81.000 ΕΙΣΙΤΗΡΙΑ ΕΚΟΨΕ το Μην ανοίγεις την πόρτα στις ελληνικές αίθουσες στις 4 πρώτες νύχτες προβολής του. Για την ακρίβεια 81.666, έτσι, για να ικανοποιηθούν και οι συνωμοσιολόγοι, μια και μιλάμε για horror με δαιμονικά στοιχεία. Οι Unboxholics που το υπογράφουν υποστηρίζουν πως είναι η πρώτη ελληνική horror ταινία ή, μάλλον, η πρώτη ελληνόφωνη. Ακόμα κι αν δεν είναι, οι ομόλογες ή παρεμφερείς μετριούνται στα δάχτυλα και σπανίζουν σε τέτοιο βαθμό που σε κάνει να αναρωτιέσαι αν υπάρχει λόγος που ο τρόμος και η φρίκη δεν ομιλούν την ελληνική.
• Το ψυχολογικό θρίλερ και το νουάρ δεν αποτελεί άγνωστο κεφάλαιο στο ελληνικό σινεμά: ήδη από τη δεκαετία του ’60 είχαμε το Έγκλημα στο Κολωνάκι και το Έγκλημα στα παρασκήνια, και φυσικά τον αριστουργηματικό Εφιάλτη του Ερρίκου Ανδρέου. Ο σκηνοθέτης και θεωρητικός Δημήτρης Παναγιωτάτος, που έχει γράψει βιβλίο για το σινεμά του φανταστικού και έχει υπογράψει ενδιαφέρουσες ταινίες, όπως η Τρίτη Νύχτα και οι Εραστές στη μηχανή του χρόνου, είχε γυρίσει πριν από κάποια χρόνια το ντοκιμαντέρ με στοιχεία fiction Ξένες σε ξένη χώρα, όπου αρχειοθετούσε το ευρύτερο είδος στην ελληνική φιλμογραφία μέσα σε 5 κεφάλαια. Με την αφορμή της εξόδου της ταινίας του, είχε πει στον Παύλο Κάγιο: «Πιστεύω ότι τόσο οι ταινίες μυστηρίου όσο και οι ταινίες φαντασίας δεν έχουν πατρίδα. Ανήκουν παντού και πουθενά. Η αγωνία και ο φόβος είναι τα πιο ενστικτώδη συναισθήματα. Πολύ πιο οικουμενικά και αναγνωρίσιμα απ’ ό,τι π.χ. το γέλιο. Όλοι οι λαοί δεν γελάνε με τα ίδια πράγματα. Τρομάζουν όμως με τα ίδια. Το κοινό του παλιού ελληνικού κινηματογράφου αγάπησε τις αστυνομικές ταινίες της εποχής σχεδόν όσο και τις κωμωδίες. Ξέρετε ότι ο τόσο τολμηρός για τα χρόνια εκείνα Εφιάλτης του Ανδρέου έκανε περισσότερα εισιτήρια από την κωμωδία του Τσιφόρου Ο Κλέαρχος, η Μαρίνα και ο κοντός;»
Τελευταία φορά που με είχε τρομάξει ελληνόφωνη ταινία ήταν… ο Κυνόδοντας του Γιώργου Λάνθιμου. Απλώς να θυμίσω πως ακόμα και ο Κυνόδοντας, με τη δημοσιότητα και τις διακρίσεις του, είχε αποτύχει εμπορικά στις ελληνικές αίθουσες.
• Στην ερώτηση αν δικαιώθηκε αυτό το είδος, συμπλήρωσε: «Είναι ειρωνικό, αλλά μόνο στο εξωτερικό όλα σχεδόν τα ελληνικά θρίλερ και οι ταινίες φανταστικού είχαν εξαιρετικά θερμή υποδοχή, βραβεία, διακρίσεις και πωλήσεις. Όλοι αυτοί οι σκηνοθέτες έζησαν τις πιο ευτυχισμένες καλλιτεχνικά στιγμές τους ουσιαστικά εκτός Ελλάδος! Όχι μόνο οι παλαιότεροι αλλά και οι νεότεροι». Όντως, στη Μεταπολίτευση, αν αναφερόμαστε περισσότερο στο horror, ο Νίκος Μαστοράκης ξεκίνησε από το πρωτο-slasher Νησί του διαβόλου με φόντο το μυκονιάτικο τοπίο σε πολύ gore προεκτάσεις, για να χτίσει μια καριέρα έξω από τα ελληνικά σύνορα, διασχίζοντας πολλές εκδοχές του τρόμου, πάντα αγγλόφωνες. Επίσης γυρισμένη στα αγγλικά ήταν η διαβόητη Μάσκα του διαβόλου του Κώστα Καραγιάννη, που υπέγραψε με το ποιητικό ψευδώνυμο Ντακόστα Κάραγιαν, με τον Πίτερ Κούσινγκ, τον Ντόναλντ Πλέζανς και πολλούς Έλληνες σε δεύτερους ρόλους, ανάμεσά τους και ο Νίκος Βερλέκης που θυσιαζόταν στον αιμοδιψή Μινώταυρο, σε μουσική Μπράιαν Ίνο και σκηνικά τη Βραυρώνα και το Σπήλαιο του Διρού. Για τη διεθνή αγορά προοριζόταν το Lurk του Βασίλη Κατσίκη με την Τες Σπέντζος, από το 2013.
• Λίγα πράγματα, όπως τα Σημάδια της νύχτας με τον Στράτο Τζώρτζογλου και την Κατερίνα Λέχου, του Πάνου Κοκκινόπουλου, λίγο πριν γνωρίσει την επιτυχία με τον τηλεοπτικό «Κόκκινο Κύκλο» (μου το θύμισε ο φίλος και σπεσιαλίστας Άκης Καπράνος). Στο Κακό του Γιώργου Νούσια υπέβοσκε ένα κατάμαυρο χιούμορ, για να κυριαρχήσει σατιρικά στο sequel, τέσσερα χρόνια αργότερα. Γιατί τέτοια ένδεια; Ο Σάκης και ο Αλέκος Καρπάς που σκηνοθέτησαν το Μην ανοίγεις την πόρτα θεωρούν πως ο φόβος της αποτυχίας χαρακτηρίζει και τους Έλληνες δημιουργούς, κάτι που δεν ισχύει σε ένα αγγλόφωνο horror που αμέσως απευθύνεται σε μια παγκόσμια αγορά. Ακόμη και με έτοιμο και δεκτικό κοινό, πολλοί από τους πιστούς ακολούθους τους τούς είχαν προειδοποιήσει πως μπορεί και να μην έβλεπαν την ταινία τους, ο κινηματογραφικός τρόμος τούς φοβίζει.
• Τώρα που το σκέφτομαι, η τελευταία φορά που με είχε τρομάξει ελληνόφωνη ταινία ήταν… ο Κυνόδοντας του Γιώργου Λάνθιμου. Σε όλα τα σενάρια του Ευθύμη Φιλίππου ένα λανθάνον dread σού παγώνει το αίμα, προτού μεταστραφεί σε σουρεαλιστική και υπαρξιακή σάτιρα. Απλώς να θυμίσω πως ακόμα και ο Κυνόδοντας, με τη δημοσιότητα και τις διακρίσεις του, είχε αποτύχει εμπορικά στις ελληνικές αίθουσες.
Το άρθρο δημοσιεύθηκε στην έντυπη LiFO.