Ο ΜΠΡΟΥΣ ΛΙ είναι ένας από εκείνους τους σπάνιους αστέρες που είναι πολύ μεγαλύτερος από τις ταινίες του. Παρά το γεγονός ότι άφησε πίσω του μικρό έργο στην οθόνη - μόλις τέσσερις ολοκληρωμένες ταινίες - ουσιαστικά δημιούργησε ένα ολόκληρο κινηματογραφικό είδος δημιουργώντας το καλούπι των ταινιών δράσης του Χόλιγουντ μέχρι σήμερα. Ο Μπρους Λι διατρέχει το DNA της παγκόσμιας κουλτούρας: βιντεοπαιχνίδια, hip-hop και πολεμικές τέχνες, για να μην αναφέρουμε το ανδρικό σωματικό ιδεώδες μηδενικού λίπους. Το γεγονός ότι πέθανε νέος, κάτω από αινιγματικά κοινότυπες συνθήκες (έντονη αλλεργική αντίδραση σε παυσίπονο), απλώς ενισχύει τον μύθο του.
Ο Λι έχτισε μια μοναδική προσωπικότητα - έντονη, πειθαρχημένη, σωματική αλλά και εγκεφαλική - έτη φωτός μακριά από τα δυτικά στερεότυπα περί ασιατικής αρρενωπότητας που ήταν πολύ έντονα όταν πρωτοήρθε στο Χόλιγουντ στα μέσα της δεκαετίας του 1960. Ο Μπρους Λι γεννήθηκε στο Σαν Φρανσίσκο και στη συνέχεια μεγάλωσε στο Χονγκ Κονγκ πριν επιστρέψει στις ΗΠΑ, σε ηλικία 18 ετών. Ήταν μια εποχή που οι Ασιάτες απεικονίζονταν ως υπηρέτες, μοχθηροί κακοποιοί ή σαλτιμπάγκοι (και συχνά τους υποδύονταν λευκοί ηθοποιοί). Ο ίδιος ο Λι βίωνε όλο και πιο βαθιά απογοήτευση με τον ρόλο του όταν υποτακτικού που του είχε δοθεί στην τηλεοπτική σειρά The Green Hornet. Παρά το γεγονός ότι εκπαίδευσε μια σειρά από διάσημους μαθητές στις πολεμικές τέχνες (μεταξύ των οποίων ο Στιβ ΜακΚουίν, ο Τζέιμς Κόμπερν και η Σάρον Τέιτ), είχε συνειδητοποιήσει ότι οι ΗΠΑ δεν ήταν έτοιμες να δεχτούν έναν Ασιάτη πρωταγωνιστή.
Θα μπορούσε να τραβήξει κανείς μια ευθεία γραμμή από τον Μπρους Λι μέχρι τον Τομ Κρουζ του «Mission: Impossible» και τον Κιάνου Ριβς του «John Wick».
Η ύστατη προσβολή ήρθε με την τηλεοπτική σειρά Kung Fu της δεκαετίας του 1970. Ο Μπρους Λι πέρασε από οντισιόν για τον πρωταγωνιστικό ρόλο (ένας Σαολίν μοναχός στην Άγρια Δύση), τον οποίον όμως έχασε από τον Ντέιβιντ Κάρανταϊν, παρότι εκείνος δεν είχε ούτε κινεζική καταγωγή ούτε γνώσεις πολεμικών τεχνών.
Επιστρέφοντας στο Χονγκ Κονγκ το 1971, ο Λι γύρισε τέσσερις ταινίες μέσα σε δύο χρόνια που τον έκαναν παγκόσμιο σταρ. Εκτός από τις εκθαμβωτικές σωματικές του ικανότητές, οι ταινίες του Λι ήταν αφηγήματα αντίστασης. Στάθηκε στο πλευρό των καταπιεσμένων εργατών και ενάντια στη διαφθορά στο The Big Boss, ενώ στο Fist of Fury στράφηκε ενάντια στην αποικιοκρατία. Στο The Way of the Dragon, σώζει το οικογενειακό εστιατόριο και κατατροπώνει τον Τσακ Νόρις. Όταν οι φοιτητές του Χονγκ Κονγκ αντιστάθηκαν στον κινεζικό αυταρχισμό το 2019, υιοθέτησαν το διάσημο απόφθεγμά του: «Γίνε νερό».
Η επιτυχία αυτών των ταινιών τράβηξε επιτέλους την προσοχή του Χόλιγουντ, αλλά, ακόμη και με την κλασική ταινία Enter The Dragon (που κυκλοφόρησε ένα μήνα μετά το θάνατό του), τα στούντιο δεν πίστεψαν ότι μπορούσε να «κουβαλήσει» μόνος του την ταινία, οπότε επιλέχθηκαν ο Τζιμ Κέλι και ο Τζον Σάξον για να τον πλαισιώσουν. Η τρέλα με το κουνγκ φου στη δεκαετία του '70 τροφοδότησε τα πάντα, από τα κόμικς (ο Σταν Λι της Marvel τον περιέγραψε κάποτε ως «έναν υπερήρωα χωρίς στολή») μέχρι την ποπ μουσική. Μέχρι τότε, ο Λι είχε επίσης αναζωογονήσει την κινηματογραφική βιομηχανία του Χονγκ Κονγκ, η οποία έκτοτε τροφοδοτεί με ηθοποιούς και σκηνοθέτες το Χόλιγουντ. Για να μην αναφέρουμε μια αλληλουχία δυτικών σταρ των πολεμικών τεχνών, από τον Ζαν-Κλοντ Βαν Νταμ μέχρι τον Τζέισον Στέιθαμ. Θα μπορούσε επίσης να τραβήξει κανείς μια ευθεία γραμμή από τον Μπρους Λι μέχρι τον Τομ Κρουζ του Mission: Impossible και τον Κιάνου Ριβς του John Wick.
Και, ας μην ξεχνάμε τον Κουέντιν Ταραντίνο, ο οποίος τόσα έχει δανειστεί πολλά από τον κινηματογράφο του Χονγκ Κονγκ γενικότερα παρότι έκανε ελάχιστα για να ανταποδώσει τη χάρη: στο Once Upon a Time in Hollywood παρουσίασε τον Λι ως «έναν μικρό άνθρωπο με μεγάλο στόμα», σύμφωνα με τα λόγια του χαρακτήρα που υποδύεται ο Μπραντ Πιτ, ο οποίος εμφανίζεται να τον νικά σε έναν καυγά. Αυτή η απεικόνιση δικαίως θεωρήθηκε ως προσβλητική καρικατούρα από πολλούς, συμπεριλαμβανομένης και της κόρης του Λι, Σάνον, η οποία είχε δηλώσει: «Δεν χρειαζόταν να του φερθούν ξανά με τον βαθιά υποτιμητικό τρόπο που του είχε φερθεί το λευκό Χόλιγουντ όταν ήταν ζωντανός».
Με στοιχεία από The Guardian