Ελληνική μεθόριος, απεραντοσύνη, ανοιχτοί ορίζοντες, κινηματογραφικά πλάνα εκπληκτικής ομορφιάς, ένα ναρκοπέδιο, ένας μοναχικός κι απρόβλεπτος φαντάρος, μια γυναίκα ατίθαση με τσαγανό, η Κωνσταντινούπολη, ο Βόσπορος, ένα ποτάμι-πέρασμα. Η καινούργια ταινία του Πάνου Καρκανεβάτου ανιχνεύει για μία ακόμα φορά τις διαδρομές του ελληνικού Βορρά μέσα από δύο μοναχικές φιγούρες ανθρώπων με τσαλακωμένες ζωές που διασταυρώνονται σε ένα από τα πιο επικίνδυνα περάσματα της Ιστορίας, από την όχθη της Ανατολής στην όχθη της Δύσης.
Περνάνε και χάνονται τα πράγματα. Αυτή είναι η ιδέα και μετά φτιάχτηκε η δομή και η μορφή του έργου. Πώς διασταυρώνονται οι μοίρες των ανθρώπων και ξαναχάνονται πάλι. Στο μεταξύ έχουν παιχτεί όλα, η ζωή κι ο θάνατος.
Ποιο ήταν το ερέθισμα για να κάνεις τις «Όχθες»;
Βρήκα πολύ ενδιαφέροντα τον μύθο του Ορφέα και της Ευρυδίκης και το πέρασμα στον Άδη. Μετά, είδα μια φωτογραφία ενός νεκροταφείου στον Έβρο ανθρώπων που έχουν πέσει στα ναρκοπέδια, περνώντας το ποτάμι. Δεν τους ήξερε κανένας, δεν είχαν όνομα. Ανώνυμοι τάφοι. Δεν είχα καμιά άλλη πληροφορία. Αντίστοιχο αυτής της κατάστασης, εδώ και χρόνια, είναι ολόκληρη η Μεσόγειος πια: εκατοντάδες χιλιάδες άνθρωποι, όλο αυτό το κύμα που μοιάζει να το έχουμε συνηθίσει ως καθημερινότητα, αλλά είναι μια φοβερή υπόθεση.
Και θέλησες να το κάνεις ταινία;
Δεν είναι αυτό η ιστορία μας, αυτό είναι το πλαίσιο, η γενικότερη κατάσταση. Ο χώρος στον οποίο κινούνται οι χαρακτήρες μου, οι συνθήκες όπου ζούνε. Αυτά τα στοιχεία ήταν το ερέθισμα. Επίσης, το ότι μια κουκκίδα στον χάρτη, ένα απειροελάχιστο σημείο, μπορεί να περιέχει μεγάλες ιστορίες, να συμβαίνουν μεγάλα πράγματα. Και αυτή η αναγωγή πια, από μια ειδική κατάσταση, ένα ειδικό θέμα, σε κάτι πολύ πιο πλατύ, πολύ ευρύτερο, με ενδιέφερε. Η αναγωγή ιστοριών ανθρώπων που περνάνε και φεύγουνε σε ένα ευρύ πλαίσιο...
Ζωές που χάνονται στην ιστορία.
Περνάνε και χάνονται τα πράγματα. Αυτή είναι η ιδέα και μετά φτιάχτηκε η δομή και η μορφή του έργου. Πώς διασταυρώνονται οι μοίρες των ανθρώπων και ξαναχάνονται πάλι. Στο μεταξύ έχουν παιχτεί όλα, η ζωή κι ο θάνατος. Πώς δηλαδή για μια στιγμή ή για κάποια μικρή χρονική περίοδο συμβαίνουν ακραία πράγματα. Εκρηκτικές, οριακές καταστάσεις και μετά επανέρχεται η ησυχία. Και το τοπίο είναι εκεί, έχουν συμβεί όλα, παρ' όλα αυτά συνεχίζουν σαν να μην έχει συμβεί τίποτα – αυτά που έχουν συμβεί είναι πολύ σημαντικά ή πολύ ιδιαίτερα.
Αν και δεν είσαι κινηματογραφιστής ντοκιμαντέρ, θεματικά ξεκίνησες με έρευνα;
Με ενδιαφέρει το ντοκιμαντέρ, με ενδιαφέρει η εκκίνηση από την πραγματικότητα. Δηλαδή δεν πρόκειται για αφηρημένες, αόριστες ιδέες, έχουν μια εκκίνηση. Φυσικά, η προσέγγιση δεν είναι ντοκιμαντερίστικη, είναι μυθοπλασία. Έχει προηγηθεί έρευνα, γιατί μέχρι ενός σημείου, βέβαια, πρέπει να πάρει κανείς υπ' όψιν του τα πραγματικά δεδομένα και πάνω σε αυτά κτίζεται ο μύθος. Εκκινεί από αυτά, υπάρχει πάντα, ακόμα και στην τελική εκδοχή. Σε αυτόν μπορούν να ενταχθούν τα πράγματα στην πραγματική τους διάσταση.
Μπορείς να μοιραστείς κάποια πράγματα ή είναι επικίνδυνες πληροφορίες αυτές;
Καταρχάς, δεν κάναμε γυρίσματα στον Έβρο. Δεν είναι και εφικτό άλλωστε, πρόκειται για στρατιωτικές περιοχές. Ο κύριος λόγος ήταν ότι έβρισκα τον Έβρο μια περιοχή με πάρα πολύ θαλερό τοπίο, πάρα πολύ πράσινο. Έτσι, κάναμε τα γυρίσματα στον Στρυμόνα. Χρειαζόμασταν ένα ποτάμι-σύνορο. Αυτό είναι πολύ βασικό και ως χώρος όπου εκτυλίσσεται η δράση και ως στοιχείο..
Το ποτάμι μοιάζει να είναι από τους πρωταγωνιστές της ταινίας.
Γενικά, οι χώροι, το τοπίο, είναι ισότιμος ρόλος. Έχει μια σημαίνουσα υπόσταση ο χώρος και λειτουργεί ισότιμα σε κάποιες περιπτώσεις. Εγώ εστίασα σε αυτό, παρότι όλη η υπόθεση με τους μετανάστες εκφράστηκε κυρίως στο κομμάτι της Κωνσταντινούπολης, απ' όπου εκκινεί η οικογένεια. Σαν σε μία αναφορά, με πολύ πυκνό τρόπο βέβαια, ενταγμένο σε ένα επίπεδο δραματουργίας, αυτές οι αρχικές πληροφορίες και τα στοιχεία τα πραγματικά αφορούν κυρίως το εκεί κομμάτι.
Θίγεις, λοιπόν, κάποιες καταστάσεις;
Να πω, καταρχάς, ότι σε πρώτο επίπεδο αυτό το ζήτημα είναι ευρωπαϊκό, δεν είναι δικό μας. Βρίσκεται, βέβαια, στη γειτονιά μας, η οποία υφίσταται τις βαριές επιπτώσεις αυτού του φαινομένου, που οι ρίζες του είναι ευρύτερες και κυρίως εντοπίζονται στο σημείο από το οποίο φεύγουν οι άνθρωποι αυτοί. Όμως η ταινία δεν έρχεται να απαντήσει σε όλο αυτό. Θεωρώ ότι η αλήθεια μοιράζεται σε όλες τις πλευρές, σε μικρότερο ή μεγαλύτερο βαθμό. Συνεπώς, δεν υπάρχει πουθενά, ούτε στην ταινία ούτε από την πλευρά μου, μια θέση μονοσήμαντη, απόλυτη, συγκεκριμένη. Επίσης, όλες οι πλευρές, αλλά όλες, είναι θύματα ενός κύματος της ιστορίας. Επομένως, δεν υπάρχει κάποιος να κατηγορήσεις ή να αποδώσεις ευθύνες. Είναι πολύ πλατύ όλο αυτό, πολύ μεγάλο, πολύ σύνθετο και πάρα πολύ σημαντικό και ταυτόχρονα μια πολύ μεγάλη επιχείρηση. Μια ολόκληρη μαφία, μια τοπική μικρή και μια ευρύτερη, για την οποία η ανθρώπινη ζωή δεν έχει καμία αξία. Αποτέλεσμα αυτού, βέβαια, είναι ότι η ταινία είναι κάτι πολύ περισσότερο από το άθροισμα όλων αυτών των επιμέρους στοιχείων και κατευθύνσεων.
Η γυναίκα περνάει παιδιά από την άλλη πλευρά της όχθης;
Στην Ευρώπη. Ουσιαστικά, αυτό το αρχαίο σύνορο είναι το σύνορο των δύο κόσμων, της Ανατολής και της Δύσης, η υποτιθέμενη πύλη του παραδείσου. Υπάρχει, όμως, εκεί και ένα ναρκοπέδιο κι αυτή η πύλη του παραδείσου μετατρέπεται σε πύλη του Άδη. Αυτός είναι και ο τρόπος που ο κεντρικός χαρακτήρας, ο Γιάννης, μπαινοβγαίνει στον Άδη. Προκαλεί τον θάνατο. Το ίδιο κάνει και η Χρύσα – καθημερινά παίζει το κεφάλι της, μεταφέρει κόσμο με τη βάρκα της. Υπάρχει και μια διμοιρία ναρκοσυλλέκτες που καθαρίζουν ένα ναρκοπέδιο αχαρτογράφητο. Ο Γιάννης, είτε από χάρισμα είτε από τρέλα, ρισκάρει παίζοντας ρώσικη ρουλέτα. Μπαίνει και, ενορατικά ίσως, από μια διαίσθηση, βρίσκει τις νάρκες.
Έχει ενδιαφέρον ότι συνεργάστηκες στο σενάριο με έναν λογοτέχνη, τον Ισίδωρο Ζουργό, που έχει ιδιαίτερη σχέση με τα Βαλκάνια και την ιστορία τους.
Ο Ισίδωρος μπήκε σε προχωρημένο στάδιο. Θέλησα να έχω μια ματιά που να φέρει κάτι πάνω στην ανάγνωση των πραγμάτων και των χαρακτήρων. Αυτό που βρήκα πολύ ενδιαφέρον στον Ισίδωρο είναι ότι διαβάζει σε βάθος τα πράγματα. Αισθάνομαι μια συγγένεια μαζί του.
Η Κωνσταντινούπολη πώς εντάσσεται στην ταινία;
Ένα μέρος της ιστορίας εξελίσσεται στην Πόλη. Είναι πολύ οργανικό αυτό, είναι η αφετηρία. Παίζει και ένας πάρα πολύ καλός Τούρκος ηθοποιός, ο Λεβέντ Ουζουμτσού. Κάναμε μερικά εξαιρετικά δύσκολα γυρίσματα εκεί, σε ένα ιστορικό νεκροταφείο του Σινάν στην Κατίργκα, όπου δυσκολευτήκαμε πολύ να πάρουμε την άδεια. Στην Πόλη γίνανε πολύ δύσκολα αλλά και πολύ ουσιαστικά γυρίσματα.
Εν κατακλείδι και επιγραμματικά, τι αφορά αυτή η ταινία σου;
Είναι μια φράση. «Η αγάπη που όντως είναι. Είναι η αρχή, το αίτιο και ο τρόπος και τέλος δεν υπάρχει». Αυτή είναι η ταινία, μια ταινία για τους παράξενους δρόμους της αγάπης, που χτίζεται επάνω σε μια πραγματικότητα που είναι όλο αυτό το κύμα της ιστορίας που ξεβράζει ψυχές. Σ' αυτό το σύνορο των κόσμων, το ποτάμι, όπου ουσιαστικά αυτό που προσπάθησα ήταν να πραγματευτώ την αγάπη.
Η ταινία προβάλλεται από 4/3 στους κινηματογράφους.
σχόλια