Υπάρχει πιο ελαστικό, πιο εύπλαστο πρόσωπο από αυτό της Λόρα Ντερν; Όλοι κατά καιρούς το έχουμε δει να χαλαρώνει και να γίνεται σαν μαστίχα στο "Jurassic Park" του Σπίλμπεργκ φερ' ειπείν ή να ανοίγει σαν απέραντο ουρλιαχτό από την κόλαση καθώς υποδύεται τρεις – ή μήπως τέσσερεις; - χαρακτήρες στο έπος ψυχικής αποσύνθεσης που ήταν το "Inland Empire" του Ντέιβιντ Λιντς.
Ας θυμηθούμε επίσης - όσοι αγαπήσαμε εκείνη την εξαίρετη και μάλλον υποτιμημένη σειρά – τη συγκλονιστική νευρική της κατάρρευση στην αρχή του πρώτου επεισοδίου του "Enlightened" πριν από οχτώ χρόνια. Η Λόρα Ντερν σηκώνει αργά το κεφάλι ενώ κλαίει στην τουαλέτα του γραφείου μετά την απόλυσή της, και το στόμα της κάνει αυτόν τον αποφασιστικό και οδυνηρό μορφασμό που μόνο το δικό της στόμα μπορεί να κάνει.
O Λιντς της έδωσε άδεια να είναι, για πρώτη φορά στην καριέρα της, τρελή, νυμφομανής, αποδιοργανωμένη κι όμως εν τέλει γλυκιά.
Η μάσκαρα στάζει κάτω από τα μάτια της, οι γραμμές στο μέτωπο της πετάγονται και η έκφρασή της γίνεται μια βασανιστική γκριμάτσα που μοιάζει να την καθοδηγεί καθώς καλπάζει αλλόφρων πίσω στο γραφείο. Το βλέμμα της φαίνεται να επιχειρεί γύρω στους εκατό αναλυτικούς υπολογισμούς ανά δευτερόλεπτο και το στόμα της γίνεται ένα τεράστιο χάσμα, ανοίγοντας πολύ περισσότερο απ' όσο είναι ανθρωπίνως δυνατό, ενώ ανοίγει με τα ίδια της τα χέρια τις πόρτες του ασανσέρ που ετοιμάζεται να εγκαταλείψει τον όροφο.
Η Λόρα Ντερν δεν ασχολείται με το hashtag #dernaissance [σύμπτυξη του επωνύμου της με τη λέξη "renaissance" (αναγέννηση)] που κυκλοφόρησε πέρσι με τις εμφανίσεις της σε νέες εκδοχές του "Star Wars" και του "Twin Peaks" αλλά και στον πρώτο κύκλο της τηλεοπτικής σειράς "Big Little Lies". Τι νόημα έχει ο όρος «αναγέννηση» για κάποια που ήταν πάντα εμφατικά «εδώ»;
Η Λόρα Ντερν εμφανίζεται ως ηθοποιός στην οθόνη εδώ και 40 περίπου χρόνια, από την πρώιμη εφηβεία. Δεν έχει αλλάξει, αλλά ίσως μόλις πρόσφατα ο υπόλοιπος κόσμος κατάφερε να την προλάβει.
«Μ΄ αρέσει να ανακαλύπτω το χιούμορ στα πιο ραγισμένα μέρη» είχε πει πρόσφατα η ίδια. «Αν αναζητήσουμε μια κάποια ουσία σ΄ αυτή τη δουλειά, αυτή θα μπορούσε να είναι το θόλωμα των διχαστικών γραμμών έτσι ώστε οι άνθρωποι να βρίσκουν διέξοδο από τις ενοχές και τις ντροπές τους και ίσως να φέρονται με μεγαλύτερη συμπόνια ο ένας στον άλλον».
Η Λόρα Ντερν είναι γνωστή για την ενσάρκωση «ακατάστατων» γυναικών, οι οποίες αναζητούν απεγνωσμένα τη «φωνή» τους ή αποκτούν ξαφνικά μια συνειδητοποίηση σχετικά με το ποιες πραγματικά είναι ή ποια είναι τα δικαιώματά τους. Άλλωστε, πολλοί από τους σημαντικότερους ερμηνευτικούς θριάμβους της έχουν να κάνουν με γυναίκες που αποδεσμεύονται από τους συμβατικούς κανόνες συμπεριφοράς και «ευπρέπειας».
Η Λόρα Ντερν είναι η κόρη δύο σπουδαίων ηθοποιών – του Μπρους Ντερν και της Νταϊάν Λαντ (το 2010 «κέρδισαν» και οι τρεις μαζί την ίδια μέρα το αστέρι τους στο πεζοδρόμιο της Hollywood Boulevard). Οι γονείς της χώρισαν όταν ήταν μόλις δύο ετών. Ο πατέρας της μετακόμισε στην παραλία, αφήνοντας την ανατροφή της Λόρα στη μητέρα της και τη γιαγιά της. Σε ηλικία επτά ετών, παρακολούθησε τον Μάρτιν Σκορσέζε να σκηνοθετεί τη μητέρα της στην ταινία του «Η Αλίκη δεν μένει πια εδώ» ενώ η ίδια, που συμμετείχε ως κομπάρσος στην ταινία, έφαγε 19 παγωτά χωνάκι μέχρι να ολοκληρωθεί το γύρισμα της σκηνής της. Έκτοτε, παραμένει βαθιά γοητευμένη από τον τρόπο που δουλεύουν οι μεγάλοι σκηνοθέτες:
«Πάνω απ' όλα θαυμάζω τον τρόπο που παίρνουν αυτό που θέλουν, τον τρόπο που επικοινωνούν με τους ηθοποιούς με παντομίμα ή σχεδόν τηλεπαθητικά. Πεθαίνω όταν ο Λιντς έρχεται κοντά μου μετά από μια λήψη και αναπνέει με έναν συγκεκριμένο τρόπο που είναι σα να μου δηλώνει ακριβώς τι πρέπει να κάνω μετά».
Στις πρώτες εμφανίσεις της στην οθόνη – παιδί ακόμη – είχε ήδη εκθέσει την ικανότητά της να «τηλεγραφεί» στο κοινό μια ιδιαίτερη ευαισθησία, μια αίσθηση περηφάνειας και μια ευάλωτη κοριτσίστικη σεξουαλικότητα, συγχρόνως αθώα και επικίνδυνη. Στο «Μπλε Βελούδο» του Ντέιβιντ Λιντς όμως απέδειξε ότι ήταν ικανή να εκφράσει κάτι ακόμα πιο παράξενο και σύνθετο, ειδικά στον περίφημο και γεμάτο από μια απόκοσμη προσμονή, μονόλογό της για τους κοκκινολαίμηδες και το «εκτυφλωτικό φως της αγάπης» - ένας μονόλογος που ήταν συγχρόνως παράλογος και τρυφερός, ειρωνικός και ειλικρινής.
Στις πρώτες εμφανίσεις της στην οθόνη – παιδί ακόμη – είχε ήδη εκθέσει την ικανότητά της να «τηλεγραφεί» στο κοινό μια ιδιαίτερη ευαισθησία, μια αίσθηση περηφάνειας και μια ευάλωτη κοριτσίστικη σεξουαλικότητα, συγχρόνως αθώα και επικίνδυνη.
Το απέδειξε ξανά μερικά χρόνια μετά στην «Ατίθαση καρδιά», όπου ο Λιντς της έδωσε άδεια να είναι, για πρώτη φορά στην καριέρα της, τρελή, νυμφομανής, αποδιοργανωμένη κι όμως εν τέλει γλυκιά. Αυτή η ευρύχωρη γκάμα είναι που την κάνει ιδανική για τον κόσμο του Λιντς – έχει τη δυνατότητα να απλώνεται σε μια οριοθετημένη ζώνη όπου μπορεί κατά βούληση να εμφανίζεται περίεργη, νορμάλ, ξύλινη, φυσική, λαμπερή και διαταραγμένη – χαρακτηρίζει όμως επίσης τις ερμηνείες σε όλη τη διάρκεια της καριέρας της
Η Λόρα Ντερν δεν φοβάται το πέρασμα του χρόνου. Δηλώνει μάλιστα ότι της αρέσει που έχει περάσει τα 50: «Μπορώ πλέον, την ίδια χρονιά, να υποδύομαι έναν έντονα σεξουαλικό χαρακτήρα, έναν ιδιαίτερα μητρικό χαρακτήρα, έναν ηρωικό χαρακτήρα ή μια σκύλα, χωρίς να παρέμβει κάποιος για να ορίσει τι μπορώ να παίξω "σ' αυτήν την ηλικία"».
Δηλώνει επίσης ότι αυτό που αναζητά σε όλες τις εκφάνσεις της ζωής της είναι η αίσθηση «κοινότητας και οικειότητας» - πολιτικής, προσωπικής, καλλιτεχνικής. Και αυτό που την ελκύει πιο πολύ απ' όλα στην κινηματογραφική ερμηνεία είναι η εγγύτητα που προσφέρει η κάμερα, ο τρόπος που κατά παράδοξο τρόπο σε τοποθετεί πολύ πιο κοντά στον χαρακτήρα από ό,τι σε μια «ζωντανή» θεατρική παράσταση. Αυτός είναι και ο λόγος που δεν έχει επιδιώξει μια συχνότερη παρουσία της στο σανίδι.
Οι γυναίκες ηθοποιοί που θαυμάζει περισσότερο είναι η μητέρα της, η Σέλεϊ Γουίντερς (η νονά της), η Μπάρμπαρα Στάνγουικ, η Μέριλ Στριπ και η Τζίνα Ρόουλαντς: «Αυτές οι γυναίκες είναι σα να ακυρώνουν οτιδήποτε μπορεί να παρεμβληθεί ανάμεσα στο 'πετσί' τους και τον θεατή. Και τα μάτια τους... Σου ανοίγουν μια τρύπα που καίει στην καρδιά και δεν μπορείς να δεις τίποτε άλλο...».
Η Λόρα Ντερν ψαχουλεύει το πρόσωπό της καθώς μιλά: «Είναι ακόμα κι αυτό..., δεν ξέρω, ακόμα κι αυτές οι σακούλες κάτω από τα μάτια ή η νωπή υφή του δέρματος, η χλωμάδα στα χείλη επειδή κάνει ψύχρα ξαφνικά ή οι κόρες των ματιών που διαστέλλονται επειδή μόλις ένιωσες ερωτική απογοήτευση ή φόβο. Γι' αυτό μου φαίνεται πάντα τόσο ενδιαφέρουσα η υποκριτική τέχνη στον κινηματογράφο. Επειδή κάποτε ερωτεύτηκα στην οθόνη χαρακτήρες που έμοιαζαν τόσο ωμοί και ακατέργαστοι...»
Με στοιχεία από τους New York Times
σχόλια