Καστελοριζιοί από την Αυστραλία, ο Νικόλαος Παπαναστασίου και ο Νικόλαος Βογιατζής, ενώ το ομότιτλο ντοκιμαντέρ σε σκηνοθεσία Άγγελου Κοβότσου και Ειρήνης Σαρίογλου, καλλιτεχνικής διευθύντριας του φεστιβάλ, έδωσε εικόνα και φωνή στην πολυτάραχη μοίρα των ανθρώπων και του νησιού.
Τα περισσότερα φεστιβάλ ξεκινούν ως το όνειρο κάποιου και μετά από 3 χρόνια σβήνουν. Μετά από 7 χρόνια, αν εξακολουθεί να υπάρχει ακόμα, επιβιώνει. Εμείς έχουμε φτάσει στην ένατη χρονιά· πρέπει να δούμε τι είδους φεστιβάλ θα είμαστε στα επόμενα 7 χρόνια.
Ίσως το γεγονός ότι η Ειρήνη Σαρίογλου είναι γεννημένη στην Πόλη να είναι και ο λόγος που αυτό το τόσο ιδιαίτερο μπουτίκ φεστιβάλ γίνεται στο Καστελόριζο. Συνιδρύτρια και γενική γραμματέας του Ελληνικού Ιδρύματος Ιστορικών Μελετών (ΙΔΙΣΜΕ), το όνειρό της, όπως συνηθίζει να λέει, είναι να αρχίσουν και πάλι οι Έλληνες να επενδύουν στα γράμματα και στη μόρφωση (μας μίλησε για τον θαυμαστό τρόπο με τον οποίο επιβλήθηκαν οι Ρωμιοί αιώνες πριν, στην Οθωμανική Αυτοκρατορία, στην παρουσίαση του βιβλίου «Ο Ελληνικός Φιλολογικός Σύλλογος Κωνσταντινουπόλεως» της Τατιάνας Σταύρου). Το Καστελόριζο αποδεικνύεται ιδανικός τόπος για τη διεξαγωγή του Beyond Borders, σημείο συνάντησης δύο χωρών, σύνορο που συνεχώς καταλύεται χάρη στην καθημερινή επαφή των ανθρώπων μεταξύ τους. Έτσι, η θεματική της 9ης διοργάνωσης «Δυο φορές ξένος», τίτλος που υπενθυμίζει την επέτειο των εκατό χρόνων από την υποχρεωτική ανταλλαγή πληθυσμού μεταξύ Ελλάδας και Τουρκίας, που προκάλεσε τραύμα και στους δύο λαούς, προσκαλούσε τους επισκέπτες και τους φίλους των ταινιών ντοκιμαντέρ να αμφισβητήσουν στεγανά, διχοτομίες και δίπολα. Και το πέτυχε! Σε αυτήν τη μοναδικής ομορφιάς γωνιά του Αιγαίου, καλλιτέχνες και διανοούμενοι, μεγαλύτεροι και νεαρότεροι, πέρασαν μια εβδομάδα παρακολουθώντας συγκλονιστικά φιλμ από όλο τον κόσμο, που προκαλούσαν συναρπαστικές συζητήσεις μέχρι αργά το βράδυ.
Τρεις οθόνες ήταν στημένες σε δημόσιους χώρους με ελεύθερη είσοδο για όποιον ήθελε να παρακολουθήσει κάθε βράδυ μετά τις 8:30 τα βασικά προγράμματα του φεστιβάλ, δηλαδή το Κυρίως Διαγωνιστικό, το μίcro Διαγωνιστικό και το Πανόραμα. Σε μια εποχή που πολιορκούμαστε από τρομερά γεγονότα, τόσο στην περιοχή μας όσο και αλλού, μεγάλα μίση και αγεφύρωτες διενέξεις, βίαιους ξεριζωμούς και εκπατρισμούς, αντιπαραθέσεις και αιματηρές συγκρούσεις, η τέχνη και κυρίως οι κινηματογραφιστές ίσως έχουν κάτι να μας πουν. Γιατί οι ταινίες τεκμηρίωσης αφυπνίζουν τόσο συνειδήσεις όσο και ένστικτα, μας ταρακουνάνε και μας ενεργοποιούν, μας προκαλούν να αντιδράσουμε και να δράσουμε, με την ελπίδα οι άνθρωποι να μάθουν να συνεννοούνται, να συνυπάρχουν ειρηνικά και δημιουργικά, να δουν το μέλλον με ευαισθησία απέναντι στις μεγάλες και επείγουσες κοινές απειλές. Γιατί αν κάτι εισπράξαμε από την επιλογή των 36 φιλμ του κυρίως προγράμματος, ήταν ακριβώς αυτό. Σοκαριστικές εικόνες ενός κόσμου που εξακολουθεί να σπαράσσεται από λάθος επιλογές και εμμονές, ατομικές, κοινωνικές, εθνικές και παγκόσμιες, αρνούμενος να δει κατάματα την αλήθεια, αδιάφορος για την ευθυκρισία, χωρίς καμία παραδοχή για τα απλούστερα λάθη του.
Έτσι, η πλέον καθηλωτική στιγμή δεν ήταν άλλη από το συγκλονιστικό από κάθε άποψη «I shall not hate» της Tal Barda, ένα ντοκιμαντέρ που κανείς δεν τολμά να το παρουσιάσει στο πρόγραμμά του. Παρόλο που είναι μια μεγάλη καναδική παραγωγή, ελάχιστοι την έχουν δει, καθώς πρόκειται για την αποτύπωση της πορείας μιας μοναδικής περίπτωσης ανθρώπου, του ειρηνιστή Παλαιστίνιου γιατρού Ιζελντί Αμπιουλέις, ο οποίος, ενώ ξεγεννούσε μωρά στο νοσοκομείο του Τελ Αβίβ, έχασε από τον βομβαρδισμό του σπιτιού του από ισραηλινό τανκ στη Γάζα τις τρεις κόρες του και μια ανιψιά. Πρόκειται για ένα πασίγνωστο γεγονός στο Ισραήλ, καθώς όλα καταγράφηκαν σε τηλεοπτική εκπομπή prime time, μέσω του κινητού του γιατρού που είχε επικοινωνήσει ελάχιστα λεπτά μετά τον βομβαρδισμό με φίλο του δημοσιογράφο. Η εκπομπή συμπεριλαμβάνεται στο ντοκιμαντέρ. Όλα αυτά τα χρόνια δεν έχει πάψει να ζητά την επίσημη συγγνώμη της κυβέρνησης του Ισραήλ, ενώ αγωνίζεται για την εξάλειψη του μίσους και από τις δύο πλευρές και για την ειρηνική συνύπαρξη των δύο κοινοτήτων. Η ταινία βραβεύτηκε με το Χάλκινο Στεφάνι της Μεγίστης.
Μια μεγάλη αποκάλυψη για το ελληνικό κοινό του φεστιβάλ ήταν το «Reset» του Min Bae, σχετικά με ένα από τα μεγαλύτερα σκάνδαλα που ταρακούνησαν τη Νότια Κορέα, φέρνοντας μνήμες από το δικό μας ατύχημα στα Τέμπη, καθώς τον Απρίλιο του 2014 βυθίστηκε ένα οχηματαγωγό πλοίο παίρνοντας μαζί του 304 ανθρώπους, κυρίως μαθητές λυκείου που τους είχε ζητηθεί να παραμείνουν στις καμπίνες τους. Η τραγωδία προκάλεσε πολιτικό σεισμό, τεράστιες διαμαρτυρίες και μέχρι σήμερα δεν έχει πλήρως διαλευκανθεί.
Η 47λεπτη ταινία «Koka» του Πολωνού Aliaksang Tsymbaliuk ακολουθεί τον καθημερινό αγώνα για επιβίωση ενός καρδιοπαθούς παιδιού και του πατέρα του στο σκληρό περιβάλλον του Βερίγγειου Πορθμού, στις εσχατιές του κόσμου, μεταξύ Ρωσίας και Αλάσκας. Πίσω από την αυστηρότητα του μεγαλύτερου άντρα κρύβεται η βαθιά αγάπη για τον γιο του, που μεγαλώνει χωρίς μάνα και με προβλήματα υγείας. Αριστουργηματικά λυρικό, βραβεύτηκε με το Χρυσό Στεφάνι της Μεγίστης - Grand Prix.
Σκληρός είναι και ο αγώνας για επιβίωση στη Σαχάρα, επίσης για έναν πατέρα και έναν γιο, όπως τον καταγράφει ο Karim Sayad στην ταινία του «2G». Η μόνη λύση που εμφανίζεται μπροστά τους είναι η αναζήτηση χρυσού, χωρίς όμως εγγυημένα αποτελέσματα.
Ανάλογα δύσκολη αλλά για εντελώς διαφορετικούς λόγους είναι και η ζωή στους δρόμους της Βουδαπέστης για τον οκτάχρονο Sanyl και την παρέα του, που οι David Mikulan και Balint Revesz ακολουθούσαν για μια οκταετία. Με φόντο τη σύγχρονη Ουγγαρία του Ορμπάν, θίγονται καίρια θέματα όπως η ανεργία, η σχέση των ανηλίκων με το αλκοόλ, η δυσλειτουργία στην οικογένεια. Η κριτική επιτροπή τού απένειμε εξ ημισείας το Αργυρό Στεφάνι της Μεγίστης.
Το άλλο μισό δόθηκε στο «My place Ozerna» της Πολωνής κινηματογραφίστριας Karina Bedkowska. Η ζωή μοιάζει να έχει προσφέρει πολλές χαρές στην 84χρονη Σλάβα η οποία, με πλήρη συναίσθηση και χιούμορ, κατανοεί ότι το τέλος πλησιάζει αλλά αυτό καθόλου δεν την πτοεί. Η Karina επιστρέφει σε ένα μικρό χωριό της Ουκρανίας και συναντάει τη μακρινή της θεία, με την οποία μοιράζεται τη ματαίωση για τη ζωή και με την οποία συνδέεται με αμοιβαίους δεσμούς αγάπης, έκδηλους στο τρυφερό αυτό ντοκιμαντέρ.
Στο «Anna & the Egyptian doctor» της Talya Finkel ξεδιπλώνεται η συναρπαστική ιστορία του Άραβα γιατρού Dr Helmy που σώζει μια Εβραία στο ναζιστικό Βερολίνο του ’30 και δεκαετίες μετά τίθεται το ερώτημα αν θα του αποδοθεί μετά θάνατον το μεγαλύτερο βραβείο του Ισραήλ, εκείνο του «Δίκαιου των εθνών». Καθώς δέχεται να το παραλάβει ένας ανιψιός του, ξεκινάει ένας μαραθώνιος για την ισότιμη παρουσία εκπροσώπων του Ισραήλ και της Αιγύπτου, ώστε να ολοκληρωθεί η τιμητική βράβευση.
Στο «Samuel and the light» ο Vinicious Girnys καταγράφει την εξέλιξη της ζωής στην παραθαλάσσια Ponta Negra της Βραζιλίας, από μια κατάσταση ειδυλλιακού απομονωμένου παραδείσου μέχρι που η έλευση του ηλεκτρικού αλλοτριώνει την αγνή ζωή του τόπου, μέσα από την οπτική ενός παιδιού και της οικογένειάς του, ο πάτερ φαμίλιας της οποίας απορρίπτει κάθε νεοτερισμό.
Από τη Βραζιλία επέστρεψε και ο Βλαδίμηρος Νικολούζος, έχοντας γυρίσει το ντοκιμαντέρ «Η χώρα των λησμονημένων τραγουδιών», όπου κατέγραψε τη ζωή και τις ιεροτελεστίες των ανθρώπων που ζουν γύρω από τον Αμαζόνιο, από τους οποίους απέσπασε προαιώνιους μύθους για τη δημιουργία του κόσμου. Πρόκειται για μια καταβύθιση στον αρχαίο πολιτισμό ανθρώπων που εξακολουθούν να ζουν δίπλα σε τεράστια δέντρα, παραπόταμους, ζώα, σε απόλυτη ταύτιση και εναρμόνιση με τη φύση.
Ωστόσο υπήρξαν και ταινίες που με τον τρόπο τους πρόσφεραν μια ανάταση ακόμα και στις πιο «μαύρες» τους εκφάνσεις. Έτσι, η ταινία «Searching for Rodakis» του Kerem Soyyilmaz είναι μια ανάσα ανθρωπιάς που προέρχεται από την αναζήτηση των απογόνων μιας οικογένειας Ρωμιών που άφησε το σπίτι της σε ένα χωριό 100 χιλιόμετρα από την Κωνσταντινούπολη. Ο σκηνοθέτης αναζητεί τα ίχνη της οικογένειας Ροδάκη και τα βρίσκει μετά από έρευνα ετών στη Θεσσαλονίκη. Απέσπασε το Ειδικό Βραβείο Μεσογειακής Φιλίας.
Στην ταινία «Στον ουρανό του τίποτα με ελάχιστα» του Χρήστου Αδριανόπουλου (τίτλος από στίχο της Κατερίνας Αγγελάκη-Ρουκ) παρακολουθούμε δύο υπερήλικες, ένα ζευγάρι που ζει τα τελευταία 43 χρόνια κάτω από την ίδια στέγη χωρίς πολλά να τους συνδέουν. Όμως η καραντίνα τούς φέρνει ακόμα πιο κοντά, μέχρι το αναπόδραστο τέλος του ενός και την ανελέητη κατάπτωση του άλλου. Είναι μια συγκλονιστική αλλά και βαθιά ανθρώπινη καταγραφή της τετριμμένης καθημερινότητας, όπου τα ελάχιστα και τα απλούστερα αποδεικνύονται πολύτιμα αγαθά. Απέσπασε το Βραβείο «Οδυσσέας». Ωστόσο η ταινία που απέσπασε το Βραβείο Καλύτερου Ελληνικού Ντοκιμαντέρ ήταν η «Λώξη» των Δημήτρη Ζάχου και Θανάση Καφετζή, ένα συγκινητικό ντοκιμαντέρ για την ένταξη της Λωξάνδρας, μιας νεαρής γυναίκας με σύνδρομο Down, στο επαγγελματικό θεατρικό περιβάλλον του Εθνικού Θεάτρου. Πρόκειται για μια ταινία που μας κάνει να κατανοήσουμε τι εστί πραγματικά υποστηρικτικό οικογενειακό περιβάλλον.
Να αναφέρουμε εδώ ότι ο Χρυσός Φοίνικας του μicro Διαγωνιστικού Τμήματος δόθηκε στο «Monument» του Maksim Avdeev, ταινία που εξερευνά την αντίθεση μεταξύ των παλαιών ορθόδοξων ιμπεριαλιστικών αξιών της Ρωσίας και του νέου κόσμου, μέσα από την προσωπική ιστορία της γενεαλογικής σύγκρουσης απόψεων μεταξύ πατέρα και γιου.
Η φετινή διοργάνωση του Beyond Borders είχε ως τιμώμενη χώρα την Αυστραλία, η οποία διατηρεί στενούς δεσμούς με το Καστελόριζο, πατρογονική γη 80.000 Αυστραλών ελληνικής καταγωγής. Η Mitzi Goldman, διευθύνουσα σύμβουλος του μη κερδοσκοπικού οργανισμού Documentary Australia, και πρόεδρος της Κριτικής Επιτροπής του Διαγωνιστικού Τμήματος, έδωσε ένα masterclass με θέμα «ντοκιμαντέρ σε μια εποχή παραπληροφόρησης», με παραδείγματα εμβληματικά φιλμ της πρόσφατης αυστραλιανής παραγωγής.
Η παρουσία της, όπως και εκείνη της Βάλερι Κοντάκος, του φιλέλληνα δημοσιογράφου Μπρους Κλαρκ (συγγραφέα του «Δυο φορές ξένος: Πώς οι μαζικοί εκτοπισμοί σφυρηλάτησαν τη σύγχρονη Ελλάδα και Τουρκία» και κεντρικού σχολιαστή στο ντοκιμαντέρ «From Cambridge with love» του Λεωνίδα Λιαμπέη, σχετικά με το αίτημα για την επιστροφή των Γλυπτών του Παρθενώνα), καθηγητών πανεπιστημίου, σκηνοθετών, διανοούμενων από όλα τα μήκη και πλάτη της γης και η σημαντική παρουσία του Μισέλ Νολ, καλλιτεχνικού συμβούλου και διευθυντή ανάπτυξης του φεστιβάλ, δημιουργεί ένα καταφύγιο ιδεών και σκέψης για το μέλλον του κινηματογράφου τεκμηρίωσης, της τέχνης, της ανθρωπότητας.
Αυτό φάνηκε και στις καθημερινές συζητήσεις του Co-Production Forum, μιας καινοτόμου πλατφόρμας συμπαραγωγής για Ομότιμους Κινηματογραφιστές, δηλαδή όσους κατέχουν ένα μείγμα δημιουργικού οράματος σε συνδυασμό με οργανωτική εμπειρία, επικοινωνιακό ταλέντο και τολμηρή στάση. Κάτι τέτοιο μόνο σε ένα περιβάλλον μικρού μεγέθους μπορούσε να επιτευχθεί.
Και για να ολοκληρώσω την παρουσίαση αυτού του τόσο ιδιαίτερου φεστιβάλ στο οποίο παραβρέθηκα την τελευταία εβδομάδα του φετινού καλοκαιριού, να παραθέσω λίγα από τα σχόλια που μου εμπιστεύτηκε ο Νολ:
«Βλέπω τα φεστιβάλ ως την παγκόσμια σκηνή. Καθώς δεν υπάρχει χώρα στον κόσμο που να μην έχω επισκεφτεί όσο ήμουν και εγώ κινηματογραφιστής, έχω να πω ότι είναι κοινή παραδοχή ότι ένα φεστιβάλ φαίνεται αν θα επιβιώσει μόνο μετά την 7η έκδοσή του. Τα περισσότερα φεστιβάλ ξεκινούν ως το όνειρο κάποιου και μετά από 3 χρόνια σβήνουν. Μετά από 7 χρόνια, αν εξακολουθεί να υπάρχει ακόμα, επιβιώνει. Εμείς έχουμε φτάσει στην ένατη χρονιά· πρέπει να δούμε τι είδους φεστιβάλ θα είμαστε στα επόμενα 7 χρόνια. Πρέπει να αναπτύξουμε τις ικανότητές μας, να δημιουργήσουμε μια προσωπικότητα, οπότε όλα αυτά να δημιουργήσουν ένα μοναδικό φεστιβάλ το οποίο θα προσφέρει απαντήσεις που κανένα άλλο φεστιβάλ δεν προσφέρει. Το φόρουμ συμπαραγωγής που παρακολουθήσατε είναι μια προσπάθεια να σπάσουμε την τυπική φόρμα pitching που υπάρχει παντού. Νομίζω ότι στα pitching μερικές από τις καλύτερες ταινίες ποτέ δεν πραγματοποιούνται γιατί δεν είναι αρκετά καλές για pitching. Με τον τρόπο συζήτησης, όπως το κάνουμε εδώ, μπορείτε να δημιουργήσετε ένα πνεύμα ελευθερίας και εφευρετικότητας που χάνεται στο εμπορικό σύστημα. Αυτό που είναι πολύ καλό με αυτό το φεστιβάλ είναι το μικρό του μέγεθος, η μικρότητά μας. Πηγαίνω στις Κάννες, στο Βερολίνο κ.λπ. Στις Κάννες έχεις τον κύριο διαγωνισμό και έχεις κάποια μικρότερα διαγωνιστικά γύρω από αυτόν. Δηλαδή έχουμε το Hollywood, αλλά έχουμε και όλα τα άλλα, που είναι επίσης απαραίτητα ακόμα και αν δεν είναι στο προσκήνιο. Εδώ συμβαίνει ακριβώς αυτό. Αν μιλήσουμε για την Ελλάδα, η Θεσσαλονίκη έχει ένα πολύ καλό φεστιβάλ και είναι σταθερό. Ελπίζω εμείς να εκπροσωπούμε το καινοτόμο κομμάτι».
Official trailer of the 9th Beyond Borders | Kastellorizo International Documentary Festival